Fractal

Χίμαιρες, απογοητεύσεις και περιπλανήσεις

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

 

 

Jean-Michel Guenassia, «Οι χώρες της επαγγελίας». Μετάφραση: Χαρά Σκιαδέλλη, Εκδόσεις Πόλις. Αθήνα, 2022

 

Μετά το μυθιστόρημα ‘Η λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων’ (2009) στο οποίο εξιστορεί γεγονότα που συνέβησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Jean-Michel Guenassia δημοσίευσε πολλά άλλα μυθιστορήματα. ‘Οι χώρες της επαγγελίας’ (Les Terres promises, 2021), είναι το τελευταίο του αφήγημα που διαδραματίζεται σε διάφορες πόλεις και χώρες. Πολλοί φανταστικοί χαρακτήρες κάνουν την εμφάνισή τους και εδώ, μερικοί μάλιστα εμπνέονται από πραγματικούς μέσα σε ένα υπαρκτό ιστορικό πλαίσιο που αποτελεί πρόκληση, την οποία για άλλη μια φορά ο συγγραφέας καταφέρνει με αριστοτεχνικό τρόπο να φέρει εις αίσιον πέρας. Οι χαρακτήρες υποφέρουν, αγωνιούν να βρουν την πολυπόθητη και επιθυμητή πορεία στη ζωή τους που θα τους προσφέρει όσα ονειρεύονται, αλλά περιπλανούνται, παραστρατούν και παρασύρονται μέσα στις περιρρέουσες καταστάσεις με πολυποίκιλες συναντήσεις, με πολιτικές ιδεολογίες και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, σε διάφορες χώρες και εποχές. Σε αυτό το βιβλίο, οι νέοι πρωταγωνιστές αντιμετωπίζουν κατάματα τα γεγονότα της Ιστορίας και αναζητούν ένα πεπρωμένο. Ο Μισέλ Μαρινί αναζητά τη Σεσίλ, την κοπέλα  που ο αδερφός του Φρανκ έχει εγκαταλείψει, και μάλιστα έγκυο χωρίς να το γνωρίζει. Ερωτεύεται την απελευθερωμένη Λουίζ, αλλά τελικά αποφασίζει να πάει να συναντήσει την Καμίλ στο Ισραήλ. Εν τω μεταξύ, ο Φρανκ αρνείται να εγκαταλείψει την Αλγερία παρά την ανεξαρτησία της χώρας. Αυτός ο πεπεισμένος, ως τα εσώψυχά του, κομμουνιστής ψάχνει την Αλγερινή γυναίκα και θέλει διακαώς να συμμετάσχει στην ανοικοδόμηση της αναγεννώμενης χώρας, καθώς την ίδια στιγμή αναζητά βαθύτερες πτυχές του εαυτού του. Ο Ιγκόρ, από τη μεριά του,  αναζήτησε το δρόμο του προς την πλευρά του Ισραήλ. Εργάστηκε ως γιατρός και τον πλησίασαν οι μυστικές υπηρεσίες για να πάει στην ΕΣΣΔ και να ενθαρρύνει τους συμπατριώτες του να φύγουν από εκεί για το Ισραήλ. Θα μπορούσε, άραγε, να δει ξανά τη γυναίκα του και τα παιδιά του, τα οποία εγκατέλειψε για να σωθεί; Ο καθένας κυνήγησε το όνειρό του, το ιδανικό του, αλλά υπήρχαν πολλές χίμαιρες, απογοητεύσεις και περιπλανήσεις.

Παρίσι, Αλγέρι, Τελ Αβίβ, Αγία Πετρούπολη. Από το 1964 έως το 2007, τα όνειρα των ‘Αθεράπευτα Αισιόδοξων’ αγκαλιάζουν τέσσερις δεκαετίες που κουβαλούν μέσα τους όλες τις υποσχέσεις της Γης και όλων των Χωρών της Επαγγελίας. Ο Μισέλ Μαρινί είναι μόλις δεκαεπτά ετών και ονειρεύεται την εγγραφή του σε κάποιο ανώτερο πνευματικό ίδρυμα. Απώτερος σκοπός του να συναντήσει την Καμίγ, η οποία έχει πάει να ζήσει σε ένα κιμπούτς στο Ισραήλ, να ανακαλύψει τον κόσμο, οπλισμένος με τη φωτογραφική του μηχανή  Leica, αλλά παράλληλα και να βρει την Σεσίλ, την αγαπημένη γυναίκα του αδελφού του, Φρανκ. Εγκλωβισμένοι μέσα στους έρωτες, τα μυστικά τους, οι τελευταίοι αδιόρθωτα αισιόδοξοι έχουν όλοι στην καρδιά τους τις μεγάλες ελπίδες αυτής της γεμάτης με πολυποίκιλες ταραχές περιόδου. Από τη μια πλευρά η αποαποικιοποίηση, η κατάρρευση του πάλαι ποτέ παντοδύναμου σοβιετικού μπλοκ, κι από την άλλη η αναδυόμενη καταναλωτική κοινωνία με τους πολλαπλούς αντικατοπτρισμούς της και  τους πολυποίκιλους εκμαυλιστικούς της πειρασμούς.

Ο Γκενασιά σκιαγραφεί για ακόμα μια φορά με δύναμη και τέχνη μια ολόκληρη γενιά του εικοστού αιώνα, μια εποχή με τις προκλήσεις και τις ψευδαισθήσεις της, μέσα από τις παραπλανήσεις και εμπειρίες πολλών χαρακτήρων και πρωταγωνιστών. Αρχής γενομένης από τον νεαρό Μισέλ Μαρινί, στη συνέχεια  στον αδελφό του, Φρανκ, και από τον Σάσα στον Ίγκορ, με τη βοήθεια θραυσμάτων ιστοριών και εστιασμένων γεγονότων της δεκαετίας του ’70, ο αναγνώστης μετακινείται από το Παρίσι, αρχικά,  στο Ισραήλ, και από τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη στο Αλγέρι, με εμφανή τα αποτελέσματα της γαλλικής αποικιοκρατίας για την συγκεκριμένη χώρα, δίχως εξιδανικεύσεις και τεχνητές αφομοιώσεις. Σε μία Γαλλία των μεγαλοϊδιοκτητών, που βιώνει τις προοπτικές της φιλελεύθερης οικονομίας, ο πατέρας του Μισέλ και του Φρανκ, σκοπεύει να ανοίξει μια επιχείρηση εμπορίας φτηνών ηλεκτρικών συσκευών, απαραίτητων για την καθημερινότητα Γάλλων και Γαλλίδων, σε μία εποχή τεχνολογικής εξέλιξης και μεγάλης εμπορικής ζήτησης. Τα λεγόμενά του κάτι παραπάνω από χαρακτηριστικά της εποχής: «… οι άνθρωποι θα μπορούν να έρχονται με μετρό ή αυτοκίνητο, θα διαθέτουμε τηλεοράσεις, ηλεκτρικά είδη, όπως επίσης έπιπλα και όλα τα απαραίτητα είδη για το σπίτι και τη διακόσμηση.

Η κεντρική ιδέα είναι ότι δεν θα βρίσκουν πουθενά φτηνότερα από εμάς, όλα θα έχουν έναν χρόνο εγγύηση και οι πελάτες θα αγοράζουν με ασφάλεια, θα βάλουμε παντού διαφημίσεις, θα έχουμε στενά περιθώρια κέρδους μα θα πουλάμε με τη σέσουλα…Επιπλέον προσφέρουμε πίστωση με τρεις βεβαιώσεις αποδοχών και παραδίδουμε την επόμενη το αργότερο…».

Τα παραπάνω, συνολικά, αποτελούν και το όνειρο ενός καθημερινού πολίτη της Γαλλίας, κάτι φυσικά που προτείνει ο ίδιος και στον γιό του, τον Μισέλ. Ο Πωλ, ο πατέρας των παιδιών, έχει βγει σχετικά αλώβητος από έναν μεγάλο πόλεμο, έχει χωρίσει με τη γυναίκα και μητέρα των παιδιών του, και αναζητάει μαζί με την σύντροφό του, Μαρί,  κάποιες υλικές αξίες που θα τους προσφέρει το επικερδές εμπόριο και ότι άλλο μπορεί να εμπεριέχει η ζωή που ανοίγεται μπροστά τους. Ο Μισέλ, αρχικά οραματίζεται μια κάποια πορεία στη φιλολογία, αλλά σκοντάφτει, με περίεργο και ειρωνικό είναι αλήθεια τρόπο, στις εμφανείς δυσκολίες του εκπαιδευτικού συστήματος που υπάρχει στη Γαλλία. Ίσως σε μεγάλο βαθμό να συνετέλεσε και η διαφορετική άποψη που ενστάλαζε μέσα του όσον αφορά το βαθύτερο νόημα της ποιότητας της ζωής ενός νέου ατόμου. Τον αφήνει, έτσι, αδιάφορο το δρομολογούμενο από τον πατέρα του εμπόριο και προτιμάει την περιπλάνησή του με τη φωτογραφική μηχανή ανά χείρας, αποτυπώνοντας ότι εκείνος θεωρεί ενδιαφέρον από τη δική του αισθητική άποψη και ματιά. Και από εκεί, στον θρησκευτικό κόσμο τής παράδοσης, ως ερημίτης Πέτρος, θα επιστρέψει στην Ιθάκη τής νέας του οικογένειας, της κόρης του, Άννας. Ο αδελφός του, Φρανκ, έχει διαφορετική άποψη για τον κόσμο. Οι σπουδές του και η γενικότερη άποψή του, κατευθύνονται σχεδόν από την αρχή προς έναν κόσμο ιδεατό, χωρίς την όποια εκμετάλλευση των αδύναμων. Αυτή η θεωρία του ήταν τελικά  εκείνη που τον έστρεψε προς την πολύπαθη Αλγερία, σε μια εποχή που η αποικιοκρατική Γαλλία αποχωρούσε σταδιακά και η χώρα βρισκόταν ενώπιον των καινούργιων προκλήσεων της ανάπτυξης και της δικής της αυτόνομης πορείας. Στο μυαλό του Φρανκ, φυσικά, βρίσκονταν ενσταλαγμένες και κατασταλαγμένες οι θεωρίες του μαρξισμού, ο οποίος θα μπορούσε να εφαρμοσθεί και στη χώρα αυτή. Κι αν θεωρήσουμε αντισυμβατικές τις περιπτώσεις του Μισέλ και του Φρανκ που αιωρούνται μέσα σε ένα περιβάλλον συνεχώς μεταλλασσόμενο, κάπως ανάλογα θα έπρεπε να δούμε και τις γυναικείες μορφές του μυθιστορήματος. Κι αυτές έχουν τη δική τους άποψη για τον κόσμο που ξημερώνει, τις δικές τους φιλοδοξίες, όνειρα και συμπεριφορές, για τις σχέσεις τους με το άλλο φύλο, με πρώτη και καλύτερη τη Λουίζ, και με την κοινωνία τελικά μέσα στην οποία ποικιλοτρόπως δραστηριοποιούνται, ή σκοπεύουν να ζήσουν.

 

Jean Michel Guenassia

 

Ενδιαφέρουσα παρουσιάζεται η πορεία του Φρανκ στην αναγεννώμενη Αλγερία. Άλλωστε μην λησμονούμε πως ο Γκενασιά γεννήθηκε στο Αλγέρι, το 1950, με την αποικιοκρατική Γαλλία άτεγκτη σε συμπεριφορές. Ο Φρανκ συναντά στην Αλγερία την εποχή της ανεξαρτησίας της, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, μία κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται απ’ όλους δραματική από πάσης πλευράς, λόγω της μαζικής φυγής πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού με προορισμό τη Γαλλία. Όλοι οι ιδεολογικά προσκείμενοι προς την αριστερά, κυρίως ξένοι, διατείνονται σθεναρά πως οφείλουν να ανοικοδομήσουν και τούτη τη χώρα ξεκινώντας από το μηδέν, αφού παρατηρούνται σοβαρές ελλείψεις σε καίρια επαγγέλματα, όπως «… μηχανικοί, οδηγοί, χειριστές γερανών και μηχανημάτων, ηλεκτρολόγοι, κατασκευαστές εργαλείων…», μια ατέλειωτη λίστα, αφού σε τελική ανάλυση έβλεπαν πως λείπουν τα πάντα! Όμως απέναντί τους βρίσκονταν η ανύπαρκτη δημόσια διοίκηση, οι εθνικισμοί, το μίσος εναντίον των εναπομεινάντων Γάλλων αποικιοκρατών, και βεβαίως οι υφέρποντες ή φανεροί θρησκευτικοί φανατισμοί. Ο Φρανκ Μαρινί δεν δύναται να επιστρέψει στη Γαλλία, ψάχνει απεγνωσμένα την Τζαμίλα και το παιδί τους, και κάποια στιγμή εκπλήρωσε το όνειρό του. Έγινε Αλγερινός πολίτης, έχοντας αρνηθεί οριστικά την γαλλική υπηκοότητα, σε μια χρονική περίοδο όπου στην βορειοαφρικανική χώρα  αρχίζει και αναδύεται η Ένωση Αλγερινών Γυναικών, τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου δίνουν έναν αέρα ελπιδοφόρο για το μέλλον, οι υποδομές είναι σε εμβρυική μορφή όπως φυσικά και οι λεπτομέρειες του διεθνούς εμπορίου, μια εποχή στην πραγματικότητα νέων πολλαπλών ευκαιριών για όλους. Στη γη της δικής τους επαγγελίας! Ο Ίγκορ, από τη μεριά του, είναι Ρώσος, εβραϊκής καταγωγής, μεγαλωμένος με τα νάματα του κομμουνισμού, και παρά το γεγονός ότι κάποτε γλύτωσε από τη συνωμοσία της λευκής μπλούζας και τις σταλινικές εκκαθαρίσεις των Εβραίων γιατρών που ακολούθησαν, έφυγε κρυφά από τη χώρα, κατευθυνόμενος στη Γαλλία και από εκεί στο Ισραήλ. Τελικά η άκρατη επιθυμία του να ανεύρει την οικογένειά του, τον οδηγεί ξανά στη Ρωσία, στην προσωπική του γη επαγγελίας, αφού καταδικάζεται από το καθεστώς σε φυλάκιση τεσσάρων ετών για αντισοβιετική δραστηριότητα και σιωνιστική προπαγάνδα, και την εκτίει σε μια απομονωμένη περιοχή στα βόρεια του Αρκτικού Κύκλου με στωικό τρόπο, υπομονή  και χωρίς περαιτέρω σχόλια. Όλοι οι κύριοι χαρακτήρες και πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος έρχονται αντιμέτωποι συνεχόμενα με τις πολιτικές τους επιλογές, τις συναισθηματικές τους ανάγκες, τα θρησκευτικά τους ακράδαντα πιστεύω, τις ελπίδες, τους έρωτες και τις ψευδαισθήσεις τους, οραματιζόμενοι ένα μέλλον αβέβαιο στην ουσία έστω και μακρυά από τα μέλη της οικογένειάς τους, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία ενός ενδιαφέροντος παζλ και σκιαγραφώντας μια τοιχογραφία εκείνων των λίαν ενδιαφερόντων δεκαετιών του εικοστού αιώνα.

Ο Ζαν-Μισέλ Γκενασιά ( Jean-Michel Guenassia) γεννήθηκε το 1950 στην Αλγερία. Εργάστηκε ως δικηγόρος για μερικά χρόνια και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 και του ’90 έγραψε σενάρια για τηλεοπτικές σειρές. Φαίνεται όμως ότι τον κέρδισε οριστικά η μυθοπλασία, το μυθιστόρημα, και το ατελείωτο κεφάλαιο της ελεγείας για ολόκληρες γενιές του εικοστού αιώνα που μεγάλωσαν μέσα σε αβεβαιότητες και όνειρα, οι αναγνώστες του σε τελική ανάλυση. Ο πόλεμος της Αλγερίας, οι πρόσφυγες από την Ανατολική Ευρώπη, με ότι εμπειρίες, βιώματα και μηνύματα κουβαλούσαν στις αποσκευές τους,  παρελαύνουν κι εδώ με κάποια υφέρπουσα δόση μελαγχολίας όπως και στην πρώτη του επίσης επιτυχία ‘Η λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων’, αμέσως μετά τη δημοσίευσή του το 2009, όταν τιμήθηκε με το Βραβείο Γκονκούρ των μαθητών του λυκείου, ως το καλύτερο μυθιστόρημα.  Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν για την ελληνική γλώσσα χρονολογικά τα βιβλία του, ‘H λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων’ (2011), ‘Η ζωή που ονειρεύτηκε ο Ερνέστο Γκ.’ (2013), ‘Το βαλς των δέντρων και του ουρανού’ (2017), και βεβαίως το τελευταίο του  ‘Οι χώρες της επαγγελίας’ (2022).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top