Fractal

Πεζοποίημα: “Ο Κ.Π. Κ. στη λιμνοθάλασσα” (Αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Καβάφη)

Της Σοφίας Ελευθερίου // *

 

 

 

 

“Ο Κ.Π. Κ. στη λιμνοθάλασσα”

 

Έρχεσαι κουρασμένος όλη νύχτα με το τρένο απ’ την Αθήνα. Στην Πάτρα κατεβαίνεις, παίρνεις το πλοίο που σε πάει Κρυονέρι. Μπαίνεις εκεί στο σιδηρόδρομο το ντόπιο, γέρνεις πίσω στο κάθισμα, σέρνεται κάτω το καφέ σου το παλτό. Αγκομαχούν του τρένου τα έμβολα σε κάθε στάση, κάνει έξω παγωνιά, αχνίζουνε τα χνώτα των περαστικών. Φέρνεις το χέρι στο λαιμό, πάνω απ’ το μαλακό φουλάρι το πληγωμένο σου λαρύγγι1 πασπατεύεις. Μπορείς να ταξιδεύεις παρά ταύτα. Το τρένο τρώει λαίμαργα το κάρβουνο κι η νύχτα βιάζεται να φύγει.

Το Μεσολόγγι το περνάς – στον κήπο των ηρώων θα πας αύριο, ο Λόρδος Βύρωνας θε να σε περιμένει. Κοιτάζεις έξω απ’ το παράθυρο, είναι το Αιτωλικό μπροστά σου που κοιμάται ακόμη. Πολύχρωμα παιχνίδια τα σπιτάκια του στόμα, η λιμνοθάλασσα, κρύβει πολλά του μυστικά.

Σ’ αυτή τη στάση κατεβαίνεις, παρέα με τη μαύρη σου την τσάντα. Κοιτάς για λίγο σκεφτικός, άραγε θα ‘βρεις τίποτα; Ίσως να βρεις βαρβάρους, είναι να φτάσουν σήμερα σου το’ χουν πει: “Θα’ ρθει ο Βατσέλος ο ψαράς απ’ το Νιοχώρι κι ο Γίγας την Ιλιάδα ν’ απαγγείλει.” Περνάς πεζός τη γέφυρα, είναι μια μυρωδιά της φρέσκιας άνοιξης μέσ’ στα πνευμόνια σου, αργά η λιμνοθάλασσα σου ψιθυρίζει: “μείνε”. Ακούς τις βάρκες, γουργουρίζουν μέσα της. Κάθεσαι στο μικρό καφενεδάκι, φέρνεις το χέρι και χαϊδεύεις τα πυκνά σου τα μαλλιά. Σκουπίζει βιαστικά τα χέρια στην ποδιά ο καφετζής, κοιτάει τα στρογγυλά γυαλιά σου.

-“Εσύ, ‘σαι ο ποιητής που μου ‘πανε πως θα ‘ρθει;” λέει με θαυμασμό ” Ξέρω τι θα σου φέρω” συνεχίζει.

Μυρίζει αρμονία η λιμνοθάλασσα είναι φωνές ιδανικές γεμάτη – τις ακούς.

-“Εδώ είμαι” στέκει μπροστά σου ο καφετζής, σου διακόπτει τ’ όνειρο, κρατάει δίσκο στρογγυλό.

“Του κόσμου όλου τα καλά: Πιατάκια, το ‘ να με χάβαρα, το άλλο αυγοτάραχο, το τρίτο λιγδοπούλες. Όλα απ’ αυτήν.” Δείχνει τη λιμνοθάλασσα.

-” Είναι μια μάνα” συμπληρώνει. Σμίγεις τα φρύδια τα χοντρά, κοιτάς το φαλακρό το μαγαζάτορα που σου γελά.

-” Τέτοιους μεζέδες δεν τους έχεις ξαναφάει, ποιητή μου. Τήρα, να πας και στις Οινιάδες αφού ήρθες ως εδώ, να δεις τ’ αρχαίο θέατρο. Και ο Δυσσέας στις Οινιάδες πήγε ξέρεις.” Χαμογελάς τώρα κι εσύ, παρότι δύσκολα το κάνεις. Για σήμερα λοιπόν, έχει σταθεί μακριά η μονοτονία. Τόνε ρωτάς πότε είναι που φεύγει το καΐκι από Αχελώο για τα εφτάνησα. “Είν’ αύριο θαρρώ. Περνάει απ’ το Νιοχώρι. Μην απορήσεις σαν το πάρεις. Μέσα μπορεί να δεις σιτάρι, καλαμπόκι και μοσχάρια. Στη Ζάκυνθο θέλεις να πας;”

Τινάζεις πίσω το κεφάλι.

-” Όχι” απαντάς γλυκά.

-“Θέλω να βγω στο πηγαιμό για την Ιθάκη.”

 

 

1) Αναφέρεται στο έτος 1932, όπου ο Καβάφης είναι άρρωστος με καρκίνο του λάρυγγα.

 

 

 

* H Σοφία Ελευθερίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1968. Σπούδασε και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο τμήμα Χημείας (Πανεπιστήμιο Πατρών). Από το 2000 εργάζεται ως Χημικός σε φαρμακευτική εταιρεία στην Πάτρα. Γράφει ποιήματα και διηγήματα που κατά καιρούς έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά και ιστότοπους.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top