Fractal

Μήδεια: Μια αναμέτρηση μέχρις εσχάτων για την απόλυτη κυριαρχία που οδηγεί στο αβυσσαλέο χάος. Η σκοτεινότητα της ανθρώπινης ψυχής ζωντανεύει στο Μπάγκειον.

Γράφει η Ελένη Αναγνωστοπούλου //

 

 

Βρέθηκα στο ξενοδοχείο Μπάγκειον, ένα χώρο γεμάτο ιστορία. Αυτός ο χώρος είναι αναμφισβήτητα, πρεσβευτής μιας άλλης εποχής και πολιτισμού. Ο Ιωάννης Μπάγκας ήταν ο μεγάλος εθνικός ευεργέτης που έδωσε το όνομα του στο κτίριο. Καταγόταν από την Κορυτσά της Βορείου Ηπείρου, με μια ιδιαίτερη ενδιαφέρουσα ιστορία: έχοντας δημιουργήσει τεράστια περιουσία στη Ρουμανία, αποφάσισε να τη δωρίσει στο ελληνικό κράτος το 1889. Ο Μπάγκας είχε αγοράσει το 1883 το οικόπεδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα το εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο Μέγας Αλέξανδρος, για να χτίσει εκεί το σπίτι του. Το σχέδιο αυτό δεν το πραγματοποίησε ποτέ και το ξενοδοχείο Μέγας Αλέξανδρος που σχεδιάστηκε όπως και το Μπάγκειον από τον Τσίλλερ, ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1889. Λειτούργησαν για έναν περίπου αιώνα, ως ξενοδοχεία πρώτης κατηγορίας, με πελάτες κυρίως εύπορους Έλληνες από την επαρχία. Στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα το Μπάγκειον, στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, υπήρχε μέχρι το 1883, κατοικία στην οποία διέμενε η οικογένεια του Χαρίλαου Τρικούπη. Τα δύο δίδυμα ξενοδοχεία θεωρούνται αντιπροσωπευτικά του έργου του Τσίλλερ και του όψιμου αθηναϊκού κλασικισμού. Σε αυτό το μεγαλόπρεπο και επιβλητικό χώρο παρακολούθησα την παράσταση της Μήδειας του Ευριπίδη. Η αρχαία τραγωδία στεγάζεται στους τέσσερις τοίχους πράγμα που την καθιστά πιο εσωτερική και γιατί όχι; Πιο επιβλητική.

 

 

Τι έχει να μας πει στο Σήμερα, η υπόθεση της Μήδειας του Ευριπίδη; Αυτή ήταν η ερώτηση που έκανα στον εαυτό μου αφού είδα την παράσταση. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η διαμάχη των δύο φύλων επηρέασε πολλούς συγγραφείς και δραματουργούς από την αρχαιότητα ως σήμερα. Από το Σοφοκλή και τον Ευριπίδη έως τον Στρίντμπεργκ, τον Ίψεν και τον Άλμπυ. Οι ανθρώπινες σχέσεις και αντιπαραθέσεις μπαίνουν στο μικροσκόπιο και εξετάζονται από την ψυχαναλυτική πλευρά. Αυτό είναι φυσικό να συμβαίνει διότι με αυτό τον τρόπο μελετώνται και διερευνώνται τα κίνητρα που κρύβονται πίσω από τις ενέργειες των εκάστοτε προσώπων. Σαφώς είναι τραγική η υπόθεση όταν μια μητέρα σκοτώνει τα παιδιά της. Τι της οπλίζει το χέρι; Η οργή; Η αδικία; Η ελλειμματικά υποβιβασμένη φωνή της που παλεύει να ακουστεί σε έναν κόσμο πατριαρχικό; Όλα τα προαναφερθέντα συνθέτουν το πορτραίτο που περικλείει τα κίνητρα της.

Όταν κάνουμε λόγο για τη διαμάχη των δύο φύλων, ο νους πηγαίνει αυτόματα σε τακτικές επικράτησης του ισχυρού έναντι του αδυνάμου. Φαινομενικά γνωρίζουμε ότι ο Ιάσονας είναι ο δυνατός και η Μήδεια η ανίσχυρη. Εύλογα, ο Ευριπίδης τοποθέτησε ως φόρμα του έργου του, το ερωτικό πάθος, το οποίο αποτελεί συγκρουσιακό εφαλτήριο μεταξύ των δύο προσώπων. Η Μήδεια για να αποκαταστήσει τη διασαλευμένη τάξη των πραγμάτων, ανακοινώνει με λόγους τη δυσαρέσκεια της απέναντι στον Ιάσονα, στην αρχή του έργου, στη συνέχεια καταφέρνει να εξαπατήσει τον Κρέοντα και τον Αιγέα, ούτως ώστε να κερδίσει χρόνο για την οργάνωση και πραγματοποίηση των σχεδίων της, για να φτάσει τελικά στην επίτευξη των στόχων της όπου έχει σαν αποτέλεσμα το θάνατο των παιδιών και την πλήρη καταστροφή του άλλοτε αγαπημένου προσώπου. Οι ρόλοι αντιστρέφονται: η Μήδεια παίρνει τη μορφή μιας τερατικής γυναίκας, μιας οντότητας που παίρνει το δίκαιο στα χέρια της και το ορίζει. Το ερωτικό πάθος μετατρέπεται σε δίψα και μανία για εκδίκηση. Ο Ιάσονας ως ανδρική φιγούρα εξουδετερώνεται πλήρως από τη γυναίκα που φέρει το εξωλογικό στοιχείο και καταντάει να γίνεται ανδρείκελο, ανίκανο να αντιδράσει σύμφωνα με τις περιστάσεις. Αν ξεπεραστούν οι όποιοι διδακτισμοί, βλέπουμε ότι η Μήδεια ως έργο τραγικής ποίησης, παρουσιάζει την αμφισβήτηση των παραδοσιακών πολιτισμικών αξιών που σχετίζονται με το ανθρώπινο γένος, την ελληνικότητα και τους κοινωνικούς θεσμούς του παρελθόντος.

Ο Δημήτρης Γεωργαλάς σκηνοθετεί τη Μήδεια του Ευριπίδη. Έξοχη η επιλογή του ξενοδοχείου Μπάγκειον για τη στέγαση και παρουσίαση της παράστασης. Σε αυτό το παλιό νεοκλασσικό του 19ου αιώνα, η Μήδεια βρίσκει την εμβληματικότητα και τη μεγαλοπρέπεια που της αρμόζει. Η κεντρική σκηνή του Μπάγκειον θυμίζει παλιό ανάκτορο, ευρύχωρο. Ο καθρέφτης, βαρύτιμος, με όψη άλλης εποχής δεσπόζει μπροστά στα μάτια μας. Λειτουργεί αισθητικά παραμορφωτικά, συμβάλλει στην υπογράμμιση της ηθικής αλλοτρίωσης και εξαχρείωσης των δραματικών χαρακτήρων. And the performance begins! Ο κύριος Γεωργαλάς εστίασε πρωταρχικά, στο να αποδώσει τη Μήδεια με σκοτεινή ατμοσφαιρικότητα. Επιτυχημένο το παραπάνω εγχείρημα. Επιπλέον, είχε σαν στόχο να βασίσει τη σκηνοθετική του προσέγγιση στην ανάδειξη της ψυχολογικής κατάστασης των ηρώων, από την αρχή έως το τέλος. Η ανιούσα κλιμάκωση των συναισθημάτων βρίσκει χώρο αποτύπωσης και έκφρασης στο Μπάγκειον. Το νεοκλασσικό της οδού Αθηνάς μετατρέπεται σε χώρο που φιλοξενεί την τέχνη και τη διανόηση. Η μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά ήταν άμεσα εύληπτη για το κοινό. Τα χρυσοποίκιλτα κοστούμια επιμελείται ο Δημήτρης Ντάσιος. Η μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη έδεσε απόλυτα με το όλο ανέβασμα, περιείχε κάτι το μυστηριακό. Η Φαίδρα Σούτου με τις χορογραφίες της, απέδωσε τη μύηση στον κόσμο της αγριότητας και της παραφοράς. Ο Σάκης Μπιρμπίλης χρησιμοποιεί υποβλητικό φως επί σκηνής, στοιχείο που αναδεικνύει περισσότερο τη δραματικότητα του κειμένου.

Το καστ της παράστασης υπήρξε αξιόλογο σε γενικές γραμμές. Μια Τζούλη Σούμα, άψογη στο ρόλο της Μήδειας από πολλές απόψεις. Πειστική στην υποκριτική της, με καθαρή άρθρωση, υποστήριξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο μέγιστο. Δίπλα της ο Γιώργος Σταυριανός, μετρημένος στο ρόλο του Ιάσονα, εσωτερίκευσε την υποκριτική του για να δείξει εύγλωττα τη διαφορά με τη Μήδεια και εντέλει να υποδηλώσει τον άβουλα αδύναμο άντρα που η μοίρα έχει χτυπήσει. Η Κυριακή Καραλουκά στο ρόλο της Τροφού ακουγόταν μόλις και μετά βίας. Ζήτημα ήταν να ξεχωρίσω έστω και λίγο τα λεγόμενα της. Ωστόσο, ήταν μια αξιοπρεπής θεατρική παρουσία. Ο Νίκος Δερτιλής, δημιούργησε έναν Κρέοντα όχι και τόσο δυναμικό. Το συνολικό αποτέλεσμα ήταν να παρουσιάσει το ρόλο με δόση συμβιβασμού. Είχε όμως και καλές στιγμές. Ήταν αρκετά αυστηρός και δυναμικός, ίσως έλειπε μια περισσότερη νευρικότητα. Στο ρόλο του Αιγέα απέδωσε τέλεια έναν χαρακτήρα ήπιο με διάθεση να συμπαρασταθεί στα δεινά της Μήδειας. Ο Σταύρος Γιαννακόπουλος ήταν υποδειγματικός στο ρόλο του Αγγελιοφόρου.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top