Fractal

«Mια διαρκής μαθητεία απ’ το σκοτάδι στο φως, απ’ την αναπαράσταση στην πραγματικότητα, απ’ το προσωπείο στο πρόσωπο»

Γράφει ο Δημήτρης Μπαλτάς // *

 

 

 

Μαρία Παπαβασιλοπούλου: “EnCore”, εκδόσεις Κάκτος, 2023

 

Η Μαρία Παπαβασιλοπούλου μάς συστήνει τη νέα της ποιητική συλλογή με τον μουσικοθεατρικό τίτλο Encore (εκδόσεις Κάκτος, 2023), όπου με λόγο λυρικό αλλά και ευθύβολο χαρτογραφεί την εκδήλωση και το εύρος του ερωτικού φαινομένου. Ποίηση προσωπική, εσωστρεφής και απόλυτα ερωτική. Η ποιήτρια δοκιμάζει τη γεύση του έρωτα και την αποτυπώνει τεχνουργώντας στίχους λιτούς με εμφανείς τις ρομαντικές και μοντερνιστικές επιδράσεις, χωρίς, ωστόσο, να απουσιάζει η συνομιλία με την παράδοση ως προς τα θέματα που αξιοποιεί. Ο στίχος είναι ελεύθερος και τα ποιήματα, κατά βάση, ολιγόστιχα. Η στόχευση της ποιήτριας είναι η προσέγγιση του ερωτικού φαινομένου στην ολότητά του μέσα από μια άρρητη απεύθυνση στο αγαπημένο πρόσωπο. Μια συνομιλία αποκαλυπτική για την ερωτική αλλά και την ποιητική ταυτότητα της Παπαβασιλοπούλου. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι το βιβλίο ξεκινά με το ποίημα «Η ποίησή μου» (σ. 9), για το οποίο θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι αποτελεί τον πρόλογο – εν είδει προγραμματικής δήλωσης – για το τι πρόκειται ο αναγνώστης να βρει σε αυτήν την ποιητική συλλογή. Η ποίηση της Παπαβασιλοπούλου υμνεί τον ηρωικό έρωτα σε μια προσπάθεια αυτοπροσδιορισμού του ποιητικού υποκειμένου με φόντο τον έρωτα, τον θάνατο, τον χρόνο και τη θέση της ανθρώπινης ύπαρξης εντός αυτής της ψυχοσυναισθηματικής διελκυστίνδας, η οποία εδράζεται στη βίωση του απόλυτου αμοιβαίου έρωτα αλλά και στην αποκαθήλωση της ιερότητάς του. Ο έρωτας μεταφορικά συνδέεται με τη θρησκεία και ο ηδονικός λυγμός με τη μετάνοια λειτουργώντας επικουρικά στην εξύψωση του έρωτα ως απόλυτου συναισθήματος που λειτουργεί καταλυτικά στη συγκρότηση της προσωπικής ταυτότητας του ποιητικού υποκειμένου. Επιπλέον, η «παγανιστική θρησκεία» που φέρει ενσώματη το ερωτικό αντικείμενο εν δυνάμει μπορεί να αποπροσανατολίσει και να εγκλωβίσει το ποιητικό υποκείμενο σε έναν φαύλο – συναισθηματικά ανήμπορο – κύκλο, στον οποίο η διασάλευση της ταυτότητάς του καθίσταται πολύ εύκολη.

Η ποιήτρια ξεχωρίζει σχετικά γρήγορα (με βάση τη χωροταξία των ποιητικών κειμένων της συλλογής) τον έρωτα από την αγάπη. Ο έρωτας θεάται υπό το πρίσμα του ορμητικού κύματος, που σκάει στην ακτή συμπαρασύροντας την άμμο της αλήθειας. Από την άλλη, η αγάπη είναι αγνή, αθώα και παρομοιάζεται με έργο τέχνης σε μια συνομιλία της ποίησης με τις εικαστικές τέχνες και, κυρίως, με τη ζωγραφική. Σ’ αγαπώ ανεξάρτητα./ Όπως ο καλλιτέχνης το αφαιρετικό του δημιούργημα./ Σε ζωγραφίζω γυμνό σε λευκό πίνακα. («Αφαίρεση», σ. 14) Η ζωή, έτσι όπως την παρατηρεί η ποιήτρια, μοιάζει με έργο τέχνης, με ένα ψηφιδωτό στο οποίο επιζητεί να ανιχνεύσει και να προσδιορίσει τη θέση του έρωτα γράφοντας: Ένα χρωματιστό πετραδάκι είσαι κι εσύ σ’ αυτό το ψηφιδωτό./ Χρυσό βυζαντινό./ Σε κόλλησα εκεί. […] Στο τέλος θα είσαι ένα με αυτό το έργο τέχνης./ Θα σε αφομοιώσω./ Μέσα μου. («Το ψηφιδωτό», σ. 18) Το ποιητικό υποκείμενο απεμπολεί κάθε μορφής εφήμερης και παροδικής σαρκικής απόλαυσης επιλέγοντας συνειδητά την ολοκληρωτική και άνευ όρων παράδοση στην ερωτική δίνη, από την οποία, όσο κι αν προσπαθεί, δεν καταφέρνει να προβάλλει ισχυρή αντίσταση.

Το ερωτευμένο ποιητικό υποκείμενο μοιάζει με μια μικρή εύθραυστη λίμνη και μιλά ανοιχτά με αφοπλιστική ειλικρίνεια, δίχως ψευδαισθήσεις, για την πιο αβίαστη πηγή (ποιητικής) έμπνευσης, ακόμα κι όταν αυτή αποδεικνύεται επικίνδυνη. Κάποτε μιλούσα για τον έρωτά μου./ Η πιο αβίαστη πηγή έμπνευσης. […] Δημιούργημα των σωθικών μου./ Αυτοπαγίδα μου. («Ο ιστός», σ. 20) Παράλληλα, η ποιήτρια διακριτικά μάς παρουσιάζει το υλικό που τροφοδοτεί την ποιητική της πένα. Ένας μικρός κεραυνός θα στάξει/ από μέσα μου το ποιητικό μελάνι. («Η σχισμή», σ. 21) Η ποιήτρια καλεί το αγαπημένο πρόσωπο να σταθεί δίπλα της ως αναγνώστης, προκειμένου να παρατηρήσει το αποτέλεσμα του βιώματος, ενώ η απουσία του ερωτικού αντικειμένου συνεπάγεται την νήδυμη σιωπή της μοναξιάς και τη συγκρουσιακή αποκαθήλωση του έρωτα από την κορωνίδα της ψυχής της. Συνεπώς, άλλοτε ο αναγνώστης αφήνεται στην εξιδανικευμένη θέαση του έρωτα, η οποία, συνήθως, ανήκει στο παρελθόν, και άλλοτε – στο παρόν – έρχεται αντιμέτωπος με την απομυθοποίηση του ερωτικού αντικειμένου. Ο έρωτας μοιάζει με χαρταετό που δεν μπορεί πια να πετάξει ή με τον σταυρό στα Θεοφάνεια που χάνεται στον βυθό και οι πιστοί δεν μπορούν να πιούν το αγιασμένο νερό. Ωστόσο, ο έρωτας διατηρεί τη λυτρωτική του πτυχή, ακόμα και όταν αντικατοπτρίζει τον πόνο. Όλα τ’ άλλα, εκτός απ’ τον έρωτα, πονάνε./ Είναι ο μέγας πόνος./ Βγαίνουν σαν λυγμός./ Φλέμα που έχει γαντζωθεί/ στα πνευμόνια./ Σου ζητώ να με προφυλάξεις/ απ’ αυτή την αλλαγή θέματος./ Να ανατροφοδοτήσεις την αγάπη μου./ Για χάρη της ποίησής μου. («Αστερόσκονη», σ. 29)

 

Μαρία Παπαβασιλοπούλου

 

Ο έρωτας λειτουργεί ιαματικά και επουλωτικά. Ζεσταίνει την παγωμένη ψυχή και την προστατεύει από την παγωμένη αλήθεια. Η φωνή του κάθε αγαπημένου προσώπου είναι βάλσαμο για την αιμορροούσα ψυχή και το πληγωμένο σώμα. Κάτω απ’ το μηδέν της αγάπης σου./ Μέχρι η κρυσταλλική κλωστή/ να λιώσει σαν δάκρυ./ Και ν’ αποκαλυφθεί η παγωμένη αλήθεια./ Αυτή που καταψύχθηκε απ’ το παγερό λευκό. («Κάτω απ’ το μηδέν», σ. 39) Εντούτοις, είναι διάχυτη στα ποιητικά κείμενα της συλλογής η αίσθηση της μετ’ εμποδίων ερωτικής ένωσης. Το ποιητικό υποκείμενο ακροβατεί μεταξύ συναισθηματικής πλήρωσης και κενότητας. Αυτός ο μετεωρισμός υποδηλώνεται από την αδυναμία προσέγγισης και ερωτικής σύζευξης. Σου φωνάζω συναισθήματα/ και πνίγομαι απ’ τις αναθυμιάσεις αυτών/ στο αχανές της αβύσσου./ Σου απλώνω το δάκτυλο,/ περιμένοντας, σαν άλλος Θεός,/ να μου δώσεις ζωή/ σε δικό μας έργο τέχνης. («Το νήμα», σ. 40) Είναι αυτή ακριβώς η αέναη και ατέρμονη αναζήτηση της συναισθηματικής πληρότητας που οδηγεί κάποιες φορές το ποιητικό υποκείμενο στην παραίτηση και την απομόνωση, δημιουργώντας συγχρόνως ένα προστατευτικό κέλυφος αποσοβώντας τις συναισθηματικές ρωγμές και προκρίνοντας τον καθαρά σαρκικό έρωτα. Όμως αυτή η συνθήκη δεν αντέχει πολύ, καθώς το ποιητικό υποκείμενο υμνεί ακόμα και την αδυναμία του ερωτικού προσώπου με διάθεση καθολικής αποδοχής του τελευταίου, όπως είναι στην πραγματικότητα, χωρίς ίχνος ωραιοποίησης. Έτσι, η ποιήτρια καταλήγει στον ορισμό του έρωτα γράφοντας χαρακτηριστικά: Ο έρωτάς μου για σένα…/ αυτό το πολύτιμο σφουγγάρι της θάλασσας/ που ρουφάει από κάθε του πόρο λίγο από σένα.// Είναι τα απύθμενα της ψυχής μου. («Υδάτινος έρωτας», σ. 57)

Θα λέγαμε, ολοκληρώνοντας, ότι η ποίηση της Παπαβασιλοπούλου ενσαρκώνει μια διαρκή μαθητεία απ’ το σκοτάδι στο φως, απ’ την αναπαράσταση στην πραγματικότητα, απ’ το προσωπείο στο πρόσωπο επιζητώντας την ψυχική εξημέρωση δια της ποιητικής γραφής σε ένα περιβάλλον που μοιάζει με ζούγκλα από ανθρώπους. Το ποιητικό υποκείμενο μαθαίνει – και μαζί του μαθαίνουν και οι αναγνώστες – τον κόσμο από την αρχή. Εκπαιδεύομαι από απόσταση/ για να τον μάθω (ενν. τον κόσμο) απ’ την αρχή./ Νοσώ μέσα σ’ αυτήν την πυκνή νάρκωση./ Κάτω απ’ την κλειστή πόρτα/ χαραμάδες τρεμοπαίζουν,/ σκιές σε κουκλοθέατρο/ από την πραγματική ζωή./ Αυτό είναι τώρα το θέαμα./ Ακατάλληλο για παιδιά./ Τα παιδιά φοβούνται./ Δεν προκαλεί γέλιο./ Το σκελετωμένο στόμα του κοινού χάσκει./ Το κενό γεμίζει η γροθιά./ Κάποιοι τη φιλούν, άλλοι τη δαγκώνουν./ Στην καλοστημένη παράσταση/ οι σκιές κινούνται μεθοδικά./ Χωρίς προσωπεία./ Το κοινό κατάλαβε ότι παίζουμε/ κλέφτες και αστυνόμους./ Ένα encore εκτός προγράμματος. («Encore», σ. 42-43)

 

 

* Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top