Fractal

Το μόνο που ήθελε ήταν το καλό της χώρας

Γράφει η Γιόλα Πετρίτση //

 

Καρολίνα Μέρμηγκα «Κάτι κρυφό μυστήριο», εκδ. Μελάνι

 

Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε  και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1793, που ο Καποδίστριας ήταν δεκαεπτά ετών, η Κέρκυρα αποτελούσε έναν άλλο κόσμο, δεν ήταν ούτε Δύση, ούτε Ανατολή, όμως είχε αναπτύξει πολιτισμό με θέατρα, όπερες, μουσική, καζίνα και σχολεία. Οι κάτοικοι δεν ήταν δούλοι, αλλά δεν ήταν και τελείως ελεύθεροι, γιατί τους διοικούσαν οι Ενετοί. Τα σχολεία δεν ήταν ελληνικά, γιατί διδάσκονταν τα ιταλικά, γι’ αυτό και οι προνομιούχοι κάτοικοι μορφώνονταν στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβα. Οι Ενετοί είχαν κυριεύσει τα Επτάνησα από το 1386, από τα Βυζαντινά χρόνια, αλλά οι κάτοικοι παρέμειναν Έλληνες ορθόδοξοι, δανείστηκαν όμως πολλά από τον πολιτισμό τους. Το 1572 δημιουργήθηκε ένα μητρώο με όλα τα ονόματα εκείνων που είχαν δικαίωμα να γίνουν μέλη του, το οποίο είχε ονομαστεί Λίμπρο Ντ’ Όρο, δηλαδή Χρυσή βίβλος. Οι εγγεγραμμένοι σ’ αυτό ήταν οι ευγενείς κάτοικοι. Σ’ αυτό το βιβλίο ήταν εγγεγραμμένη και η οικογένεια του Καποδίστρια.

Η οικογένεια του Καποδίστρια έχει κτήματα και τον τίτλο του Κόμη. Είναι μια οικογένεια θα λέγαμε κλειστή, χωρίς κοσμική ζωή και πιστεύει πως ό,τι της ανήκει από περιουσία, κοινωνική θέση ή μόρφωση τα έχει, για να μπορεί να βοηθά τους υπόλοιπους. Με αυτές τις αρχές μεγάλωσε τα δέκα της παιδιά και τους έμαθε, πως η προσφορά είναι καθήκον. Ο πατέρας της οικογένειας ονομάζεται Αντώνιος- Μαρία και είναι σπουδαίος νομικός, γι’ αυτό το Μεγάλο Συμβούλιο τον στέλνει σε διπλωματικές αποστολές στη Βενετία και στην Κωνσταντινούπολη. Έχει εκλεχθεί και μέλος της Γερουσίας. Η μητέρα είναι η Αδαμαντία από αρχοντική γενιά της Κύπρου.

Ο Ιωάννης σε ηλικία δεκαοκτώ ετών πηγαίνει στην Πάδοβα να σπουδάσει όπως ο πατέρας του, στην Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών του Γαλιλαίου. Μέσα σε τρία χρόνια απέκτησε τρία διπλώματα, ιατρικής, φιλοσοφίας και νομικής. Έμεινε κι ένα χρόνο στη Βενετία όπου τελειοποίησε τη λατινική γλώσσα. Στη Βενετία γνωρίζει την Ισαβέλλα Θεοτόκη, που είναι παντρεμένη με τον Κόμη Τζουζέπε Αλμπρίτζι. Ζει στο παλάτι της, το Μέγαρο Αλμπρίτζι, που είναι περιτριγυρισμένη από σπουδαίους γλύπτες, ζωγράφους, ποιητές και συγγραφείς και ο Ιωάννης όχι μόνο την ερωτεύεται, αλλά  κάνει και  σημαντικές γνωριμίες. Όταν ο Ιωάννης γύρισε στην Κέρκυρα, γιατρός πια, ασχολήθηκε με τους φτωχούς. Τους πήγαινε φάρμακα και φαγητό γι’ αυτό οι φτωχοί τον λάτρεψαν.

Τον Ιούνιο του 1797 καταφθάνει στο νησί ο Βοναπάρτης με τον γαλλικό στόλο και μαζί με τον Βενετικό στόλο δημιούργησαν την Βενετική Λαϊκή Πολιτεία κι έτσι τα Επτάνησα πέρασαν στους Γάλλους αναίμακτα. Οι Γάλλοι προσπάθησαν ν’ αλλάξουν το πολίτευμα από αριστοκρατικό  έγινε δημοκρατικό, γι’ αυτό έκαψαν την χρυσή Βίβλο και για πρώτη φορά στην τοπική αυτοδιοίκηση συμμετείχαν εκπρόσωποι απ’ όλα  τα κοινωνικά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου.

Δυστυχώς μετά από είκοσι μήνες, οι Ρώσοι συμμάχησαν με τους Τούρκους και τους Άγγλους για να διώξουν τον Ναπολέοντα. Η Ρωσία και η Τουρκία υπέγραψαν Σύμβαση και τα Επτάνησα έγιναν ένα ενιαίο κράτος υπό την προστασία τους με κυβέρνηση μία Γερουσία με έδρα την Κέρκυρα, όπου εμφανίστηκαν πάλι η Χρυσή Βίβλος  και οι ευγενείς. Έγραψαν ένα Σύνταγμα που το ονόμασαν Βυζαντινό, όπου ξαναφούντωναν οι ταξικές αντιθέσεις. Ο λαός, στα νησιά της  Κεφαλλονιάς, Ζακύνθου και Κυθήρων ξεσηκώθηκε και ο Κόντε Αντώνιος Καποδίστριας έστειλε το γιο του Ιωάννη, να τους κατευνάσει. Πράγματι ο Ιωάννης τους μίλησε απλά, συμφωνούσε μαζί τους και τους ζήτησε να έχουν ψυχραιμία, για να μπορέσουν να βελτιώσουν τα πράγματα αφού δεν μπορούν να τα αλλάξουν. Οι ταραχές όμως δεν σταμάτησαν γι’ αυτό οι Ρώσοι έστειλαν τον Ζακυνθινό κόμη Μοτσενίγο για  ν’ αποκαταστήσει την ειρήνη. Αυτός προκήρυξε εκλογές κι αυτοί ομόφωνα εξέλεξαν για Γενικό Γραμματέα της Επτανήσιας Πολιτείας τον  Ιωάννη Καποδίστρια. Στα καθήκοντά του ήταν να διευθύνει και την εξωτερική πολιτική κι έτσι έγινε διπλωμάτης. Μετά τον θάνατο του Θεοτόκη την Κυβέρνηση ανέλαβε ο Καποδίστριας, όπου υπό την προεδρία του έγραψαν νέο Ελληνικό Σύνταγμα, που περιείχε την διάκριση των εξουσιών, ανεξιθρησκεία, εκλογή με σφαιρίδια, συμμετοχή στα κοινά με βάση το ύψος των εισοδημάτων των πολιτών και όχι την ευγενική καταγωγή τους.

Ο Αλή Πασάς ορέγεται τη Λευκάδα και θέλει να ενωθεί με τους Γάλλους, για ν’ αποδυναμώσει τους Ρώσους. Ο Πασάς λεηλάτησε την Πρέβεζα και την Βόνιτσα, ενώ από το φρούριο του Τεκέ οι Γάλλοι βομβάρδιζαν με τέσσερα κανόνια που έφεραν από τη Νάπολη. Γενικός Επίτροπος για την άμυνα του νησιού ήταν ο Ιωάννης. Απαγόρευσε τις μετακινήσεις των κατοίκων και κήρυξε γενική επιστράτευση. Στρατολόγησε Ρουμελιώτες, Μανιάτες και Μοραΐτες, που ήταν εκεί. Μίσθωσε εννέα πλοία, δημιουργώντας ναυτική δύναμη κι έβαλε στο ένα πλοίο να είναι επικεφαλής ο Κολοκοτρώνης. Ο Ιωάννης συντόνιζε τις συνεχείς επιθέσεις. Βοήθησαν όλοι αριστοκράτες και λαϊκοί, πλούσιοι και φτωχοί, αγρότες και αστοί, γυναίκες και παιδιά κι έτσι έκανε την άμυνα της Λευκάδας αγώνα Παλλαϊκό και Πανελλήνιο. Η νίκη φάνηκε όταν μπήκε στο στενό η ρωσική φρεγάτα και κατέστρεψε το φρούριο του Τεκέ, οπότε οι Αλβανοί έφυγαν να σωθούν. Μάταιη ίσως ήταν αυτή η νίκη, γιατί ο τσάρος χωρίς κανείς να το ξέρει παραδίδει την Επτάνησο Πολιτεία  στον Ναπολέοντα.

Εντωμεταξύ ο τσάρος καλεί τον Καποδίστρια στη Ρωσία για να τον χρησιμοποιήσει ως σύμβουλο επί των εξωτερικών θεμάτων της Ρωσίας. Στους γάμους του αδελφού του τσάρου συναντιέται ο Ιωάννης με την πριγκίπισσα της Μολδαβίας   Ρωξάνδρα Στούρτζα, η οποία ήταν κυρία επί των τιμών της τσαρίνας. Αμέσως αλληλοερωτεύτηκαν και όσο ο Ιωάννης έμεινε στην Μόσχα πήγαινε ανελλιπώς στο σπίτι της. Άλλωστε συνεργαζόταν πολύ στενά και με τον αδελφό της τον Αλέξανδρο, που εργαζόταν στο ίδιο υπουργείο ως μεταφραστής. Στο σπίτι της Ρωξάνδρας επίσης γνώρισε και τον εξάδελφό της, τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη.

 

Καρολίνα Μέρμηγκα

 

Ο Ιωάννης όσο βρισκόταν στη Μόσχα παραπονιόταν για τα ρούβλια που δεν του έφταναν και για τον καιρό, που τον έβρισκε απαίσιο και αναπολούσε τον καιρό της πατρίδας του. Κάποιο βράδυ πήγε να αποχαιρετήσει την Ρωξάνδρα, γιατί ο τσάρος τον διόρισε στην πρεσβεία της Βιέννης. Της ζήτησε επίσης να παίξει στο πιάνο την αγαπημένη του σονάτα του «Αποχωρισμού», του Μπετόβεν.  Η Ρωξάνδρα νιώθει πολύ λυπημένη, γιατί αισθάνεται ότι μπορεί και να μην τον ξαναδεί, αφού δεν την ζητά σε γάμο  και  καταλαβαίνει, ότι το κάνει αυτό και λόγω των οικονομικών του, αλλά κι επειδή  θέλει να είναι ανεξάρτητος και αφοσιωμένος στην πατρίδα του. Εκείνη στενοχωριέται επίσης, που δεν μπορεί να αντιδράσει στην τσαρίνα, που θέλει να την παντρέψει μ’ έναν εξάδελφό της. Πριν φύγει της υποσχέθηκε ν’αλληλογραφούν και ζήτησε να του γράφει.

Στις 15 Δεκεμβρίου του 1812, γράφει ο Ιωάννης στον πατέρα του ότι επειδή είναι διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του αρχηγού της ρωσικής Στρατιάς του Δουνάβεως υπηρετεί για ένα χρόνο στο μέτωπο κι ακολουθεί τον ρωσικό στρατό σ’ αυτό το παιχνίδι εξόντωσης και του εξηγεί πως ζει σε μια σκηνή, διότι η Γαλλία έχει πόλεμο με τη Ρωσία, επειδή ο Βοναπάρτης αποφάσισε να καταλάβει τη Μόσχα. Όμως οι Ρώσοι παίζουν το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι κι έτσι οι Γάλλοι εγκλωβίστηκαν στις αχανείς στέπες που προσπάθησαν να καταλάβουν. Ο Βοναπάρτης δραπέτευσε κρυφά και οι στρατιώτες, που αποφάσισαν να οπισθοχωρήσουν χάθηκαν στα χιόνια. Δυστυχώς και η Ρωσία υπέστη καταστροφές, αφού εκτός από τους δικούς της στρατιώτες που έχασε, είχε αναγκαστεί να κάψει και να καταστρέψει τη γη της, προκειμένου να παγιδεύσει τον εχθρό.

Ο Καποδίστριας διακρίνεται συνέχεια, γιατί με την οξυδέρκειά του δίνει λύσεις και γι’ αυτό ο τσάρος εκτιμώντας τις ικανότητές του τον στέλνει στην Ελβετία, για να την ενοποιήσει και να την κάνει ένα ουδέτερο ανεξάρτητο κράτος μακριά από τους σφετεριστές Γάλλους και Αυστριακούς.  Ο Καποδίστριας μέσα σ’ ένα χρόνο έκανε την Ελβετία ένα ενιαίο δημοκρατικό κράτος με ομοσπονδιακό σύνταγμα και οι Ελβετοί τον κήρυξαν επίτιμο δημότη τριών μεγάλων καντονίων. Ο τσάρος επίσης τον στέλνει να παρακολουθεί και να συμμετέχει στο μεγάλο συνέδριο της Ευρώπης και ακούει την γνώμη του κι επιζητά τη συμβουλή του. Ο Μέττερνιχ ο Αυστριακός υπουργός  των εξωτερικών, τον εχθρεύεται, γιατί έχει  καταλάβει ότι είναι ο μοναδικός του αντίπαλος. Αυτά που λέει ο Καποδίστριας μόνο ο Μέττερνιχ τα αντικρούει, γιατί ο Καποδίστριας μιλά για το συμφέρον των λαών και όχι των ηγεμόνων. Παίρνοντας θάρρος μιλά στο συνέδριο για τις οθωμανικές βαρβαρότητες και την απερίγραπτη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αφού  ο Τσάρος τον έχει στείλει στη Βιέννη στην Πρεσβεία της Ρωσίας. Η Βιέννη του αρέσει και λόγω καλύτερου κλίματος, αλλά κι επειδή είναι ο ομφαλός της Ευρώπης. Μια και βρίσκεται στη Βιέννη, ο Ιωάννης προτείνει  στον τσάρο να τον βοηθήσει να ιδρύσει την Εταιρεία των Ελλήνων Φιλομούσων, η οποία θα επεδίωκε τη μεταλαμπάδευση Ευρωπαϊκού πολιτισμού στην Ελλάδα, την προστασία αρχαιοτήτων και την παροχή παιδείας και μόρφωσης σε νέους άπορους Έλληνες. Ο τσάρος και η τσαρίνα έγιναν συνδρομητές και τους ακολούθησαν και πολλοί άλλοι ηγεμόνες. Μάλιστα ο μοναδικός Αυστριακός, που έγινε μέλος ήταν ο Μέττερνιχ, γιατί δεν μπορούσε να εναντιωθεί στο τεράστιο κύμα φιλελληνισμού.

Το 1815 υπογράφηκε στο Παρίσι η Συνθήκη για τα Ιόνια νησιά που οφείλεται στον Καποδίστρια και ήταν μεγάλο επίτευγμα, γιατί θα αποτελούσαν κράτος ανεξάρτητο και ελεύθερο, υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας με συνταγματική διακυβέρνηση, δική του σημαία, δικές του ένοπλες δυνάμεις. Όμως ο Άγγλος αρμοστής των Ιονίων Νησιών ήρθε σε συνεννόηση με τον Πασά των Ιωαννίνων και του πούλησε την Πάργα για 450.000 δίστηλα νομίσματα, οπότε όλοι οι κάτοικοι έπρεπε να φύγουν, για να μπουν οι άνθρωποι του Αλή.

Μετά την ήττα του Βοναπάρτη στο Βατερλό ακολούθησε η εισβολή των Συμμαχικών Δυνάμεων στο Παρίσι. Όμως μία πρόταση που είχε κάνει ο Καποδίστριας πέρασε και υπογράφηκε και ήταν πολύ σημαντική. Είχε προτείνει να αποσυρθούν τα στρατεύματα κατοχής από τη Γαλλία και να μειωθούν οι υπερβολικές πολεμικές αποζημιώσεις. Η Γαλλία παραμένει χάρη σ’ αυτόν ένα ισχυρό κράτος, πυρήνας ακόμα της Ευρώπης. Ο Λουδοβίκος πρότεινε να του δώσει χρήματα, τα οποία δεν δέχτηκε ο Καποδίστριας, του είπε όμως να στείλει στην Ελλάδα, όταν απελευθερωθεί  βιβλία, για τις πρώτες βιβλιοθήκες της.

Το 1819 ο Καποδίστριας επισκέφτηκε την οικογένειά του στην Κέρκυρα χωρίς επισημότητες, όμως επειδή ήταν στο στόχαστρο και είχε δημιουργήσει εχθρούς με κυριότερο τον Μέττερνιχ, όλοι τον παρακολουθούσαν, γιατί αφ’ ενός τον θεωρούσαν συνωμότη, επειδή ανήκε στον τσάρο, αλλ’ αφ’ ετέρου γνώριζαν τις επαφές του με τον Κάλβο και τον Φώσκολο, που τους θεωρούν επαναστάτες κι επικίνδυνους. Επιπλέον έμαθαν και για την Φιλική Εταιρία κι ας αρνείται ότι δεν συμμετέχει. Οπότε τώρα, που έχει πάει ιδιωτικά στην περιοχή, δεν του επιτρέπεται να πάρει το μέρος των Παργινών και να έρθει αντιμέτωπος  με τους Άγγλους, που ποδοπατούν συνέχεια τη συμφωνία που είχαν υπογράψει.

Είναι Πάσχα και έχουν συγκεντρωθεί όλοι να φάνε το αρνί, οι Κολοκοτρωναίοι, οι Μποτσαραίοι και οι μεγάλοι αρματολοί της Πελοποννήσου, οπότε ο Καποδίστριας βρήκε την ευκαιρία να τους πει να ξεχάσουν τον τσάρο, γιατί δεν θέλει να τα χαλάσει ούτε με την Τουρκία, αλλά ούτε και με τους Άγγλους, οπότε να μην περιμένουν βοήθεια από κανέναν κι από πουθενά και να στηριχθούν μόνο στις δικές τους δυνάμεις.

Τον Χειμώνα του 1821 γίνεται ένα συνέδριο στο Λάιμπαχ και καταφθάνουν φοβερά νέα από τη Μολδοβλαχία και την Ελλάδα. Έγινε εξέγερση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες της Ρουμανίας και εξέγερση στην Πελοπόννησο και σε λίγες μέρες έφτασε η είδηση για την κήρυξη μιας ελληνικής επανάστασης. Ο τσάρος απογοητεύεται από τον αξιωματικό του τον Υψηλάντη, που έχασε στη μάχη του Δραγατσανίου τους γενναίους του Ιερολοχίτες. Ο Πατριάρχης που είναι υπάλληλος του Σουλτάνου,  αφορίζει τον Υψηλάντη κι ενώ περνά τα αυστριακά σύνορα με πλαστό όνομα συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Ο τσάρος υποχρεώνει τον Καποδίστρια να γράψει γράμμα στους Έλληνες ότι δεν πρόκειται να τους βοηθήσει γιατί δεν θέλει να τα χαλάσει με τους Τούρκους. Ο Μέττερνιχ που τα μαθαίνει αυτά, φυσικά θριαμβολογεί και χαίρεται που χάνει έδαφος ο Καποδίστριας.

Στις 12 Μαΐου όλοι οι σύνεδροι συναινούν με το υπόμνημα του Αυστριακού για κοινή στάση κι αντιμετώπιση των επαναστατημένων Ελλήνων κι ετοιμάζονται να υπογράψουν διακήρυξη για καταστολή με κάθε μέσο της επανάστασης, που θέτει σε κίνδυνο την ησυχία και την ειρήνη του ευρωπαϊκού κόσμου. Όμως ο Καποδίστριας προσπαθεί, στο συνέδριο, να ξεκαθαρίσει ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στις μικροεξεγέρσεις των απείθαρχων και ταραχοποιών στην Ισπανία και Ιταλία, που είναι αντικαθεστωτικές μικροεξεγέρσεις και ανταρσίες και δεν έχουν καμία σχέση με την επανάσταση, που ξεσπά τώρα στην Ελλάδα, που δεν είναι αντικαθεστωτική, αλλά Εθνική και Εθνικοαπελευθερωτική ενάντια σε ξένο βάρβαρο και απολίτιστο μη χριστιανό δυνάστη κι επομένως εκείνοι που απειλούν την ειρήνη της Ευρώπης είναι οι Τούρκοι, είναι το Ισλάμ, που πολεμά εναντίον του χριστιανισμού. Άρα τα χριστιανικά κράτη έχουν χρέος να επέμβουν θετικά και να προστατεύσουν τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ελλάδας. Ευτυχώς οι σύνεδροι πείστηκαν και υπέγραψαν καταδικάζοντας ονομαστικά τα επαναστατικά κινήματα μόνο της Νεάπολης και του Πεδεμοντίου.

Τον Αύγουστο του 1822 ο Καποδίστριας δίνει την παραίτησή του στον τσάρο και φεύγει για την Ελβετία. Ο μισθός που παίρνει ο Καποδίστριας είναι 32.000 χρυσά φράγκα το μήνα, κρατά τα 180 φράγκα για να περνά μαζί με τον υπηρέτη του και τα υπόλοιπα τα στέλνει στην Ελλάδα, για τον αγώνα.

Στις 19 Αυγούστου του 1824 πηγαίνει στο σπίτι του Καποδίστρια στη Γενεύη ο Ζαν Γκαμπριέλ Εϋνάρδος, ο οποίος του ανακοινώνει τον σφαγιασμό που υπέστησαν οι Ψαριανοί, αλλά και ότι δημιουργήθηκε προσωρινή κυβέρνηση στην Ελλάδα, που την απαρτίζουν πρόκριτοι, οπλαρχηγοί, στρατιωτικοί και εκκλησιαστικοί, που όμως πολεμούν τώρα αναμεταξύ τους και οι κοτζαμπάσηδες, οι δημογέροντες, οι προύχοντες, οι αρματολοί και οι κλέφτες κάνουν εμφύλιο. Στο τέλος ο Καποδίστριας δείχνει ένα γράμμα στον Ελβετό υπογεγραμμένο από τον Πέτρο Μαυρομιχάλη, Σωτήριο Χαραλάμπη και Ανδρέα Μεταξά, που τον καλούν να πάει εκεί και να θυσιάσει τη ζωή του για τη σωτηρία της πατρίδας. Δυστυχώς όμως δεν μπορεί να πάει άμεσα γιατί ο τσάρος δεν έχει κάνει αποδεκτή  την παραίτησή του και τον έχει σε άδεια.

Από τον Ελβετό Μάγιερ έμαθε τα βάσανα που περνούν  οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου. Υποφέρουν από αρρώστιες, από τις σφαίρες και τις βόμβες του εχθρού, αλλά και από το ψύχος. ‘Όλες οι αφηγήσεις  που φτάνουν στ’ αυτιά του, για μωρά που τα ναρκώνουν οι μανάδες τους για να μην κλαίνε, για τον Καψάλη, που τίναξε την πυριτιδαποθήκη στον αέρα, για πρόσφυγες που τρέχουν να σωθούν από τον πόλεμο και τη σφαγή, αλλά κανείς δεν τους θέλει, παρά μόνο οι Ελβετοί, όλα αυτά του γεμίζουν δάκρυα στα μάτια και στην ψυχή. Όμως κάτι βλέπει να γίνεται. Η τραγωδία του Μεσολογγίου ήταν το δυνατό χτύπημα, που ταρακούνησε ακόμα και αυτούς που δεν ήθελαν να δουν την κατάσταση της Ελλάδας, οπότε τώρα την βλέπουν και την  κάνουν υπόθεση δική τους. Επικράτησαν οι φιλέλληνες και τώρα σχεδόν όλοι υποστηρίζουν τον ελληνικό αγώνα και παραδέχτηκαν ότι ο Καποδίστριας έκανε την υπόθεση της Ελλάδας, υπόθεση της Ευρώπης.

Σ’ ένα του γράμμα προς την Ρωξάνδρα της γράφει πόσο του λείπει κι αν δεν υπήρχαν αυτά τα γεγονότα θα την ήθελε πάντα κοντά του, αλλά τώρα είναι οι συνθήκες τέτοιες, που δεν επιθυμεί να ταλαιπωρείται μαζί του, άλλωστε οι αποστάσεις δεν είναι τόσο δυνατές ώστε να μπορούν να χωρίσουν δυο ανθρώπους, που τους ενώνει η αγάπη της καρδιάς και της σκέψης.

Τα διαβάζει και τα ξαναδιαβάζει τα γράμματά του η Ρωξάνδρα, όμως δεν έχει πολύ χρόνο να ονειρεύεται, γιατί έχει τόσα να κάνει με τους χιλιάδες πρόσφυγες, που φτάνουν στην αυλή της. Είναι άλλωστε παντρεμένη και με τον εξάδελφο της τσαρίνας τον Κόμη Άλμπερτ Γκαέτα Έντλινγκ, που όμως ήταν ένας γάμος τελείως συμβατικός, που μάλιστα την εγκατέλειψε και γύρισε στην πατρίδα του. Έτσι η Ρωξάνδρα ασχολείται με την περίθαλψη των Ελλήνων και τη μόρφωση των παιδιών τους. Χτίζει και διοικεί ένα μεγάλο ορφανοτροφείο, διοικεί και επιβλέπει να καρποφορούν τα εκατό χιλιάδες στρέμματα στις κοιλάδες του Δνείστερου, στη Βεσσαραβία, που της χάρισε ο τσάρος. Εκεί βρίσκουν δουλειά αμέτρητες οικογένειες, καθώς στέγη και τροφή.

Στην Ελλάδα μετά τους αγώνες ήρθαν  οι έριδες  και οι διχόνοιες. Στην Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα,  πολεμά ο ένας τον άλλο. Αυτοί που κάποτε ήταν ηρωική και ταγμένοι σε μια τρέλα ιερή, τώρα είναι απείθαρχοι και βουτηγμένοι στις έριδες και στην εκδίκηση για τα συμφέροντά τους.

Ο Καποδίστριας αποφασίζει τελικά, αφού ο τσάρος δέχτηκε την παραίτησή του, να πάει στην Ελλάδα για να αναλάβει ως Κυβερνήτης. Βρίσκεται στο Τορίνο και κατευθύνεται προς την Ανκόνα περιμένοντας αγγλικό πλοίο που θα τον μεταφέρει στην Ελλάδα. Όσο περίμενε πληροφορήθηκε για τη ναυμαχία στο Ναβαρίνο, που είχαν πάρει μέρος Βρετανοί, Ρώσοι και Γάλλοι εναντίον του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Πληροφορήθηκε ότι από τα 89 τουρκοαιγυπτιακά πλοία μόνο 14 επέστρεψαν στην Αλεξάνδρεια, μετρώντας 8000 νεκρούς, ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις  έχασαν 181 άντρες και ούτε ένα πλοίο. Ήταν ένα λαμπρό γεγονός, που ευχαρίστησε και χαροποίησε τον Καποδίστρια.

Όσο περίμενε το πλοίο δεν είχε μείνει άπραγος, έγραφε επιστολές. Είχε γράψει εβδομήντα ένα γράμματα παρακαλώντας για την περίθαλψη των Ελλήνων προσφύγων και ορφανών, για την ίδρυση ελληνικών σχολείων για τα παιδιά. Μάλιστα είχε παρακαλέσει τον παιδαγωγό Μουστοξύδη, αλλά και άλλους παιδαγωγούς να συγκεντρώσουν τεχνογνωσία για τα σχολεία, ως επίσης να συγκεντρωθούν άμεσα  βιβλία και δάσκαλοι. Επιτέλους έφτασε το πλοίο «Λύκος», που ήταν μια αγγλική κορβέτα και ανήμερα της Πρωτοχρονιάς σάλπαραν. Κοντά στις Αλβανικές ακτές μετεπιβιβάστηκε στην αγγλική πολεμική φρεγάδα “Warspite”.

Καθώς έπλεε η φρεγάδα στα γαλανά νερά του Ιονίου, την πλησίασαν το ρωσικό και το γαλλικό πλοίο, έτσι όπως ήθελε ο Καποδίστριας, να συνοδεύεται από τις τρεις δυνάμεις, έτσι ώστε να μην έχει  καμία από τις δυνάμεις προβάδισμα. Λόγω κακοκαιρίας δεν μπόρεσαν να αράξουν στην Αίγινα, όπου τους περίμεναν και αναγκάστηκαν να αγκυροβολήσουν στο Ναύπλιο. Ο Καποδίστριας μόλις κατέβηκε από το πλοίο επισκέφτηκε τα οχυρώματα και τον ενημέρωσαν για το ελληνικό χέρι που βρέθηκε να πυροβολήσει δυο βουλευτές μέσα στο Βουλευτικό. Ο Γρίβας που με τους άντρες του έκανε τη δική του επανάσταση αν και δεν πήγε να συναντήσει τον Καποδίστρια του έστειλε μήνυμα ότι τάσσεται με το μέρος του, μαζί με τους άντρες του. Ο Δραγούμης τάχτηκε επίσης στην υπηρεσία του. Υπήρχε όμως και η Αντικυβερνητική Επιτροπή, όπου πρόεδρος ήταν ο Γιωργάκης Μαυρομιχάλης, γιος του Πετρόμπεη. Οι Μαυρομιχαλαίοι έδωσαν πολλά για τον αγώνα και σε αίμα και σε χρήμα, οπότε ζητούν αποζημιώσεις από το κράτος.

Ο κόσμος που μαζεύτηκε φωνάζει μεν ζήτω ο Κυβερνήτης, όμως ταυτόχρονα ζητούν να τους θρέψει τα παιδιά τους και αν είναι δυνατόν να τους αναστήσει τους νεκρούς τους.

Οι αμπελώνες είναι αποχερσωμένοι. Οι  κοιλάδες που ήταν γεμάτες σιτάρι, τώρα είναι άγονες και ρημαγμένες. Του όρισαν ένα σπίτι να μένει, όπου εκεί θα ήταν και το γραφείο του. Στο γραφείο του μαζεύτηκαν και οι Υπουργοί. Ο Υπουργός των οικονομικών Λιδωρίκης τον ενημέρωσε ότι δεν υπάρχει ταμείο, αφού δεν υπάρχουν χρήματα. Ο Γραμματέας των στρατιωτικών τον ενημέρωσε ότι δεν υπάρχει ούτε στρατός, ούτε πολεμοφόδια, αφού το Ναύπλιο και ο Ναύσταθμος βρίσκονται στα χέρια του Γρίβα. Ο γραμματέας της δικαιοσύνης Σούτσος του είπε ότι δεν υπάρχουν ούτε δικαστές, ούτε δικαστήρια.  Τον ενημερώνουν για την πειρατεία, το λαθρεμπόριο, την αδυναμία είσπραξης φόρων, αλλά δεν του λένε, ότι γίνεται κατάχρηση δημοσίων πόρων από τοπικούς άρχοντες και ότι υπάρχει απειθαρχία του στρατού. Παρόλο που η χώρα είναι μικροί εντούτοις υπάρχουν πάρα πολλοί δημογέροντες, προύχοντες, πρόκριτοι, αρματολοί, κλέφτες, καραβοκύρηδες, πολιτικοί, στρατιωτικοί, Πελοποννήσιοι, Στερεοελλαδίτες, Υδραίοι, Σπετσιώτες, Ψαριανοί, Μανιάτες, Φαναριώτες, Ρωσόφιλοι, Αγγλόφιλοι και Γαλλόφιλοι.

Το 1828 η Ελληνική Επανάσταση βρίσκεται στον όγδοο χρόνο της και ο Ιμπραήμ βρίσκεται ακόμα στην Πελοπόννησο με περισσότερους από 25.000 άντρες και φτάνει στην Τριπολιτσά γκρεμίζοντας τα πάντα στο πέρασμά του. Εκείνη την εποχή ο τσάρος κήρυξε για μια ακόμα φορά πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ο Καποδίστριας μέσα σε είκοσι μέρες σύστησε το Πανελλήνιον, ίδρυσε τη Χρηματιστική Τράπεζα, εξέδωσε νομισματική διατίμηση, διόρισε επιτροπή αρχιερέων για τη διάταξη της εκκλησίας και οργάνωσε τακτικό στρατό, έφτιαξε τη ναυτιλία και πάταξε με τον Μιαούλη την πειρατεία. Για να ταϊστεί ο κόσμος σκέφτηκε να φέρει καινούριους σπόρους και τρόφιμα από άλλες χώρες κι έτσι έφερε από την Αλεξάνδρεια την πατάτα.

Ο Ιμπραήμ δεν λέει να φύγει από την Πελοπόννησο, γι’ αυτό ο Καποδίστριας ζήτησε βοήθεια από τους Γάλλους, οι οποίοι έσπευσαν αμέσως να βοηθήσουν. Το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο και χωρίστηκε σε τρεις μοίρες. Η μία πήγε στο Πεταλίδι με επικεφαλής τον Μαιζόν. Η άλλη κοντά στην Κορώνη υπό τον Σεμπαστιανί και η Τρίτη στο Ναυαρίνο με επικεφαλής τον Σνάιντερ.

Ο Μαιζόν είπε στον Ιμπραήμ να φύγει άμεσα χωρίς να πάρει Έλληνες αιχμαλώτους μαζί του. Το Νοέμβριο η Βρετανία πέτυχε να υπογραφεί Πρωτόκολλο, που καλύπτει μόνο την Πελοπόννησο και τις Κυκλάδες και μάταια ο Καποδίστριας προσπαθεί να τους πείσει πως τα περιορισμένα σύνορα καταδικάζουν τη χώρα του σε αφανισμό πριν ακόμα προλάβει να υπάρξει.

Στη Δ ΄Εθνοσυνέλευση  ο Γραμματέας της Επικράτειας Νικόλαος Σπιλιάδης αφού ολοκλήρωσε την ανάγνωση των πεπραγμένων της Κυβέρνησης πρόσθεσε τα εξής «Να λοιπόν η φιλοδοξία του Κυβερνήτη της Ελληνικής Πολιτείας, που άλλο δεν θέλει από το να σώσει  την Ελλάδα, να την καταστήσει ευδαίμονα και να απολαύσει την ανταμοιβή της συνείδησής του, που όλοι οι θρόνοι του κόσμου δεν θα μπορούσαν να του προσφέρουν και μετά να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του σαν απλός πολίτης.»

Οι φίλοι του στο εξωτερικό μάθαιναν πόσο δύσκολα περνούσε ο Καποδίστριας από τους συμπατριώτες του, που δεν τον άκουγαν και δεν έδειχναν εμπιστοσύνη σ’ αυτά που κάνει. Για να τον παρηγορήσουν  του έστελναν γράμματα για συμπαράσταση, όπως η Μεγάλη Δούκισσα Άννα Φεοντόρεβνα της Ρωσίας, Juliane, που του έγραψε για να του δείξει πόσο λυπάται, όταν ακούει ότι οι συμπατριώτες του δεν υποστηρίζουν το έργο του, ενώ οι ξένοι προς αυτόν οι Ελβετοί τον εξετίμησαν τόσο, που νιώθουν ευγνώμονες, για ό,τι έκανε αυτός στην πατρίδα τους και απορεί, πώς αυτοί οι γενναίοι και αισθηματίες Έλληνες τον θεωρούν Τύραννο. Ακόμα της φάνηκε περίεργο που ο συμπατριώτης του ο Κοραής ενώ στην αρχή ήταν με το μέρος του, τώρα στρέφεται εναντίον του. Εκτός του ότι βρίσκεται σε μεγάλη ηλικία δεν θα έπρεπε να τον κρίνει, γιατί βρίσκεται μακριά και δεν έχει άμεση γνώση των θεμάτων, αλλά κρίνει τις λάθος πληροφορίες που παίρνει, από λάθος άτομα, οπότε βγάζει λάθος συμπεράσματα. Και λυπάται για όλα αυτά που συμβαίνουν και κυρίως γιατί τον κατηγορούν, γι’ αυτό που δεν είναι.

Επίσης πήρε επιστολή κι από τη Ρωσική Πρεσβεία του Λονδίνου από τη Δωροθέα Λίβεν, η οποία κι αυτή προσπαθεί να του δώσει κουράγιο, για όλα αυτά που ακούει και συμφωνεί, ότι η πολιτική θα τον φάει. Τον συγχαίρει που με τη νίκη στη Μάχη της Πέτρας και με τη συνθήκη στην Αδριανούπολη σφραγίστηκε η χειραφέτηση της χώρας, όμως του υπενθυμίζει, ότι για όλες τις επιτυχίες η Μεγάλη Βρετανία έχει στραφεί εναντίον του και δεν συγχωρούν τους Ρώσους, που κατάφεραν να διώξουν τους Οθωμανούς, από την Ελλάδα, γιατί οι Άγγλοι δεν θέλουν ν’ αποκοπεί ο δρόμος τους προς τις Ινδίες, αλλά δεν θέλουν και  οι Ρώσοι να έχουν  πρόσβαση προς την Ασία κι επιπλέον δεν θα επιτρέψουν στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος να έχει άμεση επαφή με τα Επτάνησά τους.

Άλλο γράμμα που πήρε ήταν από τον παιδικό του φίλο Δημήτρη, ο οποίος του γράφει ότι ο Διονύσιος Σολωμός έφυγε από την Ζάκυνθο και πήγε στην Κέρκυρα και συνεργάζεται με τον Μουσικό Μάντζαρο, γιατί θέλει να του μελοποιήσει τον Ύμνο εις την Ελευθερία και του γράφει πως μέσα σ’ αυτήν την πίκρα και την διχόνοια, που τους περιτριγυρίζει είναι παρήγορο που ενώθηκαν για να συνεργαστούν δυο υπέροχοι καλλιτέχνες.

Το Ναύπλιο το επισκέφτηκε και η Δούκισσα της Πλακεντίας με την κόρη της και πρόσφερε 44.000 φράγκα και αμύθητα κοσμήματα, για την Ελλάδα.

Η Μαντώ Μαυρογένους που πρόσφερε όλη της την περιουσία για την Επανάσταση, αλλά και η ίδια πολέμησε, τώρα κατοικεί στο Ναύπλιο πάμπτωχη, γι’ αυτό ο Καποδίστριας της απένειμε τον τιμητικό βαθμό του Αντιστρατήγου και της έδωσε μια μικρή σύνταξη και την εποπτεία του ορφανοτροφείου.

Η Διάσκεψη του Λονδίνου είχε ανακηρύξει την Ελλάδα ανεξάρτητο κράτος με μοναρχικό πολίτευμα, με βασιλιά τον Λεοπόλδο του Σαξ-Καβούργου, όμως ο Λεοπόλδος παραιτήθηκε και όλοι πίστεψαν πως αιτία ήταν ο Καποδίστριας. Ο Καποδίστριας το μόνο που έκανε ήταν να τον ενημερώσει για τα προβλήματα, που θα δημιουργούνταν σ’ ένα κράτος παγιδευμένο σε ασφυκτικά στενά σύνορα. Ο Λεοπόλδος το κατάλαβε κι όταν ζήτησε να συμπεριληφθεί και η Κρήτη, οι δυνάμεις θεώρησαν το αίτημά του αυθάδες και τον πίεσαν να δεχτεί το στέμμα χωρίς πολλά πολλά, οπότε κι εκείνος παραιτήθηκε.

Η Ρωξάνδρα μαθαίνει πληροφορίες για τον Ιωάννη, όχι μόνο από τα γράμμα- τά του, αλλά και από διάφορες πληροφορίες που φτάνουν στη Μόσχα. Το χειρότερο που έμαθε ήταν, πως μιλάνε για έναν έρανο που έκαναν οι πλούσιοι της Αντιπολίτευσής του εκεί στην Ελλάδα, για να βρεθούν οι επίδοξοι δολοφόνοι του. Έναν έρανο με τον οποίο μάζεψαν 2.000 ισπανικά τάλιρα, αρκετά για να προσελκύσουν πολλούς υποψήφιους εκτελεστές. Όλοι έχουν καταλάβει ότι ο Πετρόμπεης, που είναι στη φυλακή κάτι ετοιμάζει, όμως ο Καποδίστριας δεν θέλει ν’ ακούσει. Ακόμα και ο ντελάλης μιλάει για φόνο κι ο Κυβερνήτης αδιαφορεί.

Είχε αποφασιστεί να βγει από τη  φυλακή ο Πετρόμπεης και να συναντηθεί με τον Καποδίστρια. Όμως κάποιο δημοσίευμα που διάβασε ο Καποδίστριας στον Ταχυδρόμο του Λονδίνου, που αναφερόταν στην τυραννική του διοίκηση και τον άδικο διωγμό του Πετρόμπεη, έγινε έξαλλος κι έφυγε προς το Παλαμήδι και δεν δέχτηκε να συναντήσει τον Πετρόμπεη, οπότε ο Πετρόμπεης καθώς αλυσοδεμένος και περιφρουρούμενος περιφερόταν στα σοκάκια του Ναυπλίου, εθίγη το γόητρό του κι έκανε σινιάλο στον αδελφό του και στο γιο του αδελφού του να σκοτώσουν τον Καποδίστρια, όπως κι έγινε την Κυριακή στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831, που πήγε ο Καποδίστριας στην εκκλησία.

Ο Καποδίστριας  κυβέρνησε την Ελλάδα τρία χρόνια οκτώ μήνες και είκοσι μία ημέρες.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top