Fractal

«Ποδηλατώντας προς τη θάλασσα»

Γράφει η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου // *

 

Κλεονίκη Δρούγκα «Οκλαδόν με τον χρόνο», εκδ. Μανδραγόρας 2022

 

Παίρνω βαθιά αναπνοή

στον δρόμο του χρόνου

τον ξορκίζω και τον διανύω

ακολουθώ τη ρότα κόντρα στις ριπές του ανέμου

σημαδεύω παπαρούνες

ζωγραφίζω στιγμές

μια στιγμή τρέχω

την άλλη διστάζω

ποδηλατώ

ακροβατώ

ονειρεύομαι

περίεργη συμπαράσταση το φως της μέρας

κάνω πεταλιές γι’ αλλού

-το πρώτο βήμα είναι πάντα η αρχή-

ξεχειλίζουν οι όχθες

εισβάλλει η ζωή

πισωπατούν έννοιες

αγουροξυπνημένη

σιωπηλή

ξεκινώ για τ΄ άβατα

παίρνω το σχήμα ενός πουλιού

κι ελπίζω σε μια θάλασσα.

 

Ξεκινώ με το ποίημα «Θάλασσα» (σ. 41) της Κλεονίκης Δρούγκα,  αν και είναι από τα τελευταία στην ποιητική της συλλογή Οκλαδόν με τον χρόνο, Μανδραγόρας 2022. Το παραθέτω ολόκληρο γιατί θεωρώ ότι συμπυκνώνει το ποιητικό της σύμπαν. Η ποιητική αυτή συλλογή διανύει τις εποχές της ζωής του ανθρώπου, τις διαθέσεις του, τις λύπες, τα όνειρα, τις απογοητεύσεις του. Και το ποιητικό πρόσωπο, ως «Ποδηλάτισσα» (σ. 41) ποδηλατεί, άλλοτε ακροβατώντας, άλλοτε πέφτοντας, άλλοτε τρέχοντας, άλλοτε διστάζοντας, με έναν πάντα προορισμό. Να φτάσει στη θάλασσα – «είναι μια εμμονή κι αυτό» σημειώνει. Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες: «Θυμοσοφία», «Εποχές Φθινόπωρο Χειμώνας Άνοιξη Καλοκαίρι», «Σχέσεις», «Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή». Και είναι ανάλογα με τις εποχές, τις φάσεις, που διέρχεται ο άνθρωπος στη ζωή του, είτε ηλικιακά είτε ως ψυχική χρονογραφία. Αρχινάμε με δύναμη, ορμή, συναντάμε θυμό, και απογοητεύσεις, φτάνουμε σε απώλειες και πτώσεις. Η νομοτέλεια όμως, στην ποίηση της Δρούγκα, είναι ότι πάντα θα σηκωνόμαστε, όσο ελπίζουμε σε μια θάλασσα. Όσο κρατάμε μέσα μας το όνειρο ζωντανό. Τον εαυτό μας αληθινό. Όσο κρατήσει η άνοιξη όπως γράφει σε ένα ποίημά της. «Υπόσχομαι πίστη στη θάλασσαׄ  για όσο κρατήσει» («Όσο κρατήσει», σ. 27).   Ή πώς ο άνθρωπος, μέσα από της ζωής τις περιπέτειες, τα λάθη και τα πάθη, θα καταφέρει να κρατήσει την ισορροπία του, διατηρώντας μέσα του την ελπίδα, το όνειρο, ακόμα και αν πληρώσει το κόστος τού να χαθεί.  Ίσως τα ποιήματα αυτά να είναι και ένας απολογισμός. «Κάθεσαι οκλαδόν με τον χρόνο/μπροστά στον καθρέφτη» (Το παραπάνω», σ. 33)  και ψαύεις τις διαδρομές, τις δικές σου και αυτές των ζωών των άλλων ανθρώπων που διασταυρώθηκαν με εσένα. Συχνά, μένεις με μια πικρή γεύση στη συνειδητοποίηση του χαμένου, του αξόδευτου, αυτού του «παραπάνω» που δεν κέρδισες και που πάντα το χρησιμοποιείς ως αφορμή και αιτία για τη δική σου αβελτηρία. Κάθε φορά που  ξεκινάς, και κάθε φορά που δεν καταφέρνεις να φτάσεις.  Και έτσι παραμένεις να ζεις σε έναν υδροβιότοπο. Σε μια όχι αληθινή θάλασσα. Σε μια θάλασσα ματαιωμένη.

 

Φουσκώνουν τις ρόδες

λαδώνουν τις αλυσίδες

ανεβαίνουν στα ποδήλατα

και λένε τη θάλασσα απ’ έξω

[…]

λένε τις ιστορίες του καλοκαιριού

πλανεύουν τη θάλασσα

για τελευταία φορά φέτος μέσα από τον υδροβιότοπο

από αύριο θα αρχίσουν οι βροχές του φθινοπώρου

μέσα Οκτώβρη θα γεμίσει λάσπη

θα παίρνουν άλλον δρόμο για τη θάλασσαׄ

μια ακόμη αθετημένη υπόσχεση

την επόμενη μέρα έκαναν το ίδιο.

 

(«Η τελευταία φορά ποτέ δεν είναι τελευταία», σ. 23)

 

Κλεονίκη Δρούγκα

 

Και όμως, η φωνή της θάλασσας, γράφει η Δρούγκα, ποτέ δε σταματά να φτάνει στα αυτιά σου. Το άλλο σου εγώ, το όνειρό σου, βράζει μέσα σου. Όσο και να προσπαθείς να μην το ακούσεις, όσο και αν το καταπιέζεις, εσύ ή ο κόσμος όλος γύρω σου, «η φωνή της θάλασσας» κάποτε σε ξεσηκώνει ζητώντας τα άσωτα και τα αζήτητα να πληρωθούν.

 

θάβω το δίλημμα στην άμμο

φωνές απ’ τις σειρήνες στο μέσα τού ορίζοντα

μνήμες που παραφυλάνε

άνεμοι που συνωμοτούν

δεν κολυμπώ δίπλα στα βράχια πια

δεν αφήνομαι όπου να ΄ναι

ακούω τη φουρτούνα σαν έρχεται

Καιρός είναι βουίζουν τα κύματα.

 

(«Η φωνή της θάλασσας», σ. 17| απόσπασμα)

 

Όταν κάποιος αφήνει λίγο ανοιχτά τα παραθύρια της ψυχής του για να ακούσει τη φουρτούνα της θάλασσας μέσα του, τότε επιμένει, παραμένει. Και ξεκινά πάλι, έστω και με το ελάχιστο, έστω και με μια σταγόνα νερού που βρίσκει, όπου βρίσκει. Έστω και με το σάλιο του το ίδιο όταν τρώει το γλυκό της ζωής, όπου το βρίσκει. Έτσι κάνεις το τέλος, ξεκίνημα.

 

η γλώσσα μου κρέμεται και σαλιώνει το ελάχιστο

επιμένω στη σταγόνα που αιωρείται

ηδονή

-πολυτέλεια-

κάνω το τέρμα αρχή.

 

(«Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο», σ. 20 |απόσπασμα)

 

Στην πορεία της ζωής, ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τις πολύπλοκες σχέσεις του. Δύσκολες, αμφίθυμες, στενές, και συχνά περιοριστικές, κλείνουν τους δρόμους προς τη θάλασσα. Ένα περίκλειστο ποιητικό υποκείμενο κοιτά τη θάλασσα από μακριά. Τότε είναι φορές που «Η θάλασσα ηττημένη βάζει τα κλάματα» («Υστερόγραφο του καλοκαιριού», σ. 24).  Χίμαιρες, αυταπάτες, μικροί καθημερινοί θάνατοι, σπαταλημένες αγωνίες κι ευκαιρίες, σπασμένοι δίαυλοι επικοινωνίας, ψεύτικες στιγμές ηδονής. Το πρόσωπο σε απομόνωση μοναξιά πίσω από τους τοίχους και τα τείχη των κοινωνικών δικτύων. Πρόσωπα που βρίσκονται στο μεταίχμιο της πράξης, το μεταίχμιο της ενέργειας, στο ένα βήμα πριν, στο θα το κάνω, αλλά δεν το κάνουν και επιστρέφουν στο ελάχιστο της ανάσας.  Πρόσωπα που επιμένουν να φοράνε μάσκες – επικοινωνούν τη μοναξιά τους με «υβριδικού τύπου επικοινωνίες». Απέλπιδες προσπάθειες για αλλαγές,  ερωτικές σχέσεις της στιγμής που όμως συνειδητοποιείς δίχως ο άλλος να καταλάβει ότι είναι ο θάνατος της στιγμής, των στιγμών της ζωής σου- στον ερωτικό εναγκαλισμό μετά σαν κούκλα σωριάζεσαι κάτω, πεθαμένη χωρίς ανάσα.  («Χωρίς Ανάσα», σ. 36).   Στις ήττες, τις ματαιώσεις, τις πτώσεις του ο άνθρωπος, όταν επιμένει να σηκώνεται, να κρατάει το όνειρο ζωντανό, να φυλάει την πίστη του δυνατή, τότε πάντα θα ζει σε καλοκαίρι. Ακόμα και «όταν γερνά η άνοιξη/ βουρκώνει η χαρά/ βουρκωμένη εποχή» δεν ξεφεύγει από «τον ήλιο της άνοιξης που επιμένει να περνά από τις χαραμάδες» («Από κοντά», σ. 31).   Για αυτόν ο ουρανός θα είναι φωτεινός. Τα όνειρα θα ζεσταίνουν τον καιρό και θα ζει σε καλοκαίρι.

 

κάνεις κότσο τα μαλλιά

φυτεύεις  την αλμύρα μέσα

να μη στεγνώσει

κανονίζεις μεγεθυμένο καλοκαίρι

Ζωγραφίζεις στην άμμο

σχήματα ελευθερίας

Ανοίγεις τους μεντεσέδες της ψυχής

με δύο φωνήεντα χαράς

Φοράς το περιδέραιο του μπλε

στο ηλιόφως

Ζέστανε ο καιρός τα όνειρα

Άνοιξες το πουκάμισο

 

Τίποτε δεν μπορεί να πάει στραβά το καλοκαίρι.

 

(«Αλμύρα», σ. 26| απόσπασμα)

 

«Οκλαδόν με τον χρόνο»- ποιήματα ως μια τοπιογραφία των ανθρώπινων σχέσεων, με λόγο λιτό, καθημερινό, ελάχιστα σημεία στίξης επιλεκτικά τοποθετημένα, πρώτο ή δεύτερο πρόσωπο στην ποιητική αφήγηση. Πρώτη ποιητική συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα με μια ωστόσο, ώριμη λογοτεχνική φωνή που προσκαλεί σε ποδηλασίες, νομοτελειακές πτώσεις μα και πτήσεις προς έναν καλοκαιρινό ουρανό, προς μια θάλασσα που πάντα προσμένει εκεί ως υπόσχεση. Όσο και αν η ζωή μας φαίνεται βουρκωμένο Φθινόπωρο. Αρκεί να προσπαθείς. Και να πιστεύεις.  Το φτάσιμο εκεί να είναι η υπόσχεση στον εαυτό σου. Θα βρεις το Καλοκαίρι σου.

 

 

 

* Η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου εργάζεται ως φιλόλογος. Εργογραφία: Ποιητικές συλλογές:  Εξωτικά είδη, Σαιξπηρικόν 2022, Φιλιά στο κενό, Μελάνι 2020, Μεταπλάσματα, Σαιξπηρικόν 2017, Αλίπλοος Ουρανός, Γαβριηλίδης 2015.  Μεταφράζει αγγλόφωνη και ισπανόφωνη ποίηση και διαχειρίζεται τον ιστότοπο στροφές/strophess. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε Αγγλικά, Γερμανικά, Δανέζικα,  Σουηδικά και Ρωσικά.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top