Fractal

Καβαφικόν «Παράδοξον!»

Γράφει η Όλγα Καλύβα  //

 

 

 

«Παράδοξον!»… τοιουτοτρόπως θα χαρακτήριζε επιφανειακά ίσως κι άκριτα κάποιος τη σχέση του ποιητή Καβάφη με τη Δημοτική Ποίηση. Κι όμως… Στα καβαφικά ποιήματα εντοπίζονται λέξεις και θεματικά μοτίβα και αρχέγονες δοξασίες του παρελθόντος, ως στοιχεία ποιητικά που δεν το μιμούνται, μα το αφομοιώνουν προωθητικά, καθώς και με το βάρος της Παράδοσης και της Δημοτικής Ποίησης στέκουν ενδεδυμένα.

 

 

 

ἡ μάνα του… σέρνονταν καί χτυπιοῦνταν μές στά χώματα

κάτω ἀπ’ τόν μεσημεριανό , τόν ἄγριον ἣλιο

πότε οὔρλιαζε, καί κραύγαζε σά λύκος, σά θηρίο

καί πότε ἐξαντλημένη ἡ μάρτυσσα μοιρολογοῦσε

«Δεκαφτά χρόνια μοναχά με τά ‘ζησες, παιδί μου».

ἡ μάνα ἡ μάρτυσσα κυλιούντανε στά χώματα

καί δέν μοιρολογοῦσε πιά γιά χρόνια τώρα·

«Δεκαφτά μέρες μοναχά», μοιρολογοῦσε,

«δεκαφτά μέρες μοναχά σέ χάρηκα, παιδί μου».

Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ

27 ΙΟΥΝΙΟΥ 1906, 2 μ.μ.

Ιανουάριος 1908 (απόσπασμα)

[1908] Ανέκδοτα: 149

Κρυμμένα: 91

Μπῆκε στό καφενεῖο ὅπου ἐπήγαιναν μαζύ.-

Τήν Κυριακή τόν θάψαν, στές δέκα τό πρωΐ.

Τήν Κυριακή τόν θάψαν: πάει ἑβδομάς σχεδόν.

Στήν πτωχική του κάσα τοῦ ἔβαλε λουλούδια,

ὡραῖα λουλούδια κι ἄσπρα ὡς ταίριαζαν πολύ

μαχαῖρι στήν καρδιά του

τό μαῦρο καφενεῖο ὅπου ἐπήγαιναν μαζύ.

Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ

ΩΡΑΙΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΚΙ ΑΣΠΡΑ

ΩΣ ΤΑΙΡΙΑΖΑΝ ΠΟΛΥ (1929) (απόσπασμα)

 

 

Τήν συμφορά ὅταν ἔμαθα, πού ὁ Μύρης πέθανε,

πῆγα στό σπίτι του,…

Στεκόμουν κ’ ἔκλαια σέ μιά ἄκρη τοῦ διαδρόμου.

Καί σκεπτόμουν πού ἡ συγκεντρώσεις μας κ’ ἡ ἐκδρομές

χωρίς τόν Μύρη δέν θ’ ἀξίζουν πια·

καί σκεπτόμουν…

νά χαίρεται, καί νά γελᾶ, καί ν’ ἀπαγγέλλει στίχους

μέ τήν τελεία του αἲσθησι τοῦ ἑλληνικοῦ ρυθμοῦ·

Κάτι γρηές, κοντά μου, χαμηλά μιλοῦσαν γιά

τήν τελευταία μέρα πού ἔζησε-

στά χείλη του διαρκῶς τ’ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ,

στά χέρια του βαστοῦσ’ ἕναν σταυρό.-

ὁ Μύρης ἦταν Χριστιανός.

ὁ Μύρης …

μέ τί προσοχήν ἐντατική

στούς τύπους τῆς θρησκείας τους, ἑτοιμάζονταν

ὅλα γιά τήν χριστιανική κηδεία.

Κ’ ἐξαίφνης μέ κυρίευσε μιά ἀλλόκοτη

ἐντύπωσις. Ἀόριστα, αἰσθανόμουν

σάν νἄφευγεν ἀπό κοντά μου ὁ Μύρης·

αἰσθάνομουν πού ἑνώθη, Χριστιανός,

μέ τούς δικούς του, καί πού γένομουν

ξένος ἐγώ, ξένος πολύ· ἔνοιωθα κιόλα

μιά ἀμφιβολία νά μέ σιμώνει: μήπως κ’ εἶχα γελασθεῖ

,καί πάντα τοῦ ἤμουν ξένος.-

ἔφυγα γρήγορα πρίν ἅρπαχθεῖ, πρίν ἀλλοιωθεῖ

ἡ θύμηση τοῦ Μύρη.

Κ.Π.ΚΑΒΑΦΗΣ

ΜΥΡΗΣ· ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΤΟΥ 340 Μ.Χ.

[1929 (απόσπασμα)

 

 

Ιδιαίτερα, με το ξεχωριστό κι εκ της Παραδόσεως εμπνευσμένο ποίημά του «ΠΑΡΘΕΝ» 1921, ενσωματώνοντας ιδιοφυώς υψηλά στην καβαφική του γλώσσα τον ασύμβατο γλωσσικό πλούτο του ιδιωματισμού, μάς κληροδοτεί κι ένα μοναδικό μα και εξαιρετικό δείγμα διακειμενικού διαλόγου της προσωπικής του ποίησης με τη δημοτική, περίτρανη απόδειξη της διαχρονικότητας κι αδιαμφισβήτητης αξίας αμφοτέρων.

 

 

«Αὐτές τές μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδια,
για τ’ ἄθλα τῶν κλεφτῶν καί τούς πολέμους,
πράγματα συμπαθητικά· δικά μας, Γραικικά…»

Κ.Π.ΚΑΒΑΦΗΣ
«ΠΑΡΘΕΝ-απόσπασμα» (1921)

 

 

Ο «παραδοσιακός» Καβάφης μέσω επίλεκτων πεζογραφημάτων του καταθέτει συστηματική και συνειδητή δοκιμιακή βιβλιοκρισία για τα Δημοτικά Τραγούδια και δή τα «Μοιρολόγια», διότι «…απ’ όλην τη δημοτική ποίησι τον ελκύουν πιότερο», θεωρώντας «εύμορφα», «έξοχα», «λιτά» τα στοιχεία που τα χαρακτηρίζουν.

 

 

 

 

Ο Λαϊκός Καραγκούνικος Πολιτισμός βρίθει εξαίσιων μοιρολογιών που συνιστούν εν δυνάμει και εν ενεργεία ζώσα και βιώσα συνθήκη, και τα οποία με το συγκινησιακό τους λόγο και τη σαγηνευτική τους οδύνη συνιστούν πολύτιμη πολιτισμική παρακαταθήκη · έναν μοναδικό και ανεκτίμητο πλούτο ψυχής!

Έτσι και καθώς ο Ποιητής δηλώνει:
«Ὦ Θεσσαλία ἱερά, Σέ ἀγαπῶσιν ἔτι…» [«ΜΝΗΜΗ-απόσπασμα» (1896)],

το θεσσαλικό λυκαυγές αγκαλιάζει τον κάμπο και του χαρίζει τη δύναμή του με χρώματα, αρώματα κι ήχους… αλλά και προαιώνιους συμβολισμούς:

Μια Παραπραστανίτισσα Καραγκούνα, χήρα μοιρολογίστρα, ενδεδυμένη με την τυπική ενδυμασία της (Φέρει μαύρο τσεμπέρι στην κεφαλή και μαύρη τσίπα δεμένη «μπουρμπούλι» από πάνω του· κάθε τμήμα της φορεσιάς είναι καταύμαρο πλην του «κουτρουλού» πουκάμισου, του γυναικείου ΄κάμσου χωρίς φούντες. Φέρει, ακόμη, τον εξωτερικό επενδυτή-φλοκάτο- ανάποδα σε ένδειξη πένθους βαρέος· ενίοτε παναζώνεται, τουτέστιν φορά τη μαύρη ποδιά πάνω από το φλοκάτο) και τέσσερις μαυροντυμένες συγχωριανές της ανηφορίζουν αντάμα το πέτρινο βυζαντινό τρίχινο γιοφύρι, διάβα αναπόφευκτης μετάβασης στη μετά θάνατον ζωή, το χορταριασμένο με της ανοίξεως το αναγεννητικό πέπλο βαστώντας στα χέρια τους: φρούτα, κυρίως κυδώνια, άνθη και λευκά μαντήλια-προσφορές στο νεκρό για το κατευόδιο·

Στέκουν στο μέσον του γεφυριού πέντε – σε αριθμό μονό, συμβολικό με σημαντικότατο ρόλο στο βίο των Καραγκούνηδων σε κάθε ουσιώδη ή επουσιώδη πτυχή της ζωής τους από τη γέννα έως το θάνατό τους, καθώς θεωρούσαν πως οι ζυγοί αριθμοί έδιναν την ευκαιρία στο κακό να «διπλώσει» (εξού και τα δίσεκτα έτη δε γίνονταν γάμοι) με τον πρέποντα σεβασμό και τη χαρακτηριστική ταπεινότητα που τις διακατέχει και με το ύφος του παραπραστανίτικου νικριάτιου ή θρηνικού , όπως το λεν τραγουδιού, και τόσο λιτά όσο και ουσιαστικά μοιρολογούν τον Ποιητή κατά την πεθυμιά του:

«Στην συγκίνησί των αφίνομαι κ’ η υπερβολή του θρήνου των είναι έτσι όπως την ζητεί η ψυχή μου· στον θάνατο εμπρός τέτοιον καϋμό θέλω».

 

Μοιρολογούν και λένε: «Τ’ Απριλιού το μοιρολόι»

 

Θελ’τί δεντρά μ’ ν’ ανθίσιτι, θέλ’τι να λουλουδιάστι,

στουν ίσκιου σας δεν κάθουμι μήτι κι στη δρουσιά σας.

Νέ ‘χου στρατούλις μακρινές, γιουφύρια να πιράσου·

κι ένα γιουφύρι τρίχινου φουβάμι να πιράσου.

Πέρνα του γέρου μ’, πέρνα του, πέρνα κι μι φουβάσι.

Πιρνάνι νιες, πιρνάνι νιους, πιρνάν τα παλικάρια.

Πιρνάει κι μια νιόνυμφη.

 

Ένα ασύγκριτο χάριν γνησιότητος και αυθεντικότητος τοπικό μοιρολόι ενδεδυμένο όχι μόνο με το βάρος της Παράδοσης και της Δημοτικής Ποίησης αλλά και με την εκ προοιμίου ψυχική και συναισθηματική βαρύτητα της Καραγκούνικης ιδιοσυγκρασίας που μέσω του δωρικού της οίστρου και μέσω των, που παραπέμπουν στους αρχαίους θρηνωδούς, εκφραστών της στα μαύρα ντυμένων γυναικών –σύνηθες χαρακτηριστικό της νεκρικής εθιμοτυπίαςανταμώνει με έναν ιδιότυπο εναγκαλισμό το φως το λευκό της ψυχής και… υποκλίνεται στον Αλεξανδρινό ποιητή!

 

 

 

 

Με το άρθρο τούτο καθώς και με το φωτογραφικό υλικό του, μέρος του βίντεο με τίτλο: «Τ’ Απριλιού το μοιρολόι»,̽ η βραβευμένη ποιήτρια και συγγραφέας ΟΛΓΑ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ΚΑΛΥΒΑ , ως συνεργάτιδα στα πλαίσια της συμμετοχής της για την ίδρυση και θεσμοθέτηση της Παγκόσμιας Ημέρας Καβάφη – 29 Απριλίου 2024 Βόλος υπό την αιγίδα του Εθνικού Συμβουλίου Ελλάδος Ομίλων και Κέντρων για την Unesco κι ο Λαϊκός Καραγκούνικος Πολιτισμός εκ του Προαστίου Καρδίτσας με τη συμβολή των ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΩΝ (κατά αλφαβητική σειρά) ΜΟΙΡΟΛΟΓΗΤΡΩΝ: Βαϊοπούλου Αλεξάνδρα, Κωστοπούλου Αγγελική, Μπακρατσά Χρυσάνθη, Μπικιάρη Δάφνη, Φίλου Κυριακή, μελών του Σωματείου Διάσωσης και Διάδοσης του Λαϊκού Καραγκούνικου Πολιτισμού: «Η Ψηφίδα», τιμούν τον Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗ!

Έρευνα, καταγραφή και ενδυματολογική επιμέλεια από τον Πρόεδρο και χοροδιδάσκαλο της «Ψηφίδας» Προαστίου Καρδίτσας, κ. Νίκο Φίλο.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top