Fractal

Ποίηση: “Στυφό κυπαρισσόμηλο”

Της Πηνελόπης Ντουντουλάκη //

 

 

 

 

Στυφό κυπαρισσόμηλο

 

Στυφό κυπαρισσόμηλο κι αγκαθωτό περίσσια

εζήλευγε τσ’ άλλους καρπούς πάνω στα κυπαρίσσια.

Ζήλευγε τα φασκόμηλα, ζήλευγε τσι κουμάρους,

εζήλευγε τα βάτσινα, ζήλευγε τσ’ αγκισάρους.

Από το κλάμα πλάνταζε στην παραπόνεσή του

που τάχα δεν αξιώθηκε πολλά εις τη ζωή του:

“Εγώ δεν έχω ομορφιές και αλλονών τα κάλλη

μα έχω το νου στη θέση του και μια καρδιά μεγάλη…”

έλεγε και ανήμενε την εύκολη συμπόνια

κι ωστόσο εκείνο μοίραζε χλεύη και καταφρόνια.

 

Χείμαρρος διάβαιν’ ο καιρός κι όλα τριγύρω αλλάζαν,

την Πλάση άλλες εποχές χτυπούσαν και χειμάζαν.

Μα το κυπαρισσόμηλο, στον κλώνο καθισμένο,

ακόμα παινευότανε, τάχαμου λυπημένο:

“Λυπούμαι τη φασκομηλιά π΄αντεχε το λιοπύρι

και τώρα η βαρυόμοιρη ‘τοιμάζεται να γείρει.

Λυπούμαι και τη λυγαριά, που ‘χασε τα φτερά τση,

και τον παλιό τον πλάτανο που έπεσε σιμά τση.

Λυπούμαι δω, λυπούμαι κει, μα πιο πολύ με σκιάζει

μήπως αυτή η λύπη μου κανένα δεν τον νοιάζει!

Γιατί με τη σοφία μου, τη φρόνηση και κρίση

πολλά δεινά προμάντεψα και έχω βοηθήσει.

Άραγες θα συντρέξουνε οι άλλοι και εμένα

ή θ’ απολησμονήσουνε τα έχω κανωμένα;”

 

Κι απάντησε η λυγαριά: “Mη σκούζεις, μην κοπάζεις,

πάψε να βαρυοθλίβεσαι και να αναστενάζεις.

Κοίταζε μπλιο το δρόμο σου, στράφου στα σωθικά σου

ν’ αναθιβάλεις και να πεις ποια ήταν τα μιστά σου.

Ψάξε να βρεις όσες χρωστείς να δώσεις απαντήσεις

κι ίσως μπορέσεις, κάποτε, συγνώμη να ζητήσεις…”

 

 

(ζήλευγε=ζήλευε

βάτσινα=βατόμουρα

αγκίσαροι=αγκαθωτοί θάμνοι με έντονα κίτρινα άνθη

κοπάσσω ή κοπάζω=οδύρομαι, κλαίω και χτυπώ το στήθος μου (πρβ: θρήνος και κοπετός)

στράφου=κάνε στροφή προς

μιστά=άγαθοεργίες

αναθιβάλω, αναθιβάνω=αναλογίζομαι

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top