Fractal

Κύκλος Ζωής

Γράφει ο Γιώργος Σκαρλάτος //

 

Για την ποιητική συλλογή της Σοφιάνας Παρασκευοπούλου «Έβδομος κόμβος σε δαγκάνες τέσσερις», εκδ. Βακχικόν

 

Το έργο της Σοφιάνας Παρασκευπούλου ή Sofie Jeanne d’ Art, όπως είναι το ποιητικό της ψευδώνυμο, γνώρισα πριν μερικούς μήνες χάρη στον κοινό μας και καλό φίλο Γιώργο Λαγγουρέτο, με αφορμή την έκδοση της προηγούμενης ποιητικής της συλλογής με τίτλο:

“Όσα κι αν πιάσω άστρα το φεγγάρι θα θρηνεί“.

 

Πρόκειται για ένα –ομολογουμένως- πολύ ενδιαφέρον έργο, ειδικώς και για πρωτοεμφανιζόμενη ποιήτρια, όπου τα χαρακτηριστικά που εντυπωσιάζουν είναι:

το πολυσχιδές των θεμάτων, η απουσία κοινοτοπίας των θεμάτων, ο πρωτότυπος τρόπος προσέγγισης, η λεξιπλασία, η άνεση της γραφής έμμετρου και ελεύθερου λόγου, αλλά και ένα ιδιαίτερο στοιχείο, η χρήση ενός είδους ειρωνείας, αυτή που ο συγγραφέας Γιώργος Κατσέλης που έκανε και την παρoυσίαση του προηγούμενου βιβλίου, ονόμασε προσφυώς Ζαν ντ’Αρτική!

 

Για το νέο βιβλίο της “Έβδομος κόμβος σε δαγκάνες τέσσερις” από τις εκδόσεις Βακχικόν:

 

 

Κατ’ αρχάς το εξώφυλλο,

είναι κάτι που δεν πρέπει να προσπεράσουμε βιαστικά και να το θεωρήσουμε ως άλλο ένα αισθητικό κάλυμμα μιας ποιητικής συλλογής.

Το αρχετυπικό σχήμα ενός κύκλου με –εν προκειμένω κόκκινο- κέντρο δηλώνει αρκετά στοιχεία:

Συμπαντικός κύκλος; Γιατί όχι…  Ο ίδιος ο Ηλιος; Είναι άλλωστε το σύμβολό του…

Ο κύκλος της ζωής; Γιατί όχι … Κάποια όρια καθορίζονται σίγουρα.

Αλλά στο κέντρο πάντα ο γήινος άνθρωπος και η ματωμένη πλην αγαπητή ζωή του…

 

Αν δούμε τα περιεχόμενα αντιλαμβανόμαστε αμέσως ότι κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει με την δημιουργία αυτής της σειράς των ποιημάτων.

Η ιδιαιτερότητα λοιπόν έγκειται στο ότι το έργο είναι χωρισμένο σε δύο μέρη:

1ο μερος: Της Ίασης το Ρόδι

2ο μέρος: Νυχτολόγιο, ώρες που ορροδώ

 

Δύο μέρη που γλωσσικά διαφέρουν και εκ πρώτης όψεως φαίνεται να έχουν διαφορετική θεματολογία.

Το 1ο μέρος είναι γραμμένο με πολλά στοιχεία και γλωσσικούς τύπους της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, ενώ το 2ο είναι σε μια καθημερινή γλώσσα, πολύ κοντά στο ύφος της σύγχρονης βιωματικής ποίησης.

 

Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:

Ας δούμε κατ’ αρχάς χωριστά τα δύο μέρη και ας προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε και να εμβαθύνουμε στις προθέσεις της δημιουργού

 

Το 1ο μέρος, “Της Ίασης το Ρόδι” φαίνεται ότι είναι βασισμένο σε ένα μύθο.

Σε ένα από τους σημαντικότερους και παλαιότερους μύθους της αρχαιοελληνικής πνευματοδοξίας, τον μύθο της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Άδη.

Τον μύθο λίγο πολύ τον γνωρίζουμε και δεν θα δαπανηθούμε στις λεπτομέρειές του, αλλά στα σημαινόμενά του.

 

Σοφιάνα Παρασκευοπούλου

 

Όπως αναφέρει ο Κακριδής, ο μύθος δεν έγινε για να είναι αισθητικά ωραίος αλλά για να ανταποκρίνεται σε άλλες έξεις της συνείδησης.

Και εδώ είναι το μέγα ζητούμενο.

Είναι γνωστό ότι ο μύθος της Περσεφόνης, είναι μια συμβολική αναπαράσταση της περιπέτειας της εσωτερικής ζωής που, για να γνωρίσει, θα βυθιστεί στο πένθος, ώστε να μπορέσει κατόπιν να ανθοφορήσει. Καθρεφτίζει την δύναμη της αλλαγής.

Γιατί οι άνθρωποι δε θα μπορέσουν να βιώσουν τις αλλαγές των εποχών αν δεν πενθήσουν. Μόνο έτσι αποκτούν παρελθόν. Και το παρελθόν είναι αναπόσπαστο μέρος του κόσμου.

Η Περσεφόνη φεύγοντας από την αγκαλιά της μητέρας της θα γνωρίσει τον έρωτα του Άδη και θα τον αγαπήσει, γιατί θα επιλέξει να φάει τους σπόρους ροδιάς που θα της δώσει για να είναι μετά από αυτό για πάντα δική του.

Ο συμβολισμός αυτός υπονοεί τη γέννηση της ζωής. Είναι το στάρι που θα πεθάνει, θα μπει στη γη για να ξαναγεννηθεί.

Εκεί στο Έρεβος που έγινε το παλάτι του Άδη και της Περσεφόνης είναι αυτή Υποχθόνια περιοχή που στη μυθική γλώσσα είναι το σύμβολο του υποσυνείδητου και ο άρχοντάς του είναι ο Πλούτωνας, η άλλη ονομασία του Άδη, με την οποία φέρει τα πλούτη στη γη.

Αυτή είναι και η έννοια του πεπρωμένου. Γιατί, όπως λέει και ο φιλόσοφος Gaston Bachelart, χαρακτηριστικό του ανθρώπου δεν είναι η φύση του, είναι η ιστορία του που θέλει να τη ζήσει, να τη δραματοποιήσει, για να την κάνει πεπρωμένο.

Από την άλλη ο Wittgenstein είχε γράψει ότι:

Στη γλώσσα μας υπάρχει ενσωματωμένη μια ολόκληρη μυθολογία.

 

Αυτό το αξίωμα λοιπόν εκμεταλλευόμενη η Σοφιάνα Παρασκευοπούλου,

με όχημα τον μύθο φαίνεται κάνει όλα τα παραπάνω.

Πραγματοποιεί το δικό της ταξίδι, την δική της κατάβαση στον χώρο του υποσυνειδήτου.

Από τους τίτλους των ποιημάτων ακόμα γίνεται αντιληπτή αυτή η πορεία,

όπου κυκλικά και κλιμακωτά γίνεται αναφορά στον έρωτα, την αλήθεια,

την μυητική τελετουργία του έρωτα, της ζωής και του θανάτου, τον αποχωρισμό, την αναγέννηση και την καταξίωση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι χρησιμοποιείται σε ικανό βαθμό η πρωτογενής γλώσσα του μύθου.

Έτσι θα συναντήσουμε πολλές αρχαιοελληνικές λέξεις επιλεγμένα ανάμεικτες με νεοελληνικές.

Στο ΑΑΤΟΝ ΚΡΑΤΟΣ διαβάζουμε:

Άατον κράτος

Αιδήμων σιγή

Βίος Αβίωτος

Γη και ύδωρ

Δίκη δίδωμι

Είδωλα καμόντων

Ειμαρμένη

Εν τω γεννάσθαι

 

Και από την ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΑΦΡΟΔΙΤΗ:

Γη κι Ουρανός μαζί

χρυσή Δημιουργία,

μυσταγωγία, μέθεξις και όψις διφυής.

Όχι με λόγια, αλλά με έργα

κυλινδρικός περιορισμός,

το έμβολο κινείς.

 

Το αισθητικό αποτέλεσμα είναι πολύ δυναμικό και ιδιαίτερο, καθώς με την προσωδία των αρχαιοελληνικών λέξεων, εμψυχώνεται ο λόγος με διαφορετικό τρόπο από ό,τι τον έχουμε συνηθίσει.

Εντυπωσιάζει ωστόσο ο γλωσσικός πλούτος και η λεξιπλασία, αλλά και η εξαιρετική χρήση της γλώσσας από την δημιουργό:

 

Από το ΟΝΕΙΡΟ:

Μητρός ζωμός με θρέφει που αχνίζει

θανόντων τεθλασμένες ελεύθερη ζωή,

συντέλεια ονείρου του έρωτος η αρχή.

Ακροπατώ αργά και με κυττάζει.

Θωρεί τα μάτια μου

μαύρη θωριά του Άδη!

Σαν Περσεφόνη

στην αυλή που σκοτεινιάζει

να έρθει, να με πάρει αγκαλιά.

 

Και στην ΑΛΗΘΕΙΑ:

Εξ ύπνου αέναος κίνησις

συνείδησις ασυνείδητος του χρόνου

παιδί του Κρόνου

μας κυττά, κατάματα γυμνή.

Πηλός που πότισε τη γη

δεσμά φωτιάς κι αέρα

μια η Αυτή μοναδική.

Και όσοι κοιμούνται αδίκως

τον ύπνο του δικαίου

τι άλλο να δουν εκτός

από είδωλα υλικά.

 

Παρατηρούμε επίσης ότι η δημιουργός δεν διστάζει -και με ευκολία μάλιστα-

να αφήσει προς στιγμήν κατά μέρος την λύρα του ποιητή και μέσα στην ίδια πρόταση να σκαλίσει με το νύχι στην πέτρα φράσεις καθημερινές.

Είναι σαφώς μια γραφή βασισμένη στις αισθήσεις, όπως τα κείμενα του υπερρεαλισμού.

Ο Οδυσσέας Ελύτης, ο οποίος είχε παρακινηθεί κατά δήλωσή του από την σημασία που έδινε ο υπερρεαλισμός στις αισθήσεις, είχε γράψει: «οποτεδήποτε μιλώ για τα πιο αισθησιακά πράγματα, τα αντιλαμβάνομαι να υπάρχουν σε μια κατάσταση καθαρότητας και αγιότητας.».

Και αυτό βλέπουμε και εδώ:

καθαρό λόγο, αισθητικά αισθησιακό, ένα λόγο που υπηρετεί το άγιο ταξίδι της ψυχής στο καταβάσιό της προς την ίαση.

 

Σταχυολογώ:

 

Τελετουργία

αφομοίωσης ομοιωμάτων.

 

μες στην ψυχή μου σε φυλώ

και μυστικά σε θρέφω.

Με μαύρη πένα γράφοντας

απόσταγμα καρδιάς.

 

Αυτόματο,

σαν το πιστόλι που έβαλε

στον κρό-ταφο.

 

Ο καθρέπτης αντανακλά

σώματα

που διαχέονται το ένα μέσα στο άλλο

και τα δύο μαζί

εκτινάσσονται στον αέρα,

ενώ παίζει το γνωστό σόλο του

εγκλήματος.

 

Τα υπερρεαλιστικά στοιχεία άλλοτε βυθίζονται στην πραγματικότητα ή άλλοτε αποτελούν μέρος μιας ονειρικής κατάστασης. Πραγματικότητα και όνειρο τείνουν να διαπερνούν το ένα το άλλο

–έτσι άλλωστε απαλύνεται ο ανθρώπινος πόνος-

και να συνταξιδεύουν μυστηριωδώς, όπως στις γραφές του Έντγκαρ Άλαν Πόε:

 

Σταχυολογώ:

 

Φως της γνώσης κοπάζει

τη φωτιά της κόλασης εντός μας.

 

Ωδή μου Εσύ με καρτερείς

σε Σε να κατεβώ

με μαύρα πέπλα να ντυθώ.

Το φως της ύστατης στιγμής

να σβήσει όλο το Σκότος.

 

Της ψυχής μου το άβγαλτο

βλέπει, το φως το λευκό

της ημέρας

 

Τον άκουσε όταν σκέφτηκε:

Όσες φορές μάτια μου κυττάς

μες στα δικά μου

«Σαν πέπλο που σαβάνωσε

τη θλίψη της καρδιάς μου».

 

Και πιο κάτω:

 

Γεύτηκε πάλι η ζωή

το δάκρυ του θανάτου,

καθώς το χάδι γλίστρησε

στα κρύα δάχτυλά του.

 

Η γραφή είναι κατά βάση ελεύθερη, αν και άλλοτε φέρει μετρική συνέπεια ή δημιουργεί πρωτότυπες ρίμες.

Διαφαίνεται ακόμα μέσα στον ποιητικό αυτό λόγο η διάθεση της ανθρώπινης υπόστασης που αγαπά την ζωή και εργάζεται γι’ αυτήν.

Ως εκ τούτου, έχει την δύναμη να πλημμυρίσει την κατάβαση στο σκοτάδι από φως, σαν σε μια ιδιότυπη γιορτή, όπως σε κάποιες γραφές του Σεφέρη.

 

Γη κι Ουρανός

Στέκομαι μπρος

σ’ εκείνο το ποτάμι.

Χωρίς αιδώ,

εκεί κι εδώ,

φορώ άσπρο φουστάνι.

 

Ακόμα η Παρασκευοπούλου –αφού στην ζωή περιλαμβάνονται όλα- βρίσκει τον τρόπο να εκφράσει τη μεγάλη αγωνία του να μη είναι κάποιος δέσμιος είτε ιδεοληψιών, είτε καταστάσεων.

Και με χαρακτηριστικό καρυωτακικό κριτικό ύφος σχολιάζει:

 

Η κόρη γύρισε πίσω

στην αγκαλιά

του καθρέφτη που έσπασε.

Σαν το ρόδι

που σπάει την πρώτη του χρόνου

σημαίνοντας μόνο Τύχη Καλή

σημάδι ψυχής

το κέντρο του κύκλου

ονείρου εξ ύπνου

έκλεισε τα μάτια.

Τέλος τελετουργίας.

Τέλος λατρείας.

Ελεύθερη

καμία σέχτα

δεν χωράει τα όνειρά της.

 

Και καταλήγει αυτό το πρώτο μέρος με τους στίχους:

 

Μύηση, ίαση,

ποίηση

της μούσας

ανάγκη

να βγει απ’ το σκοτάδι.

 

Που σημαίνει ότι η αλήθεια είναι εδώ, κλείνει ένας κύκλος, και πλέον η ζωή συνεχίζει την ανέλιξή της σε νέο επίπεδο.

 

 

Όσον αφορά τώρα στο 2ο μέρος,

με τίτλο “Νυχτολόγιο, Ώρες που ορρωδώ” και με γλώσσα τελείως διαφορετική, πολλές φορές στα όρια της πολύ καθημερινής, δείχνει φαινομενικά ασύνδετο με το πρώτο μέρος. Είναι όμως;

Και μόνο ο τίτλος του συνδεδεμένος με την Νύχτα, την μυθική μητέρα του Έρωτα, ωθούμαστε να αντιληφθούμε πώς κι εδώ κάτι συμβαίνει.

Αν λοιπόν υποθέσουμε ότι το 1ο μέρος ήταν αφιερωμένο στην κατάβαση της ψυχής στο υποσυνείδητο υποδηλώνοντας τρόπο, χρόνο και περιβάλλον,

εδώ κυριαρχεί άλλου τύπου δρώμενο.

Γιατί μπορεί στο σχολείο να μας δίδαξαν τον μύθο της Περσεφόνης για να εξηγηθεί η κυκλικότητα των εποχών, εν τούτοις πέρα και πίσω από αυτό κρύβονται και άλλα σημαινόμενα.

Ο μύθος για παράδειγμα είναι ακόμα και για την ψυχολογία ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο.

Ένας ποιητής είναι αλήθεια γράφει πρωτίστως για τον εαυτό του.

Όμως, για κάποιο “παράξενο” λόγο, όταν η ποιητική γραφή είναι de profundis, εκ βαθέων, τότε μας αφορά όλους.

Ίσως η συγκεκριμένη επιλογή του μύθου επεξηγεί και την αιτία.

Εδώ στο 2ο μέρος, το θέμα είναι το πώς βίωσε η ψυχή την κάθε στιγμή της πορείας κατά την κατάβασή της στο υποσυνείδητο για την ίαση.

Ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του.

Όπως φαίνεται και από τους τίτλους ο άνθρωπος λιποψυχά, αντί δρα, αντί παρατίθεται στον εαυτό του και τους άλλους, άγχεται για τις σχέσεις, αντί λαμβάνεται, μέχρι την ολοκλήρωση του έργου.

Μέσα από ένα παρατεταμένο θεατρικό μονόλογο, η Παρασκευοπούλου δίνει όλο το πάθος, την ένταση και το μέγεθος των συναισθημετικών καταστάσεων που συνοδεύουν μια τέτοια κατάσταση.

Το ύφος είναι πότε ημερολογιακά καταγραφικό σαν του Καββαδία, άλλοτε σαρκαστικά ή και αυτοσαρκαστικά αιχμηρό σαν της Γώγου, ακόμα και σιβυλλικό σαν του Μπορίς Βιάν:

 

Γράφει:

 

Μα βγαίνουν οι στίχοι

Σαν πελώρια τείχη

Και φράζουν τον ουρανό μου

Χαμηλώνω τα φώτα

Ανάβω τσιγάρο

Θυμάμαι το φάρο

Μα βλέπω το φως

Του κόσμου σβησμένο

Πήγαν όλοι για ύπνο

Κι εγώ περιμένω

 

Ενώ ετοιμάζομαι

Για μία ακόμα κηδεία

Εγώ κεντρική

Η γραφή

Απ’ την ψυχή κατευθείαν

Αγαπητό Νυχτολόγιο

Δεν νιώθω το είναι μου

Παγωμένη σκιά

Η ανάσα που ακούγεται δίπλα μου

 

 

Εν Σ τικτω

Αντί δρω

Για κάθε κλεισμένο οφθαλμό

Για κάθε στόμα

Που περίτεχνα στολίζει

Λέξεις σε μέτρα και αριθμούς

 

Τελικά όμως. Όλα τελειώνουν.

Τελειώνουν γιατί υπάρχουν και άλλα απλά καθημερινά και επειδή

Πιο πολύ το εγώ μας

Είναι τόσο δυνατότερο του εμείς

Που δικαιολογούμε κάθε πράξη που πληγώνει τους άλλους

Ξεχνάω όλα όσα θέλω να σου πω

Γιατί πίστεψα και πίστεψα στ’ αλήθεια πως κάποιος με αγάπησε για αυτό

Που είμαι

Και όχι για αυτό που είδε ότι είμαι

Ή για αυτό που ήθελε να δει

 

 

Ήθελα τόσα να πω μα ξεχάστηκα

Βάζω μια πρώτη και

Στουκάρω στο δέντρο

Κύκλος με κέντρο ψυχή μου

Να φύγω στο διάστημα

Πριν να προλάβω

Να τελειώσω το Φρέντο

 

Και επίσης η Ζαν ντ’ Αρτική ειρωνεία στην οποία αναφερθήκαμε στην αρχή αναμεμειγμένη με ψήγματα κυνισμού:

 

Δεν ξέρω αν η ζήλια μου είναι μεγαλύτερη από την αλήθεια

που κραυγάζει

Γιατί την άκουσα και την είδα

στο βλέμμα σου

Σαν μια σκέψη που χύθηκε από το μυαλό σου κι έπεσε μέσα στο χέντριξ

που μου έφεραν με λεμόνι και το ακριβοπλήρωσα

Ναι. Ακόμα εκεί.

Κολλημένη

 

Έτσι γράφεται τώρα

Βιωματικά

Και δεν δέχεται επιμέλεια

Γιατί την ατημέλητη ψυχή μου

δεν μπορείς να κεντήσεις

Ούτε να κόψεις και να ράψεις

ούτε να την βάλεις σε μέτρο

Ούτε να την ντύσεις μουσική

Έμμετρα που θες να γράφω…

Εγώ

Εγώ δεν ξέρω τίποτα

 

Ομολογουμένως οι παρουσιάσεις βιβλίων μπορεί να είναι κατά μέρος αναγκαίες, εν τούτοις κινδυνεύουν να είναι απελπιστικά φτωχές μπροστά στα έργα των δημιουργών.

Για την ποιητική αυτή συλλογή θα μπορούσαν να γραφούν πολλές σελίδες αναλύσεων και σε πολλά επίπεδα.

Θα κλείσω όμως

προτρέποντάς σας να αποκτήσετε την δική σας γνώμη για το έργο.

 

Ολοκληρώνοντας, θα αναφέρω ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, συνηθίζω να βλέπω και πέρα από το εκάστοτε παρόν έργο.

Έτσι και τώρα, θέλω να δω πέρα από την συγγραφή αυτή.

ΑΝ έχω, λοιπόν, κάτι να προτείνω στην Σοφιάνα Παρασκευοπούλου είναι να συνεχίσει να κάνει αυτό ακριβώς που κάνει:

Ιδιαιτέρως δε να μη οριοθετεί το έργο της!

Ο πραγματικός δημιουργός δεν βάζει ποτέ όρια στο έργο του. Τα χρησιμοποιεί μόνο εντέχνως και επί σκοπόν για να έχει το κίνητρο και την πρόκληση να ξεπερνά τον εαυτό του!

Και πιθανώς η ποιήτρια το πιστεύει, αφού το έργο κλείνει με τους στίχους:

 

Όταν οι πίνακες χορεύουν

στη σιωπή ζωντανεύουν

τα όνειρα που κάναμε παιδιά.

 

Και τα όνειρα που όλοι μας κάναμε παιδιά είναι πολλά! Πάρα πολλά!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top