Fractal

Μαρτυρίες που οδηγούν στην ψυχή της κεντρικής μεταπολεμικής Ελλάδας

Γράφει ο Γιάννης Πλαχούρης // *

 

Δημήτρης Θεοφ. Ευαγγελοδήμος «Ο Κερδώος Ερμής σταμάτησε στο Καρπενήσι», εκδ. Σ.Ζαχαρόπουλος

 

«Ο Κερδώος Ερμής σταμάτησε στο Καρπενήσι», εξιστορεί στο ομότιτλο αφήγημά του ο παλιός φίλος και καλός δημοσιογράφος Δημήτρης Θεοφ. Ευαγγελοδήμος, αποδεικνύοντας, για μιαν ακόμα φορά, το γεγονός ότι ο καλός δημοσιογράφος, είναι -θέλοντας ή μη- λειτουργός της Τέχνης σε κάθε είδος γραφής του. Αντιλαμβάνεται τι παρουσιάζει ενδιαφέρον και κατέχει τον τρόπο να ζωντανέψει όποιο θέμα και να πιάσει στα χέρια του. Έτσι, με δεδομένο ότι αφορμή και συνεχής ευκαιρία για δημιουργία είναι η ίδια η ζωή, δηλαδή όλα τα γεγονότα, νομίζω ότι η καλή δημοσιογραφία έχει τη δυνατότητα με πολλούς τρόπους και σε μεγάλη έκταση να… ενισχύσει την Τέχνη.

Θυμίζω τον ποιητή Μιχάλη Κατσαρό που, προφανώς για να επισημάνει τη σχετική αξία των έντυπων ΜΜΕ (δημοσιογράφος και ο ίδιος), δημιούργησε ποιήματα με δάνειους στίχους από τίτλους διαφορετικών εφημερίδων. Υπέδειξε με την πράξη του πως Τέχνη γεννιέται όταν, εγείροντας την ανάλογη συγκίνηση, ο δημιουργός κάνει τον κόσμο του κόσμο μας. Χρειάζεται επιδεξιότητα, δόλωμα ικανό για να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, γραφή και δομή που θα τον κρατήσει αγκιστρωμένο μέχρι τέλους, σαφήνεια και καθαρότητα που θα μεταγγίσει τη σημασία (το ιδιαίτερο) του έργου του. Πιστεύω  πως αναγνωρίζονται στα παραπάνω τα προσόντα των ανθρώπων της ενημέρωσης. Συμπερασματικά: καλός δημοσιογράφος χωρίς την ικανότητα να σκέφτεται και να εκφράζεται πρωτότυπα δεν νοείται, όμοια με τους καλλιτέχνες. Βεβαίως μιλάμε για τη φύση του ρόλου και όχι τα επιχρίσματα/κανόνες που ορίζουν σαλόνια και διευθυντήρια.

Απόδειξη η περίπτωση που εξετάζουμε. Έχουμε ένα θέμα (την Ιστορία της οικονομίας του Καρπενησιού) που θα νόμιζε κανείς πως ενδιαφέρει πολύ συγκεκριμένο και περιορισμένο κύκλο αναγνωστών και πως απευθύνεται σε αυτούς μόνο.  Όμως αυτό -αδιάφορο για έναν ξένο- θέμα  το αναλαμβάνει ο καλός δημοσιογράφος και το μεταβάλλει σε πολυδιάστατο, αισθαντικό, χρήσιμο κι ευρείας αποδοχής αποτέλεσμα. Αξίζει -και ως μάθημα προς κάθε ενδιαφερόμενο- να δούμε τι συμβαίνει.

Το βιβλίο αφορά κυρίως το εμπόριο μιας περιοχής που ήταν για εκατοντάδες χρόνια από τις… κρατικά παρατημένες στη χώρα μας: εντελώς φτωχή κι απομονωμένη μέχρι και δυο – τρεις δεκαετίες νωρίτερα, που δεν έχει να επιδείξει οικονομικά επιτεύγματα, καθώς η σημασία της δικαιολογημένα επικεντρωνόταν κυρίως στους πατριωτικούς αγώνες των κατοίκων της. Η όποια απάντηση στη δικαιολογημένη απορία πώς επιβίωνε η επιχειρηματική δραστηριότητα (με τις ελλείψεις και την εσωστρέφειά της) σε πολύ δύσκολο περιβάλλον (απόλυτη στέρηση και σκληρή βιοπάλη) δεν μοιάζει από πρώτη όψη αρκετή για να καλύψει τις ανάγκες (κεντρική ιδέα – βάθος – έκταση) μιας εξιστόρησης. Ο Δημήτρης τα ξέρει και παρ’ όλα αυτά τολμά. Βρίσκει μοναδικότητα και πρωτοτυπία έμπνευσης εκεί που φαίνεται να μην υπάρχει, δείχνοντας στην πράξη ότι πάντα υπάρχει χώρος για τη δημιουργική γραφή. Επίσης στο ένα εμφανές νόημα ενυπάρχουν πολλά που περιμένουν να ξεδιπλωθούν.

Είναι έντιμος απέναντί μας εξαρχής. Από τον τίτλο κιόλας ξεκαθαρίζει το περιεχόμενο. Όπως ο πολιτικός εξόριστος Κάρλο Λέβι με το βιβλίο του «Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι», περιγράφει την κοινωνική κατάσταση αγροτών της Νότιας Ιταλίας, ο Δημήτρης Ευαγγελοδήμος τονίζει με τον παράπλευρο τίτλο πως Ο δικός μας Κερδώος Ερμής σταμάτησε (δεν πήγε καν) στο Καρπενήσι (εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, σχήμα 17x25, σελ. 248). Μας πληροφορεί στην πραγματικότητα: Πρώτον ότι το σημείο αναφοράς είναι τοπικού ενδιαφέροντος, δεύτερον ότι το βασικό ερέθισμα συγγραφής οφείλεται σε συναισθηματικούς λόγους και τρί­τον πως γνωρίζει ότι θα ασχοληθεί μ’ ένα ελάχιστης ιστορικής αξίας θέμα. Έτσι όμως κερδίζει την πρώτη μάχη στον πόλεμο συγγραφής – ανάγνωσης. Επειδή μας υποψιάζει πως παλεύει να βάλει τον διάολο στο μπουκάλι, αφού στη συγγραφή όποτε ασχοληθείς με αντικείμενο που το περίγραμμά του είναι ελάχιστο, το μέσα του πάλλεται σύμπαν. Η σχετική απόπειρα ν΄ αποδώσει ένας συγγραφέας τη ψυχή του … «ελάχιστου» και να πετύχει αποτέλεσμα είναι δύσκολη κι επικίνδυνη. Για μεν τον συγγραφέα ακροβασία σε γκρεμό απότομο, για δε τον αναγνώστη πρόσκληση ιδιαίτερα ελκυστική. Τα πλεονεκτήματά του Δημήτρη στην προσπάθειά του είναι:

Το γεγονός ότι κατάγεται από γενιά εμπόρων. Σπούδασε λογιστικά στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο και Στατιστική στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιά. Εργάστηκε επί 37 χρόνια ως δημοσιογράφος σε πολλές εφημερίδες («Εξόρμηση», «Ελεύθερη Γνώμη», «Ρωμιοσύνη», «Νέα»), στον ρ/σ «Top FM», ήταν αρχισυντάκτης στο «Βήμα» και στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», διευθυντής στο «Κέρδος». Επίσης συνεργάστηκε με περιοδικά, κλαδικές και τοπικές εφημερίδες, αναδιοργάνωσε την καθημερινή κυπριακή πολιτική εφημερίδα «Αγών». Έχει βραβευτεί με το  Βραβείο του Ιδρύματος Μπότση (2002), είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και δραστηριοποιείται σε κοινωνικούς φορείς και συλλόγους.

Ουσιαστικά μεγάλωσε στη συγκεκριμένη αγορά που περιγράφει. Ξέρει από πρώτο χέρι τον κορμό, τη σπονδυλική στήλη του βιβλίου του∙ έχει το βαθύτερο μάτι να δει τον παλμό που διατρέχει το θέμα του και την ικανότητα να το ζωντανέψει. Δούλεψε μικρός στην εμπορική επιχείρηση του πατέρα του∙ σπούδασε οικονομικά∙ εργάστηκε και στο οικονομικό ρεπορτάζ∙ διαθέτει το ταλέντο της δημιουργικής σκέψης και της αποδεκτής γραφής. Πρόσθετα γνωρίζει τις πολλές, μέχρι κορεσμού, αξιόλογες αναφορές που υπάρχουν για την Ευρυτανία, από ιδιαίτερα αξιόλογους μελετητές και λογοτέχνες, που ερευνούν και εμπνέονται από την ιστορία – τους αγώνες – τα ήθη κι έθιμα μιας περιοχής, η οποία, από το αρματολίκι του 1800 μέχρι τ’ ανταρτοχώρια του 1940-44, κρατά ψηλά τον πήχυ της περηφάνιας της. Μέσα στην πληθώρα  των γραπτών κειμένων όμως εντοπίζει το βασικό κενό που αφορά την ιστορία της Οικονομίας της. Θα μπορούσε να το γεμίσει με τον εύκολο δρόμο της παράθεσης σχολίων για στατιστικές, αριθμούς, φωτογραφίες, αρχεία κλπ. μαρτυρίες απ’ ό,τι διασώθηκε, γιατί πολλά έκαψαν οι Γερμανοί στην διάρκεια της Κατοχής λόγω της αντιστασιακής δράσης των κατοίκων. Δεν το κάνει. Διαλέγει τον δύσκολο δρόμο.

 

Δημήτρης Θεοφ. Ευαγγελοδήμος

 

Χρησιμοποιεί την Ιστορία, προστατεύοντάς μας από τον ιστορικισμό (την αντίληψη ότι δεν υπάρχουν απόλυτες αρχές – αξίες που χαρακτηρίζουν τα γεγονότα), με τον τρόπο που συμβουλεύει ο Μισέλ Φουκώ (ότι η αλήθεια του λόγου συχνά δεν εξαρτάται από την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμφωνία του με το πραγματικό, αλλά από τη δύναμη που ασκεί ο λόγος πάνω στο αντικείμενο και υποκείμενο που περιγράφει). Αυτό που συνέβη έχει συμβεί και δεν… καλλωπίζεται. Τα γεγονότα του παρελθόντος δεν μπορούν να υποβάλλουν τις ερωτήσεις του σήμερα. Ο Δημήτρης συγκεντρώνει τις ατομικές μνήμες, μαζί και τις δικές του, οριοθετώντας ένα συλλογικό παρόν. Τις παραδίδει αμακιγιάριστες ως ιστορικά ντοκουμέντα. Η μνήμη είναι ο χρόνος, και οφείλουμε να τον διατηρούμε όσο μπορούμε αυθεντικό. Για να μπορεί να μας μιλήσει. Οι άφθονες αποδείξεις που εξονυχιστικά και υπεύθυνα ανακαλύπτει κατατίθενται με τον παραπάνω τρόπο. Βεβαίως κάποιες από αυτές έχουν λειανθεί από την απόσταση της ηλικίας, αλλά δεν διαγράφουν, αντίθετα εμπλουτίζουν την αλήθεια τους. Εκτός από αυτούσιες μαρτυρίες υπάρχουν δεκάδες φωτογραφίες: πρόσωπα – εμπορικοί δρόμοι – καταστήματα – ταμπέλες – ακόμα και «μνημειακά φορτηγά» μεταφοράς προϊόντων από και στον «έξω κόσμο». Επίσης υπάρχουν κατάστιχα με βερεσέδια, παραγγελίες, τοπικές διαφημίσεις σε τοπικά έντυπα, δημόσια έγγραφα με συστάσεις ή υποδείξεις των αρχών, με εκτοπίσεις αντιστασιακών εμπόρων, με εκτιμήσεις θηριωδιών, με ενδεικτικές αποφάσεις Δ.Σ., με αποτελέσματα αρχαιρεσιών, με αποσπάσματα Μητρώου του Εμπορικού Συλλόγου σε διάφορες χρονικές περιόδους.

Αυτό το πλούσιο υλικό, συλλεχθέν από οικογένειες, από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, της Στατιστικής Αρχής, του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τράπεζας, της Βιβλιοθήκης της Βουλής και των αρχείων των παλαιών εφημερίδων, το επιλέγει και το ταξινομεί σωστά, με λογική ακολουθία, διευκολύνοντας την ανάγνωση. Αποκαλύπτει κάθε τομέα εμπορικής δράσης (οικοτεχνία, ένδυση, τρόφιμα, μηχανήματα, παζάρια, αρτοποιεία κλπ.) και αναφέρει πολλά πρόσωπα που είχαν μικρό ή μεγάλο ρόλο στην όποια ανάπτυξη, από εμπόρους κι ελεγκτές μέχρι Καρπενησιώτες τραπεζίτες και τοκιστές. Ταυτόχρονα τα σχόλια (δηλαδή ο σύντομος και ακριβής λόγος) που συνοδεύουν αυτό το υλικό, εμπλουτίζονται με παρατηρήσεις γεμάτες συναίσθημα, οι οποίες δεν αλλοιώνουν, γιατί δεν επεμβαίνουν στην αλήθεια του.

Παραδείγματα η απάντηση του ξενοδόχου στις αρχές του ʼ50 σε τηλεφωνική απορία Αθηναίου για το διαφημιζόμενο ξενοδοχείο αν έχει (που δεν είχε) μπάνιο ή αποχωρητήριο: «Απ’ όλα έχουμε, αλλά για καλό και κακό πλυθείτε πριν έρθετε» ή «Τι να το κάνεις το μπάνιο, εσύ μοσχοβολάς». Η επιστολή συγγενούς από την Αμερική προς Καρπενησιώτισσα για το παράξενο μηχάνημα (ερκοντίσιον) που δροσίζει το μαγαζί. Ο μονόλογος του εμπόρου που μελετούσε τα ανείσπρακτα βερεσέδια, που τα κρατούσε ανείσπρακτα με το ζύγι της ανθρωπιάς του, τα γράμματα φυλακισμένων αντιφρονούντων από τις εξορίες με εμπορικές συμβουλές για το πώς θα κρατηθούν ζωντανές στη λαίλαπα των διώξεων οι οικογενειακές επιχειρήσεις. Ακόμα υπάρχουν οι παθητικές απεργίες στη ναζιστική Κατοχή, αναφορές για σκάνδαλα, καταχρήσεις, απομαγνητοφωνημένα κινηματογραφικά επίκαιρα της εποχής για διάφορα εγκαίνια σημαντικών έργων ανάπτυξης, κρατικές παρεμβάσεις (διατάγματα, αγορανομικές αποφάσεις, καταδίκες), απογραφές επαγγελματιών, καταναλωτικές συνήθειες, στοιχεία για τις αλλαγές του ιδιοκτησιακού καθεστώτος από Οθωμανούς σε Έλληνες.

Αυτά επικοινωνούν με μια γραφή δημοσιογραφική (οικεία, ακριβολόγα, κατανοητή, με αρκετούς ιδιωτισμούς) Η ψυχή του συγγραφέα σαν πατητήρι συνδέει ιδέες, συμπεριφορές, σκοπούς, αρχές. Έτσι δίχως να χάσει τον αρχικό του στόχο (αφού δεν έγινα έμπορος κι έγινα γραφιάς, ήθελα από τη θέση του γραφιά ν’ ασχοληθώ με το εμπόριο στο Καρπενήσι) επιδέξια μεταβάλλει την εξιστόρηση σε μια ιστορική, κοινωνιολογική, ψυχολογική εξήγηση της δράσης των κατοίκων και όχι μόνο. Στο Καρπενήσι του Δημήτρη έχουμε τη ευκαιρία να συναντήσουμε την ψυχή δεκάδων χιλιάδων κατοίκων από δεκάδες κεφαλοχώρια του ορεινού όγκου Αγράφων – Τζουμέρκων – Παρνασσού- – Πίνδου. Υποφέρουν όλοι, σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις, από την έλλειψη στοιχειωδών μέσων υγείας, μόρφωσης, σύνδεσης κι επαφής με τον υπόλοιπο κόσμο. Συμμετέχουν σε άγριες εξεγέρσεις, από τις πιο αιματηρές συγκρούσεις της νεότερης Ελλάδας, που γίνονται σε περιοχές απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς και απίστευτου ανθρώπινου σθένους. Τα όποια λάθη τους διορθώνονται από τη ζωή και η αξία – γενναιότητα καθενός επιβεβαιώνεται ή απορρίπτεται από τους συντοπίτες του. Γιατί οι άνθρωποι, όταν διαπαιδαγωγούνται από κοινά περιστατικά, αποκτούν κοινές συμπεριφορές, που όσο και να φαίνονται μοναδικές, εντάσσονται σε μια ενιαία συνείδηση, που εκδηλώνεται μες στη συλλογικότητα, στον σεβασμό, στην αλληλεγγύη, και είναι ωραίο αυτά -άλλοτε άμεσα και συχνά έμμεσα- να μας τα υποδεικνύει ένας έξυπνος παρατηρητής που ξέρει τι ακριβώς και γιατί το κάνει.

Ο Δημήτρης Ευαγγελοδήμος, έμπειρος αφηγητής, κατόρθωσε να δημιουργήσει μια πολύ σημαντική πηγή γνώσης που φαίνεται ναι μεν να αφορά το Καρπενήσι του μόνο, όμως στην πραγματικότητα χαρτογραφεί την καρδιά και κατ’ επέκταση τις συμπεριφορές των κατοίκων σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής κεντρικής Ελλάδας. Εργασία πολύτιμη και σημαντική.

 

 

* Ο Γιάννης Πλαχούρης είναι δημοσιογράφος. Έχει γράψει ποίηση, μυθιστόρημα, παραμύθια και προσεγγίσεις βιβλίων. 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top