Fractal

Ποίηση: “Αναμονή της λήθης” & “Ορέστης” & “Τα δάκρυα μας προδίδουν”

Γράφει η Άντζελα Γεωργοτά // *

 

 

 

 

 

Αναμονή της λήθης

 

Ενώ σε περίμενα

ξυπνούσε μέσα μου ένα μικρό παιδί,

μου φώναζε, ζητούσε χάδια και μιαν αγκαλιά.

Ενώ εγώ σε περίμενα ,

γεννιόταν μια απόσταση ανάμεσά μας,

θες η μοναξιά, ίσως ο φόβος πως δεν θα γυρίσεις

λύγισα αγάπη μου

και άφησα να μεγαλώσει το κενό.

Ενώ σε περίμενα,

αγκάθια φύτρωναν στην αυλή μου,

ο κήπος μου χορτάριασε,

πουλιά δεν τραγουδούν πια στα όνειρά μου.

Ενώ σε περίμενα,

ξεχάστηκα στη σοφίτα , με μια αράχνη να μπλέκεται

στα μαλλιά μου, ιστούς να υφαίνει στις σκέψεις μου

και να με κρατά αιχμάλωτη σε μια υπόσχεση ματαιωμένη.

Ενώ σε περίμενα Ετιέν,

κοιμήθηκα στα σκαλιά της πόρτας,

με σκέπασε το χιόνι,

με έλιωσε ο ήλιος,

άνθη στα χέρια μου ριζώσαν,

Τα φύλλα σκέπασαν τα μάτια μου.

ενώ σε περίμενα χωρίς να σου ζητήσω κάτι,

ξέχασα γιατί σε περιμένω.

 

 

 

Ορέστης

 

Βημάτιζες αργά.

Είχες πια απαλλαγεί από τις

αγέλαστες γυναίκες που χρόνια σε είχαν στο κατόπι.

Ανάλαφρος περπατούσες ,τα μαλλιά σου

πλεγμένα με ηλιαχτίδες της κόκκινης άρκτου.

Η μοίρα είχε πια αποφασίσει για εσένα.

Τις ξεφορτώθηκες,

Όχι βεβαίως με τόσο δίκαιο τρόπο.

Ήξερες βλέπεις πως αθώο

ποτέ δεν θα σε κρίναν.

Απλώς η ειμαρμένη το βέλος της ετόξευσε αλλού.

Συνέχιζες το δρόμο με τις σκέψεις αυτές.

Μονολογούσες. Τυχαία αθώος…..

Τυχαία αθώος……

Ποδοβολητά τη σκέψη σου πάγωσαν.

Την είδες. Κόκκινο ρούχο, μαλλιά πυρωμένα,

το βλέμμα της άδειο, τα χέρια μια διάφανη σάρκα. Την ακολουθούσαν εκείνες

με όψη βλοσυρή και αχόρταγη.

Ουρλιάζαν, τα νύχια τους

μπήζαν στο λευκό της δέρμα.

Την προσπέρασες

Τυχαία αθώος, μονολογούσες.

Όμως τα χέρια σου στάζαν αίμα, τα μάτια σου είχαν πια σβήσει.

Η αθωότητα τυχαία λέξη.

Μαρτύριο η μνήμη.

 

 

 

Τα δάκρυα μας προδίδουν

 

Είχαμε πολύ καιρό ν’ ακούσουμε νέα της.

Μόνο κουβέντες μακρινές ερχόταν στα αυτιά μας.

Έλεγαν άλλοι πως την έβλεπαν μεσάνυχτα στην ακροθαλασσιά

να λούζει τ’ άγρια μαλλιά της,

κάποιοι ψιθύριζαν πως την είχαν δει να στέκεται

τα πρωινά στην προκυμαία, αμίλητη , κρατώντας δάφνη και βασιλικό στα χέρια

ή πως ντύνονταν στα κόκκινα

και περπατούσε τα απογεύματα στο λόφο με τις παπαρούνες.

Κυκλοφορούσαν φήμες, τόσες πολλές,

κανείς δεν ήξερε τι να πιστέψει.

Κανείς δεν ήταν βέβαιος, ούτε τις είχε μιλήσει.

Μα κείνη τη νύχτα

μπήκε στο σπίτι ξαφνικά,

κάθισε στη μέση του σαλονιού

και άρχισε βουβά να κλαίει.

 

 

 

 

 

* Γεννήθηκα στην Κέρκυρα το 1977. Σπούδασα στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, στο τμήμα της Ελληνικής Φιλολογίας. Εργάζομαι στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ως φιλόλογος από το 2003.

Ποιήματά μου έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Αυγή, στα λογοτεχνικά περιοδικά Θευθ, Μανδραγόρας, Δίοδος, Παρέμβαση, Οδός Πανός και σε ηλεκτρονικές ιστοσελίδες, ενώ έχω βραβευτεί σε ποιητικούς διαγωνισμούς.

Το 2017 ολοκλήρωσα τη φοίτησή μου στο μεταπτυχιακό «Δημιουργικής Γραφής» του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Φοίτησα επίσης κατά το ακαδημαϊκό έτος 2019-20 στο μεταπτυχιακό του τμήματος Αρχειονομίας, Βιβλιοθηκονομίας & Μουσειολογίας με τίτλο «Διαχείριση και Ανάδειξη Πολιτιστικής Πληροφορίας» και βρίσκομαι στην εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας. Παράλληλα από το 2008 σκηνοθετώ και επιμελούμαι μαθητικές παραστάσεις.

Η πρώτη μου ποιητική συλλογή «Στην πιθανότητα στηρίζεται η αγάπη» εκδόθηκε τον Μάρτιο του 2016 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη. Η δεύτερη ποιητική μου συλλογή με τίτλο «Το ανεπίδοτο της συντριβής» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κουκκίδα (Οκτώβριος 2017). Παράλληλα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πανός το πόνημά μου «Γώγου και Σέξτον, Η απόσταση που τις ενώνει».

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top