Fractal

Σχόλια περί συγγνώμης και ανάγκης

Γράφει ο Σταύρος Σταμπόγλης //

 

Λεία Χατζοπούλου – Καραβία «Ο θάνατος του Βασίλι Βασίλιγεβιτς», Εκδόσεις Bilateral, 2018

 

«Όσο ζεις, έχεις περιθώριο να ανακαλύψεις,

να εννοήσεις, να συγχωρέσεις τον εαυτόν σου

και τους άλλους», Λ.Χ.-Κ.

 

«Ο θάνατος του Βασίλι Βασίλιγεβιτς»· ναι, η ορθογραφία και ο τονισμός είναι σωστά, ή έτσι το ορίζει η συγγραφέας. Επιθυμεί απ’ την πρώτη αράδα να τοποθετήσει υπόθεση και αναγνώστη σε έναν τόπο ανακατατάξεων, μύθων, φθοράς, γενναιότητας, διχασμού, αιματοχυσίας και λίγο πολύ μυστηρίου,  καθώς το έδαφος που πατούνε οι ήρωες ολισθαίνει συνεχώς σε υπόβαθρο ριζικών αλλαγών και αρχαίου πείσματος. Βρισκόμαστε στη Σοβιετική Ένωση. Στην κορύφωση της νέας εποχής. Οι πρωταγωνιστές επηρεάζονται κινούμενοι στο μεταίχμιο των αλλεπάλληλων αντιθέσεων και αλλαγών που οδηγούν καταρχήν στην  περεστρόικα και στην γκλασνόστ . Μια εποχή προερχόμενη από χρόνους με θαύματα, αντιθαύματα, σπαραγμούς  και συντριβή. Στην επίγευση όλα μοιάζουν τρομακτικά μονόχορδος  κρότος καθώς σπάει το φράγμα του ήχου η Ανάγκη. Αρκεί να δεχθούμε το χρόνο με την οικονομία της Βιβλικής γένεσης. Ωστόσο οι μετασχηματισμοί του περιβάλλοντος ή το λεπίδι της εξέλιξης,  συνεπικουρούν με διακριτικότητα την υπόθεση. Όπως το συναξάρι πίσω από τις αγιογραφίες στα κλίτη. Ο λόγος είναι προφανής. Υπάρχουν πολλά ζητήματα που μάλλον δεν έχουν κατανοηθεί, τουλάχιστον στον τόπο μας, για αντικειμενικούς λόγους νομίζω και ελπίζω. Όλα τούτα έχουν καταλήξει κοινότοπη και συχνά στείρα αντιπαράθεση· κάτι ιδιαίτερα κουραστικό κατά την συνεχή επανάληψη τους. Η συγγραφέας δεν θέλει να κουράσει. Ίσως θέλει να περιγράψει μέσα από τους καθημερινούς εμφύλιους μιας οικογένειας τις αδυναμίες του περιβάλλοντος, ίσως το αντίστροφο. Ίσως δεν έχει να προτείνει. Ίσως δεν θέλει να προτείνει. Αλλά μάλλον, έτσι τουλάχιστον καταλαβαίνω πίσω απ’ τις λέξεις, πως κατά βάθος πιστεύει ότι είναι νωρίς για να έχουμε κάτι «νεαρό» να αρθρώσουμε ύστερα από τέτοιους καιρούς. Το μόνο βέβαιο η Ανάγκη και το απέραντο των υποχρεωτικών συμβιβασμών. Τα πάντα λοιπόν αναλύονται και αναδεικνύονται μέσα από τον χαρακτήρα της πρωταγωνίστριας – ηρωίδας και τον αγώνα για επιβίωση με αξιοπρέπεια κατά την αγωνία της έκφρασης, κατά την προσπάθεια να διατηρηθούν σε ισορροπία  οι σχέσεις  ανάμεσα στους ήρωες. Έξω υπάρχει μια ομίχλη που αφήνει τον ψίθυρο να ενισχύει τις αντιπαραθέσεις και τις θέσεις εντός του οίκου. Από το ανοικτό παράθυρο ακούγεται ο ξεθυμασμένος ορυμαγδός του κοινωνικού γίγνεσθαι, αλλά στο δωμάτιο οι λέξεις πέφτουν με εκκωφαντικό θόρυβο. Όπως στον κινηματογράφο, ή στο θέατρο. Δεν είναι λοιπόν πολιτικό το αφήγημα, είναι όμως πολιτικοποιημένο. Είναι βαθύτατα κοινωνικό. Είναι αυθεντικά υπέρ της γυναίκας καθώς αγωνίζεται στιγμή προς στιγμή να κρατήσει συσπειρωμένο και όρθιο τον κόσμο της. Οι απώλειες για μια τέτοια γυναίκα δεν είναι το κύριο. Το κύριο είναι η γενναιότητα. Όπου το γίγνεσθαι μπορεί να αναγνωρίζει και να είναι υπέρ των ίσων ευκαιριών, κατά την επίσημη αντίληψη, αλλά εντός γίνεται σφαγή το ποιος θα επιπλεύσει, ποιος θα βολευτεί επιβαλλόμενος σύμφωνα με τους αρχαίους κανόνες. Κυριαρχική αντίθεση η σχέση γυναίκας και άντρα γενικά και ειδικά μέσα στο γάμο και την οικογένεια. Η ηρωίδα, Ναταλί Κοτάνοβα, η σύζυγος του Βασίλι Βασίλιγεβιτς προέρχεται από ένα σπίτι όπου η μητέρα κρατά την παράδοση για την θέση της γυναίκας στην οικογένεια όσο και άδικη να ορίζεται. Η εκτέλεση του καθήκοντος  θα εξορθολογήσει τις ζημιές. Ο πατέρας στηρίζει την θυγατέρα του αναγνωρίζοντας τις ικανότητες της και το δικαίωμα στην επιλογή. Τελικά η ηρωίδα σαν σύζυγος παλεύει για το δικαίωμα  στην έκφραση εκτός από το κύριο καθήκον: την παράδοση να διατηρήσει την οικογένεια ενωμένη. Κερδίζει πύρρειες νίκες μόνο και μόνο επειδή δέχεται τις  προτάσεις για ειρήνη του σαστισμένου συζύγου. Και μέχρι το τέλος, ενώ έχει τις ικανότητες και το δίκιο με το μέρος της, δεν εξωθεί τον εαυτόν της σε μια μάχη των μαχών. Μάλλον αυτός είναι ο ισχυρότερος εχθρός της μέσα στο αντιφατικό περιβάλλον που ζει, η ίδια. Οι ισορροπίες που προσπαθεί να επιτύχει υπονομεύουν τις ελπίδες της. Η Ναταλί είναι μια ακόμη γενναία γυναίκα – δημιουργός- ζωγράφος και μάλιστα με ταλέντο ελέω θεού χωρίς συστηματικές σπουδές και άλλες συχνά γραφειοκρατικές διαδικασίες προβολής και ανέλιξης . Και αυτή ακόμη η λεπτομέρεια έχει την ιδιαίτερη σημασία της. Είναι κόρη, μάνα δυο παιδιών και  σύζυγος και γι  αυτό στο τέλος προδίδει τον εαυτόν της συνειδητά για να κερδίσει κάτι από την αγάπη, την αφοσίωση και την κατανόηση των αντιθέσεων ενώπιον μιας ανώτερης αλλά ουδέτερης κοινωνίας ως προς τα προσωπικά. Όπως άλλωστε συμβαίνει παντού στον κόσμο λιγότερο ή περισσότερο. Το αν εδώ αυτά τα νερά δεν δείχνουν βάλτος είναι η δύναμη της άφεσης και της αγάπης που τα εμπλουτίζει. Η θυσία ακόμη μια φορά είναι γυναικεία καθημερινή υπόθεση. Το αφήγημα της Λείας Χατζοπούλου – Καραβία δεν διδάσκει αλλά επηρεάζει με την απλότητα, την διακριτικότητα, την αλήθεια και τη δύναμη των χαρακτήρων.

Οι εσωτερικές εκρήξεις ελέγχονται. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει την συγγραφέα ότι εκμεταλλεύεται τον ψυχικό κόσμο μιας καταπιεσμένης και ταλαντούχας γυναίκας για να κερδίσει συμπάθειες. Οι εικόνες της είναι αλλεπάλληλες όπου οι στιγμές πριν κινηθούν δείχνουν ακίνητες σαν κινηματογραφική γραφή. Και ομίχλη και φως. Και σκιές και ήλιοι. Και άνεμος και άπνοια. Και μοναξιά και πλήθος. Και συμπόρευση και εγκατάλειψη μέχρι την καρδιά της προδοσίας. Το δράμα απορροφάται από την ισχύ της θυσίας. Η δύναμη των χαρακτήρων υποβάλλεται δεν επιβάλλεται. Ο θυμός μετασχηματίζεται αστραπιαία σε οδύνη και έκπληξη μπροστά στο εμπόδιο του άντρα-φραγμού. Η αγάπη ενδυναμώνεται και συντρίβεται την ίδια στιγμή, κάθε φορά. Η αφήγηση δεν ολισθαίνει στον διδακτισμό αλλά με την ηπιότητα που την χαρακτηρίζει θα μπορούσε να αφυπνίσει κάποιον. Κάποιον που θεωρεί πως κάνει πολλά για να μην χαρακτηριστεί Αφέντης, αλλά όχι με ιδιαίτερη προσπάθεια ή ειλικρίνεια θα  υποστήριζα. Ακόμα και σήμερα, εδώ ακριβώς, οι ευκαιρίες δεν είναι ίσες. Η γυναίκα είναι ον δεύτερης κατηγορίας. Οι εξαιρέσεις ενισχύουν τον κανόνα. Στην επίγευση νοιώθεις πως η συγγραφέας υπονοεί πίσω από την τη δόξα της θυσίας ότι οι νύφες συχνά μοιάζουν με λαθρεπιβάτες. Θα ντυθούν άλλη κρυψώνα, θα συνεχίσουν .

 

Λεία Χατζοπούλου – Καραβία

 

Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει πως εδώ έχουμε μια αυτοβιογραφία. Θα απαντούσα, ναι μπορεί, αλλά η αλήθεια είναι τόσο δυνατή και απολύτως σύγχρονη που το αυτοβιογραφικό χάνεται στο γενικό. Και μάλιστα πριν αναγνωρίσουμε τα στοιχεία της μυθοπλασίας. Ο Μένης Κουμανταρέας σε μια εξαιρετική συνέντευξη ποταμό στην δημοσιογράφο Σταυρούλα Παπασπύρου έχει πει: «Σ΄ αυτά τα δυσδιάκριτα όρια έγκειται κι  η αξία της λογοτεχνίας… Απεχθάνομαι τα ωμά αυτοβιογραφικά βιβλία, όπως δυσπιστώ κι απέναντι στα φανταστικά». Και η Λεία Χατζοπούλου – Καραβία αυτή την γενική αλήθεια υπηρετεί με άριστο τρόπο και θαυμάσια οικονομία. Μου δημιουργήθηκε συχνά η  εντύπωση πως παρακολουθώ μια θεατρική παράσταση ή ένα σήριαλ όπου ο πρωταγωνιστής είναι ένας και παίζει εναλλάξ όλους τους ρόλους δια μέσου της αποδοχής και της κατανόησης συνθηκών, συμβάσεων και αναπόφευκτων επιλογών. Το άρωμα της εξέγερσης, αν υπάρχει κάτι  τέτοιο εδώ μέσα, υπονοεί η συγγραφέας, ή έτσι νομίζω, κρίνεται στο στιγμιαίο και την λεπτομέρεια. Οι συμβάσεις απέχουν πολύ από το να ανατρέψουν τις συνθήκες. Υπονοείται όμως και κάτι άλλο πως οι λέξεις είναι ένας τοίχος. Αν τον γκρεμίσεις, η αλήθεια ασφυκτιά στη σκόνη. Αν τον προσπεράσεις, έχασες. Αν όμως ορθωθείς και κοιτάξεις πάνω και πίσω του, ανακαλύπτεις τη γεννήτρια των αισθημάτων. Εδώ  η θλίψη , η τρυφερότητα, η μοναξιά, η θυσία και η επιβολή, συνειδητά και συγχρόνως ασυνείδητα, μεταφέρουν τις στιγμές τους με τον καλύτερο τρόπο· αλληλοσυμπληρώνονται στο έδαφος αντιθέσεων και αντιφάσεων. Παρά την σφοδρή επιθυμία της συγγραφέως για έκφραση και αυτοσεβασμό, η αγάπη προς τα παιδιά της, ( συχνά ο σύζυγος ένα παιδί είναι κι αυτός έτσι πεισματάρης και κακομαθημένος σαν έφηβος), την υποχρεώνει ή την πείθει σταγόνα τη σταγόνα, μέρα με τη μέρα να δώσει άφεση, όχι θεωρητικά και εκ των υστέρων,  αλλά με πράξεις κατανόησης, αποδοχής και στοργής στο σωστό χρόνο. Όμως εμείς οι  αναγνώστες, ως το τρίτο μάτι της συγγραφέως, μπορούμε να πράξουμε το αντίθετο. Μας αφήνει άλλωστε ελεύθερους να αποφασίσουμε, ίσως και να μας προτρέπει, αν η θυσία εδώ μέσα είναι μια υπερβολή που οδηγεί στην δικαίωση  της Ανάγκης, άρα στην μετριοπάθεια και γιατί όχι στην υποταγή. Ωστόσο τίποτα σ’ αυτό το βιβλίο δεν είναι παράταιρο για να το πετάξεις και όλα κουμπώνουν στην έννοια Άφεση. Άφεση, η σπουδαιότερη έννοια που γεννά ο ουμανισμός. Ίσως αυτή είναι η πεμπτουσία στον «Θάνατο του Βασίλι Βασίλιγεβιτς». Άραγε γιατί η συγγραφέας δεν επέλεξε έναν τίτλο περισσότερο κοντά στην πρωταγωνίστρια-ηρωίδα της όπως, «Η επιβίωση της Ναταλί Κοτάνοβα», ή κάτι σαν «Η θυσία της Ναταλί Βασίλιγεβνα»; Θα μπορούσα να υποστηρίξω ότι κατά την συγγραφέα μάλλον ο χαρακτήρας του Βασίλι Βασίλιγεβιτς οδηγεί. Ότι είναι το αρνητικό που ευνοεί το θετικό. Έτσι συμβαίνει με τα μυθιστορήματα που σέβονται τις προθέσεις τους. Κανένας χαρακτήρας δεν είναι για πέταμα και οι αναγνώσεις είναι πολλαπλές. Ιδιαίτερα στην απλή και κατανοητή γραφή που με επιμονή και επιτυχία υπηρετεί η Λεία Χατζοπούλου – Καραβία μ’ ό,τι λογοτεχνικό είδος καταπιαστεί.

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top