Fractal

«Η ιστορία της ζωής της είχε ήδη γραφεί. Με μωρό ή χωρίς»

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Jacqueline Woodson «Κάτι αστραφτερό», Μετάφραση: Άννα Μαραγκάκη, Εκδόσεις Πόλις

 

 «Κάθε μέρα, από τότε που ήταν μωρό, έλεγα στην Άιρις αυτή την ιστορία. Πώς κατέφτασαν με κακές προθέσεις. Πώς το μόνο που ήθελαν ήταν να μας δουν πεθαμένους. Με τα χρήματά μας να έχουν καεί. Με τα μαγαζιά και τα σχολεία και τις βιβλιοθήκες μας, τα πάντα, να έχουν χαθεί. Και παρόλο που όλα αυτά έγιναν είκοσι ολόκληρα χρόνια πριν αρχίσω να υπάρχω έστω σαν σκέψη, τα κουβαλάω ακόμη. Κουβαλάω την απώλεια. Η Άιρις κουβαλάει την απώλεια. Και παρακολουθώντας την εγγονούλα μου να κατεβαίνει εκείνα τα σκαλιά, είμαι πια σίγουρη πως κι αυτή κουβαλάει την απώλεια επίσης».

Η Jacqueline Woodson αφιερώνει το πολυεπίπεδο αυτό μυθιστόρημά της: «Για την ατέλειωτη σειρά των προγόνων μου, όλους εσάς που σκύβατε και λυγίζατε, σκύβατε και λυγίζατε», και μέσα από το μύθο της που αφορά τρεις ολόκληρες γενιές, κοινωνεί στον αναγνώστη την αίσθηση της ανασφάλειας και της απώλειας που άφησε ανεξίτηλο σημάδι στους ανθρώπους της φυλής της.

Με αφορμή τη γιορτή ενηλικίωσης της δεξαεξάχρονης Μέλοντι, που ντύνεται με το προετοιμασμένο με αγάπη και επιμέλεια φόρεμα της μητέρας της, Άιρις, (το οποίο εκείνη δεν φόρεσε γιατί κυοφορούσε την εορτάζουσα), η συγγραφέας ξετυλίγει τις ιστορίες της Άιρις, της γιαγιάς Σέιντι – μητέρας της Άιρις- του παππού  Πο Μπόι – συζύγου της Σέιντι, της γιαγιάς ΚάθιΜαρί μητέρας του Όμπρεϊ- πατέρα της Μέλοντι, τα μελλοντικά σχέδια της ίδιας της Μέλοντι.

Οι ήρωες της πρώτης γενιάς αφηγούνται σε πρώτο πρόσωπο τις ιστορίες τους φορτωμένες όλο το συναισθηματικό βάρος από τις πληγές ενός τραυματικού παρελθόντος. Μιλούν για τον αγώνα να ξεπεράσουν ανυπέρβλητα, για τα δεδομένα της εποχής,  προβλήματα που τους οδήγησαν τρεις φορές σε αλλαγή τόπου διαμονής, και για την ανάγκη να αποκτήσουν πέρα από τη μόρφωση και τη στέγη, κάτι σταθερό, κάτι αστραφτερό, προκειμένου να ανταπεξέλθουν σε μία πιθανή ανάγκη νέας διάσωσης.

Η γιαγιά Σέιντι με την οικογένειά της και όλα τα υπάρχοντά τους χαμένα από μία επιδρομή των Κου Κλουξ Κλαν, στην Τάλσα, εγκαταλείπουν τον τόπο τους, βρίσκουν υποστήριξη σε συγγενείς  καταφέρνουν να ορθοποδήσουν, να κάνουν οικονομίες και να αποκτήσουν μια κατοικία όπου έστησαν το σπιτικό τους. Είναι πλέον μια αξιοπρεπής μέση αστική οικογένεια. Η πρόωρη, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών, εγκυμοσύνη της Άιρις, για την οποία οι γονείς της έτρεφαν πολλά όνειρα, τους αναγκάζει να εγκατασταθούν στο Μπρούκλιν. Ο πατέρας της Άιρις είχε αντιμετωπίσει αρχικά όπως και η Σέιντι με οργή την κατάσταση, όμως η αγάπη για την κόρη, για την οικογένειά του, βάζουν σε ενέργεια τον ορθολογισμό. Η μνήμη που επανέρχεται με την ενηλικίωση της εγγονής του να κατεβαίνει τα σκαλιά με το όμορφο φόρεμα που προοριζόταν για την κόρη του, τον κάνει να δακρύζει.

 

«Ένιωσα λες και με έγδερναν ζωντανό όταν η Σέιμπι μου ανήγγειλε τον ερχομό σου. Σάμπως να είχαν μπήξει στο δέρμα μου ένα μαχαίρι και τραβούσαν τώρα το πετσί μου να ξεκολλήσει. Να μάλλον γιατί με πήραν προηγουμένως τα δάκρυα: επειδή σκέφτηκα πως σε τούτο τον απέραντο κόσμο υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν μπορείς καθόλου να ελέγξεις. Όσο πιο σύντομα το μάθεις αυτό, τόσο πιο γρήγορα θα γλιτώσεις έναν σπαραγμό στη ζωή σου».

 

Jacqueline Woodson

 

Ο επίσης ανήλικος πάμπτωχος εραστής της έφηβης, ο Όμπρεϊ, τη φέρνει σε επαφή με τη μητέρα του ΚάθιΜαρί, η οποία αναλαμβάνει να συμπληρώσει τα μαθήματα του λυκείου που χάνει λόγω εγκυμοσύνης η Άιρις, ενισχύοντας τη φλόγα που έκαιγε μέσα της, αλλά έσβησε για λίγο χρόνο με τη γέννηση της Μέλοντι.

Η Άιρις αρνείται να αποδεχθεί τη μητρότητα. Μετά τη γέννα δηλώνει ότι θέλει να φοιτήσει στο πιο μακρινό από τον τόπο της κολέγιο. Αναχωρεί αφήνοντας την επιμέλεια του μωρού στους γονείς της και τον Όμπρεϊ.

 

«Με τα μάτια να καίνε κάτω από το αδύναμο φως του πορτατίφ, ένιωθε πως την καθοδηγούσε η μητέρα της, και η μητέρα της μητέρας της, και ούτω καθεξής, φτάνοντας πολύ πίσω, σε κάτι που ποτέ δεν θα έσπαγε. Η ιστορία της ζωής της είχε ήδη γραφεί. Με μωρό ή χωρίς».

 

Στο κολέγιο θα αντιμετωπίσει προβλήματα, μοναξιάς, μελλοντικών επιλογών, σεξουαλικής ταυτότητας, απώλειας, επαναπροσδιορισμών, μέχρι να φθάσει σε ένα επίπεδο συμφιλίωσης με το παρελθόν και την ίδια την κόρη της.

 

«Δεν έπαψα να σε θέλω. Απλώς άλλαξε ο τρόπος. Θα το μάθεις κι εσύ αυτό. Ελπίζω δηλαδή, να το μάθεις. Η αγάπη μεταμορφώνεται συνεχώς. Ποτέ δεν σταματάει. Σήμερα, αγάπη σημαίνει για μένα ότι θέλω να σε βλέπω με αυτό το φόρεμα, είπε. Θέλω να βλέπω τον εαυτό μου σε εσένα, γιατί εδώ και πολύ καιρό έχει χαθεί η δική μου εικόνα με αυτό το φόρεμα. Πάνε πια τα δεκάξι μου. Κι ύστερα τα δεκαεφτά, τα δεκαοχτώ – όλα αυτά τα χρόνια».

 

 

Ο μύθος της Woodson είναι γραμμένος με απαράμιλλο ύφος και εκπληκτική τεχνική (εναλλαγές πρωτοπρόσωπης με τριτοπρόσωπη αφήγηση), γεμάτη λυρισμό, ποίηση με επωδούς που καθηλώνουν, μουσική, μέσα από τις νότες της οποίας ξεπηδά η χαρά αλλά και αναδύεται η αρχαία θλίψη πολλών γενεών αφροαμερικανών.

Η συγγραφέας με μεγάλη δεξιοτεχνία και πειστικότητα χειρίζεται τον λόγο του γηρασμένου άντρα, και της πικραμένης αλλά αποφασιστικής Σέιντι, στην προσπάθειά τους να υπερκεράσουν τη μοίρα της φυλής τους, να αποκτήσουν μία αξιοπρεπή κοινωνική θέση μέσα από τη μόρφωση και την οικονομική επάρκεια.

Ψυχογραφεί θαυμάσια τόσο την έφηβη μητέρα με όλους τους πρωτόγνωρους φόβους, τον πόνο της γέννας, τις σεξουαλικές αναζητήσεις, τις παλινδρομήσεις, αλλά και τη ριζωμένη βαθιά απόφασή της να σπουδάσει, υπερβαίνοντας τις αντιξοότητες που δημιούργησε η ανέμελη εφηβεία, όσο και τη νεαρή κόρη της με  όλες τις πληγές που της γέννησε η έλλειψη της μητέρας, η ιστορία της οικογένειας, και τα προσωπικά της αδιέξοδα.

Μέσα στο μικρό σχετικά μέγεθος της αφήγησης η Woodson έχει καταφέρει να θέσει θέματα ρατσισμού, ταξικών διαφορών, κληρονομικότητας, εκπαίδευσης, στόχων, διαχείρισης χρημάτων, αντιμετώπισης μιας συμφοράς, ζητήματα ταυτότητας, σεξουαλικού προσανατολισμού, σχέσεις μητέρας – κόρης, ρόλου γονέων – παιδιών, ζητήματα απώλειας.

Έμμεσα, με μεγάλη επιδεξιότητα θίγει επίσης το ζήτημα των συνθηκών κάτω από τις οποίες οι νέοι ωθούνται από την εφηβική ακόμη ηλικία να πάρουν σοβαρές αποφάσεις για το μέλλον τους, να επιλέξουν πολιτική στάση, και κλάδο σπουδών που θα ακολουθήσουν. Να  αποφασίσουν για ζητήματα που δεν έχουν ακόμη αποκομίσει καν άποψη, αφού δεν έχουν καν αποκτήσει στοιχειώδη αυτογνωσία.

Το «Κάτι αστραφτερό» στην πολύ καλή μετάφραση της Άννας Μαραγκάκη είναι κατά την άποψή μου ένα πολύ αξιόλογο βιβλίο που συνιστώ ανεπιφύλακτα σε κάθε αναγνώστη και ιδιαίτερα σε γονείς και εφήβους!   

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top