Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Τολμηρά βήματα με γοβάκια από πάγο

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

 

 

Λίλια Τσούβα: “Γοβάκια από πάγο”, Η Σακατζαγουία και άλλες γυνάικες, εκδόσεις Κουκκίδα

 

Με προμετωπίδα τους στίχους του Σενεγαλέζου ποιητή Λεοπόλ Σεντάρ Σενγκόρ: Ξέρω ο χειμώνας θα φωτιστεί/ από μια μακριά ανοιξιάτικη μέρα, η Λίλια Τσούβα προετοιμάζει τον αναγνώστη των ιστοριών της για τη χρονική απόσταση που χωρίζει μια ποθητή «άνοιξη» από μια βαθιά στερεωμένη συνθήκη ανισότητας που χαρακτηρίζει τη θέση της γυναίκας μέσα στα κοινωνικά συστήματα διαχρονικά. Θέλησε να φέρει στο προσκήνιο έντεκα γυναικείες μορφές που τόλμησαν να προβάλουν τη δική τους υπόσταση, την άποψή τους, τη διαφορετικότητά τους, το «πρόσωπό» τους εν τέλει, μέσα σε μια κοινωνία που τους είχε αρνηθεί τα πάντα. Με τα δικά τους βήματα, αβέβαια, επισφαλή, με τα γοβάκια τους από πάγο, άγγιξαν τον κίνδυνο και ή καταξιώθηκαν (Οκτάχορδη την έκανε τη λύρα, δικούς της ρυθμούς επινόησε, «Θηλυκός Όμηρος», σ. 27) ή πλήρωσαν ακριβά το τίμημα γι’ αυτό, με τη χλεύη ή ακόμη και τον τραγικό τους θάνατο: Η Ιουδήθ, η Μπουντίκα, η Σαπφώ, η Σακατζαγουία, η Θεοφανώ, η Ασπασία, η Σότζερνερ Τρουθ, η Υπατία, η Ροσβίτα, η Άννα Μαρία Βαν Σούρμαν, η Θεοδώρα.

Η Τσούβα προτίμησε να αποδώσει τον βίο της καθεμιάς από αυτές τις γυναίκες, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που διασώζονται (ίσως και παραποιημένα μέσα από την αντρική οπτική, για παράδειγμα η «Απόκρυφη ιστορία» του Προκόπιου) διαμορφώνοντας, όμως, τη δική της αφήγηση μέσα από τη δημιουργική φαντασία. Το αποτέλεσμα είναι έντεκα ιστορίες που κατορθώνουν να αποδώσουν τη μορφή της κάθε μίας γυναίκας, εστιάζοντας στο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της, από το οποίο άντλησε τη δύναμη της αντιπαράθεσης μέσα στην ανδροκρατούμενη κοινωνία της εποχής της, μια κοινωνία που καθόριζε τη στάση και τη σκέψη των πολιτών με δεσμεύσεις πότε πολιτικές (ενδεικτικό παράδειγμα η Ασπασία) και πότε θρησκευτικές (με τραγικό παράδειγμα της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας την Υπατία).

 

Βουβή η Αλεξάνδρεια είδε τα άνθη της να μαραίνονται τα επόμενα χρόνια. Οι λόγιοι ετοίμασαν τις βαλίτσες τους για πιο ανοιχτές θάλασσες. Μια τερατώδης βδέλλα είχε ρουφήξει με τρόπο μαρτυρικό το αίμα μιας σπουδαίας γυναίκας. («Η αφέγγαρη νύχτα», σ. 64).

 

Έχει ενδιαφέρον να δούμε τον τρόπο που η γραφή αυτή διασώζει στοιχεία από την προφορικότητα των παραμυθιακών διηγήσεων. Η τοποθέτηση του ρήματος συχνά στο τέλος των προτάσεων, η χρήση του διαλόγου σε καίρια σημεία, χωρίς να διακόπτει τη ροή της αφήγησης αλλά ίσα ίσα να τη συμπληρώνει, η απουσία, κατά το δυνατόν, της όποιας λογοτεχνικότητας, η διατήρηση ενός εσωτερικού ρυθμού (στοιχείο που προσιδιάζει και στην ποίηση) όλα συντείνουν  σε μια συνέχεια του λόγου, σε ένα συνδετικό νήμα για όλες τις ιστορίες. Έτσι, περισσότερο πρόκειται για αφηγήσεις-αναφορές παρά για μυθοπλασία (κι ας αγγίζει το είδος ως μυθιστορηματική  βιογραφία) γεγονός που καθιστά το βιβλίο εξαιρετικά ενδιαφέρον στη θεματική του και τον τρόπο γραφής. Άλλωστε, η Τσούβα ξεχωρίζει για τη θεματική της πεζογραφίας της, αρκεί να θυμηθούμε τη συλλογή διηγημάτων της Το τραγούδι των  Ινουίτ (Βακχικόν, 2021).

 

Λίλια Τσούβα

 

Κι αν ο παραμυθιακός τρόπος είναι συνάμα και παραμυθητικός (παρηγορητικός, δηλαδή) έχουμε στην πρόσφατη πεζογραφική της εμφάνιση και ένα (καλά κρυμμένο ωστόσο) ελπιδοφόρο μήνυμα για τη θέση της γυναίκας στο απώτερο μέλλον· αν κάποιες γυναίκες, ξεπερνώντας τα βαθιά ριζωμένα στερεότυπα, ξεχώρισαν, γιατί αυτές να μην είναι «οδοδείκτες» για μια μελλοντική πορεία; Ακόμα κι αν τα υδάτινα, παγωμένα γοβάκια τους πρόκειται να λιώσουν κάτω από τον ανελέητο ήλιο. Στην τελευταία ιστορία του βιβλίου («Γοβάκια από πάγο») που αφορά στη Θεοδώρα, γράφει: Αλλά δεν είναι μόνον η ιστορία της Θεοδώρας, της Σαπφώς, της Σακατζαγουία, της Ασπασίας, Της Μπουντίκα, της Ροσβίτα, της Τρουθ, της Υπατίας, της Σούρμαν, της Ιουδήθ, της Θεοφανώς, είπα στον εαυτό μου ξανά. «Είναι και η ιστορία της Μαίρης, της Άννας, της Ελένης, της Φρίντας, της Σύλβιας, της Ιωάννας και όλων των άλλων γυναικών. Αθόρυβα αφήνουν πίσω τους τα χνάρια από μικρά παπούτσια». (σσ. 85-86). Έτσι, εγκιβωτίζοντας στον δικό της λόγο το απόσπασμα από τη «Γυναίκα-ψάρι» της Χλόης Κουτσουμπέλη, δείχνει την ατελείωτη αλυσίδα, από τις αρχαίες κοινωνίες μέχρι σήμερα. Δύο γυναικείες μορφές του Munch στο έργο του εξωφύλλου, μαζί κοντινές και απόμακρες, στο λευκό της αθωότητας (ή του θανάτου;) και το κόκκινο της φωτιάς, της επανάστασης (ή του αίματος;).

Άλλο ένα βιβλίο για τη θέση της γυναίκας από τα πολλά που γράφονται; Θα το αδικούσαμε. Η Τσούβα με τον τρόπο της το έκανε μοναδικό.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top