Fractal

Τρία ποιήματα

Γράφει ο Tζ. Μοντόγια // *

 

 

 

 

 

Η ειρωνεία

 

Ανάποδα ξεκινήσαμε και ανάποδα τελειώσαμε

Ο Δεκέμβρης εκείνος, Ο Δεκέμβρης της καραντίνας, τα Χριστούγεννα μας.

Κυκλώσαμε τις 4 εποχές και σβήσαμε στο φύσημα του αέρα σα φωτιά λες και από μικρά κλαδάκια.

Ο Δεκέμβριος της καραντίνας και ο παπαγάλος με χλευάζει.

Οι βόλτες της καραντίνας. τόσο όμορφες και ζεστές τι ειρωνεία

Τώρα ο Δεκέμβρης σκάβει αυλάκια και με σφυροκοπάει δυνατά, δίχως έλεος.

Τι ειρωνεία και εσύ με αγαπούσες δυνατά, χωρίς να ξέρεις το γιατί

Σιωπήσαμε, σα χιονισμένη Άνοιξη, Ηττημένοι

Σα τη διαδρομή Κυψέλη – Νέα Σμύρνη.

Βαλσαμωμένα κορμιά.

Για κοίτα πόσο ωραία ήταν στη καραντίνα

– Ένα χαμόγελο στο χρώμα του πάγου

– Ένα παιδί να πετάει σαΐτες

– Ένα μωρό που μας τριγύριζε και τώρα κλαίει μέσα στη στάχτη

– Μια χορωδία και ένα φως

Για κοίτα που τα Χριστούγεννα φέτος εκλιπαρούσαν για λίγη καραντίνα

*Θέλησα να σου γράψω για τις παλιές μας τις χαρές, όμως έχω ξεχάσει να γράφω για πράγματα χαρούμενα.

Μη με ξεχάσεις

δ.

από Κυψέλη 8/12/2021

 

* Από το ποίημα ¨Ορυχεία¨ του Μίλτου Σαχτούρη και τη συλλογή ¨Πληγωμένη Άνοιξη¨, με μια μικρή τροποποίηση.

 

 

 

 

Η διεκπεραίωση

 

Δε ξέρω πως γράφεται.

Ξέρω πως ακούγεται

Θηρίο με κατάπιε, βγήκα και με κουκούλωσε ξανά

Μια γυναίκα με κοιτάει στο δρόμο

Ένα σύννεφο τρέχει παραπέρα

Οι περαστικοί τρέχουν και με ποδοπατούν, δε ξέρω που πάνε.

Η διεκπεραίωση.

Κάθε φορά λάθος θα τη γράφω και λάθος θα την ακούω.

Λάθος (αυτό ξέρω πως γράφεται)

δ.

από Κυψέλη 1/12/2021

 

 

 

 

Το λάθος της λέξης

 

Ξύπνησα μισός και αγκάλιασα το πτώμα

Στάχτη και πίκρα στο στόμα.

Στο πάτωμα πατημένα φτερά πατημένες λέξεις και διαδρομές στο πουθενά.

Ταξίδια που έγιναν, ηφαίστεια που κάηκαν κάπου μεταξύ Ιονίου και Σαρωνικού.

Καψαλιστήκαμε από καλοσχηματισμένα στόματα και από όλα τα σ’ αγαπώ που τόσο πρόστυχα και άκαπνα ακούστηκαν, παραβιάζοντας την ιερότητα της λέξης,

προκαλώντας το μαρτύριο της έλξης

 

Γυναίκα,

θαύμα της φύσεως,

ανώνυμη και γνωστή

σε ευχαριστώ για όλες τις αγκαλιές που έδωσες

για όλα τα χιλιόμετρα λέξεις που άκουσες

για όλα τα δάκρυα που στέγνωσες

για τα τσιγάρα που κάπνισες για εμένα

απτόητη παρέα.

Σου χρωστώ κάτι παραπάνω από τα παιδιά μου που κλαίνε γιατί δεν γεννηθήκαν ποτέ, βουβά πίσω από τις τζαμαρίες

όπου κορίτσια πίνουν το καφέ τους γελώντας

ένα μεσημέρι στη Φωκίωνος Νέγρη

 

Κι εγώ να τα παρατηρώ

δ.

από Κυψέλη 4/01/2021

 

 

 

* Ο Tζ. Μοντόγια γεννήθηκε στη μέση της Πελοποννήσου και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη την οποία περπάτησε και πρόλαβε κάπου στις αρχές του 2000. Ταξίδεψε και ταξιδεύει με κάθε ευκαιρία, αλλά πάντα ξαναγυρνά στη βάση του για να αναλάβει δυνάμεις

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top