Fractal

Εμφύλιος Χ 4 = 21

Γράφει η Χρύσα Φάντη //

 

Σοφία Διονυσοπούλου: «Θυρίδα 1821», Εκδ. Ροδακιό, 2020

 

Γάλλοι Άγγλοι και Ρώσοι Γενουάτες Ενετοί/  Σλάβοι Εβραίοι Τούρκοι Αρμένιοι Αλβανοί/  Μέσα μας κολυμπάνε Έμβρυα σιαμαία/ Είναι το DNA  μας ΠΟΛΥΧΡΩΜΟΣ ΜΠΑΞΕΣ/ Σύνθεση είναι το λευκό Λεχρίτες ρατσιστές/ ΕΚΡΗΞΗ ΑΡΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΙΕΡΩΝ ΑΣΜΑΤΩΝ/ […]

 

H ποιητική συλλογή της Σοφίας Διονυσοπούλου, Θυρίδα 1821, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ροδακιό, έχει για προμετωπίδα τα λόγια του Καποδίστρια: Η κοινή ημών πατρίς ευρίσκεται ακόμη μακράν… Διακόσια χρόνια μετά την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, η πρόθεση  της ποιήτριας να απευθυνθεί στον Κυβερνήτη, πέρα από κάθε άλλη  συγγένεια, δεν θα μπορούσε να σημαίνει τίποτα λιγότερο από την υπόρρητη κι ωστόσο βέβαιη επιθυμία  να αποτυπώσει αντιστικτικά και με τρόπο παρωδιακό  τη διαστρεβλωτική επίδραση που κάποιοι άλλοι πολιτικοί ταγοί άσκησαν και συνεχίζουν ν’ ασκούνε στη χώρα της − λαοπλάνοι  που στο πέρασμα του χρόνου συνεχίζουν να την κανακεύουν εκμεταλλευόμενοι τις αυταπάτες και τις ελλείψεις της,  αφήνοντάς την τυφλή και ανυπεράσπιστη μπροστά σε κάθε είδους πλάνη και ιδεοληψία.

Αλλά είτε δρα είτε αδρανεί, είτε παλεύει είτε σιωπηλά αποσύρεται, ο λαός έχει σάρκα και οστά και λόγο συγκεκριμένο. Ξέρει ότι εκείνο που τον διαβρώνει υπάρχει μέσα του, σε κάθε του ενέργεια, σε όλα όσα τον απαρτίζουν. Και μέσα στον ζόφο προσπαθεί να επιβιώσει με μπόλικο χιούμορ, σαρκασμό και  αυτοσαρκασμό. Η άμυνά του βρίσκεται στο να μην παίρνει τίποτα στα σοβαρά, να κοροϊδεύει και να στηλιτεύει ανελέητα, τόσο τη μοίρα του όσο κι εκείνους που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο καταφέρνουν να τον παγιδεύουν. Η συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης φαίνεται να είναι η μόνη διέξοδος και η ομολογία της το μοναδικό του συγχωροχάρτι.

 

Χολή θα χύσω για ένα έθνος λαμπερό/ Χλομό Κι επαίσχυντο/ Χολή ωμή για ένα λαό/ Μωρό κι ανεύθυνο/Αγωνιστή τρανό Άριστο λουφαδόρο/ Άμετρο ποιητή Κομπιναδόρο/ Προδότη Φωτοδότη Δειλό και Κατσαπλιά/ […]

Ο ηθοποιός-λαός εύκολα αναγνωρίζει στον εαυτό του τα ίδια σημεία εξαχρείωσης, τα ίδια ραγίσματα αθλιότητας, προδοσίας και ηθικού ξεπεσμού. Αλλού περιπαιχτικός κι αλλού εξόχως σπαρακτικός εμφανίζεται έμπλεος πίκρας, οργής και απόγνωσης, ενώ η γλώσσα με την οποία μας δεξιώνεται, με τον χειμαρρώδη και ασθματικό της ρυθμό, που σε σημεία φτάνει στο απόλυτο παραλήρημα, παραμένει οικεία και γήινη. Τα πάντα φαίνονται να κινούνται στα χρονικά ενδιάμεσα, στα όρια μιας γραμμής που συνεχώς καμπυλώνει και γρήγορα μετατρέπεται σε αναρίθμητες κυκλωτικές κινήσεις, που αντί να τον σπρώξουν μπροστά τον αφήνουν στο ίδιο σημείο. Ο χρόνος ακόμη και χωρίς τον ξένο ζυγό συνεχίζει να μοιάζει κλούβιος.

 

Σοφία Διονυσοπούλου

 

2.

Είμαι ραγιάς και περπατάω σαν σουλτάνος/ Δεν θα ταντΕξω το σανίδι Κυβερνήτη/ Σήκω κι ενσάρκωσε εσύ τον εαυτό σου/ […]  Με το κλειδί ανοίγω τώρα τη θυρίδα/ Άνεμε πάρε την πνοή του ’21/  Εγώ θ’ αφήσω τη δική μου στην κερκίδα/  Δώρο στις κίσσες Δόλια καδένα […]

Η κενοδοξία φέρνει την έπαρση και η έπαρση εκκολάπτει την πτώση. Στον αχό που αφήνουν πίσω τους η ημιμάθεια, ρατσισμός κι ο εγωτισμός,  η ανάγκη για επίδειξη θεσπίζει νέους τρόπους ζωής και αντίδρασης. Η υποκρισία επικρατεί και η αδιαφορία για τα κοινά, αντί να αναθεματίζεται βασιλεύει. Οι ψυχές ψάχνοντας για ταυτότητα μένουν χωρίς ταυτότητα, αδειάζουν, χάνουν  το στίγμα  τους.  Η μωρία και ο αμοραλισμός γίνονται θέσφατα, και η χωρίς όρους παράδοση σε ό,τι εύκολο και φτηνό τις οδηγεί στο τίποτα. Το σκότος επανέρχεται ακόμη πιο ζοφερό.  Άραγε υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ; Ενδεικτικό το απόσπασμα από τον Μακρυγιάννη σε θέση επίλογου: … παλαιόθεν, και ώς τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε μα δεν μπορούνε ∙ τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν ∙ κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν.

 

3.

Το βιβλίο Θυρίδα 1821 της Σοφίας Διονυσοπούλου, γραμμένο στα ίχνη ενός κατεπείγοντος σπάει τα βαρετά, επαναλαμβανόμενα  μοτίβα του ποιητικισμού, δημιουργώντας τοπία έκρηξης. Έργο με έντονα  τα στοιχεία του ρυθμού και της μουσικότητας, απελευθερωμένο από τις συνήθεις λογοτεχνικές συμβάσεις αποκαλύπτει με τρόπο άμεσο έναν λαό που κινείται σε σύμπαν διάτρητο, δυσοίωνο και δυστοπικό, σύμπαν που αντανακλά την δική του αστάθεια και αμφιθυμία. Διανθισμένο με ποικίλες νοηματικές συνάψεις και αλλεπάλληλα λεκτικά και εικονοποιητικά σημαινόμενα σπρώχνει τον λόγο μέχρι το έσχατο των ορίων του∙ πηγαίο συναισθηματικό απείκασμα που παλινωδεί ανάμεσα στο τραγικό και το ιλαρό μέχρι την πλήρη αποκαθήλωση και διακωμώδηση.

Βιάστηκες Κυβερνήτη να χαθείς/ Κουτσό ξέρεις τι πάει να πει;/ Κουτσό με τΑντερά της παίζει η χώρα/ Τις νύχτες που οι κλέφτες τριγυρνάνε/ Κι οι άστεγοι τους τοίχους κατουράνε/ Τις μέρες σενιαρίζεται και πάει/Για φραπεδιά/ Για τσικουδιά/ Και για δουλειά ληγμένη […]

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top