Fractal

“Τέσσερα κείμενα”

Από την Αρχοντούλα Διαβάτη //

 

 

 

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ

Ανοίγω τα μάτια Είμαι μια μεγάλη δυσκίνητη βάρκα που ταλαντεύεται..

Ωραία- προσάραξα. Εδώ είμαστε. Στάσου τώρα να θυμηθώ ποια είμαι και πού πάω.

Εντάξει, εγώ είμαι, η Αδαμαντία Καραβοκύρη. Βαδίζω πλησίστια προς τα εβδομήντα. Πέρσι χήρεψα. Γράφω και ποιήματα .Αγαπώ τους νέους ανθρώπους, τους λαχανοντολμάδες και τη θάλασσα. Ωχ, αυτός ο πόνος στην παλάμη μου, στο επάνω μέρος, οξύς. Αρθρίτιδες ξεφυτρώνουν κάθε τόσο. Και στο στήθος μου νιώθω αυτό τον αδιόρατο πόνο μετά. Πρώτα ο πόνος-μπλακεντέκερ – αυτός με ξύπνησε – και μετά ηρεμία. Πανωλεθρία σε όλα τα επίπεδα. Περίεργες τρίχες εμφανίζονται ακάλεστες ανάμεσα στα γραμμένα φρύδια μου. Τις βγάζω με το τσιμπιδάκι , κι εκεί, στο μέρος που επενέβην, να σου τώρα μια ανορθογραφία. Εσύ να ξέρεις ποια ήσουνα και η συνωμοσία του χρόνου να σε δείχνει με το δάχτυλο χαμογελώντας, «τώρα κοίτα».

Και ελιές. Περίεργες ελιές στο πρόσωπο, στο λαιμό στο σώμα παντού: μια σιωπηλή συνωμοσία από μικρές ελιές και καφετιούς λεκέδες στα χέρια και στα μπράτσα που αρχίζουν να κρέμονται κι αυτά σαν να ζητάνε συγνώμη για κάτι επαίσχυντο. Ιδού η πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Κι εμένα που μου άρεζαν τα Λατινικά και ο Κάτουλλος- basia mille, χίλια φιλιά στην Κλωδία.

Τα εγγόνια μου δεν βρήκαν το δρόμο να ’ρθουν στον κόσμο. Οι κόρες μου βλέπεις- ακούραστες επιστημόνισσες στην Εσπερία- δεν βρήκαν χρόνο να με κάνουν γιαγιά. Καλή τους ώρα. Έτσι είμαι απλώς γριά. Ας σηκωθώ σιγά σιγά να βάλω τον καφέ και μετά ντύνομαι για την πρωινή βόλτα.

 

 

Μήνυμα σε μπουκάλι

Ήθελε να της στείλει ένα μήνυμα, ένα είδος μποτίλιας στο πέλαγο, και να της περιγράψει εκεί όλη εκείνη την πανωλεθρία που ήταν η ζωή του τον τελευταίο καιρό αφότου χωρίσανε. Τα πρωινά που στέκονταν σαν αγκάθι στο λαιμό του και μετά ένας κόσμος χωρίς έλεος και χωρίς χάρη που τον περίμενε. Για την εικόνα της που ερχόταν κι έφευγε, στοιχειώνοντας τα τοπία της ψυχής του. Έπρεπε να σταθεί στα πόδια του, να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα, να προχωρήσει στη ζωή, κι ας έχανε το δρόμο προς τον εαυτό του. Ιδού λοιπόν, εγώ ένας άλλος, θα της έγραφε.

 

 

ΤΟ ΦΛΟΥΡΙ.

Κατάπια μάλλον το φλουρί. Κι όχι με σιγουριά και νομοτελειακώς, αλλά δια της εις άτοπον απαγωγής , θα έλεγα, αφού η Νέλλη με τον Δημοσθένη είχαν αρχίσει επισταμένως να πασπατεύουν το κομμάτι του Χριστού και της δουλειάς που προηγούνταν, απέκλεισαν και τα δικά τους κομμάτια τρώγοντας και φτύνοντας μέσα κι έξω απ’ το πιάτο τους όση βασιλόπιττα έμενε ανεξιχνίαστη , έτσι που , δεν κρατήθηκα, άστραψα μια ανάστροφη πρώτα στη μικρή και μετά σε ‘κείνον, στον εγγονό μου ντε, κοτζάμ γάιδαρο, έχει και το όνομά μου. Τι είχε μείνει . Το κομμάτι του σπιτιού είχε μείνει, που είχα χαράξει ,ο πάτερ φαμίλιας ,πρώτο πρώτο . Από ώρα το είχε πάρει ο διάβολος, το λιανίσανε ψάχνοντας με τα βρωμοδάκτυλά τους αυτό το κομμάτι . Εγώ είχα μείνει που είχα κάνει μια χαψιά το φετινό κομμάτι, έτσι, γιατί με εκνεύριζε η συγχωρεμένη , χρόνια τώρα να φυλάει το κομμάτι της για τα εγγόνια.

 

 

 

Να φοβάσαι τους συγγραφείς

με τα μακροσκελή βιογραφικά

και τις συγγράφισσες

με τα διπλά επώνυμα

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top