Fractal

«Με ήττες σαν στολίδια»

Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα // *

 

Αιμιλιανός Σιδέρης, «Ίκαρος, 21ος αι. Οδύσσειας Όμηρος», συλλογή ποιημάτων, Εκδόσεις Εύμαρος, Αθήνα Φεβρουάριος 2021, σελ. 40

 

Εισαγωγικώς, πρέπει να τονίσουμε ότι ο πρωτοεμφανιζόμενος ποιητής αλλά έμπειρος ήδη διανοητής Αιμιλιανός Σιδέρης είναι διδάκτωρ Ψυχολογίας, αλλά διαθέτει μία αναγεννησιακή φαρέτρα πολύπλευρων γνώσεων που μπαίνουν και στα χωρικά ύδατα τής Γλωσσολογίας (είναι εμφανής αυτή η διάσταση στο προς μελέτην κείμενο), καθώς και στα χωρικά ύδατα τής Βυζαντινής και Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, της Λακανικής Ψυχαναλύσεως μη εξαιρουμένης.

 

Και περνάμε τώρα στην γραμμική ανάλυση:

Λόγος επιγραμματικός, δίστιχα που λειτουργούν σαν γνωμικά. Τα ποιήματα αρχίζουν με μια αρχική ιδέα / εικόνα και μετά αναπτύσσονται δια της αναλύσεως αυτού τούτου τού αρχικού εναύσματος:

 

ΙΚΑΡΟΣ, 21ος αι.

 

Ό, τι κατέγραψα ήταν η φουρτούνα της πτώσης

 

Περιμένοντας την τρικυμία…  (σελ. 7).

 

 

Αναμενόμενο για ένα πρωτοεμφανιζόμενο ποιητή στην αρχή τής δεκαετίας τού εικοστού πρώτου αιώνα να ανιχνεύει προσεκτικά το έδαφος εφοδιασμένος με τα δοκιμασμένα και μέχρι τώρα αποτελεσματικά εργαλεία.

 

                                                  ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ

 

Ξεμείναμε εδώ, στη μέση του λιμανιού,

 

Πλήρωμα μιας αυτεπάγγελτης κιβωτού……  (σελ. 8).

 

 

Ακολουθεί «μισό» ποίημα που δεν κερδίζει την δική του σελίδα. Έτσι τα 15 πρώτα ποιήματα τού πρώτου μέρους είναι στην ουσία 14,5 και ισοζυγιάζουν με τα 14 ποιήματα τού δεύτερου μέρους:

 

 

             ΣΤΕΡΗΤΙΚΟ

 

Χαιρετούμε και χαιρόμαστε εσέ που μας χαράζεις

 

Χαιρετούμε και χαιρόμαστε και αποχαιρετούμε.……  (σελ. 8).

 

Κι εδώ αρχίζει να διαφαίνεται η αφηγηματικός καμβάς πάνω στον οποίο χτίζεται και κεντιέται αυτό το άκρως ενδιαφέρον ψηφιδωτό έργο.

 

                                                     ΓΚΡΕΜΟΣ

 

Ένας σωρός που κινείται κι αλλάζει διαρκώς

 

Πεινώντας

 

Ένας χαμός

 

Των διαστάσεων και του χρόνου………  (σελ. 9).

 

Πέρα όμως από τη θεματική, στο επίπεδο τής τεχνικής δοκιμάζουμε ευχάριστες (αλλά όχι κι αναπάντεχες εκπλήξεις).

Επιτυχημένος αναγραμματισμός, εξαιρετική παρήχηση (σελ. 9):

Καθώς λεπίδα, / … ε… ελπίδα γίνεται

Το ίδιο εύστοχο κι ευθύβολο είναι το ειρμός/οδυρμός (σελ. 10):

Δεν έχουν ειρμό, μόνο οδυρμό

 

Επιλεκτικές, διακριτικές ομοιοκαταληξίες (σελ. 10):

Με ήττες σα στολίδια

Ταΐζουν δώρα τη φωτιά

Που βρίσκουν στα σκουπίδια.

 

Αιμιλιανός Σιδέρης

 

Ο απόηχος τής παραδοσιακής / δημοτικής ποίησης φτάνει – ως φαίνεται – μέχρι και τους νέους ποιητές εμποτίζοντας τη γραφή τους με την δρόσο τού παλαιού που δεν έχει όμως ημερομηνία λήξεως. Η Ελληνική Ποίηση είναι μια μακραίωνη περιπέτεια, κατάκτηση τού Πανανθρωπίνου Πνεύματος κι αυτό πρέπει να μας στηρίζει ως σκέψη κι ως παρηγοριά για το ολιγοπρόσωπο τού κοινού για την γλώσσα μας, είναι όμως τόσο εύπλαστη που μας αποζημιώνει για αυτή την οιονεί περιθωριακότητα.

Αυτοψυχαναλυτικής κοπής κι εμπνεύσεως το ποίημα «Οι μαύρες ώρες» της σελίδας 11:

 

Στον καθρέφτη φανερώνεται το αγρίμι.

Παραξενεύεται μα συμφωνεί.

 

Θανατερή λιακάδα μάρμαρο

ηλίου βασανιστή.

 

Η γάζα σκληρή.

Ποιος είναι ποιος σε αυτή τη σιωπή?

 

Η ταραχή μου διαλύεται σε μια κουταλιά νερό.

Ο πρωινός καφές μου παίρνει το μυαλό.

Το ρολόι με καλεί.

 

 

Το ακολουθούν επίσης αυτοψυχαναλυτικές αλλά αντικατοπτρικές «Οι Λευκές Ώρες» (σελ. 12):

 

 

Κάθε πρωί ξυπνάω

Και καθώς δεν έχω μάθει να πετάω

Στον τοίχο το κεφάλι μου χτυπάω.

Κάθε πρωί.

 

Λόγια, υποσχέσεις, όνειρα,

Θρύψαλα ξεχύνονται

Τα δόντια μου λιμάρω.

Και αποχωρώ.

 

Ο ήλιος μπαίνει βραχνός κάθε πρωί.

«Θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο?» ρωτάω

Κι οι απαντήσεις αμέτρητες –τα παρατάω.

 

Το ρολόι μου κοιτάω

«Έχουμε και δουλειές»

Όνειρα επανάστασης στη σάχλα καμωμένα

Δεν συγκρατώ.

Μόνο ρωτώ.

Αποκαμωμένα.

Κάθε πρωί.

        

        

Θέλεις ν’ αλλάξεις τον κόσμο;

 

Το ερώτημα τού τελευταίου στίχου δεν είναι ρητορικό αλλά προτρεπτικό.

Ο καθρέφτης και στα δύο αυτά διαδοχικά ποιήματα λειτουργεί ως μεταφορική λίμνη τού μετεφήβου Ναρκίσσου, που έχει όμως τα εχέγγυα να απεμπλακεί από το μαγνητικό ερωτικό είδωλό του χάρη στη νοητική ενέργεια που υπερισχύει τού συναισθήματος.

Ακριβώς την εύλογη αγωνία τού μετεφήβου για την αλλοτριωτική επίδραση τής κοινωνικοποίησης στον εσωτερικό του κόσμο σημαίνει σαφώς, σαφέστατα, το επόμενο ποίημα:

 

                                                ΑΓΝΟΙΑ

 

Σώματα βαίνουν βαρετά

Ενόψει εορτής και σχόλης

Μέσα στης κίνησης το σαματά

Και τη σιωπή της πόλης (σελ. 12)

 

Κι ακολουθείται – φυσικά – από τι άλλο; Από την επαναστατική «Αντίσταση» (σελ. 14):

 

 

Ο άνθρωπος κλωτσάει τον τοίχο.

 

Τιμωρία για να δεις.

 

Να μάθεις πώς όλα ματώνουν.

 

Και να μη ζητάς πια,

να μην απορείς.

 

Και μετά την όποια επιτυχημένη προδεδιαγραμμένη εν μέρει αποτυχία τής επανάστασης» ακολουθεί η ανάγκη για «Μετάβαση» (σελ. 15):

 

Όλο κι όλο που έχω ανάγκη

Είναι κάτι να δίνει μορφή στο κενό

Κάτι να κάνει την αίσθηση από

Πραγματική, απατηλή.

 

Ολιγάρκεια και «συμβιβασμός», επιτακτικός αναστοχασμός και ανάδραση. Η εξωτερική «Απειλή» είναι διαρκής κι επικρέμαται επί τής κεφαλής τού ευαίσθητου δέκτη κοσμογονικών αλλαγών που ξεπερνούν τις αντιληπτικές του ικανότητες και τις νοητικές λειτουργίες τού αριστερού ημισφαιρίου τού εγκεφάλου του (για τους δεξιόχειρες):

 

Σα να σέρνεται

Πάνω σε μέταλλο

Σα μέταλλο

Πάνω σε σάρκα

 

Σαν φλέγεται

Πάνω από ποτάμια

Σα φωτιά

Πάνω σε βάρκα

 

Σα μπότας βροντή

Πάνω στο έδαφος

Σαν έδαφος πάνω σε

Έδαφος που υποχωρεί (σελ. 16).

 

Νοσταλγία τής εφηβικής και της πρώτης νεανικής ηλικίας, τα περίφημα «φοιτητικά ανέμελα χρόνια», ο χαμένος παράδεισος που τον αναζητούμε μαζί με τον απομονωμένο και μονωτικό Μαρσέλ Προυστ:

ΑΠΩΘΗΜΕΝΑ

 

Καρδιά που χτυπά στο παρελθόν

Σε σώμα που χτυπά στο παρόν

Σα σε τοίχο (σελ. 17).

 

Όμως η «Εξέλιξη» είναι αναπόφευκτη, όπως φαίνεται στο επόμενο κρυπτικό, ειρωνικό, συμβολικό κι άκρως υπαινικτικό ποίημα:

                                                 ΕΞΕΛΙΞΗ

 

̀Ήν, ἦσθα, ἦν

ἐσμέν, ἐστέ, εἰσίν

Και στον αιώνα τον παντοτινό

Ως αεί και νυν

Μακάρι (σελ. 18).

 

«Η πόλη από κερί» ταυτίζεται με τον φρενιτικώς επιταχυνόμενον χρόνον και πρέπει να λιώσει, να αφανιστεί μαζί με τις όποιες αναστολές μας:

 

 

                                             ΠΟΛΗ ΑΠΟ ΚΕΡΙ

 

Αφού φάγαμε

Αφού ήπιαμε

Αφού αρπάξαμε

Συνηθίσαμε στην πόλη αυτή.

 

Ανδρείκελα ανθρώπων γίναμε

Χωρίς πίστη στην πορεία.

 

Τσιγάρο στο τσιγάρο

 

Μια αργή αυτοκτονία

 

Καθώς βουλιάζουμε.

 

Μια διαρκής διαμαρτυρία.

 

Όλοι πεθαίνουμε στη ζέστη αυτή. (σελ. 19).

 

Αφόρητος καύσωνας, όχι των αισθήσεων, αλλά των μεταισθήσεων, των μεταβατικών εκείνων στοχασμών που οδηγούν στο άπειρο κι εκείνο το μεταίσθημα που έχει πάντα πικρή γεύση ό,τι και να κάνεις, όπως και να το μεταβολίσεις εκείνο σε κυβερνά με το βάρος μιας ενοχής, προπατορικής, πολιτισμικής, ηθικής τάξεως. Η ενοχή τού ζωντανού, του υγιούς, του επιτυχημένου, τού «προνομιούχου» σε έναν κόσμο τεχνητής στέρησης.

Μετά την ενοχή ακολουθεί η συλλογική αυτοτιμωρία δια της καταστροφολογίας. Η Κασσάνδρα επί το έργον:

 

7 ΠΛΗΓΕΣ

 

  Η καταστροφή θα έρθει σε 7 πληγές.

Το 1/7 των ζ

ωντανών θα καταρρεύσει σε σεισμούς.

Το 1/7 θα πνιγεί απ’ τις πλημμύρες.

Το 1/7 θα πληγεί απ’ τους λιμούς

Το 1/7 απ’ το λοιμό

Το 1/7 της ανθρωπότητας θα πέσει από δολοφονίες

Το 1/7 από τον πανικό.

Το 1/7 της φύσης θ’ αφανιστεί από άγνωστες ως τώρα συμφορές.

 

Αυτό να καταχωρηθεί ως προφητεία. (σελ. 20).

 

Και στο σημείο αυτό τελειώνει το πρώτο μέρος τής δίπτυχης αυτής ποιητικής συλλογής που είχε τον τίτλο «Ίκαρος, 21ος αι.» και περνάμε στο δεύτερο μέρος «Οδύσσειας Όμηρος» [υποθέτω πως είναι Οδύσσειας κι ουχί Οδυσσείας, αφού το γράφει με κεφαλαία].

15 ποιήματα το πρώτο μέρος, 14 το δεύτερο.

 

ΑΥΓΗ

 

Καλημέρα κόσμε!

Και να ξέρεις γέρνεις

Γιατί εμείς καλά αρμενίζουμε. (σελ. 23).

 

Η αισιοδοξία τής ωριμότητας παίρνει τη θέση τής εφηβικής καταστροφολογίας.

 

                                 ΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ 

 

 

Αρπάζω το στυλό

Γιατί όσο το στόμα μένει κλειστό

Γεννιούνται βάσανα

Αγκάθια τρυπούν τη γλώσσα βάναυσα

Και χτίζεται γύρω μου καμίνι

Απ’ όπου δεν μπορώ να βγω.

Τέλος πλέκεται ταλαίπωρο

Σιωπηλό και μανιακό.

 

Και το στόμα ανοίγει

Και ο λόγος τελειώνει εδώ.  (σελ. 24).

 

Τώρα ο κοινωνικοποιημένος ακαδημαϊκός πολίτης τού κόσμου αποφασίζει να επενεργήσει και να αφήσει το στίγμα του στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα.

Ο στόχος είναι ένας και ξεκάθαρος: η αντίσταση σε κάθε «Τυραννία» (σελ. 25):

 

Θέλω να υποθέσεις βρωμιά

Σ’ αυτή την υδάτινη επιφάνεια

Και θέλω να μη θέλεις να σταματήσεις

Μέχρι να την καθαρίσεις.

 

Κάνε μια προσπάθεια!

 

…αλλά θέλω να πιστεύεις ότι δεν το κάνεις σωστά.

Άλλωστε, πώς καθαρίζει κανείς μια υδάτινη επιφάνεια;!

 

Θέλω να μου πεις.

 

Έτσι δίνεται η μορφή της διαταγής

Με πυγμή κι αδιαφάνεια.

 

Εκπληκτικών παρηχήσεων και μουσικών επαναλήψεων το επόμενο αριστουργηματικό ποίημα (το κορυφαίο από μουσικής πλευράς):

 

Ω, ΟΝ

 

Σε κάθε πιθαμή κάθε στρέμματος

Κάθε διάδημα κάθε στέμματος

Ξυράφι κόντρα στη φορά του δέρματος.

Με την αποφασιστικότητα αιώνων οργασμών.

 

Ίσως ως ανάσα ωσαννών.

Σαν εξάρσεις θνητών

Περί σπουδαίων και ταπεινών.

Ίσως ως σοφών και σεμνών

Τρανών στεναγμών…

Αλληλέγγυων αλληλουϊών…

Αλληλουχιών αλλαλαγμών…

 

Αλλά πάντα σαν αιχμές κονταριών

Μέσα στο στόμα του τέρατος

 

Ω, ον!

Που παραμένεις παρών/ούσα/όν 

Σ’αυτή τη χώρα γης και σπέρματος. (σελ. 26)

 

 

Στέμματος/δέρματος, αλληλουχιών αλαλαγμών [παρήχηση τού λάμδα], ωμέγα διπλό όμικρον και όμικρον, μετά από κόμμα. Ένα ποίημα που θα ζήλευαν πολλοί γηραιότεροι και παλαιότεροι λογοτέχνες.

Η πολιτική ιδεολογία αποκαλύπτεται τώρα φανερά στις «Σκαλωσιές στην Ακρόπολη» (σελ. 27):

 

Ακάλυπτος στέκει στα ύψη ναός

Αγάλματα αστράφτουν κατάρες σιωπής

Ανάμνηση που άφησε ο πολιτισμός

Βουίζει τριγύρω σαν γλώσσα ντροπής

 

Σύννεφα, αέρας και ουρανός

Μολύνσμένα στο σάλιο ευχής νοσηρής.

Χλωμός ευαγγελισμός

Πομπώδης χρησμός

Κατσούφης, συρτός κι επαχθής.

 

Ο βράχος δεν θα ‘ναι ποτέ πια ιερός.

Τον κατάπιε με βία το άρρωστο φως.

Μια ιδέα χλωμή κι ασαφής.

 

Εχθρός του μέτρου και της λογικής.

 

Παλεύει τ’ όνομα και την ταυτότητά της:

Γραικός.

 

Διπλά σοφός!

Και Έλλην και Χριστιανός.

 

Επιτέλους, κοσμοπολιτικός στοχασμός, χωρίς ίχνος εθνικισμού, δίχως το μόνιμο άγχος τής περίφημης γλωσσικής πολιτικής ορθότητας που πήρε διαστάσεις μεσαιωνικής μάστιγας τα τελευταία χρόνια (μεσαωνική πανούκλα και χολέρα).

Η αρχαιογνωσία δεν είναι απλώς must και δεν έχει γίνει ακόμα μόδα (παρά τις αναρτήσεις τού Elon Mask στο twitter), όμως εάν θέλουμε να εξελιχθούμε και να εκφράσουμε τις πολύπλοκες νέες έννοιες που θα αναδυθούν χάρη στην τεχνολογική εξέλιξη, θα πρέπει να στραφούμε στην συλλογική δεξαμενή λύσεων που δόθηκαν από την Ανθρωπότητα σε διάφορες ανάλογες επώδυνες πολιτισμικές μεταβάσεις σε κάτι εν πολλοίς Άγνωστο, Απροσδιόριστο κι απρόβλεπτο.

 

 

X, ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΤΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ

  

Έπεσα στα γόνατα και έφτυνα τη γη.

 

Σεισμός τα χώματα δονεί.

Ξέφρενο γεννιέται άτι.

Διαμελισμού μανία

και μαχαίρι στο μάτι.

 

Χρώμα γκρίζο και μελί

Σαν τρικυμία η οργή

Σαν καταιγίδα, σα σφυρί.

Με το μορφασμό του ηττημένου μένω

Ακόμα εν ζωή.

Του πλήθους η ζητωκραυγή

σα βάπτισης ιαχή και πένθους πέπλο – μαζί.

 

Το όνομά μου έχει για πάντα χαθεί.  (σελ. 28).

 

Πριν την τελευταία νικηφόρα επέλαση, το Φως φαίνεται σαν να υποχωρεί και πριν την Ανατολή τού Πνευματικού Αελίου πάντα προηγείται το (φαινομενικώς) πλέον μαύρο, ζοφερό σκοτάδι.

 

ΣΠΟΝΔΕΣ ΣΕ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥΣ ΘΕΟΥΣ

 

Τώρα το φως υποχωρεί

Πυρώνουν οι ματιές μας

Σαν μία οι κραυγές μας

Ανοίγουν πόρτα στη σιωπή

 

Άνομοι θεοί,

αμαρτωλοί

Μυρίζουν τις σπονδές μας.

Χαρίζουν χάδι σα βροχή

Κι επαίνους στις βροντές μας. (σελ. 29).

 

Η Νέα Εποχή γέμισε από ψευδοπροφήτες, αγύρτες μάγους και μαστροπούς τής δήθεν Αρχαίας Γνώσης. Όμως οι νέοι δεν ξεγελιούνται από κρωξίματα και σαθρές θεωρίες, γιατί διαθέτουν μόρφωση, πλατιά και σφαιρική κι ο καθημερινός καταιγισμός από πολύμορφα πολυποίκιλα σήματα τούς αναγκάζει να οξύνουν και να εξασκούν, να γυμνάζουν την κριτική τους Σκέψη.

Τι κι αν γεμίζει το σύμπαν με «Σημεία και Τέρατα»; Ο έλλογος άνθρωπος μπορεί να διασχίσει τα σκοτάδια με βακτηρία την διαίσθηση και την ποιητική λειτουργία τής Φαντασίας:

 

ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΡΑΤΑ

 

Είναι η αγωνία ένα κι όμοιο με την εμπειρία;

 

Θες να ξέρεις κάτι που δεν θα ‘θελες να ξέρεις;

 

Τολμάς να μαντέψεις σε πόσα σημεία σκορπάνε τα πέρατα;

 

Ζητάς να γεμίσεις μ’ αναμνήσεις που αγωνιωδώς θα ζητάς να σβήσεις;

 

Με βουλιμία; Μ’ ασυδοσία;

 

Σαλπάρεις ξανά για χρυσόμαλλα δέρατα;

 

Υπάρχει σωτηρία για την επιθυμία;

 

Πόσες επαναλήψεις ακόμα για να φύγουν τα τέρατα;

 

Θα προσπαθήσεις λες να σταματήσεις; (σελ. 30).

 

Εδώ αποτυπώνεται ανάγλυφη η αγωνία τού νέου ανθρώπου να κερδίσει διαμεσολαβημένη εμπειρία αφού η δική του πείρα είναι κατ’ ανάγκην κι εξαρχής περιορισμένη.

Και μετά την καταβύθιση στού Συλλογικού Υποσυνειδήτου τα ερέβη ξαναγυρίζει ο αφηγητής / η ομιλώσα ποιητική φωνή στην ασφάλεια των πέντε γνωστών αισθήσεων (σελ. 31):

 

ΗΧΟΙ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

 

Ενώ η μέρα ξεκινά με έξαλλα περιστεριών γουργουρητά

Και πανικόβλητα, ανήσυχα δεκαοκτουρητά

 

Ενώ το καζανάκι από πάνω γεμίζει

Και ο θερμοσίφων μουγκανίζει

 

Ενώ κομμένη εξάτμιση ξυρίζει τον ορίζοντα

Και οδηγός που δεν χωράει σιχτιρίζει

 

Ενώ παίρνουν φωτιά τα κινητά

Και η γειτόνισσα στριγκλίζει

 

Η κόρνα μπαίνει καρφωτά

Και η τηλεόραση του γείτονα βουίζει

 

Μια σκέψη κουδουνίζει

Να φύγει δεν μπορεί

Σαν από μια κλωστή δεμένη

Διαολεμένη.

 

Και τώρα το ποίημα που δίνει τον τίτλο τού δεύτερου μέρους αυτής τής επώνυμης τολμηρής ποιητικής συλλογής ενός θαρραλέου πνευματικού ανθρώπου:

 

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ ΟΜΗΡΟΣ

 

Ανοίγοντας πανιά ξανά

Για κάπου που δεν μπορώ να πω προορισμό

 

Που ενώ εξαρχής το ξέρω φανταζόμενός το τόσο

Φανερώνεται μονάχα όταν αρχίζω να το ζω

 

Σα ρολόι που δεν ακούγεται μέχρι ν’ ακουστεί

Και μετά δεν παύει στιγμή.

 

Οδύσσειας Όμηρος;!

More like…

Πηνελόπης αργαλειός.

 

Αναζητώντας συνεχώς το κάτι πώς να μην μπορώ να βρω.

Συλλογιζόμενος διαρκώς πώς το εδώ να γίνει εκεί και όχι

Το εκεί

εδώ. (σελ. 32)

 

Το τελευταίο τετράστιχο – δίκην εικονοποιήματος – δίνει τον τόνο και τον παλμό αυτής τής μετά την Φυσικήν και μετά το Μεταμοντέρνο αγωνίας.

Και μετά το εδώ που γίνεται εκεί προσγειωνόμαστε στο Παρόν:

 

Το παρόν είναι αδιαπραγμάτευτο

Αναγκαστικό

Ένα μέλλον που έφτασε

Απ’ ό,τι περίμενες, διαφορετικό

Γυμνό

Έφτασε και σε τρώει.

 

Το σύνολο των παρόντων γίνεται παρελθόν

 

Μα η φθορά τους παραμένει στο παρόν. (σελ. 33)

 

Κι ο τεχνίτης τού Λόγου πλησιάζοντας προς το τέλος ακολουθεί μια μάλλον ελλειπτική (αν όχι και κυκλική) δομή, υπακούοντας σε μια γεωμετρία παραβολική ή «υπερβολική», οπωσδήποτε όμως ουχί ευκλείδεια. Διδακτισμός και προστακτική τής αφυπνίσεως:

 

THE END

 

Εισπνεύσατε χώμα!

 

Με μάτια κλειστά τραγούδα το κώμα

Τσακίσου στο έδαφος

Βυθίσου στα κύματα

Κόλλα σε κόμμα

 

Όλα τελειώνουνε, όλα

Υπόδουλο στόμα

Σ’ αυτή και την άλλη ζωή,

Όλα

Είτε μιλάς λίγο, είτε πολύ.

 

Σε θαμπάδα ηλεκτρική χάνεται η Γη.

Σπιθίζει η πλάση

Θέλοντας και μη

Δίνει ζωή σε μια φωνή:

 

-Εισπνεύσατε χώμα!

 

Δονήσεις στο δωμάτιο

Της Εκάτης επικλήσεις

Μαύρη δίνη καταπίνει αυτό το άδειο χαρτί.

 

 

Αντί-  (σελ. 34)

 

Αυτή η τελική παύλα ομοιοκαταληκτεί με το Κενό και το Άφατο, εκεί όπου τα λόγια τελειώνουν, λιγοστεύουν απειλητικώς έστω.

Και πρέπει εξάπαντος να θυμηθούμε πως παρ’ όλα αυτά τα λεκτικά παιχνίδια είμαστε:

 

 

ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ

 

Ώρες-ώρες σα παιδιά

Ψάχνοντας στοργή και σιγουριά

Πως όσα δε φάει απόψε η φωτιά

Θα τα φάει αύριο η ζάχαρη

 

Άλλοτε πάλι σα μεγάλοι

Σε τούτη τη ζωή την άχαρη

Που ψάχνουν ένα ωραίο πρωινό

Να τραβήξουν τη σκανδάλη (σελ. 35).

 

Τελεία δεν ξέρουν αυτά τα δύο τελευταία – αλλά όχι και στερνά, ελπίζω – ποιήματα. Καθαρά πολιτικό το καταληκτικό με τίτλο:

 

ΠΡΟΔΟΣΙΑ

 

Όλα τα δώσαν

Δεχτήκαν καμπόσα.

Φιμώσαν φωνές

Με χαλίκια στη γλώσσα.

Αποκάμανε να κυνηγούν τα γερόντια

Τόσα υποσχέθηκαν

Και ψάχνουνε όσα

Με χαλύβδινη μύτη

Με ξυράφια για δόντια. (σελ. 36).

 

Σπανίως έρχομαι αντιμέτωπος με τόσο δομημένη ποιητική στοχοθεσία, αποτέλεσμα επίπονης έρευνας και επίμονης (πεισματικής, θα έλεγα) μελέτης.

Η μόρφωση δεν κρύβεται, όπως και το απολλώνιο πνεύμα, ικανό να διαλύσει κάθε διονυσιακή σκαιότητα.

Δι-ερευνήστε αυτό το βιβλίο ως αλχημιστές κι όχι ως αναλυτές. Μόνον έτσι θα απολαύσετε την καθομολογούμενη μαγική γοητεία ενός λόγου αρθρωμένου μουσικώς.

 

 

 

* Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας (https://konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top