Fractal

✓ Βίβιαν Αβρααμίδου Πλουμπή: «Έπρεπε να εκφράσω με λέξεις τις ιστορίες· γιατί αλλιώς φοβόμουν πως θα μου κάψουν το πρόσωπο»

Συνέντευξη στην Κωνσταντία Σωτηρίου //

 

 

«Της Ντροπής»: Μια συλλογή διηγημάτων για το Βαρώσι

 

 

Πως μιλά κάποιος για τη γενέθλια γη; Πως περιγράφει κάποιος μια πόλη που χάθηκε; Πως αποχαιρετά την παιδική του ηλικία και πως επιβιώνει και θεραπεύεται από το τραύμα; Η απάντηση που δίνει η Βίβιαν Αβρααμίδου Πλουμπή σε αυτά τα ερωτήματα είναι απλή: Μέσα από τη γραφή. Με μια συλλογή διηγημάτων: «Της Ντροπής: 73 Βαρωσιώτικες ιστορίες», η Πλουμπή μιλά για την Αμμόχωστο των παιδικών της χρόνων που χάθηκε, την διάνοιξη της περίκλειστης πόλης δύο χρόνια πριν από το Άγκυρα το 2020 και όλα όσα στοιχειώνουν το σήμερα 50 σχεδόν χρόνια μετά την Τουρκική εισβολή. Με γλώσσα πότε τρυφερή, πότε νοσταλγική και πότε καταγγελτική, η Πλουμπή θυμάται, λυπάται και θυμώνει, ξορκίζοντας τα φαντάσματα του πολέμου και της πολιτικής. Όπως ίσως μόνο ένας συγγραφέας μπορεί να κάνει.

 

 

 

-Μετά την συλλογή διηγημάτων «Αυτό φταίει» (Εκδόσεις Μελάνι 2021) επανέρχεσαι με ένα νέο βιβλίο. «Της Ντροπής -με 73 Βαρωσιώτικες ιστορίες», όπως αναφέρεις στον τίτλο στο οποίο διηγείσαι ιστορίες από την γενέθλια σου πόλη. Πως προέκυψε αυτό το νέο βιβλίο και τί περιλαμβάνει;

Να πω πως έτυχε, ψέματα θα είναι. Όταν το 2020 ο Τούρκικος στρατός άνοιξε μετά από σχεδόν μισό αιώνα ένα πέρασμα μεταξύ Βαρωσιού και Βαρωσιού κι έστησε εκεί ένα τουρνικέ που μετράει του χτύπους της καρδιάς μας, οι ταξιδιωτικές οδηγίες λόγω της πανδημίας δε μου επέτρεπαν να έρθω άμεσα από την Τσεχία. Ξημεροβραδιαζόμουν, λοιπόν, στο διαδίκτυο, προσπαθώντας να αναγνωρίσω τα σημεία στην πόλη που οι συμπολίτες μου αποτύπωναν με το φωτογραφικό τους φακό. Δεκάδες, εκατοντάδες φωτογραφίες, λες και βάλθηκαν όλοι να εγκλωβίσουν κάθε λεπτομέρεια, κάθε γωνιά, κάθε στροφή στα μέρη που τους επέτρεπαν να περπατήσουν οι ασπροκόκκινες κορδέλες, και να κουβαλήσουν στη συνέχεια μαζί τους όλη την πόλη σε δισεκατομμύρια πίξελ. Αυτές οι εικόνες ξύπνησαν μέσα μου συγκλονιστικά συναισθήματα· θλίψης, πόνου, αγανάκτησης, θυμού αλλά και κάποια δόση αγαλλίασης. Ναι, αγαλλίασης. Δεν είμαι μουσικός για να τις εκφράσω με νότες. Ούτε ζωγράφος για να τα κάνω σχήματα και χρώματα. Έπρεπε οπωσδήποτε, λοιπόν, να τα εκφράσω με λέξεις, με λόγια, με ιστορίες· γιατί αλλιώς, φοβόμουν πως θα γίνουν δάκρυα και -σαν βιτριόλι- θα μου κάψουν το πρόσωπο.

 

-Κάθε ιστορία που φιλοξενείται στην συλλογή έχει ως αφετηρία μια φωτογραφία που απεικονίζει την Αμμόχωστο. Πως μπορεί κάποιος να δει τις φωτογραφίες από κάθε διήγημα;

Από την στιγμή που αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας τις ιστορίες, έβαλα σαν στόχο να φτάσουν και σε σας οι συγκλονιστικές εικόνες. Όχι γιατί χωρίς τις φωτογραφίες δεν έχουν νόημα τα διηγήματα· ήθελα όμως να έχετε κι εσείς την ίδια αφετηρία, να μπορείτε να ζυγίσετε καλύτερα τα λόγια μου, και βέβαια, γιατί αυτές οι εικόνες, αποκαλύπτουν το βάθος μιας τεράστιας ντροπής για την οποία ευθυνόμαστε όλοι. Έχοντας πάρει την άδεια των φωτογράφων και θέλοντας να αποφύγουμε να κάνουμε το κόστος του βιβλίου απαγορευτικό, σκεφτήκαμε με την εκδότρια του βιβλίου μου κυρία Γκανά στον οίκο ΜΕΛΑΝΙ να αφήσουμε τα σύγχρονα μέσα να μιλήσουν. Με την παραβολή αυτών των -κατά τα άλλα ακατανόητων- μικρών εικονιδίων (των QR codes) δίπλα στον κάθε τίτλο διηγήματος, δίνουμε την ευκαιρία στον αναγνώστη να τα αποκρυπτογραφήσει με το κινητό τηλέφωνο με τις απλές εφαρμογές που όλα τα τηλέφωνα παρέχουν πια δωρεάν. Κι έτσι, διαβάζοντας το κάθε διήγημα, ξεδιπλώνεται δίπλα στον αναγνώστη η σχετική φωτογραφία.

 

 

-Το βιβλίο, αρχίζοντας από τον τίτλο του: «Της ντροπής» και καταλήγοντας στο περιεχόμενο του είναι ένα βαθιά πολιτικό βιβλίο. Γιατί ένιωσες την ανάγκη τώρα να γράψεις αυτές τις ιστορίες;

Γιατί τώρα… Ο χρόνος· ο αμείλικτος χρόνος που μας βγάζει την γλώσσα, και μας αφήνει να νομίζουμε πως θα υπάρχει πάντα νέα ευκαιρία, ώσπου κάποια στιγμή συνειδητοποιούμε πως φτάσαμε στο τέλος του δρόμου. Γιατί τώρα… Δεν είναι η πρώτη φορά που βάζω στο χαρτί τα συναισθήματά μου για την Αμμόχωστο. Ούτε η πρώτη φορά που εκφράζω την πολιτική μου σκέψη, έμμεσα ή άμεσα. Αυτό το μαύρο χαλί όμως που έστρωσαν οι Τούρκοι μετά από μισό αιώνα σε δυο μόλις δρόμους της πόλης, εκεί όπου τρέξαμε για να δούμε τη ζωή μας μέσα από μια χαραμάδα, που ούτε τώρα δεν κατάφερε να πυροδοτήσει μια ουσιαστική αντίδραση του δημοκρατικού κόσμου, μ’ έκαναν να νοιώσω πως ξεχείλισε το βαρέλι της ντροπής. Αυτά τα συντρίμμια που βλέπουμε στις φωτογραφίες δε με αφήνουν να ησυχάσω· με τσιμπάνε, με γδέρνουν, με σπρώχνουν μπροστά, για να τα μοιραστώ με όσους περισσότερους μπορώ.

 

-Πιστεύεις πως οι κύπριοι συγγραφείς δυσκολεύονται να ξεφύγουν από το «μεγάλο θέμα» που είναι το Κυπριακό πρόβλημα και η γραφή τους γυρίζει συνέχεια γύρω από αυτό; Είναι το κυπριακό ευλογία ή κατάρα για τον Κύπριο συγγραφέα;

Πάντα υπάρχουν ισχυρά ερεθίσματα για έναν συγγραφέα προκειμένου να αναπτύξει ένα λογοτεχνικό έργο. Και πάντα, η ιστορία του μικρότοπου στον οποίον ζει, είναι φυσικό να αποτελεί μια αφορμή. Στη δική μας περίπτωση, η παραμονή του κυπριακού στο προσκήνιο σαν άλυτο πρόβλημα, σαν μια πληγή που όλο κακοφορμίζει, είναι πολύ φυσικό να τριβελίζει το μυαλό κάθε σκεπτόμενου άνθρωπου. Είναι φυσικό να κάνει αναφορές σε αυτό, άμεσα ή έμμεσα και όχι απαραίτητα από την καθαρά πολιτική του σκοπιά. Δεν θα το έλεγα, ούτε ευλογία μα ούτε και κατάρα. Ούτε καν μοίρα. Μια πραγματικότητα είναι που οφείλουμε όλοι με κάποιο τρόπο να την παλέψουμε. Κι αν φαίνεται να επανερχόμαστε σε ίδιο θέμα, αν κάποιοι το πούνε κουραστικό, προσωπικά θα διαφωνήσω και θα πω πως η αναμόχλευση επιτρέπει στην αλήθεια να βγει στον αφρό. Αλλιώς, θα κολλήσει στον πάτο του βαρελιού σαν μούργα. Και η ντροπή τότε θα είναι και δικιά μας.

 

-Έντεκα βιβλία μετά πως βλέπεις να έχει εξελιχθεί η γραφή σου; Ποια είσαι ως συγγραφέας και ποιο θέλεις να είναι να αποτύπωμα σου στον κόσμο;

Η συγκεκριμένη αλλαγή την οποία επεδίωξα να επιβάλω στην γραφή μου όσο πέρναγαν τα χρόνια, ίσως, από το τρίτο, τέταρτο βιβλίο και μετά, ήταν η υιοθέτηση πιο λιτού λόγου και η χρήση μικρότερης φόρμας, θέλοντας να εμπλέξω στο παιγνίδι μου τον αναγνώστη. Να του δώσω την ευκαιρία να «δει» πίσω από τους κενούς χρόνους την ολοκλήρωση της εικόνας. Έτσι, από το «Ρήγμα του χρόνου» όπου οι ιστορίες που αναπτύσσονται σε μια σειρά από κεφάλαια με διαφορετικούς ήρωες στο καθένα, έρχονται να δέσουν στο τελευταίο κεφάλαιο και να αποκαλύψουν μ’ ένα κρεσέντο όλα όσα δεν χρειάστηκε να ειπωθούν, έφτασα στις δυο τελευταίες συλλογές διηγημάτων ( «Αυτό φταίει» και «Της ντροπής»). Με ιστορίες ιδιαίτερα μικρές, ελλειπτικές. Δεν μπορώ να αναγνωρίσω αν αυτή η εξέλιξη στη γραφή μου αποτελεί θετική αλλαγή ή απλά στροφή σε διαφορετικό αναγνωστικό κοινό· πρέπει πάντως να ομολογήσω πως, παρά το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα απαιτητική, με γεμίζει περισσότερο.

 

 

-Μπορεί η λογοτεχνία να αλλάξει τον κόσμο; Πρέπει ο συγγραφέας να θέλει να αλλάξει τον κόσμο;

Μεγάλη κουβέντα και αφελής επιδίωξη από τη μεριά του συγγραφέα. Ο κόσμος δεν αλλάζει αν δεν θέλει, αν δεν επιδιώξει να αλλάξει. Κι αν κάποια βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας ήρθαν να μας ανοίξουν τα μάτια, δεν θα τολμούσα να ισχυρισθώ πως άλλαξαν το ρου της ιστορίας μας, ή της θεώρησης των πραγμάτων. Το λογοτεχνικό έργο, πάντως, το θέλω να ανοίγει νέους ορίζοντες, να μας προβληματίζει, να μας βάζει να σκεφτούμε, πιθανά να μας προκαλέσει να διαβάσουμε περισσότερο ή να ψάξουμε για τον αντίλογο. Αντιλαμβάνομαι πως ο αναγνώστης έχει πολλές φορές διαφορετικές ανάγκες από αυτές που περιγράφω εδώ. Ίσως να θέλει μόνο να αξιοποιήσει τον χρόνο του με μια ιστορία αισθηματική, αστυνομική ή ακόμα και θρίλερ. Και εκεί ακόμα, προσωπικά, θα ήθελα να βλέπω πίσω από τις γραμμές το ιδιαίτερο στίγμα του συγγραφέα. Όμως, όχι· ο κόσμος δεν θα αλλάξει με το πάτημα ενός κουμπιού. Και για να έρθουμε και στην σημερινή πραγματικότητα, το μόνο που μπορεί εύκολα να κάνει ο άνθρωπος, είναι να αυτοκαταστραφεί.

 

-Ετοιμάζεις κάτι αυτό τον καιρό;

Έχω πάρει την ιστορία του Γκαίρλιτς ξανά (ένα ιστορικό γεγονός για το οποίο γράφω στο ομότιτλο μυθιστόρημά μου που εκδόθηκε το 2017) κι αυτή τη φορά, αναμετριέμαι με την κατάληξη που είχαν οι Έλληνες στρατιώτες αφού γύρισαν στην πατρίδα. Το βιβλίο θα αποτελείται από μικρές ιστορίες όπου η κάθε μια θα αναφέρεται σε διαφορετικό χαρακτήρα, προσπαθώντας να χρωματίσω με το δικό μου τρόπο τα όσα διαβάσαμε κι ακούσαμε για την άδικη τύχη που είχαν αυτοί οι άνθρωποι.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top