Fractal

✔ Η επιμελήτρια Βίκυ Κατσαρού μας συστήνεται και μας μιλά για τον “Ανήφορο” του Καζαντζάκη

 

Βίκυ Κατσαρού

 

 

 

Νίκος Καζατζάκης: «Ανήφορος», εκδ. Διόπτρα

 

Όταν είσαι μοναχοπαίδι, διαλέγεις τις διεξόδους σου βάσει του τι βρίσκεις διαθέσιμο στο πατρικό σου. Η μητέρα μου είχε γεμίσει τα κάτω ράφια στο σαλόνι με χαρτόδετες εκδόσεις των Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Γκόρκι, Καβάφη και Καρυωτάκη, καθώς για κάποια χρόνια εργαζόταν σε πωλήσεις βιβλίων. Αυτοί ήταν κι οι πρώτοι μου φίλοι, κι ας μην καταλάβαινα τι διάβαζα. Πάντως διάβαζα εξ απαλών ονύχων, ή προσποιούμουν τέλος πάντων ότι καταλάβαινα τι διαβάζω.

Όπως θα ανέμενε ο αναγνώστης του κειμένου, ναι, ήμουν αριστούχος, είχα τιμηθεί και με μετάλλια για τις μαθητικές μου επιδόσεις και ήμουν στο 3% των αριστούχων νεοελληνικής λογοτεχνίας, ακυρώνοντας τα όνειρα των γονιών μου να σπουδάσω νομική και θυσιάζοντας πολλά για να αφιερωθώ στη λογοτεχνία. Έτσι πέρασα Φιλολογία στο ΕΚΠΑ, κλασική κατεύθυνση, και με το πέρας των σπουδών μου τα βήματά μου κι ο εκδότης μου με οδήγησαν στη Διόπτρα.

Γενιά της κρίσης, δεν είχα τον χρόνο και την πολυτέλεια να συνεχίσω μετά το πτυχίο με μεταπτυχιακό, κι έτσι το κατόρθωσα σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο παράλληλα με την εργασία μου, στην Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία και αργότερα στη Θεατρολογία. Στη διαδρομή, φοίτησα και στο Η’ Εργαστήρι Επιμελητών του ΜΙΕΤ, και πλέον θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό, καθώς το τμήμα αυτό δεν υφίσταται πλέον, και πολύ κακώς καθώς ήταν ένας διετής κύκλος σπουδών, με δωρεάν παρακολούθηση, όπου ναι μεν δήλωναν ενδιαφέρον χιλιάδες, αλλά περνούσαν με εξετάσεις οι πρώτοι δέκα, διατηρώντας το επίπεδο των επιμελητών στη χώρα μας υψηλό.

Όλα αυτά τα χρόνια που έχω εργαστεί ως επιμελήτρια, έχω καταλάβει τρία σημαντικά πράγματα: 1. Η σωστή επιμέλεια ακολουθεί το κείμενο 2. Οφείλεις ως επιμελητής να διαβάζεις συνεχώς για να μην αλλοιώνεται το γλωσσικό σου αίσθημα 3. Είσαι εργάτης του κειμένου. Α, και, τέταρτον, η ενασχόληση με τη λογοτεχνία θέλει ταπεινότητα.

Και όλα αυτά τα χρόνια, αν με ρωτούσε κάποιος ποιο θεωρώ το σπουδαιότερο έργο με το οποίο έχω ασχοληθεί μέχρι στιγμής, θα του έλεγα Ο Ανήφορος. Γιατί για μένα η λογοτεχνία είναι πρωτίστως βίωμα.

Να σας συστήσω λοιπόν τον Ανήφορο.

Πρόκειται για το ανέκδοτο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη που κυκλοφόρησε 76 χρόνια μετά τη συγγραφή του. Όπως αναφέρουν οι Νίκος Μαθιουδάκης και Παρασκευή Βασιλειάδη στο Επίμετρο του Ανήφορου: «Το αρχειακό τεκμήριο έχει αριθμό καταγραφής ΑΥΤ. 086 και φαίνεται πως είναι το πρωτόγραφο του αδημοσίευτου έργου, καθώς φέρει πολλές διαγραφές, προσθήκες και τροποποιήσεις, γεγονός που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μελλοντική υφογλωσσολογική μελέτη».

Το χειρόγραφο είναι άτιτλο, αλλά έχει δημοσιευτεί απόσπασμά τουστη Νέα Εστία, το 1947,με τίτλο «Ο θάνατος του παπού», με την υποσημείωση «Ένα κεφάλαιο από το τελευταίο βιβλίο που γράφτηκε στο Cambridge: Ο Ανήφορος».

 

 

Στις 2 Ιουνίου του 1946 ο Καζαντζάκης είχε φύγει για την Αγγλία, όπου εγκαταστάθηκε στο Κέμπριτζ. Εκεί άρχισε να γράφει το εν λόγω μυθιστόρημα. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, απηύθυνε έκκληση στους διανοούμενους ολόκληρου του κόσμου να ιδρύσουν μια «Διεθνή του Πνεύματος», προβάλλοντας την αγωνία του για τις συνέπειες του πολέμου αλλά και τον φόβο του για την τύχη του πολιτισμού ύστερα από την κόλαση στη Χιροσίμα.

Κάποιος εύλογα θα ρωτήσει: Και γιατί δεν είχε δημοσιευτεί μέχρι σήμερα; Θα απαντούσαμε ότι μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Ίσως γιατί θέλησε να το εκδώσει στο εξωτερικό για να απευθυνθεί σε ένα παγκόσμιο κοινό ή γιατί η «Διεθνής του Πνεύματος» που θέλησε να δημιουργήσει τον απογοήτευσε.

Ο Κοσμάς, ο βασικός ήρωας του Ανήφορου, που πραγματώνει τη φωνή, την επιθυμία του Καζαντζάκη, λέει: «Είχα σκοπό να τους προτείνω, είπε ο Κοσμάς, να εξομολογηθεί καθένας τη ζωή του, να γίνουμε αδερφοποιτοί, να σμίξουμε όλοι μαζί, να φωνάξουμε και τους άλλους αγνούς πνεματικούς ανθρώπους του κόσμου, να ιδρύσουμε μια δική μας, απάνω από τα πολιτικά πάθη, Πνεματική Διεθνή. Και να καταστρώσουμε σχέδια, ν’ αρχίσουμε όλοι μαζί τον αγώνα. Να φωτίσουμε το λαό του ο καθένας, να ξεριζώσουμε από τηνκαρδιά του το μίσος, να ξαναφέρουμε την ειρήνη, την αγάπηκαι την αρετή στον κόσμο. Να, αυτό ήθελα να τους προτείνω, γι’ αυτό έφυγα από την Ελλάδα κι ήρθα εδώ, γιατί ένιωσα πως είχαμε βαριά ευθύνη· μα στο τέλος κατάλαβα, κρατήθηκα· είδες; Δεν είπα τίποτα».

Και η φίλη του, η Ιρλαντέζα, στην Αγγλία του απαντά: «Καλά έκανες· κι αυτά που είπες, χαμένα πήγαν. Σε όλο τον κόσμο τούτη η φάρα, οι διανοούμενοι, βρίσκεται στον πάτο της Κόλασης. Βρίσκουνται στον πάτο της Κόλασης και φωνάζουν: Εγώ! Εγώ! Εγώ! και τίποτα άλλο δεν μπορούν να πούνε, κι αυτό ’ναι η Κόλασή τους».

Και παρακάτω: «Μερικοί από αυτούς που είδες απόψε, εξακολούθησε η Ιρλαντέζα χωρίς ν’ απαντήσει, είχαν κάποτε υψηλές ανησυχίες. Δεν έχουν πια· έγιναν καθολικοί, ησύχασαν. Είχαν ανάγκη να βρουν σε φοβερά ρωτήματα σίγουρες απάντησες· τις βρήκαν έτοιμες, έδεσαν το γαϊδουράκι τους στη χλόη της Παράδεισος, ησύχασαν».

Στον Ανήφορο, ο Κοσμάς, μετά τον θάνατο του παππού του, βίωσε μια υπαρξιακή μεταμόρφωση, αντιλήφθηκε το κάλεσμά του, ένα κάλεσμα-χρέος προς τον σύγχρονο άνθρωπο, που βγαίνει διαμελισμένος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κι αυτό το χρέος προς τον άνθρωπο διατρέχει όλο τον Ανήφορο. Άλλωστε δεν είναι καθόλου ήσσονος σημασίας οι τελευταίες αράδες που διαβάζουμε εξωκειμενικάστο χειρόγραφο:

— Πώς πρέπει ν’ αγαπούμε το Θεό;

— Αγαπώντας τους ανθρώπους.

— Πώς πρέπει ν’ αγαπούμε τους ανθρώπους;

— Μοχτώντας να τους φέρουμε στο σωστό δρόμο.

— Ποιος είναι ο σωστός δρόμος;

— Ο ανήφορος.

 

Ένα άλλο ερώτημα που θα μπορούσε να τεθεί από τον αναγνώστη που έχει διαβάσει τον Καπετάν Μιχάλη, τον Ζορμπά, την Αναφορά στον Γκρέκο, και μάλιστα τώρα τον Ανήφορο σε αντίστιξη, είναι σχετικά με την ωριμότητα της γραφής του Καζαντζάκη αλλά και για τα αποσπάσματα που έχουν μεταφερθεί στον Καπετάν Μιχάλη και στο Ταξιδεύοντας: Αγγλία.

Προσωπικά, όσα χρόνια διαβάζω, ποτέ δεν ήμουν υπέρ του l’artpour l’ art, αλλά η τέχνη για τον Άνθρωπο, η τέχνη να εκφράζει τα αιτήματα της κοινωνίας μέσα από αυτήν. Κι ο Καζαντζάκης, παρότι υποτάσσει τα πάντα, την τέχνη, τον στοχασμό, τη φιλοσοφία, τη μυθοπλασία, τη θρησκεία, στη γλώσσα, φλέγεται από το χρέος του προς τον Άνθρωπο, για αυτό κι όλα τα βιβλία του διαπνέονται από την ίδια φιλοσοφία: τον αγώνα για λευτεριά, και γι’ αυτό στα βιβλία του βλέπουμε ήρωες που νιώθουμε σαν να έχουμε ξαναδεί, γιατί ο Καζαντζάκης ανατέμνει τον άνθρωπο, την κοινωνία.

Κι ίσως γι’ αυτό ο Ανήφορος είναι πιο επίκαιρος από ποτέ, αν σκεφτούμε ότι ζούμε σε μια εποχή πνευματικής ένδειας, πολέμου, φτώχειας, όπου η τεχνολογική εξέλιξη έχει κυριεύσει τον άνθρωπο, κι όλα αυτά αποτελούν προβληματισμούς του Κοσμά και τον ωθούν σε δράση. Γιατί τα ίδια προβλήματα μας βασανίζουν και τώρα και αναζητούμε απαντήσεις.

Επομένως, ο Ανήφορος σίγουρα δεν είναι ένα έργο πρωτόλειο. Μπορεί ο Ανήφορος να είναι ένα μυθιστόρημα που συγκροτείται από συζητήσεις κι επιστολές του Κοσμά στη Νοεμή, απέχοντας από την περίτεχνη πλοκή, αλλά εξυπηρετεί τον σκοπό του, που αναφέρθηκε παραπάνω. Και πάντα το κείμενο πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με τη λειτουργία που αποσκοπεί να επιτελέσει. Ας θυμηθούμε το Συμπόσιο του Πλάτωνα, όπου ο νεαρός ποιητής Αγάθωνας κάλεσε σε συμπόσιο όλους τους εξέχοντες άνδρες της αριστοκρατικής τάξης της Αθήνας για να συζητήσουν τελικάτι είναι ο έρωτας, μια συζήτηση που θα διαρκέσει όλη τη νύχτα, με τον Σωκράτη την επόμενη μέρα ναξεκινά πρωί-πρωί για να κάνει τις καθημερινές του ασχολίες, μαζί με τον μαθητή του, τον Αριστόδημο.Έτσι κι ο Κοσμάς θα ξεκινήσει την περιπλάνησή του το άλλο πρωί με την Ιρλαντέζα, στις μαύρες πολιτείες της Αγγλίας, εκεί που ο κόσμος πεινάει, αρρωσταίνει, σέρνεται και το βλέμμα της διανόησης πολύ απέχει, γεμάτο καταφρόνια – κι ίσως γι’ αυτό ο Καζαντζάκης απογοητεύτηκε τελικά και δεν εξέδωσε τον Ανήφορο.

Επιπροσθέτως, η ανταλλαγή επιστολών με τη Νοεμή, προσδίδοντας και μια επιστολική μορφή στον Ανήφορο, προσθέτει ρεαλισμό καθώς μιμείται συμβάντα της καθημερινότητας, δημιουργώντας έναν υπόγειο συνεχώς αυξανόμενο συναισθηματισμό αλλά και αγωνία που θα καταλήξει σε μια τραγική κορύφωση. Κι αυτό σίγουρα θέλει δεξιοτεχνία για να επιτευχθεί.

Σε ό,τι αφορά τη μεταφορά του σε άλλα έργα του Καζαντζάκη. Το κεφάλαιο «Κρήτη» χρησιμοποιήθηκε ως μαγιά στον Καπετάν Μιχάλη, με μετατόπιση όμως του χρόνου από τη γερμανική αντίσταση στο 1889, καθώς και άλλο υλικό και αφηγηματικά στοιχεία. Παρ’ όλα αυτά το πλαίσιο της γερμανικής αντίστασης ίσως το συναισθανόμαστε πιο αυθεντικά εξού και η μεγάλη συναισθηματική φόρτιση του πρώτου μέρους του Ανήφορου, συνεκτιμώντας ότι ο Καζαντζάκης υπήρξε μέλος στην Κεντρική Επιτροπή Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη, που συγκρότησε ο πρωθυπουργός Πέτρος Βούλγαρης το καλοκαίρι του 1945.

Τέλος, να μην παραλείψουμε να αναφερθούμε σε μια συχνή απορία των αναγνωστών: Γιατί το κείμενο έχει μονοτονιστεί. Η απάντηση είναι απλή. Ο Καζαντζάκης ήταν υπέρμαχος της δημοτικής και αγωνίστηκε για μια πανελλήνια δημοτική. Είχε ενεργό ανάμειξη στο γλωσσικό ζήτημα και αγωνίστηκε για την εισαγωγή της δημοτικής στην εκπαίδευση. Προς το πνεύμα αυτό έγραψε και τη σπουδαία Οδύσειά του.

Σχετικά με την έκδοση του Ανήφορου. Σε σχετικό σημείωμα που προτάσσεται στην αρχή του βιβλίου αναφέρεται ότι η διόρθωση ακολουθεί την επιμέλεια του Εμμανουήλ Κάσδαγλη, μελετώντας επί της ουσίας τον τρόπο εργασίας στα προηγούμενα βιβλία. Η συγκεκριμένη επιλογή έγινε για να μεταφέρουμε αυτούσιο το κείμενο του συγγραφέα στον αναγνώστη, μένοντας πιστοί στις προηγούμενες εκδόσεις, που σημαίνει ότι δεν έχουμε επέμβει διορθωτικά, αλλά ακολουθήσαμε κατά γράμμα το χειρόγραφο, δίνοντάς το έτσι ατόφιο στον αναγνώστη, μια εργασία που σίγουρα δεν ολοκληρώθηκε αβασάνιστα. Επίσης αρκεστήκαμε σε υποσελίδιες σημειώσεις κι όχι σε πραγματολογικό σχολιασμό (πέραν όσων περιέχονται στην Εισαγωγή και στο Επίμετρο από τους Νίκο Μαθιουδάκη και Παρασκευή Βασιλειάδη, των πλέον αρμόδιων) με το βλέμμα για άλλη μια φορά στον αναγνώστη του 21ου αιώνα. Στο πνεύμα αυτό συντάχτηκε και το γλωσσάρι, το οποίο ναι μεν θα μπορούσε να περιοριστεί στην επακριβώς σημασία της εκάστοτε λέξης στο κείμενο, αλλά προτιμήσαμε να συμπεριλάβουμε κι επιπλέον ερμηνείες ώστε ο αναγνώστης να εξοικειωθεί περισσότερο με τη γλώσσα του Νίκου Καζαντζάκη. Τέλος, όλες οι επανεκδόσεις των νέων βιβλίων του Νίκου Καζαντζάκη έχουν σχεδιαστεί και επιμεληθεί στο ίδιο πνεύμα:

  1. Νέο εξώφυλλο
  2. Ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά
  3. Εισαγωγή και επίμετρο με το βλέμμα στον 21ο αιώνα
  4. Επιμέλεια που δεν αποκλίνει των προηγούμενων διορθώσεων, με εκσυγχρονιστικά όμως στοιχεία, ευθυγραμμισμένοι με τα σύγχρονα εργαλεία της επιστήμης της επιμέλειας.

 

Για τον Καζαντζάκη όλα είναι ανάβαση, γι’ αυτό κι ο Ανήφορος έχει τόσο σπουδαία θέση στο καζαντζακικό σύμπαν, με αυτή την ξεκάθαρη στάση του συγγραφέα να απέχει από κάθε μορφή στράτευσης, να καίγεται από τον πόθο για δράση, να βάζει τη ζωή πάνω από όλα, πάνω από την Ιδέα, να μη βολεύεται με τον θάνατο, μα να αποστρέφει πάντα τα μάτια από τη σύμβαση. Αυτός είναι ο Ανήφορος, ο δρόμος προς την ελευθερία, ο δρόμος προς τον Άνθρωπο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top