Fractal

✩ «Βάκχες» του Ευριπίδη: μια από τις πιο αινιγματικές τραγωδίες της αρχαιοελληνικής γραμματείας, σε σκηνοθεσία Έλενας Μαυρίδου στο 66ο Φεστιβάλ Φιλίππων

Γράφει ο Παύλος Λεμοντζής //

 

 

 

Πρόλογος

 

Οι Βάκχες στον 21ο αιώνα

Την τελευταία θεατρική δεκαετία είχαμε αρκετές και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους σκηνοθετικές προτάσεις γύρω από το ανέβασμα των Βακχών, οι οποίες σε βάθος χρόνου μπορούν να εκτιμηθούν σε μια συγκριτική ερμηνευτική ανάλυση. Πρόκειται για ένα έργο ιδιαιτέρως δεκτικό σε διαφορετικές προσεγγίσεις παραμένοντας, ωστόσο, «ρευστό» και «χιμαιρικό». Από την πολυσυζητημένη εμφάνιση του Σάκη Ρουβά, ως Διόνυσου στην παράσταση του Δημήτρη Λιγνάδη το 2013 (για την οποία τιμήθηκε με το βραβείο «Κάρολος Κουν»), μέχρι τις «Βάκχες δωματίου» του Έκτορα Λυγίζου (Υπόγειο Θεάτρου Νέου Κόσμου – 2013) και από τις «θρακιώτικες» Βάκχες σε σκηνοθεσία Τάσου Ράτζου του ΚΘΒΕ το 2006, μέχρι τον «γυναικείο» Διόνυσο της Αγλαΐας Παππά στην παράσταση της Άντζελας Μπρούσκου στην Επίδαυρο (2014), είχαμε την ευκαιρία να «βακχευτούμε» και να ξαναγνωρίσουμε την αγαπημένη ευριπίδεια τραγωδία.

 

 

Το 2013 επίσης, η Μάρθα Φριντζήλα ανέβασε τις «Βάκχες» μ’ έναν 60μελή θίασο, ως μουσικό θεραπευτικό δρώμενο. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίασε και η ροκ εκδοχή από τον Άρη Μπινιάρη το 2018 στη Στέγη, με πρωταγωνιστές τους: Χρήστο Λούλη, Γιώργο Γάλλο, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, την οποία είχαμε την ευκαιρία να ξαναδούμε εν μέσω καραντίνας στο επίσημο κανάλι της Στέγης στο youtube.

Στο πλαίσιο του θεσμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός», το Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» παρουσίασε τις «Βάκχες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Χατζή, σε εμβληματικούς αρχαιολογικούς χώρους, με την Κωνσταντίνα Τάκαλου σε δυο ρόλους: Πενθέα και Αγαύης.

Ο Χρήστος Σουγάρης επέλεξε μια κωμικοτραγική γραμμή το 2020 στο ανέβασμα των «Βακχών», τοποθετώντας τη δράση σε μια παρηκμασμένη παιδική χαρά, αναδεικνύοντας το κομμάτι της τρέλας που είναι εγγενές στην βακχεία. Σ’ αυτό το πλαίσιο απέδωσε τους χαρακτήρες του δράματος, ως τους «τρελούς» του πάρκου, αξιοποιώντας στοιχεία του τσίρκου αλλά και αναγνωρίσιμων φιγούρων από τον αχανή αστικό κόσμο.

Κορυφαία θεωρείται η ιστορική παράσταση των «Βακχών» από την ομάδα του Θεόδωρου Τερζόπουλου (1986), που έχει κυκλοφορήσει κινηματογραφημένη, ενώ προβλήθηκε και στο θεατρικό Φεστιβάλ Dubitanda το 2017.

Το 2020, επίσης, η Νικαίτη Κοντούρη σκηνοθέτησε τις «Βάκχες» και τις έφερε και στους Φιλίππους.

Τέλος, η διεθνώς πολυβραβευμένη Izumi Ashizawa, το 2019 συμπράττει με το κυπριακό θεατρικό σχήμα «Belacqua Theatre» και σκηνοθετεί τις «Βάκχες» του Ευριπίδη, συνδυάζοντας τους κώδικες του Ιαπωνικού θεάτρου «Νο» και του αρχαίου Ελληνικού δράματος.

 

 

Υπόθεση

 

 

Ο Διόνυσος είναι γιος του Δία και της Σεμέλης, κόρης του βασιλιά της Θήβας, Κάδμου. Στη Θήβα αμφισβητούν τη θεότητά του και ισχυρίζονται ότι η Σεμέλη φόρτωσε στον Δία κάποιο αμάρτημά της. Ο Διόνυσος, μετά από πολλές περιπλανήσεις στον Ασιατικό χώρο, στον οποίο έχει εδραιώσει τη λατρεία του, έρχεται να την επιβάλει και στην Ελλάδα, ξεκινώντας από τη γενέτειρά του, τη Θήβα. Ακολουθείται από αλλοπαρμένες γυναίκες- μαινάδες, που αποτελούν τον θίασό του.

Στον πρόλογο έχουμε το Διόνυσο με ανθρώπινη μορφή να μας εξιστορεί το ιστορικό του και τις περιπέτειες του. Φτάνει στη Θήβα, οιστρηλατεί τις αδερφές της μάνας του αλλά και όλον τον θηλυκό πληθυσμό της πόλης, που σε κατάσταση μανίας κι άλογος, εγκαταλείπει τα σπίτια του και περιφέρεται στα όρη, χορεύοντας και συμβιώνοντας αρμονικά με τη φύση. Τη βασιλεία τώρα στη Θήβα την έχει ο Πενθέας, που διακρίνεται για τα αντιβακχικά του αισθήματα.

Ο μάντης Τειρεσίας, στεφανωμένος με κισσό (Διονυσιακό σύμβολο) έρχεται και συναντά τον Κάδμο, που κι αυτός είναι οπαδός του Διόνυσου. Του ζητάει να βγουν στα όρη για να δοξάσουν και να υμνήσουν τον θεό. Εκείνη την ώρα καταφθάνει ο νέος βασιλιάς, ο Πενθέας, που έλειπε και είχε ακούσει “για τις γυναίκες που πήραν τα βουνά και επιδίδονται σε βακχεύματα και διονυσιακή μέθη.

Όσες μπόρεσε τις συνέλαβε, ενώ οργανώνει αποστολή για να φέρει πίσω και τις υπόλοιπες (ανάμεσα τους κι η μητέρα του, Αγαύη), ώστε να υπηρετήσουν τους άντρες τους. Θεωρεί τον Διόνυσο μάγο και λωποδύτη που του αξίζει η αγχόνη. Γεμάτος έκπληξη βλέπει στολισμένους βακχικά τον Τειρεσία και τον παππού του και βάζει τα γέλια. θεωρεί υπεύθυνο τον Τειρεσία, ενώ για τον Χορό τα λόγια του συνιστούν ύβρη απέναντι στον θεό.

Παρά τις συμβουλές του Τειρεσία ο Πενθέας δεν πείθεται και δίνει εντολή να καταστρέψουν όλα τα μαντικά του σύνεργα να συλλάβουν και να δέσουν τον «θηλύμορφο ξένο». Μετά το χορικό, ένας δούλος φέρνει τον Διόνυσο, ο οποίος στον δρόμο απελευθερώνεται μόνος του από τα δεσμά.

Ακολουθεί ανάκριση, στην οποία ο Διόνυσος απαντά με προθυμία και εξοργίζει τον Πενθέα. Τον στέλνει να χορέψει στα σκοτάδια της φυλακής. Ο Διόνυσος όμως εύκολα δραπετεύει και εξευτελίζει τον Πενθέα, που τον συναντά μπροστά στο παλάτι. Τότε έρχεται τρέχοντας αγγελιαφόρος από τον Κιθαιρώνα, ο οποίος έβοσκε το κοπάδι του και βρέθηκε αντιμέτωπος με το θέαμα των μαινάδων που έκαναν πράξεις ασυνήθιστες, αναπάντεχα τρομερές και ακατονόμαστες.

Συστήνει στον Πενθέα να δεχθεί τον νέο θεό, αλλά αυτός ετοιμάζει ασπιδοφόρους. Είναι έτοιμος να φέρει πίσω τις αφιονισμένες γυναίκες. Ο Διόνυσος προσπαθεί να τον αποτρέψει. Η διήγηση του βοσκού έχει εξάψει την περιέργεια του Πενθέα που πείθεται απ’ το Διόνυσο ν’ ανέβει στην κορυφή ενός έλατου για να μορφώσει προσωπική άποψη.

 

 

 

Δεύτερος αγγελιοφόρος έρχεται και ανακοινώνει ότι ο Πενθέας καταξεσκίστηκε από τη μητέρα του που έβγαζε αφρούς απ’ το στόμα και δεν είχε το λογικά της. Στο λιντσάρισμα συμμετείχαν και οι άλλες μαινάδες. Η περιγραφή είναι ωμή και προκαλεί φρίκη και συμπάθεια για τον άτυχο Πενθέα, που αντέταξε τη λογική του μπροστά στο παράλογο. Στη σκηνή εμφανίζεται η Αγαύη που κρατάει πάνω σε θύρσο το κεφάλι του σκοτωμένου και θριαμβολογεί. Το υπόλοιπο σώμα μεταφέρεται απ’ τον Κάδμο. Η Αγαύη σιγά σιγά συνέρχεται, συνειδητοποιεί τη φοβερή πραγματικότητα. Ακολουθεί διάλογος Αγαύης και Κάδμου που δεν είναι ολοκληρωμένος.

Στην έξοδο ο Διόνυσος, επιβλητικός, διώχνει στην εξορία την Αγαύη και τις αδερφές της. Στον Κάδμο υπόσχεται ανάπαυση στο νησί των Μακάρων, μαζί με τη γυναίκα του, την Αρμονία.

 

 

 

Ανάγνωση

 

Αντίθετα από τις περισσότερες αρχαίες ελληνικές τραγωδίες, οι «Βάκχες» έχουν για θέμα ένα ιστορικό γεγονός: την εισαγωγή μιας νέας θρησκείας στην Ελλάδα.

Όταν έγραφε ο Ευριπίδης, το θέμα άνηκε πια στο απώτερο παρελθόν, και μόνο η θύμηση του επιζούσε, σε μυθική μορφή.

Η νέα θρησκεία είχε από καιρό εγκλιματισθεί και είχε γίνει αποδεκτή σαν μέρος της ελληνικής ζωής. Αλλά έμενε πάντα η έκφραση μιας θρησκευτικής στάσης και η ανάμνηση μιας θρησκευτικής εμπειρίας διαφορετικής από οτιδήποτε ανήκε στη λατρεία των πατροπαράδοτων Ολύμπιων θεών.

 

 

Οι δυνάμεις που είχαν απελευθερωθεί και ενσαρκωθεί από την αρχική κίνηση δρούσαν ακόμα, με άλλες μορφές, στην Αθήνα του Ευριπίδη. Αν πρόκειται να κατανοήσουμε τούτο το έργο, πρέπει να γνωρίζουμε μερικά πράγματα σχετικά με τη διονυσιακή θρησκεία, δηλαδή την έννοια ορισμένων από τις ιεροτελεστίες της, τη σημασία μερικών από τους μύθους της και τα σχήματα που είχε πάρει στον καιρό του Ευριπίδη: Ωμοφαγία, ορειβασία, οινοποσία, χορός. Ακόμη, τα όργια δεν είχαν τη σημερινή έννοια αλλά ήταν πράξεις ευλάβειας, το δε «βακχεύειν» δε σημαίνει «γλεντώ», αλλά «αποκτώ μια ιδιαίτερη θρησκευτική εμπειρία», την εμπειρία της κοινωνίας με το Θεό, που μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε βάκχο ή βάκχη.

 

Σε πολλά από αυτά τα πλάσματα θα μπορούσαμε ν’ αναγνωρίσουμε ενσαρκώσεις του θεού σε ζώο, όπου οι πιστές του φωνάζουν να παρουσιαστεί σαν ταύρος, φίδι είτε λιοντάρι. Για λαούς βουκολικούς, όπως της Βοιωτίας ή της Ήλιδας, δεν υπάρχει πιο έκπαγλο σύμβολο της κραταιής φύσης από τον ταύρο.

Αλλά δεν πρέπει, πάλι, να μεταπηδήσουμε στο συμπέρασμα ότι ο Ευριπίδης θεωρούσε την Αφροδίτη ή τον Διόνυσο σαν δαίμονες του κακού είτε σαν πλάσματα της φαντασίας. Για μια τέτοια ερμηνεία των Βακχών, μοιραίο εμπόδιο είναι ο χαρακτηρισμός του Πενθέα. Αν η διονυσιακή λατρεία είναι μια ανήθικη δεισιδαιμονία και τίποτα παραπάνω, βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Πενθέας είναι ένας από τους μάρτυρες του διαφωτισμού. Αλλά είναι πολύ πιο εύκολο να αμαυρώσουμε το Διόνυσο παρά να ξεπλύνουμε τον Πενθέα. Μερικοί ορθολογιστές κριτικοί επιχείρησαν αυτό το τελευταίο· αλλά πρέπει ορισμένως να έχεις παρωπίδες για να ανακαλύψεις στον Πενθέα τον «υπερασπιστή της συζυγικής πίστης», έναν «αδιάλειπτα αξιαγάπητο χαρακτήρα».

Ο Ευριπίδης θα μπορούσε βέβαια να τον παραστήσει έτσι, θα μπορούσε χωρίς άλλο να τον κάνει ένα δεύτερο Ιππόλυτο, φανατικό, αλλά μ’ ένα συγκινητικό και ηρωικό φανατισμό. Δεν το αποφάσισε. Αντίθετα, τον προίκισε με τα χαρακτηριστικά ενός τυπικού τυράννου τραγωδίας: έλλειψη αυτοελέγχου, προθυμία να παραδεχτεί τα χειρότερα στηριζόμενος σε φήμες ή και σε τίποτα, βάναυση συμπεριφορά απέναντι στους αδύνατους και μια βλακώδη εμπιστοσύνη στη σωματική δύναμη, σαν μέσο για τη ρύθμιση πνευματικών προβλημάτων.

Επιπλέον, του έχει δώσει την ανόητη φυλετική αλαζονεία μιας Ερμιόνης και τη σεξουαλική περιέργεια ενός ηδονοβλεψία. Δεν παριστάνονται έτσι οι μάρτυρες του «διαφωτισμού». Ούτε και απαρνούνται τέτοιοι μάρτυρες την πίστη τους, την ώρα του θανάτου, όπως κάνει ο Πενθέας .

 

 

 

Η παράσταση

 

 

Με εφόδιο τον πλούτο της γλώσσας του Θόδωρου Στεφανόπουλου ξεκινά ο Διόνυσος, αρχικά ως απόκοσμη, υπερφυσική φιγούρα κι ύστερα ως άνθρωπος, να προετοιμάζει το κοινό με τον πρόλογό του, στον οποίο παραθέτει όσα πρόκειται να συμβούν. Η πρώτη αυτή εικόνα μάς προϊδεάζει πως ό,τι ακολουθεί εντάσσεται στην ιερουργία μιας ανορθόδοξης τελετής. Θαρρείς, μας εισάγει στην άγρια χαρά και στον υπόκωφο θρήνο του παράξενου πονήματος του πιο απελπισμένου, αλλά και πιο ειρωνικού από τους τραγικούς ποιητές της αρχαιότητας. Άλλωστε, η σκηνοθεσία ανασύρει -όπως διαπιστώνουμε – τόσο την απελπισία, όσο και την κωμικοτραγική ειρωνεία των «Βακχών», επομένως διαβάζει με καθαρότητα το έργο, διασώζει την ποίηση και το κοσμεί με άλλα επιτεύγματα, όπως τα κερασφόρα προσωπεία, τα παγανιστικά κοστούμια από τομάρια ζωών και τις παραδοσιακές μουσικές.

Όντως, ένας Χορός ξεπηδά από το κείμενο του Ευριπίδη. Ο λόγος του διακόπτεται από αναπαραστάσεις – μνήμες ενός τετελεσμένου γεγονότος – με κεντρικό ήρωα τον Πενθέα και την οργή του. Μια νέα δραματουργία στήνεται στη Θυμέλη, ως σχόλιο στο έργο του Ευριπίδη.

Ο Χορός (Κική Καραΐσκου, Δήμητρα Κούζα, Σοφία Κουλέρα, Χριστίνα Μαριανού, Μαριάμ Ρουχάτζε) και, ταυτόχρονα, ο στρατός του θεού Διονύσου, είναι ο αδιαφιλονίκητος βασικός φορέας της αφήγησης.

Ειδικά η επαφή των ηθοποιών με το γυμνό χώμα παραπέμπει ευθέως στο αρχέγονο διονυσιακό στοιχείο, το οποίο έλκει την καταγωγή του στην επαφή με τη γη, τον αδόμητο χώρο, την άγρια φύση και την ιερή μανία που προκαλεί η οινοποσία και η ένωση με τον Θεό.

 

 

Στην πολυεπίπεδη τραγωδία, η καλά διαβασμένη Έλενα Μαυρίδου, στρέφει την προσοχή της στον Διόνυσο, τον θεό των μυστηριακών τελετών, τον διπλογεννημένο, τον μασκοφόρο, τον θυρσοκρατούντα, αλλά και στη μορφή του Πενθέα. Αυτός ο νέος βασιλιάς της Θήβας είναι ο εκφραστής της ανάγκης για το μέτρο και την εγκράτεια. Φτάνει στην αποστείρωση. Καταλήγει στον φόβο για τον Ξένο, στη βίαιη αντίδραση, σε κάθε τι που δεν κατανοεί.

Ο ερχομός του θεού Διόνυσου σε τούτη την παράσταση, μας καλεί να αποδεχτούμε την ύπαρξη των ενστίκτων. Μας υπενθυμίζει την ανάγκη για αναγνώριση της τελετουργικής φύσης μας και την ανάγκη για συλλογικότητα.

Ο Δημήτρης Λάλος καθηλώνει το κοινό με την απαράμιλλη ερμηνεία του. Ένας έξοχος Διόνυσος, με πληθωρική κίνηση και στεντόρεια φωνή, συγκινεί και σαγηνεύει τα πλήθη, με την επιβλητική του εικόνα. Άλλωστε, το κοίλο ήταν ασφυκτικά γεμάτο σε τούτη την παράσταση και, θαρρώ, πώς κίνητρό τους ήταν και το έργο του Ευριπίδη και το ζευγάρι Λάλος- Μαυρίδου.

Ακολουθώντας η ευρηματική σκηνοθέτις ένα ταιριαστό τελετουργικό ύφος στο δράμα, συνθέτει σε αρμονικό σύνολο τους επιμέρους τομείς: ερμηνείες, μουσική, σκηνικά, κοστούμια, μάσκες, κίνηση, φωτισμούς. Έχει δε επιλέξει για τα πρόσωπα, εξαιρετικούς ηθοποιούς.

Δεσπόζει στην ορχήστρα ένα κεκλιμένο πέταλο κι ένα τριμερές πέτασμα, σαν ορμητήριο του Βάκχου και των ακολούθων του, ενώ η χρήση ζωόμορφου περιάνθιου κεφαλής, εξυπηρετεί ανάγκες υλοποίησης σκηνογραφικής άποψης και σκηνοθετικού ευρήματος. Τα τελάρα του σκηνικού μεταβάλλονται έξυπνα σε καμβάδες ζωγραφικής ή σε οθόνη θέατρου σκιών, αλλά και σε πύλη εισόδου – εξόδου. Παράλληλα, η σκηνοθετική έμπνευση δίνει εικαστική διάσταση στο κερασφόρο- γλυπτό έργο τέχνης – κράνος.

Στην αρχαία Ελλάδα άλλωστε, η μεταμφίεση ήταν συνυφασμένη με τα διονυσιακά δρώμενα. Αυτές οι θεατρικές κατασκευές – προσωπεία, αποτέλεσαν την απαρχή της μάσκας των παραστατικών τεχνών που χρησιμοποιούμε έως σήμερα. Τότε, τα υλικά από τα οποία κατασκευάζονταν οι μάσκες ήταν από πηλό ή δέρματα ζώων και ήταν ζωόμορφες.

Φορώντας τη μάσκα, ο ηθοποιός δραπετεύειαπό τον εαυτό του, παίζει με υψηλούς συμβολισμούς και εκπέμπει τη μαγική δύναμη του χαρακτήρα που παριστά η μάσκα ή το περίβλημα κεφαλής.

 

 

Ο Τειρεσίας, ο τυφλός μάντης της Θήβας, έρχεται στη σκηνή ως Μαινάδα. Η καθόλου συνάδουσα με την ηλικία και το φύλο του ενδυμασία, το παρουσιαστικό και η στάση του «εικονογραφούν» τη δύναμη του Διονύσου. Πολύ καλή η επιλογή της Βίκυς Βολιώτη για τον Τειρεσία, η οποία ερμηνεύει με ασίγαστο οίστρο ένα αλλόκοτο πλάσμα, έμπλεο σεξουαλικών εμμονών, δάνειο, θαρρείς, από τον αλληγορικό «Λαβύρινθο του Πάνα» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο. Απλώνει επιδέξια ένα τεράστιο κύμα ηχοχρωμάτων στην ορχήστρα και με σπασμωδικές κινήσεις, φορώντας τη κερασφόρο μάσκα της, ολοκληρώνει αριστοτεχνικά την ιδέα της Μαυρίδου.

Ο εξαιρετικός Γιώργος Χριστοδούλου είναι ένας γήινος Πενθέας. Ο καλός ηθοποιός υποδύεται με εντυπωσιακή δεινότητα τον δύσκολο ρόλο του Βασιλιά, πριν και μετά την παρενδυσία.

Η Έλενα Μαυρίδου και ο Θανάσης Δόβρης είναι δοκιμασμένοι ηθοποιοί, έμπειροι, με ισχυρό ένστικτο κι όπου τους είδα τους θαύμασα, όπως κι εδώ. Μια σπαρακτική Αγαύη κι ένας στιβαρός Κάδμος. Μάλιστα, η Έλενα Μαυρίδου κερδίζει ένα επικό ρίγος στην «ανάνηψη», σκηνή – από μόνη της – ένα καθηλωτικό θεατρικό αναλόγιο. Οι Αγγελιαφόροι των Γιώργου Τριανταφυλλίδη και Δημήτρη Κούζα, στο μέγεθος που τους πρέπει.

Αναπόσπαστο στοιχείο της παράστασης, η πρωτότυπη μουσική επί σκηνής από τους Γιώργο Μαυρίδη και Βασίλη Κόκλα. Η παράσταση προσεγγίζει ερμηνευτικά το έργο και διερευνά την διονυσιακή μανία ή «βακχεία» με βασικά εργαλεία τον λόγο του Ευριπίδη, τον συνδυασμό της σύγχρονης με την παραδοσιακή μουσική. Η κινησιολογία βασίζεται στην τελετουργία των Αναστεναριών, που πιθανότατα αποτελεί επιβίωση θρησκευτικών πρακτικών από τη λατρεία του Διονύσου.

Αξίζουν ιδιαίτερης αναφοράς τα εντυπωσιακά κοστούμια της Δήμητρας Λιάκουρα, η οποία υπογράφει και το λιτό, όμως άκρως λειτουργικό σκηνικό.

 

 

Επίλογος

 

 

«Προτείνουμε μια δυναμική εκδοχή του έργου του Ευριπίδη, συνδυάζοντας τον φυσικό ήχο της λύρας και του νταουλιού με το ηχοτοπίο και το sound design της σύγχρονης μουσικής τεχνολογίας, σ’ έναν σκηνικό χώρο, όπου τα υλικά της φύσης αναμιγνύονται και συνομιλούν με σύγχρονα, συνθετικά υλικά κι έτσι οδηγούμαστε σταδιακά στην βακχεία του Διονύσου. Καθώς εκτυλίσσεται η τραγωδία, τα σώματα των ηθοποιών ελευθερώνονται σε έναν οργιαστικό χορό, καταργώντας τα θεατρικά όρια», αναφέρει σε δήλωσή της η σκηνοθέτις Έλενα Μαυρίδου.

Το δράμα τελειώνει παράξενα. Απέναντι στον θρήνο της Αγαύης και τις κατάρες της, στο παράπονο του Κάδμου και του λαού της Θήβας – όλη η χώρα τιμωρείται απάνθρωπα από τον θεό – απέναντι στη φρίκη και στον θυμό των ανθρώπων για την υπερβολική, αδικαιολόγητη κακία του Διονύσου, στέκεται σιωπηλός κι αμήχανος ο θεός.

Η τελευταία φράση του είναι ένας ψίθυρος, μια άναρθρη απολογία: “Δεν φταίω εγώ για όλα αυτά. Άλλος τα αποφάσισε, από πολύ παλιά”. Υποτίθετα

 

 

 

Συντελεστές

 

  • Μετάφραση- Θεόδωρος Στεφανόπουλος
  • Σκηνοθεσία -Έλενα Μαυρίδου
  • Μουσική – Γιώργος Μαυρίδης
  • Σκηνικό – Κοστούμια Δήμητρα Λιάκουρα
  • Φωτισμοί -Περικλής Μαθιέλλης
  • Δραματολόγος – Κατερίνα Διακουμοπούλου
  • Βοηθός σκηνοθέτη – Πέτρος Αλαφούζος
  • Βοηθός σκηνογράφου/ ενδυματολόγου – Ευγενία Μπουρντά
  • Video – Θωμάς Παλυβός
  • Φωτογραφίες – Ηλίας Ντζόιδος – Ελίνα Γιουνανλή
  • Διεύθυνση παραγωγής – Μαρίνα Γαβριηλίδου
  • Επικοινωνία – Ειρήνη Λαγουρού
  • Παραγωγή – Πέμπτη Εποχή – Θέατρο του Νέου Κόσμου

 

  • Διανομή Διόνυσος Δημήτρης Λάλος Κάδμος Θανάσης Δόβρης Πενθέας Γιώργος Χριστοδούλου Τειρεσίας Βίκυ Βολιώτη Δούλος Στέργιος Κοντακιώτης Άγγελος α’ Γιώργος Τριανταφυλλίδης Άγγελος β’ Δήμητρα Κούζα Αγαύη Έλενα Μαυρίδου

 

  • Χορός – Κική Καραΐσκου, Δήμητρα Κούζα, Σοφία Κουλέρα, Χριστίνα Μαριανού, Μαριάμ Ρουχάτζε
  • Μουσικοί επί Σκηνής- Γιώργος Μαυρίδης, Βασίλης Κόκλας

 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑΣ

ΤΕΤΑΡΤΗ 2 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΑΡΓΟΣ | ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΓΟΥΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΗΛΙΔΑ | ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΗΛΙΔΑΣ ΣΑΒΒΑΤΟ 5 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΑ | ΑΝΟΙΧΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΑΡΤΑ | ΑΝΟΙΧΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΤΑΙΩΝ ΤΡΙΤΗ 8 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ | ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΤΙΝΑΛΜΑΖΗ ΤΕΤΑΡΤΗ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΚΑΒΑΛΑ | ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΦΙΛΙΠΠΩΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 13 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΔΕΛΦΟΙ | ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΦΡΥΝΙΧΟΣ ΤΡΙΤΗ 29 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΤΡΙΠΟΛΗ | ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΣΟΥΣ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΚΑΛΑΜΑΤΑ | ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΣΤΡΟΥ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top