Fractal

Διήγημα: «The April Fools»

Του Θάνου Μαντζάνα // *

 

 

 

Αφήγημα προσωπικής ρεαλιστικής μυθοπλασίας για την Πρωταπριλιά και όλα τα αληθινά ψέματα μας

 

 

 

In an April dream

Once you came to me

 

Είναι παράξενος μήνας ο Απρίλιος…Ο Μάρτιος είναι πάντα αναποφάσιστος, δεν ξέρει αν θέλει να ανήκει στην άνοιξη στην οποία τυπικά είναι η θέση του ή να παραμείνει στην παγωμένη αγκαλιά του χειμώνα όπως ακριβώς ο Σεπτέμβριος εδώ και αρκετά χρόνια δείχνει να θέλει να ξεφύγει από το στοχαστικό φθινόπωρο του οποίου είναι μέρος και να γίνει ένα, να λιώσει μέσα στην κάψα του καλοκαιριού, το ίδιο ή και περισσότερο με τον λίγο μεγαλύτερο αδελφό του Αύγουστο. Όμως ο Απρίλιος, αν και ο δεύτερος στη σειρά, καθώς έρχεται λίγο μετά από την ισημερία του ελαφρά σχιζοφρενικού Μαρτίου αναμφισβήτητα είναι η ουσιαστική αρχή της άνοιξης.

Και εσύ πάντα αγαπούσες πιο πολύ από όλες τις εποχές την άνοιξη και όχι μόνο γιατί είσαι παιδί της. Το ίδιο θα την αγαπούσες και αν είχες γεννηθεί οποιονδήποτε άλλο μήνα εκτός από Μάιο, ναι, ενάντια στο πλήθος που λατρεύει το καλοκαίρι σα να είναι η μόνη εποχή του χρόνου κατά την οποία πραγματικά ζει κανείς. Γιατί αν το καλοκαίρι είναι ο καιρός της καρποφορίας άνοιξη σημαίνει αναγέννηση, αρχή και ανθοφορία, όλες τους τόσο υπέροχες λέξεις με κοινό το πρώτο τους γράμμα. Εκείνο το παντοδύναμο α, όχι το στερητικό μα το πρωταρχικό, της αλφαβήτου και εντέλει ίσως και της ίδιας της ζωής.

Πώς λοιπόν να μην αγαπάς και τον Απρίλιο; Αν και οι περισσότεροι που μπορείς να θυμηθείς ήταν σκληροί για εσένα όλα, δίχως καμία εξαίρεση, τα σημαντικά πράγματα στην ζωή σου άρχισαν έναν Απρίλιο. Μπορεί να εκδηλώθηκαν στην πραγματικότητα λίγο ή και πολύ αργότερα όμως το ξεκίνημα τους, μερικές φορές δίχως καν να το συνειδητοποιήσεις, έγινε πάντα αυτόν τον ευλογημένο μήνα. Ευλογημένος όταν ήταν τόσο δύσκολος, κάποτε σε έκανε και να υποφέρεις; Ποιο είναι το παράδοξο, πού βρίσκεται η αντίφαση; Μήπως κάθε γέννηση δεν συνοδεύεται από πόνο, τόσο για την μητέρα όσο όμως και για το παιδί; Μήπως το πρώτο κλάμα δεν προκαλεί και την πρώτη ανάσα ζωής μας;

Όλα λοιπόν όσα αληθινά έχουν σημασία για εσένα ξεκινούν τον Απρίλιο και, για κάποιο λόγο, πάντα νύχτα. Καθώς ποτέ σεν πίστεψες στις συμπτώσεις δεν μπόρεσες να μην αναρωτηθείς, είναι δυνατόν να αρχίσει οτιδήποτε τη νύχτα; Η νύχτα δεν σηματοδοτεί το πέρας κάθε εικοσιτετραώρου κύκλου, όταν η ζωή κοιμάται, κυριολεκτικά και μεταφορικά; Δεν χρειάστηκε να ψάξεις πολύ την απάντηση γιατί την είχε δώσει πολλές δεκαετίες πριν ο Jim Morrison σε ένα τραγούδι των Doors. Η ημέρα καταστρέφει τη νύχτα, η νύχτα διαιρεί την ημέρα, όλη η αλήθεια επί του θέματος βρίσκεται σε αυτήν την μικρή φράση για όποιον θέλει να την δει. Αρκεί να επιλέξεις από ποιον από τις δύο γωνίες της θα την κοιτάξεις, είναι η νύχτα το τέλος της ημέρας ή το αναγκαίο διάλειμμα ανάμεσα σε δύο ημέρες; Γιατί αν ο ήλιος δεν κουράζεται να φλέγεται συνέχεια δεν συμβαίνει το ίδιο και με το φως του, αυτό χρειάζεται να αναπαύεται, όσο και τα μάτια μας από αυτό.

Στην δεύτερη περίπτωση, αν η νύχτα είναι το στάδιο ανάμεσα σε δύο ημέρες, είναι αναπόφευκτο οτιδήποτε να συλλαμβάνεται και να κυοφορείται τότε για να γεννηθεί την ημέρα. Κάποιες φορές μπορεί και η γέννηση να συμβεί την νύχτα αλλά αυτές είναι πολύ σπάνιες εξαιρέσεις. Συνήθως η νύχτα είναι η μακρά, αργή, ήσυχη κυοφορία, το διάστημα κατά το οποίο σχηματοποιείται και ολοκληρώνεται αυτό που πρόκειται να γεννηθεί. Ενα πάρα πολύ ήσυχο, κάποτε και απόλυτα σιωπηλό και σχεδόν αφύσικα αθόρυβο διάστημα που τίποτα στην διάρκεια του δεν προειδοποιεί για την επικείμενη εκρηκτική έλευση κάτι νέου, οτιδήποτε και αν είναι αυτό το οποίο θα γεννηθεί. Είναι λοιπόν παράξενο ότι αγαπάς τόσο την νύχτα; Καθόλου, όσο ακριβώς αγαπάς και την ημέρα, όσο αγαπάς και την ζωή.

Αυτός λοιπόν και κάθε επόμενος Απρίλιος δεν γίνεται να μην σου θυμίζει έναν άλλο, όχι πολύ περασμένο και σχεδόν όλες τις νύχτες του. Όταν οι ελλειπτικές τροχιές δύο υπάρξεων στον συμπαντικό χωρόχρονο διασταυρώθηκαν ενώ υπό κανονικές συνθήκες αυτό δεν είχε καμία πιθανότητα να συμβεί, άρα υπήρχαν πάρα πολλοί καλοί λόγοι για να γίνει. Και όπως ήταν αναπόφευκτο, καθώς τα μαγνητικά και βαρυτικά πεδία τους ήρθαν σε τόσο στενή επαφή, δημιουργήθηκε ανάμεσα τους μια τόσο ισχυρή έλξη ώστε από την επόμενη στιγμή ήταν αδύνατο πια να απομακρυνθούν η μία από την άλλη.

When you smiled I looked into your eyes

And I knew I’d be loving you

And then you touched my hand

And I learned April dreams can come true

Η κοινή τους τροχιά από τότε είναι πολύ πιο ελλειπτική από όσο ήταν κάθε μία μόνη της, με πολύ μεγαλύτερες καμπύλες, μερικές φορές τείνοντας ακόμα και να ξεφύγει από το θεωρητικό και ποτέ ορατό επίκεντρο. Το ότι είναι κοινή όμως την καθιστά πολύ πιο ασφαλή και αυτό είναι ένα μόνον από τα πολλά που την κάνουν τόσο σημαντική, όσο και οι ίδιες οι υπάρξεις οι οποίες την διαγράφουν. Πιο ασφαλή και λιγότερο ασταθή από ποτέ μα ταυτόχρονα και  περνώντας από άγνωστες μέχρι τότε συμπαντικές διαδρομές, εξερευνώντας νέα νεφελώματα της ψυχής και αστρικά συμπλέγματα του νου, συναρπαστική ήδη ως καθημερινή πράξη και εμπειρία πριν ακόμα από τα αποτελέσματα που δημιουργεί.

Και έτσι θυμάσαι…Πώς θα μπορούσες άλλωστε να ξεχάσεις με μια μετα-μνήμη τόσο αληθινή όσο και τα γεγονότα που ανακαλεί, τόσο πραγματική όσο και η ίδια η ζωή αφού δεν την βιώνεις πια μόνο με τον εγκέφαλο αλλά και με τις αισθήσεις σου; Θυμάσαι πέπλα από σκοτάδι να την κρύβουν, να την κάνουν αόρατη στα μάτια σου ώσπου σαΐτες φωτός – από τον ουρανό; την ψυχή σου, την δική της; από όλα αυτά και πολλά άλλα μαζί, σαν να ήταν σταλμένες από ένα τεράστιο τόξο στα απώτατα βάθη του σύμπαντος; – τα τρυπούν και την βλέπεις πάλι. Θυμάσαι αυτό το απέραντο ατλάζι, υφασμένο από άυλο έβενο που η βροχή δεν τον μουσκεύει και το φως τον διαπερνά σα να ήταν διαφανής χωρίς ποτέ να παύει να είναι ερμητικά μαύρος, να την αγκαλιάζει, μετά να αγκαλιάζει εσένα και τέλος και τους δυο σας. Τόσο ελαφρό ώστε ούτε καν αισθάνεστε το άγγιγμα του, τόσο δυνατό ώστε να σας προστατεύει, τόσο διακριτικό ώστε ποτέ να μην ενοχλεί, τόσο τρυφερό ώστε να μην σας πνίγει αλλά μόνο να σας χαϊδεύει απαλά.

Θυμάσαι αυτό που βλέπεις πάντα στα μάτια της, ακόμα και μέσα από μια φωτογραφία. Αχανή τοπία, σκοτεινά μα και πλημμυρισμένα από τόση ζεστασιά ώστε σχεδόν τα φωτίζει, σιωπηλά αλλά και με την πιο όμορφή μουσική του κόσμου που δεν την ακούς αλλά την αγγίζεις να αντηχεί παντού, ανεξερεύνητα ακόμα, μπορεί και για πάντα αλλά ταυτόχρονα και τόσο γνώριμα σου σα να τα περπατούσες σε όλη την ζωή σου. Θυμάσαι την φωνή της, την πρώτη φορά που την άκουσες και όλες τις επόμενες, πάντα ίδια, σαν πνοή από δροσερό αεράκι το οποίο έρχεται να ανακουφίσει μετά από μία καυτή καλοκαιρινή νύχτα, κάποιες λίγες στιγμές σαν άγριος άνεμος που σφυρίζει τον χειμώνα πάνω από φουρτουνιασμένη θάλασσα, τρομαγμένος θα έλεγες από την ίδια την ορμή του αλλά μετά από λίγο και πάλι σαν ζωηφόρο αεράκι.

Θυμάσαι, θυμάσαι τόσα πολλά που δεν μπορείς να τα ξεχάσεις αφού τα ζεις ξανά και ξανά, κάθε στιγμή… Και όσα περισσότερα θυμάσαι τόσο πιο πολύ σε στοιχειώνει εκείνο το παλιό τραγούδι χωρίς να μπορείς να πεις τι είναι αυτό που καρφώνεται πιο δυνατά και βαθιά, η φωνή της Dionne στα αυτιά σου ή οι στίχοι του στο μυαλό σου; Αν και στην πραγματικότητα γνωρίζεις πολύ καλά ότι είναι εξίσου και τα δύο ταυτόχρονα…

Little did we know

Where the road would lead

Here we are a million miles away from the past

Travellin’ so fast now

There’s no turning back

Μήπως όμως αυτή η νύχτα διαρκεί πάρα πολύ; Μήπως μάλλον αυτές οι νύχτες έχουν αρχίσει να γίνονται τόσες πολλές ώστε να τείνουν να συνενωθούν σε μία πολύ μεγάλη και συνεχή; Μήπως τελικά συμβαίνει αυτό που είχε πει ο Jim Morrison σε ένα άλλο τραγούδι των Doors, κάποιοι γεννιούνται στο γλυκό ηλιόφως, κάποιοι γεννιούνται στην ατέλειωτη νύχτα; Ακόμα όμως και αν ισχύει αυτό και εσύ ανήκεις στην δεύτερη περίπτωση στο ίδιο τραγούδι ο Morrison δίνει την λύση, την διέξοδο ώστε να μην γίνει αυτό το γεγονός η ατέρμονα καταδίκη σου. Πάρε τον αυτοκινητόδρομο μέχρι το τέλος της νύχτας και μη νομίσεις ότι η διαδρομή αυτή είναι ασαφής, ότι οδηγεί σε άγνωστο, αβέβαιο προορισμό ή σε αδιέξοδο. Στο τέλος της υπάρχει ένας πολύ συγκεκριμένος τόπος, ο μοναδικός τελικά προορισμός που όχι πρέπει αλλά μπορεί να επιζητεί κανείς κατά την διάρκεια του όχι τόσο μεγάλου ταξιδιού το οποίο λέγεται ζωή πριν από τον καταληκτικό οριστικό, βασίλεια της ευδαιμονίας, βασίλεια του φωτός.

Η διαδρομή αυτή δεν είναι τίποτα άλλο από εκείνη που διαμέσου του παρόντος οδηγεί από το παρελθόν το οποίο πρέπει υποχρεωτικά να αφήσεις πίσω καθώς δεν μπορείς να παρέμβεις ούτε στο ελάχιστο επάνω του στο μέλλον που απαιτεί από εσένα να το διαμορφώσεις όσο γίνεται καλύτερο καθώς, αφού είναι δικό σου, ουδείς άλλος έχει υποχρέωση μα και δικαίωμα να το κάνει. Δεν μπορείς να μη την ακολουθήσεις γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει άλλη, όπισθεν, προς τα δεξιά, τα αριστερά ή παρακαμπτήριος. Υπάρχει μόνον αυτή η πορεία προς τα εμπρός ή το να παραμείνεις για πάντα στο ίδιο σημείο, ακίνητος μέχρι να μην μπορείς πια να κινηθείς αφού ούτε ο εγκέφαλος σου θα μπορεί να δώσει την εντολή ούτε τα μέλη σου να ανταποκριθούν σε αυτήν.

Για άλλους βέβαια η διαδρομή αυτή είναι πιο σύντομη και για άλλους πιο μακρά, όσο ίσως και το ταξίδι της ημέρας μέσα στη νύχτα του Ευγένιου Ο’ Νιλ, εξαρτάται από τις συνθήκες αλλά και τις συγκυρίες κάθε ζωής. Καθώς όμως είναι αδύνατο να μη την ακολουθήσουμε όλοι οφείλουμε να επιλέγουμε τους κατάλληλους συνταξιδιώτες στις μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού φορές στην διάρκεια της ζωής μας που θα την κάνουμε. Όταν μάλιστα είσαι απόλυτα σίγουρος ότι αυτή την φορά έχεις την πιο κατάλληλη συνεπιβάτιδα από κάθε προηγούμενη είναι φυσικό να διαθέτεις και περισσότερη υπομονή μα και αντοχή, όσο μεγάλη και αν είναι η διαδρομή, ακόμα και αν υπάρχουν εμπόδια στο οδόστρωμα.

Στο κατώφλι λοιπόν ενός ακόμα Απριλίου και στο ξεκίνημα άλλης μίας νύχτας την περιμένεις και πάλι για να κάνετε μαζί αυτή, την ίδια πάντα διαδρομή, αρκετά μεγάλη για εσάς τους δύο, το ξέρεις πολύ καλά πια. Μπορεί να είναι απόψε που θα φτάσετε στο τέλος της, μπορεί να είναι αύριο, μπορεί να είναι κάποια άλλη νύχτα. Μια νύχτα όμως θα συμβεί, δεν έχεις την παραμικρή αμφιβολία για αυτό. Θα φτάσετε στην άλλη άκρη αυτής της ευθείας που δεν διακρίνεται από εκεί που στέκεσαι και θα δείτε μαζί για πρώτη φορά την ανατολή, το πρώτο φως της ημέρας. Της ημέρας που θα σημάνει την νέα αρχή και για τους δύο σας…

Την βλέπεις να έρχεται και το χαμόγελο της φωτίζει τον δρόμο πίσω σου περισσότερο από τα πιο δυνατά φώτα πορείας του κόσμου. Και αν έχουν θαμπώσει την όραση σου οι επερχόμενοι με ταχύτητα προβολείς; θα μπορούσε να ρωτήσει ένας τρίτος και θεωρητικά ουδέτερος παρατηρητής. Είναι η σειρά σου να χαμογελάσεις συνωμοτικά μέσα στο σκοτάδι στον ίδιο τον εαυτό σου. Ας ψάξουν αλλού να βρουν επιπόλαιους και απρόσεκτους οδηγούς, δεν ήσουν ποτέ και έχεις ήδη ζήσει αρκετά για να γίνεις τέτοιος τώρα και στη συνέχεια. Ούτε καν σου περνάει αυτή η σκέψη και, σαν για να έχεις μιαν ακόμα αδιάσειστη επιβεβαίωση, συνειδητοποιείς ότι κάνεις κάτι το οποίο ελάχιστες άλλες φορές σου έχει συμβεί.  Τραγουδάς, από μέσα σου φυσικά για να μη σε ακούσει, όχι ένα από τα αναρίθμητα αγγλικά τραγούδια που αγαπάς, ακούς, ακόμα και μελετάς σε όλη την ζωή σου μα ένα στην γλώσσα σου. Συ μου χάραξες πορεία…Τόσο συγκεκριμένη και με λελογισμένη ακρίβεια ώστε καθώς την κρατάς σφιχτά στην αγκαλιά σου ξέρεις καλύτερα από ποτέ ότι τα χειρότερα ψέματα κάθε ανθρώπου είναι οι μεγάλες και αδιάψευστες αλήθειες του που δεν τις δέχεται ως αυτό το οποίο είναι.

Are we just April fools

Who can’t see all the danger around us

If we’re just April fools

I don’t care, we’ll find our way somehow

No need to be afraid

True love has found us now

 

 

 

Ο τίτλος είναι φυσικά η αντίστοιχη αγγλική έκφραση με την δική μας «πρωταπριλιάτικα ψέματα»  Στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως τον δανείζομαι και παραπέμπει στο τραγούδι του Burt Bacharach σε στίχους Hal David που στην αυθεντική  και – όπως κατά κανόνα συμβαίνει – καλύτερη εκτέλεση του ερμήνευε εκείνη που έχει ταυτιστεί με τα τραγούδια του Bacharach περισσότερο από κάθε άλλον και άλλη, δηλαδή η σπουδαία Dionne Warwick. Το «The April Fools» γράφτηκε για την ομότιτλη ταινία του 1969 σε σκηνοθεσία Στιούαρτ Ρόζενμπεργκ, σενάριο Χαλ Ντρέσνερ και με τον αείμνηστο Τζακ Λέμον και την Κατρίν Ντενέβ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η κομεντί αυτή διαδραματίζεται στο πλέον ίσως καπιταλιστικό και ανταγωνιστικό περιβάλλον του κόσμου, τον χρηματοπιστωτικό μικρόκοσμο της Wall Street και θέμα της είναι δύο γάμοι άνευ λόγου ύπαρξης πλέον που πρέπει να τελειώσουν και τυπικά ώστε δύο άνθρωποι να βρουν επιτέλους το μικρό μερίδιο ευτυχίας το οποίο τους αναλογεί. Πέραν από το απολαυστικό στιλ και ερμηνείες της αποτελεί μιαν ακόμα απόδειξη ότι στην χρυσή εποχή του – και αντίθετα με σήμερα – το Χόλιγουντ διέθετε αρκετούς ευφυείς δημιουργούς ικανούς κυριολεκτικά να ανατρέπουν εκ των έσω το περιβόητο «αμερικανικό όνειρα» (γέννημα του οποίου ήταν και η κινηματογραφική βιομηχανία της εποχή που αποστολή της θεωρητικά ήταν μόνο να το δοξολογεί και να το αναπαράγει) με το να καταδεικνύουν ότι δεν ήταν παρά μια επιβεβλημένη ψευδαίσθηση προορισμένη ακριβώς στο να καθηλώνει τους ανθρώπους στην έξωθεν και αποκλειστικά υλική πραγματικότητα ώστε να μην ασχολούνται με την έσωθεν. Ήταν η ακόμα αθώα εποχή που ο κινηματογράφος μπορούσε μερικές φορές να είναι πιο αληθινός από την πραγματικότητα ενώ σήμερα συμβαίνει δυστυχώς το ακριβώς αντίθετο, η ζωή δείχνει να είναι όλο και περισσότερο μία κακοφτιαγμένη ταινία με ανύπαρκτο σενάριο και ερμηνείες οι οποίες παλινωδούν ανάμεσα στο γελοιωδώς υπέρμετρα τραγικό και το αξιοθρήνητα γελοίο, πολύ συχνά συμπεριλαμβανομένων και ημών των πρωταγωνιστών της. Εκτός φυσικά και αν  πάρουμε την απλή μα και τόσο δραστική απόφαση να αναλάβουμε οι ίδιοι το σενάριο και την σκηνοθεσία της δικής μας δίχως να δεχόμαστε πλέον ούτε την ελάχιστη παρέμβαση σε αυτήν από όποιον/αν άλλον ή άλλη.

 

 

* Ο Θάνος Μαντζάνας γεννήθηκε στην Αθήνα όπου σπούδασε πολιτικές επιστήμες και κοινωνιολογία, ζει και εργάζεται. Κριτικός μουσικής σε πάρα πολλές έντυπες και ηλεκτρονικές, εξειδικευμένες και μη, εκδόσεις. Από το 1999 είναι ο κριτικός και αρθρογράφος περί μουσικών θεμάτων της εφημερίδας Αυγή ενώ γράφει επίσης στο musicpaper.gr, HuffingtonPost.gr και στο περιοδικό Ήχος. Από το 2011 ασχολείται και με την πεζογραφία, κυρίως με μεσαίας και μεγάλης έκτασης διηγήματα και ενίοτε δοκίμια

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top