Fractal

Το αληθινό πρόσωπο της Αμερικής

Γράφει ο Απόστολος Σπυράκης //

 

Sinclair Lewis: «Μπάμπιτ», Βασιλική Λογοθέτη- Παγοπούλου, Εκδόσεις Λέμβος

 

Ο «Μπάμπιτ» ήταν ένα από τα πιο πετυχημένα βιβλία που κυκλοφόρησαν στην Αμερική τη δεκαετία του 1920. Η επιρροή του ήταν τόσο καθοριστική που δημιούργησε τον όρο «babittry» (προσήλωση σε έναν κομφορμιστικό, υλιστικό, αντί–διανοητικό τρόπο ζωής) και υπήρξε ένας από τους βασικούς λόγους που ο Σίνκλαιρ Λιούις πήρε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1930). Ο Αμερικανός κριτικός Χένρυ Λούις Μένκεν όταν το διάβασε είπε: «Δεν γνωρίζω κανένα αμερικανικό μυθιστόρημα που να παρουσιάζει με μεγαλύτερη ακρίβεια την πραγματική Αμερική. Ο Τζορτζ Φ. Μπάμπιτ είναι η ίδια η Αμερική, εξαίσια και πληθωρική. O Σινκλαίρ δημιούργησε έναν χαρακτήρα ζωντανό, με σάρκα και οστά, με ελπίδες και όνειρα, όχι μια καρικατούρα». Και πράγματι η Αμερική που περιγράφει ο Σίνκλαιρ Λιούις είναι η χώρα που έχει απογειωθεί και αποτελεί την πρωτοπορία της παγκόσμιας οικονομίας με τους ατσάλινους ουρανοξύστες, τους τηλέγραφους που επικοινωνούν με Παρίσι και Πεκίνο, τις γρήγορες αμαξοστοιχίες που διασχίζουν τις απαστράπτουσες μεγαλουπόλεις, τα πολυσύχναστα καταστήματα, τους πωλητές που οργώνουν την επαρχία πουλώντας τα προϊόντα των τεράστιων εργοστασίων, τις υπερσύγχρονες βιομηχανικές μονάδες που στέλνουν τα καλύτερα προϊόντα σε όλες τις ηπείρους της γης.

Πέρα από την απεικόνιση μιας πανίσχυρης χώρας ο Σίνκλαιρ Λιούις καταφέρνει να διεισδύσει και στην ψυχολογία του μέσου ανθρώπου που θέλει να πλουτίσει όσο πιο γρήγορα γίνεται και να προλάβει να ζήσει το περίφημο Αμερικανικό όνειρο των μακρινών ταξιδιών, της πολυτέλειας, της άνεσης και του πλούτου. Στις σελίδες του βιβλίου ο Μπάμπιτ αναδεικνύεται ως ένας τυπικός μέσος αμερικανός που υποχωρεί και συμβιβάζεται θάβοντας τις αρχές του  προκειμένου να ανέλθει κοινωνικά καταφέρνοντας όμως να κερδίσει τη συμπάθεια μας γιατί τα χαρακτηριστικά του είναι αυτά ενός συνηθισμένου τύπου που παλεύει αλλά αδυνατεί να αντισταθεί στην τρομακτική πίεση της εποχής. Εντυπωσιακή είναι και η αναπαράσταση από τον Σίνκλαιρ της ατμόσφαιρας της δεκαετίας του είκοσι όπου κυριαρχεί η ποτοαπαγόρευση με τους πολίτες να ψάχνουν λαθραίο ουίσκι που έρχεται  από τον Καναδά και πωλείται στα πιο απίθανα σημεία. Το ξεκίνημα του εικοστού αιώνα συμπίπτει επίσης με την κήρυξη των μεγάλων απεργιών, την άνοδο του συνδικαλιστικού κινήματος και την εξουσία ανίκανων πρόεδρων που κυβερνούν τη χώρα υποστηρίζοντας εταιρίες που γιγαντώθηκαν πουλώντας πολεμοφόδια στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.

 

Sinclair Lewis

 

Ο Αμερικανός συγγραφέας δείχνει να έχει γνώσεις σε μια μεγάλη γκάμα θεμάτων όπως η τέχνη, η ψυχολογία, η πολιτική αλλά και ο κόσμος των επιχειρήσεων τον οποίο φαίνεται ότι έχει ζήσει και έχει μελετήσει πολύ καλά. Η αφήγηση του κινείται με μεγάλη άνεση σε διάφορους άξονες παρουσιάζοντας τις αλλοιώσεις που υφίστανται τα πρόσωπα του μυθιστορήματος καθώς μεγαλώνουν και γερνούν από τις επιλογές τους κι από την πίεση των εξωτερικών συνθηκών. Ο Σίνκλαιρ στοχάζεται πάνω στο περιβάλλον που διαμορφώνεται από τους πιο ισχυρούς γόνους τραπεζιτών και πλουσίων επιχειρηματιών που ελέγχουν όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες ενώ μερικές από τις καλύτερες σελίδες του βιβλίου αφορούν τα σκαμπανεβάσματα της συζυγικής ζωής του ήρωα, τους έρωτες και τις απιστίες του, τις τύψεις και τις απαγορευμένες απολαύσεις του, τις συγκρούσεις με την οικογένεια του, τις απογοητεύσεις της διπλής ζωής και την επιστροφή στη γαλήνη της νόμιμης γυναίκας του.

Με την έκδοση του το βιβλίο σημείωσε μεγάλη εκδοτική επιτυχία η οποία σύμφωνα με τους κριτικούς οφείλονταν στη δημιουργία ενός ήρωα που αποτελούσε το αρχέτυπο του κατοίκου μιας αμερικάνικης πόλης όπου κυριαρχούσε το πνεύμα του ρεπουμπλικανισμού, της πρεσβυτεριανής θρησκευτικότητας και της λογικής της αγέλης που ακολουθεί τυφλά τα πρότυπα που πλασάρονται, σε τελική ανάλυση το μυθιστόρημα έφερνε στην επιφάνεια όλες τις αδυναμίες του συστήματος που αναπτύσσονταν στη μητρόπολη του καπιταλισμού γι αυτό και ο Χ. Τζ Γουέλς, ο πατέρας της επιστημονικής φαντασίας είπε: «Μακάρι να είχα γράψει εγώ τον “Μπάμπιτ”!»

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top