Fractal

✩ Νέες εκδόσεις: 12 καινούργια βιβλία

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

 

Ξένη πεζογραφία:

 

Jens Peter Jacobsen «Πανούκλα στο Μπέργκαμο», μετάφραση: Ήρκος Αποστολίδης, εκδ. Ροές, σελ. 112

Το αριστούργημα “Πανούκλα στο Μπέργκαμο” του κορυφαίου μυθιστοριογράφου-διηγηματογράφου και εισηγητή του δαρβινισμού Γενς Πέτερ Γιάκομπσεν, για τον οποίο μίλησαν όσο για κανέναν άλλο σύγχρονό τους ο Ίψεν και ο Ρίλκε, κυκλοφορεί τώρα πια σε υποδειγματική μετάφραση από το πρωτότυπο σε ζωντανή λογοτεχνική γλώσσα, με πλούσια εισαγωγή, χρονολόγιο και διεξοδικά σχόλια του Ήρκου Ρ. Αποστολίδη. Το μικρό αυτό διήγημα έδωσε έμπνευση στον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν για κάποιες ανεπανάληπτες εωσφορικές σκηνές της ταινίας του “Έβδομη σφραγίδα”. Μαζί, στον ίδιο τόμο, το μικρό κομψοτέχνημα “Εδώ θάπρεπε νάταν ρόδα”.
Ο σπουδαίος ανατόμος της ψυχής Γιάκομπσεν, κριτικός ανήσυχος, πατάει στα όρια της ζωής που τόσο στερήθηκε, προσφέροντάς μας μαγικές όσο και “φιλοσοφικές” ματιές κι ερμηνείες της κλειστής ζωής και του θρησκευτικού παραληρήματος, αλλά δεν μένει εκεί. Προχωράει, δείχνει την απελευθέρωση δυνάμεων του πλήθους εναντίον των δεσμών με τη θρησκεία, ξεγυμνώνοντας στο τέλος την όλη μυθολογία του χριστιανισμού για τον όχλο που “άξιζε”, τάχα, μια καλύτερη μοίρα. Ο Γιάκομπσεν καταλήγει επαναστατικός, μα με τον τρόπο του.
Ένα πνεύμα φίνο, πολιτισμένο, τραγικό. Η αγωνία για το αδιέξοδο θυμίζει τόνους του μεγάλου συμπατριώτη του φιλόσοφου Κίρκεγκωρ. Το κείμενο: βατό, σε συνεπαίρνει.

 

Ondjaki «Οι διάφανοι», μετάφραση: Μαρία Παπαδήμα, εκδ. Αιώρα, σελ. 448

Σε μια ετοιμόρροπη πολυκατοικία, στη φρενήρη πόλη της Λουάντας, ένας μικρόκοσμος εργάζεται, γελά, κάνει σχέδια, ερωτεύεται και προσπαθεί να τα φέρει βόλτα. Δίπλα στα αστείρευτα νερά, που πλημμυρίζουν ολοχρονίς τον πρώτο όροφο, συναντιούνται κάθε λογής άνθρωποι, υπουργοί και μεροκαματιάρηδες, ματρόνες και νεαρά κορίτσια, ορφανά του πολέμου και ξένοι ανταποκριτές, ονειροπόλοι άλλων εποχών και επιτήδειοι μικροαπατεώνες. Ανάμεσά τους ο μελαγχολικός Οντονάτο, που σταδιακά, μέσα στην απελπιστική νοσταλγία για την πόλη της νεότητάς του, γίνεται διάφανος και το σώμα του αβαρές.
Στο φόντο της ιστορίας ζει μια χώρα που παλεύει με την οξυμένη οικονομική ανισότητα, όπως τη
διαμορφώνει η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της, και τις πανταχού παρούσες ουλές του
μακροχρόνιου εμφυλίου· σε πρώτο πλάνο όμως είναι οι άνθρωποι που, αν και αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις, χτίζουν τη ζωή τους με αδιαπραγμάτευτη αξιοπρέπεια, παιχνιδιάρικη ειρωνεία και απροκάλυπτη απόλαυση της ανθρώπινης επαφής.
Σαγηνευτικό μείγμα μαγικού ρεαλισμού, καυστικής πολιτικής σάτιρας, τρυφερής κωμωδίας και
λογοτεχνικού πειραματισμού, το μυθιστόρημα του Οντζάκι ζωγραφίζει ένα ασυναγώνιστο πορτρέτο της αστικής όψης της Αφρικής. Ο Οντζάκι έχει το ταλέντο να μπαίνει βαθιά στην καρδιά και στο μυαλό των χαρακτήρων του. Ακτινοβολώντας ειλικρίνεια και καθαρότητα, ο συγγραφέας δεν αφήνει το δράμα να κυριαρχήσει, το ανατρέπει και το ισορροπεί, με τον ίδιο τρόπο που τελικά το κάνει και η ίδια η ζωή.

 

Emanuela Canepa «Ψυχή γένους θηλυκού», μετάφραση: Γιάννα Σκαρβέλη εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ. 320

Η Ροζίτα δραπετεύει από το μελαγχολικό χωριό της και τον ασφυκτικό έλεγχο της μητέρας της, και πηγαίνει στην Πάντοβα να σπουδάσει. Εφτά χρόνια έχουν περάσει χωρίς να καταφέρει πολλά. Η δουλειά στο σουπερμάρκετ, που τη χρειάζεται για να επιβιώσει, καθυστερεί τις σπουδές της και ο άνδρας με τον οποίο έχει σχέση είναι παντρεμένος και τον βλέπει ελάχιστα. Εκείνη όμως είναι συνηθισμένη να μη διεκδικεί ποτέ τίποτα. Την παραμονή των Χριστουγέννων γνωρίζει τυχαία έναν ηλικιωμένο δικηγόρο: ο ΛουντοβίκοΛέπορε είναι αυστηρός, κομψός, αινιγματικός και σκληρός. Δείχνει ενδιαφέρον για τη Ροζίτα και την προσλαμβάνει με ικανοποιητικό μισθό ως γραμματέα μερικής απασχόλησης, ώστε να έχει πιο πολύ χρόνο για το πανεπιστήμιο. Στο γραφείο ωστόσο αρχίζει να τη βασανίζει με κακεντρεχείς παρατηρήσεις που φανερώνουν τον μισογυνισμό και την απαξία του για τις γυναίκες. Η Ροζίτα τον ανέχεται γιατί τον έχει ανάγκη, ή έτσι τουλάχιστον νομίζει. Δεν συνειδητοποιεί όμως πόσο βαθιά την αλλάζει αυτή η σχέση. Στο τέλος θα καταλάβει ότι, με κάποιο παράδοξο τρόπο, όντας κλεισμένη σε ένα κλουβί, έμαθε να είναι ελεύθερη.
Ένα συναρπαστικό παιχνίδι αποπλάνησης χωρίς σεξ, που ξυπνά τη βαθιά κοιμισμένη δύναμη των γυναικών.

 

Wilbur Smith David Churchill «Κραυγή Πολέμου», μετάφραση: Νίκος Ιβραηνίας εκδ. Bell, σελ. 530

Η Σάφρον μεγαλώνει σε ένα αχανές κτήμα στην Κένυα, υπό το άγρυπνο βλέμμα του πατέρα της, του σημαντικού επιχειρηματία και διακεκριμένου βετεράνου Λίον Κόρτνεϊ. Τα παιδικά της χρόνια κυλούν ειδυλλιακά, μέχρι τη στιγμή που μια οικογενειακή τραγωδία την αναγκάζει να μεγαλώσει πολύ γρηγορότερα απ’ όσο θα έπρεπε. Καθώς εξελίσσεται σε μια έφηβη γεμάτη σπιρτάδα, η δίψα της για μάθηση και περιπέτεια την οδηγεί στην Αγγλία, όπου αναπόφευκτα βρίσκεται στην καρδιά της επικείμενης θύελλας που προηγείται του Β/ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Γκέρχαρτ φον Μέερμπαχ είναι ο προνομιούχος και ιδεαλιστής μικρότερος αδερφός του Κόνρατ φον Μέερμπαχ, κληρονόμου μιας εξαιρετικά σημαντικής βιομηχανίας και ένθερμου υποστηρικτή του Ναζιστικού Κόμματος. Ο Γκέρχαρτ αγωνίζεται να παραμείνει πιστός στις αρχές του σ’ έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο σκληρός. Η φιλία του με έναν Εβραίο τον εκθέτει σε κίνδυνο και τον αναγκάζει να προβάλει αντίσταση στις δυνάμεις του κακού που έχουν κυριεύσει τη χώρα του και την οικογένειά του. Αλλά χωρίς να το ξέρει, πέφτει σε μια παγίδα που θα μπορούσε να του κοστίσει όλα όσα αγαπά και θεωρεί πολύτιμα στη ζωή του.
Καθώς ζυγώνει απειλητικά ο B/ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι κόσμοι της Σάφρον και του Γκέρχαρτ οδηγούνται αναπόφευκτα σε σύγκρουση. Άραγε, αυτά που τους ενώνουν θα είναι περισσότερα από αυτά που τους χωρίζουν;
Με το “Κραυγή πολέμου”, μια συναρπαστική ιστορία κατασκοπείας, περιπέτειας και αγάπης, ο Wilbur Smith επιστρέφει στην αγαπημένη του σειρά της οικογένειας Κόρτνεϊ.

 

Αντρέα Καμιλλέρι «Η πινακίδα», μετάφραση: Φωτεινή Ζερβού, εκδ. Πατάκη, σελ. 66

Βιγκάτα, 1940. Το βράδυ της 11ης Ιουνίου, την επομένη της εισόδου της Ιταλίας στον πόλεμο που ολόκληρο το έθνος υποδέχθηκε σαν “κερδισμένο λαχείο”, στον σύλλογο “Φάσο & Φαμίλια” εμφανίστηκε ξαφνικά, μετά από πέντε χρόνια εξορίας λόγω συστηματικής συκοφαντίας του ένδοξου φασιστικού καθεστώτος, ο Μικέλι Ραγκουζάνο.
Κανείς, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν τον χαιρέτησε, όμως τα αίματα άναψαν αμέσως και άρχισαν να ξεστομίζονται άσχημα λόγια, μέχρι τη στιγμή που ο ντον Εμανουέλε Πέρσικο, ξερακιανός ενενηνταεξάχρονος, μέλος της φασιστικής οργάνωσης από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας της, έπαθε συγκοπή.
Ο Ραγκουζάνο τον είχε ρωτήσει προκλητικά: “Το όνομα Αντόνιο Καννιτσάρο σάς θυμίζει κάτι;”. Κάποιος γονάτισε, ακούμπησε το αυτί του στην καρδιά του ηλικιωμένου και είπε σοβαρά: “Πέθανε”.

 

 

Αστυνομικό μυθιστόρημα:

Κική Τσιλιγγερίδου «Πύρινη κόλαση» Η τριλογία της Στέλλας Άνταμς, εκδ. Bell / Χαρλένικ Ελλάς, 2020, σελ. 394

Η Αθήνα καίγεται από τον καύσωνα. Οι πάντες υποφέρουν. Όχι όμως όπως υπέφερε ο νεαρός τηλεπαρουσιαστής στο οροφοδιαμέρισμα της Δαφνομήλη, στον Λυκαβηττό.
Το ολόγυμνο πτώμα του ήταν ξαπλωμένο ανάσκελα στο μέσο του κρεβατιού, με τα χέρια διάπλατα ανοιχτά και τα πόδια τεντωμένα και διπλωμένα στους αστραγάλους. Το αίμα του είχε ποτίσει τα πάντα. Αλλά το περισσότερο ήταν συγκεντρωμένο στο στήθος… και χαμηλά στην κοιλιά του. Ο Αλέξανδρος Κορρές βασανίστηκε πριν πεθάνει. Ο δολοφόνος έκανε τα πάντα για να υποφέρει όσο γινόταν περισσότερο.
Για να τρελαθεί.
Η Στέλλα Άνταμς ξέρει ότι αυτή τη φορά έχει να κάνει με έναν σαδιστικό δολοφόνο, έναν σίριαλ κίλερ που τρέφεται από τον πόνο των άλλων και σκηνοθετεί με κάθε λεπτομέρεια τις ενέργειές του. Ξέρει ακόμη ότι στο πρόσωπο του βασανιστή μπορεί να δει την αντανάκλαση του κρυφού εαυτού της.
Και ξέρει πως, για να τον πιάσει, πρέπει να περπατήσει μέσα στην ίδια την Κόλαση.
Η δεύτερη περιπέτεια της αστυνόμου Στέλλα Άνταμς είναι μια κατάβαση στη φρίκη.

 

David Stuart Davies «Sherlock Hormes Η σατανική υπόσχεση», μετάφραση: Χρήστος Μπαρουξής , εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ . 240

Ο κύριος Σέρλοκ και ο δόκτωρ Γουάτσον περνούν ανέμελα τις δια-κοπές τους μέχρι που ανακαλύπτουν ένα πτώμα στην παραλία… το οποίο στη συνέχεια εξαφανίζεται. Οι δυο τους αποφασίζουν να αναζητήσουν βοήθεια στο κοντινότερο χωριό, το οποίο κατοικείται από παράξενους και όχι ιδιαίτερα φιλικούς ανθρώπους. Λίγο αργότερα το πτώμα εμφανίζεται ξανά στην αγροικία στην οποία έχουν καταλύσει… και ξαφνικά ανακαλύπτουν ότι καταδιώκονται από διάφορους άγνωστους και παράξενους τύπους. Αλλά και ο Γουάτσον σκέφτεται ότι ο αγαπητός Σέρλοκ δεν είναι ο εαυτός του. Τι μπορεί να συνέβη στον φίλο του; Μήπως ήταν κάτι που είχε σχέση με τον νεκρό πλέον, διαβόητο Μπαρτόλομιου Μπλάκγουντ, λάτρη και ακόλουθο του Σατανά, τα παιδιά του οποίου ζούσαν στο καταραμένο εκείνο χωριό;

 

 

Μελέτες- Δοκίμια:

 

Στεφάνια Κάμπο «Τα μυστικά της κουζίνας του Μονταλμπάνο», μετάφραση: Φωτεινή Ζερβού εκδ. Πατάκη, σελ. 184

Μια έρευνα για τον γαστρονομικό κόσμο του Αντρέα Καμιλλέρι, όπως παρουσιάζεται από τον διάσημο χαρακτήρα των μυθιστορημάτων του, τον αστυνόμο Σάλβο Μονταλμπάνο, έναν περίφημο καλοφαγά με αστείρευτη όρεξη. Προέκυψε έτσι μια γευστική ανθολογία σαν καλοστρωμένο τραπέζι, με αναφορές σε πιάτα και συνταγές από την παιδική του ηλικία στη Σικελία.
Το φαγητό γίνεται πρωταγωνιστής όλων των ιστοριών του Μονταλμπάνο, και αποκτά έντονη συναισθηματική αξία ως συνώνυμο της μητρικής αγάπης. Από εκεί προκύπτει η σημασία που έχει για τον αστυνόμο το πάθος αυτό, που είναι τόσο ουσιώδες, ώστε υπερβαίνει ακόμη και το ερωτικό πάθος. Για τον Μονταλμπάνο, το φαγητό είναι το αντικείμενο του πόθου, πιο σημαντικό από τις άλλες ηδονές και πρέπει να το “κατακτήσει” πάση θυσία – αλλά τα μυστικά των γευστικών πιάτων φυλάσσονται από άλλους, την “παραδουλεύτρα” Αντελίνα, τον Καλότζερο, τον Έντσο.
Οι συνταγές αποκαλύπτονται στο βιβλίο αυτό· τις νόστιμες σελίδες του πρέπει να τις γευτεί σιωπηλά και μόνος του ο καθένας, με ψυχική ηρεμία και καθαρό μυαλό, όπως όταν κάθεται ο Μονταλμπάνο στο τραπέζι ν’ απολαύσει τα αγαπημένα του φαγητά.

 

 

Λατινική Γραμματεία:

 

«Με την πένα του θεού έρωτα», Επιλογή από τις Ερωτικές επιστολές του Οβίδιου, μετάφραση: Λυδία Τρύφωνα, εκδ. Αιώρα, σελ. 80

Τέσσερις εμβληματικές γυναικείες μορφές της ελληνικής μυθολογίας γράφουν ισάριθμες επιστολές στους αγαπημένους τους, οι οποίοι είτε βρίσκονται μακριά είτε τις έχουν εγκαταλείψει: η Πηνελόπη στον Οδυσσέα, η Βρισηίδα στον Αχιλλέα, η Αριάδνη στον Θησέα και η Μήδεια στον Ιάσονα.
Οι επιστολές δεν θα φτάσουν ποτέ στους παραλήπτες τους, όμως αυτό δεν έχει καμία σημασία.
Καταγράφουν την επιθυμία και το ερωτικό πάθος, την αφοσίωση και τον φόβο, το κόστος και τις παγίδες του έρωτα, θίγουν κοινωνικά και πολιτικά θέματα και τελικά είναι η μάχη της καθεμιάς να πάρει τη μοίρα στα χέρια της.

 

 

 

 

Απουλήιος «Το δαιμόνιο του Σωκράτη», μετάφραση: Γιώργος Ανδρικόπουλος, εκδ. Ροές, σελ. 96

Το κείμενο αυτό, που μας έχει παραδοθεί με τον λατινικό τίτλο “De deo Socratis”, είναι μια φιλοσοφική πραγματεία σε μορφή ομιλίας, στην οποία ο Απουλήιος (Lucius Apuleius Madaurensis, π. 124-170 μ.Χ.) εξετάζει κατ’ αρχάς συστηματικά το θέμα των δαιμόνων – οντοτήτων με φύση ενδιάμεση, μεταξύ θεών και ανθρώπων, και ρόλο διαμεσολαβητικό με στόχο την εκπλήρωση της πρόνοιας στον ανθρώπινο κόσμο.
Παράλληλα, όμως, πραγματεύεται ειδικότερα και το δαιμόνιο, τον αόρατο οδηγό και προστάτη του Σωκράτη, την εσωτερική του φωνή που, σχεδόν όπως μια θεία οντότητα, τον ανάγκαζε να αναζητά αδιάλειπτα την αλήθεια.
Ο Απουλήιος εκφράζει μια άποψη που και σήμερα μπορεί να εμπνεύσει όσους επιθυμούν να ακούν τη δική τους φωνή, τον “δαίμονά” τους. Όπως ο πλατωνικός Σωκράτης, χάρη στην αφοσίωσή του στη φιλοσοφία, ήταν σε θέση να γνωρίζει πώς να τιμά τον δαίμονα που του είχε οριστεί, ώστε να είναι σε επικοινωνία μαζί του όποτε το χρειαζόταν, έτσι μπορεί κι ο καθένας μας, με τον ενδεδειγμένο τρόπο ζωής, να έρθει σε επαφή με τον “δαίμονά” του και, κατ’ επέκταση, να βρίσκεται σε έμμεση επικοινωνία με το θείο.

 

 

 

Βιβλία για παιδιά:

 

Τζένη Κουτσοδημητροπούλου «Η μέρα μου σε άσπρο μαύρο», Εικονογράφηση: Σοφία Γκαλή, εκδ. Ελληνοεκδοτική, σελ. 32

Δεν είναι φορές που τα βλέπεις όλα μαύρα,
κατάμαυρα σαν το βαθύ σκοτάδι,
επειδή νομίζεις ότι σου πηγαίνουν όλα στραβά και ανάποδα;
Και κάτι τέτοιες στιγμές στενοχωριέσαι ή θυμώνεις
και εύχεσαι να ήσουν σούπερ ήρωας
για να λύνεις οποιοδήποτε πρόβλημα στη στιγμή;
Ίσως, όμως, οι κακές στιγμές να μην είναι τόσο μαύρες τελικά,
και το μόνο που χρειάζεται είναι να βλέπουμε τα πράγματα
με περισσότερο χρώμα!

 

Σωτήρης Χατζάκης «Το μικρό σκουλήκι ο Ναπολέων», εικονογράφηση: Κατερίνα Βερούτσου, εκδ. Ελληνοεκδοτική, σελ. 40

Σε ένα πελώριο και απέραντο καφέ χωράφι
ένα μικρό σκουλήκι γεννιέται.
Κάνει όνειρα…, όνειρα μεγάλα, όνειρα αυτοκρατορικά!
Στητό και αγέρωχο, το μικρό σκουλήκι, ο Ναπολέων
περιμένει την ώρα και τη στιγμή να πραγματοποιήσει
το μεγάλο σχέδιό του.
Θα γίνω μεγάλο, θα γίνω βασιλιάς!
Θα βασιλέψω σ’ αυτό το χωράφι,
που θα είναι η χώρα μου ψιθυρίζει…

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top