Fractal

«Κήπος, ήτοι ο Κόσμος είναι το Κείμενο καθαυτό»

Γράφει ο Γιώργος Βέης //

 

Σάρα Θηλυκού: «Στον κήπο γυναίκα», Εκδοτική παραγωγή: Β. Βασιλείου, σελ. 41

 

«η επινόηση της γραφής

ο τρόπος να είμαστε μαζί»

(από το βιβλίο, σελ. 32).

 

 

Οι πρώτες δύο, αρκούντως χαρακτηριστικές λέξεις του παρόντος: «Στα βάθη». Οι δύο τελευταίες, εξ ίσου ενδεικτικές του όλου προτάγματος: «να αναδυθώ». Το ποιητικό υποκείμενο, δηλαδή το αρχετυπικό Θήλυ, επιδιώκει να διαγνώσει καταρχάς εαυτό και εν συνεχεία να διατυπώσει αρχές υπαρξιακής αναδιάταξης-συντήρησης-επιβίωσης. Σημειώνω ότι τα επί μέρους τμήματα της σύνθεσης αυτής έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες μορφές στα περιοδικά Νέα Πορεία και Poetix στη διάρκεια των ετών 1989 – 2014. Έχω ήδη επισημάνει ότι η  εμπειρία της ποιήτριας στο πεδίο των απαιτητικών εμπεδώσεων της δημιουργικής γραφής έχει αποδώσει πολλούς καρπούς. Η κριτική έχει προ πολλού εντοπίσει την επιτυχή σύζευξη των ικανών και αναγκαίων όρων, οι οποίοι συμβάλλουν αποφασιστικά στην τελική εμφάνιση του καθόλα λειτουργικού αισθητικού προϊόντος της υφολογικά επαρκούς Σάρας Θηλυκού.

Χωρίς να πειθαναγκαστεί εδώ να αναστείλει ορμές ή να σπεύσει να μεταβιβάσει τι, το καθόλα διακριτό υποκείμενο της επιθυμίας απλώς πράττει. Προκύπτει άμεσα ό, τι κατά συνέπεια φαίνεται ως εκ των πραγμάτων να γνωρίζει πληρέστερα,. Ήτοι το γυμνό γράμμα. Η σύνθεση είναι η βάσανος, η νυχτερίδα που επανέρχεται. Αλλά ταυτοχρόνως είναι και η από-δέσμευση από έλκη-ερωτήματα, από δηλητηριώδεις πλάνες, η απεμπλοκή, εκτός των άλλων, από την αφασία. Ό, τι δηλαδή προκαλεί η παρατεταμένη απερήμωση του προσώπου. Το κλίμα είναι απρόσφορο, ενώ την ίδια στιγμή ο εξορκισμός του είναι η μόνη ιαματική προοπτική. Διακρίνω τα εξής διευκρινιστικά: «φτερό που κύλησε κι αντάμωσε νερό /ποια χέρια σ’ έριξαν στον ποταμό /ο βλαβερός στην ηθική μας χρόνος /σε μάδησε φτεράκι μου και πάει». Αίτιο και αιτιατό της αναμενόμενης από την αρχαιότητα βλάβης του εγώ παραμένει το ένα και μόνον ένα: η μοιραία εν πολλοίς ώσμωση με την ετερότητα.

 

Σάρα Θηλυκού

 

Ορισμένα τινά για τα τρία Κ και τους τρεις εμβληματικούς δείκτες: ο Κήπος, ήτοι ο Κόσμος είναι το Κείμενο καθαυτό. Όχι της Βίβλου ή του Ιερού Κορανίου κατ΄ ανάγκην. Πιθανότατα το Κείμενο να είναι ο κρίσιμος τόπος της συνάντησης των τριών εκείνων θεμελιωδών δεικτών: δηλαδή του προφανώς βιωματικού ή έστω και οιονεί βιωματικού δεδομένου, του αλληγορικού δρώμενου και του γόνου της επινόησης. Στον αντίποδα του δήθεν διαλόγου με την παράδοση, της αδιέξοδης μίμησης προτύπων, των ατελέσφορων εν πολλοίς ομοιοκαταληξιών και του στείρου ψευδο-μοντερνισμού επιβάλλεται με το πρώτο αναγνωστικό βλέμμα η συναρπαστική κυριολεξία του ρήματος της αναστοχαζόμενης, αυτοαναλυόμενης, επαρκώς αυτοθεραπευόμενης εν τέλει Γυναίκας στον Κήπο. Εξ ου και η ασφάλεια της ακροτελεύτιας, αυτοδεσμευτικής  δήλωσης που προανέφερα: «να αναδυθώ».

Η δε γενναιότητα της μη-μεταβίβασης αποδίδει καρπούς: η εξομολόγηση διορθώνει το όποιο τέλος πάντων νοείται ως πραγματικό. Η βασκανία του έξω αποδομείται από τη λυσιτελή αναδιάταξη του εαυτού. Από εδώ πηγάζει το απώτερο μήνυμα του έργου: εγώ σημαίνει διάρκεια της θέλησης για ρήξη. Παραθέτω για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής την αφετηρία των δεινών ώς έχουν: «με άφηνες να μιλώ/ήμουν στον κήπο /η ρήτωρ η αγορητής/«Αδάμ, να ένα μήλο»/ή/«αν το δαγκώσεις θα ακούσεις/την τραγανή του αποδοκιμασία»/κοντολογίς/έπεσα οικειοθελώς σε όλες σου τις παγίδες/σε αγαπούσα αφέθηκα να με παρασύρεις/να διαπράξω όλα τα λάθη /που ο άνθρωπος θα διέπραττε ποτέ /σε εμπιστευόμουν».

Κοντολογίς, δεν χρειάζεται καν μια κίνηση προς τα απρόσφορα εν τέλει έξω. Αρκεί η επι-μόρφωση, η ανακάλυψη του βαθύτερου είναι. Θυμίζω το βαρύνον εκείνο εισαγωγικό «Στα βάθη». Η δε πανηγυρική αναγγελία της ανάδυσης της σελίδας 39 επιβεβαιώνει την καταστατική αξία της οριακής Βούλησης. Η ψευδαίσθηση του έρωτα είναι η εξ αντικειμένου αντικειμενικοποίηση της ουτοπίας. Παραθέτω την εμμονή στο γράμμα μ της μόνωσης, στο επίμονο σύμφωνο της Εδέμ-του Αδάμ: «Εδέμ/έμεινε/μένος/μόνος /Αδάμ». Η επιβεβαιωμένη απουσία του άλλου παράγει κατά συνέπεια συσπείρωση ή και αναβάθμιση του κινήτρου της γραφής.  Όχι όμως της απωλείας, αλλά της καταξίωσης του γνώθι σαυτόν. Κι όχι του γνώθι άλλως πως. Ίσως αυτό ακριβώς το άλλως να μην υπάρχει. Να είναι η μόνη περιουσία του φαντασιακού. Η δε όποια προοπτική της ικανοποίησης της λίμπιντο και των όσων ενδεχομένως τραγικών τινών συνεπάγεται στην προκειμένη περίπτωση δεν  αποστερεί την ποιητική περσόνα από το αναφαίρετο δικαίωμά της να διαγράφει αποφασιστικά  ό, τι την απειλεί. Άλλωστε, ως γνωστόν, «ο άνθρωπος είναι το πλάσμα που δεν μπορεί να βγει από τον εαυτό του, που γνωρίζει τους άλλους μόνο μέσα του και που αν ισχυριστεί το αντίθετο, ψεύδεται ασύστολα», όπως μηνύει ο Μαρσέλ Προυστ, που κάτι ήξερε. Παραβάλλω τη μετεξέλιξη αυτού του αφορισμού από τον Γούντι Άλεν: «από το να παραμείνω ζωντανός στις καρδιές και στο μυαλό του κοινού, προτιμώ να παραμείνω ζωντανός στο διαμέρισμά μου».

Η Γυναίκα δεν χρειάζεται καν να διεκδικήσει τον Κήπο. Διότι κείται εντός της. Εξ ορισμού, μάλιστα. Πρόκειται για μια προβλεπόμενη επικύρωση της ύπαρξης ή για να το διατυπώσω διαφορετικά, για μιαν επαλήθευση ταυτότητας. Εξ ου και η αυθεντικότητα της απλής ισχύος, η αυθεντικότητα της περίσκεπτης στρατηγικής: «να αναδυθώ».

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top