Fractal

Είμαστε εδώ για να μάθουμε ποιοι είμαστε

Γράφει η Ρένα Σαμαρά // *

 

«Η νόσος της αδράνειας και άλλες ιστορίες», Κώστας Αρκουδέας, εκδόσεις Καστανιώτης, 2021

 

«Η νόσος της αδράνειας και άλλες ιστορίες» του Κώστα Αρκουδέα έχει την εξής ιδιομορφία. Απλώνεται χρονικά σε τέσσερις δεκαετίες, στις οποίες γράφτηκαν τα κείμενα, ξεκινώντας από τα πιο πρόσφατα για να κλείσει με τα παλαιότερα του, τα πρωτόλεια του. Έτσι ο αναγνώστης ακολουθεί τον συγγραφέα σε ένα ταξίδι στο χρόνο, που μολονότι εκτείνεται σε τόσο μεγάλο διάστημα, δε χάνει στιγμή την αίσθηση της συγχρονίας. Διαβάζοντας τα διηγήματα είναι σαν να ενοποιείται το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Και γι’ αυτό το λόγο το βιβλίο θα μπορούσε να διαβαστεί ανάποδα, ξεκινώντας από την τελευταία ενότητα με τα πρώτα του κείμενα φτάνοντας έως τα πλέον πρόσφατα, με κορυφαίο το κείμενο που γράφτηκε και δημοσιεύτηκε κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας και δίνει τον τίτλο στη συλλογή. Παρόλο το χρονικό τους εύρος, τα διηγήματα περιγράφουν με το δικό τους τρόπο το κλίμα των τεσσάρων δεκαετιών. Δεν είναι μόνο ενδεικτικά του κοινωνικού προβληματισμού για όσα κάθε φορά απασχολούσαν τον συγγραφέα, αλλά αποτυπώνουν την ατμόσφαιρα της λογοτεχνικής σφαίρας στην οποία επιθυμούσε να κινείται.

Τα κείμενα προσιδιάζουν περισσότερο από άποψη έκτασης την κλασσική διηγηματογραφία. Μολονότι υπηρετούν αυτό που σήμερα ονομάζεται «μικρή φόρμα», δεν απηχούν ακριβώς το πνεύμα της εποχής, που κλείνει το μάτι ακόμη και στο διήγημα μπονζάι, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και τέτοιου είδους κείμενα μέσα στη συλλογή, αριθμητικά όμως λιγότερα από τα πλέον εκτενή. Τα περισσότερα έχουν σαφή υπόθεση, πλοκή, και εκτυλίσσονται σε διαφορετικούς τόπους, από τη Βενετία στη Σαντορίνη και από τη Νέα Υόρκη πίσω στη Νέα Φιλαδέλφεια. Εκεί που μπαίνεις σε ένα ταξί στην πλατεία Κολιάτσου ξυπνάς σαν σε όνειρο και επιβιβάζεσαι  στο πρώτο τρένο για το Κατμαντού.

Εντυπωσιακή είναι η ποικιλία των ειδών με τα οποία καταπιάνεται ο Κώστας Αρκουδέας. Ερωτικό διήγημα, ιστορικό αφήγημα, σημείωμα με σκέψεις ενός πατέρα, διήγημα με παραμυθιακά στοιχεία, πρωτοπρόσωπη αφήγηση, θεατρικό μονόπρακτο, πολιτικό αλληγορικό κείμενο, δυστοπικό και άλλα πολλά είδη. Κάθε διήγημα είναι κι ένα μάθημα φιλολογικής προσέγγισης και δημιουργικής ανάγνωσης. Η θεματολογία του διαφοροποιείται, επίσης. Δεν υπάρχουν στεγανά και εμμονές. Η ζωή με τα προβλήματά της, ο έρωτας, το άδικο, ο θάνατος, οι συζυγικές σχέσεις, η ανεμελιά μιας χαμένης παιδικότητας, η αναζήτηση της ψυχικής ανάτασης, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες, ο μυστικισμός και η επικοινωνία με το θείο σε άλλο επίπεδο από το καθαρά θεολογικό, όσα  αγγίζουν, φοβίζουν, τρομάζουν, χαροποιούν ή δίνουν ελπίδα στον καθένα από μας, όλα γίνονται εικόνες. Γιατί ο Κώστας Αρκουδέας είναι δυνατός εικονοπλάστης. Τοπία με χρώματα κι αρώματα, που ακόμα κι αν δεν τα έχεις επισκεφτεί είναι σαν να τα γνωρίζεις, και ξαφνικά το έρεβος, και ύστερα πάλι το πέταγμα στους αιθέρες και η αναδημιουργία.

Αυτό το πλούσιο υλικό, αξίζει να αναφερθεί, πως ο ίδιος ο συγγραφέας το χωρίζει  σε τέσσερις ενότητες, που εκτός από το χρονικό πλαίσιο στο οποίο ανήκει η καθεμιά, μια δεκαετία από το 2021 ως το 1981, τιτλοφορείται και με το όνομα ενός από τα τέσσερα στοιχεία της φύσης: νερό, αέρας, φωτιά και γη. Παρόλο που κατά τη γνώμη μου το υδάτινο στοιχείο είναι αυτό που κυριαρχεί έναντι των άλλων, ίσως γιατί είναι πιο ορμητικό, όπως ορμητική είναι και η γραφή του, όπως ορμητικός είναι κι ο έρωτας που διαπερνά όλο του το βιβλίο, όπως ορμητικό είναι το συναισθηματικό φορτίο που τον κατακλύζει για να ξεβράσει τις λέξεις που θα τον λυτρώσουν.

Η πρώτη ενότητα, που τιτλοφορείται Νερό, περιλαμβάνει πέντε διηγήματα, με κορυφαίο το ομότιτλο της συλλογής. Πρόκειται για μια αλληγορία της εποχής μας, έναν προβληματισμό και μια απάντηση στην παθητικότητα του σύγχρονου ανθρώπου. Αναδεικνύεται το ψυχικό θέμα που συχνά ελλοχεύει πίσω από το σωματικό, που δεν είναι άλλο από την πλήρη αδιαφορία για όσα διαδραματίζονται. Στιγματίζει όσα ο άνθρωπος του 21ου αιώνα δεν μπορεί να διαχειριστεί και επιτρέπει να συμβαίνουν ερήμην του. Διακειμενικά σημαντικό είναι το πέρασμα δυο αγαπημένων μυθοπλαστικών μορφών του συγγραφέα από το κείμενο, του Δόξα και του Ρώμα, που κατά παλαιότερη δήλωσή του αποτελούν alter ego του, καθώς συμπυκνώνουν πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία και συμβολίζουν το πνεύμα μιας ολόκληρης εποχής, τα ‘80/’90.  «Ο άνθρωπος που αγαπούσε» είναι κατεξοχήν ερωτικό διήγημα που παραπέμπει ξεκάθαρα στον Λεονάρδο Παδούρα (Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά) και επίσης ευδιάκριτα αποκαλύπτει το βαθύτερο νόημα του, πως όλα είναι ρευστά, σαν το νερό, και μόνο ο έρωτας μπορεί να τα σταθεροποιήσει και να τα νοηματοδοτήσει. «Είναι η κολλώδης ουσία που σταθεροποιεί το ρευστό σύμπαν». «Οι μικρές πάπιες του φθινοπώρου» διαδραματίζεται στη Βενετία, στην πιο υδάτινη πόλη του κόσμου, ενώ η «Πίστη στους μικρούς θεούς» είναι ένα πολύ μικρό κείμενο που αφορά στις φάλαινες και εξωτερικεύει τις φονταμενταλιστικές ανησυχίες του συγγραφέα. Το «Αδηφάγο σαράκι» διαπερνά ολόκληρη την ελληνική ιστορία από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα, για να αποδείξει σε ένα εξαιρετικό ιστορικό αφήγημα πως το καταστροφικό μειονέκτημα της φυλής μας δεν είναι άλλο από τη διχόνοια.

Στη δεύτερη ενότητα, Φωτιά, με άλλα πέντε διηγήματα, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με τη δεκαετία του 2001-2010, που σύμφωνα με τον συγγραφέα δε θα μπορούσε να εκπροσωπείται από κανένα άλλο στοιχείο της φύσης, αφού ξεκίνησε με την πτώση των Δίδυμων Πύργων. Η φωτιά κυριάρχησε στη ζωή μας όχι ως μέσο δημιουργίας, κατά τον μύθο του Προμηθέα, αλλά ως σημάδι της επερχόμενης καταστροφής. «Η κλοπή του Μπιγκ Μπεν» αντιπαρατίθεται σκωπτικά στην υπόθεση της κλοπής των μαρμάρων του Παρθενώνα από τον Έλγιν, το «Λίγο πριν βγεις στο φως» είναι το ανέκδοτο σημείωμα ενός μελλοντικού πατέρα με σκέψεις για τα παιδιά και τον γονεϊκό ρόλο, «Το ρίγος» απομονώθηκε από το επιστημονικό νουάρ μυθιστόρημα «Ο αριθμός του Θεού» δίνοντας μας εικόνες με μυστικιστικά στοιχεία, ενώ «Ο τρίτος πελάτης» πληροί όλους τους κανόνες του διηγήματος που θα μπορούσε να διδάξει η δημιουργική γραφή. Η δεύτερη ενότητα κλείνει με το «Αναζητώντας την ιδανική γυναίκα», γραμμένο με τον ενδιαφέροντα τρόπο του επιστολικού είδους και της απεύθυνσης, προβληματίζοντας μας τελικά αν υπάρχει ιδανική γυναίκα. Στο διήγημα πρωταγωνιστεί η Σαντορίνη, αγαπημένο νησί και τόπος διαμονής για χρόνια του συγγραφέα.

Στην τρίτη ενότητα, Γη, όλα τα διηγήματα προέρχονται από γραπτά της δεκαετίας του 1991-2000, τα οποία περιλαμβάνονταν στη συλλογή «Όλες οι μέρες Κυριακή». Διηγήματα απλά και καθημερινά, πιο γήινα, τα οποία εξυπηρετούν και πάλι διαφορετικά είδη γραφής. «Ο αλιέας και ο ψαράς», σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, καταδεικνύει την ανάγκη του μύθου που αμφισβητεί τη στείρα πραγματικότητα, «Η Παναγιά του Χάρου, που κατά τη γνώμη μου συνάδει με «Το ρίγος», αναφέρεται στην αναζήτηση του θείου. Εδώ όμως η αναζήτηση εμπλέκεται με την αναζήτηση της λύτρωσης που προσφέρει η Τέχνη, με τις ιαματικές της ιδιότητες, παραπέμποντας με έναν τρόπο στον Καβάφη και στη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομμαγηνή». Ακολουθούν «Το τρένο για το Κατμαντού», αλληγορικό κείμενο, «Οι βρεγμένες πευκοβελόνες» και «Ο Πρώσος αξιωματικός», κείμενο για τις συζυγικές σχέσεις, το ζωτικό χώρο του καθένα που είναι αδιαμφισβήτητα ιερός για την αρμονική συμβίωση δυο ανθρώπων και μια αλήθεια για το νόημα της ελευθερίας στις σχέσεις των δύο φύλων: «Δεν ήξεραν όμως ότι ελευθερία στο γάμο δεν είναι να βγαίνεις χωρίς να σου γίνεται έλεγχος. Είναι να λες αυτό που νιώθεις χωρίς να φοβάσαι ότι ο άλλος θα το πάρει στραβά». Το διήγημα μάς παραπέμπει στο ομώνυμο διήγημα του Ντέιβιντ Λόρενς από τη συλλογή «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα νησιά και άλλες ιστορίες». Κατόπιν, ο συγγραφέας μας ξεκαθαρίζει ότι η ζωή του κάθε ανθρώπου κρατιέται από λεπτομέρειες που ενδεχομένως κάποιοι άλλοι θα ονόμαζαν τύχη ή πεπρωμένο, μέσα από το διήγημα «Η λεπτομέρεια που σε κρατάει στη ζωή». Ακολουθούν τα αυτοβιογραφικά «Όλες οι μέρες Κυριακή», «Τελικά τι μένει;» και «Όταν ήμουν μικρός με φώναζαν Τσίρο», μια επιστροφή στη χαμένη αθωότητα των παιδικών μας χρόνων και στην αφύπνιση της σεξουαλικότητας.

Η τελευταία ενότητα ονοματίζεται Αέρας. Περιλαμβάνει δεκατρία κείμενα, που διαβάζοντάς τα νιώθεις να σε παρασέρνει ένα απαλό αεράκι, σαν θαλασσινό μελτέμι, που διατρέχει το κείμενο και αναταράζει τις γραμματοσειρές. Σαν άυλες δημιουργίες, έπεα πτερόεντα, με πρώτα τα «Θύμισέ μου τα όνειρά σου», διήγημα σαν παραμύθι, και «Ο κάπρος και η εποχή του», δυστοπικό αφήγημα. Ακολουθούν «Η μανία των ουρανών» και «Το μοναδικό ταμπού», ταξίδια σε εξωτικούς τόπους και παλιούς πολιτισμούς, αγαπημένη θεματική του συγγραφέα. Στο διήγημα «Το ύφος του Οδυσσέα» είναι κατατεθειμένες όλες οι συγγραφικές αγωνίες από τη στιγμή που καταπιάστηκε με τη γραφή μέχρι να διαμορφώσει μετά από τέσσερις δεκαετίες τη δική του κοσμοθεωρία. Ταξίδια θαλασσινά στο «Ταξιδευτή, μη λησμονάς», άχραντο χιούμορ στα «Άχραντα των Αχράντων»  και ένα κατεξοχήν πολιτικό κείμενο στο «Γκολφ», με υπόγειο χιούμορ, συμβολισμούς, αναγωγές του κοινωνικού οικοδομήματος σε αθλήματα, έξυπνο και καυστικό κείμενο. «Άνιμα» σημαίνει άνεμος, αέρας, αναπνοή, πνεύμα, ψυχή, ζωή, και ύστερα «Οι χθόνιοι θεοί της πόλης», το πικρό μονόπρακτο «Το βυσσινί σκουφί», που κάλλιστα θα μπορούσε να πατήσει πάνω του μια μικρή μήκους ταινία, «Νέα Υόρκη, που να πάρει ο άνεμος!» και τέλος «Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϊ να περιμένει».

Πολύ ενδιαφέρων είναι ο τρόπος που κλείνει αυτή η εξαίσια συλλογή διηγημάτων. Ο συγγραφέας ακολουθώντας το λογοτεχνικό σχήμα του κύκλου παραθέτει αντί επιλόγου το διήγημα «Αρκετό για να σώσει τον κόσμο» και επανακάμπτει στο θέμα της πανδημίας προσφέροντας αυτή τη φορά ελπίδα. Ένα παιδί, που κουράστηκε να ζει «φυλακισμένο» στο σπίτι του λόγω των ιδιόμορφων υγειονομικών συνθηκών, βγαίνει έξω για να παίξει, κλωτσά την μπάλα που παρασύρει όλα τα σκουπίδια του κόσμου και γιγαντώνεται σε ένα τεράστιο τόπι κι εκείνο από τη θέση του τερματοφύλακα προσπαθεί να σώσει τον κόσμο. Σε φανερή αντίστιξη με τη «Νόσο της αδράνειας», καταδεικνύει τον παγιδευμένο στην αποχαύνωσή του σύγχρονο άνθρωπο. Ενδιαφέρουσα δε και η αντίστιξή του με το τελευταίο διήγημα της τέταρτης ενότητας, «Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϊ να περιμένει», με το πλήθος των νέων που χορεύει ξέφρενα σε μια παραλία της Σαντορίνης με ρέγκε μουσική. Τεράστιο είναι το χάος που διαχωρίζει τις αρχές της δεκαετίας του 1980 σε σχέση με εκείνες του 2020. Ποιες ελπίδες για όνειρα έχει η σημερινή γενιά; Πού μπορεί να βρει την ελπίδα; είναι μερικά από τα ερωτήματα που προκύπτουν.

Εν κατακλείδι, με αυτή τη συλλογή διηγημάτων ο Κώστας Αρκουδέας επιχειρεί να ενωθεί με τον κόσμο και με τα γενεσιουργά του στοιχεία. Το κάνει με έμφυτη τεχνική που δεν διδάσκεται γιατί δεν είναι επίκτητη, με υποδόριο χιούμορ που σπάει το μελό και μεταβαίνει ακροθιγώς στο δράμα. Ο συγγραφέας αναπτύσσει μέσα από τις ιστορίες του όσα τον τριβελίζουν και βροντοφωνάζει ότι τα μεγαλύτερα θέματα της λογοτεχνίας θα είναι πάντα ο έρωτας, ο θάνατος και τελικά η αυτοαναζήτηση. Είναι σαν να λέει «είμαστε εδώ για να εξερευνήσουμε όλες μας τις πτυχές και για να μάθουμε ποιοι είμαστε». Στο πλαίσιο αυτής της αναζήτησης καταθέτει την κοσμοθεωρία του για τη συγγραφή, αλλά ταυτόχρονα καταγράφει και την πορεία της ζωής του, την παιδικότητα και την ενηλικίωσή του,  την αγάπη του για τα νησιά, τον θαυμασμό του στη ζωγραφική και τη μουσική (αποδεικνύοντας πως μόνο η Τέχνη μπορεί να είναι βάλσαμο στην απαξίωση του καθενός), τους φόβους και τα άγχη του, τα αγαπημένα του πρόσωπα στα οποία αφιερώνει κάποια από τα διηγήματα, τους συγγραφείς που έχει ως πρότυπο. Όλα μάς τα φανερώνει. Ο υποψιασμένος αναγνώστης ανακαλύπτει ότι πίσω από τις λέξεις ενυπάρχει αν όχι μια καλά κρυμμένη αυτοβιογραφία, σίγουρα μια εμπεριστατωμένη φιλοσοφία ζωής.

 

Κώστας Αρκουδέας

 

Ο Κώστας Αρκουδέας  είναι καταξιωμένος συγγραφέας, με μακρά πορεία στα ελληνικά γράμματα. Δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1986 τη συλλογή ιστοριών Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϊ να περιμένει. Έκτοτε καταπιάστηκε με όλες τις κλιμακώσεις του πεζού λόγου (μυθιστόρημα, νουβέλα, διήγημα, παραμύθι, μικροϊστορίες κ.ά.), που ανθολογούνται σε δεκαεννέα συνολικά τίτλους. Τα τελευταία βιβλία που εξέδωσε είναι Το χαμένο Νόμπελ – Μια αληθινή ιστορία (2015), Τα κατά Αιγαίον πάθη σε ανανεωμένη επανέκδοση (2017), Επικίνδυνοι συγγραφείς (2019), Η νόσος της αδράνειας και άλλες ιστορίες (2021), όλα στις εκδόσεις Καστανιώτη.

 

 

* Η Ρένα Σαμαρά είναι φιλόλογος, συντονίστρια της Λέσχης Φιλαναγνωσίας Κομοτηνής

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top