Fractal

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΑ: «Τα αμαρτήματα της συνείδησής μας» 

Γράφει η Γεωργία Χάρδα // *

 

 

 

Λεόνιντ Αντρέγιεφ «Η ζωή ενός φτωχού υπαλλήλου», Εκδόσεις Γκοβόστη, Σειρά «Ανατολή», Μετάφραση Κ. Γκοβόστη

 

Ο Αντρέγιεφ εξερευνά με όλους τους τρόπους τις πέν­θιμες και λυπημένες πλευρές της ανθρώπινης ψυχής και φτάνει στα πιο μεγάλα και τρομερά συμπεράσμα­τα. Το έργο του ταλαντεύεται μεταξύ πληθωρικότητας και κατάθλιψης. Οι αναλύσεις του είναι λεπτές και δυνατές αφού τονίζει την έλλειψη πίστης στον ανθρώπινο νου. Πρωταγωνιστής του είναι ο Ανδρέας Νικολάγιεβιτς, ένας τίμιος υπάλληλος που αρέσκεται στο να παρακολουθεί τις ζωές των άλλων σαν ένα «φάντασμα».

Ο Αντρέας Νικολάγιεβιτς ποτέ δεν είχε ζηλέψει αυτούς τους  ανθρώπους και δεν θα ‘θελε να είχε τόσα χρήματα όσο εκείνοι. Από έξι πάνω κάτω χρόνια έβλεπε το όμορφο σπίτι και το ‘χε τόσο πολύ συνηθίσει που αν καμία φορά χανότανε δεν θα ήξερε τι να κάνει. Είχε σπουδάσει όλες τις συνήθειες κείνων που καθόντουσαν μέσα.[..]Μια δυο φορές του ήρθε η ιδέα πως κι αυτός μπορούσε να ήταν ένας άνθρωπος που να κέρδιζε πολλά χρήματα και να είχε ένα σπίτι με φωτεινά παράθυρα και μια όμορφη γυναίκα. Αλλά η σκέψη τον έκανε να φοβάται πολύ. Τώρα ήταν ήσυχος στην καμαρούλα του κι οι τοίχοι και το ταβάνι που μπορούσε να φτάσει κανένας με το χέρι του, τον περιβάλανε και τον προστατεύανε ενάντια στη ζωή και τους ανθρώπους. (σελ. 10-11) 

Ο αναγνώστης αισθάνεται από τις πρώτες κιόλας σελίδες ότι ο ήρωας ζει μέσα σε μια σιωπηλή απόγνωση μια ζωή που φοβάται. Χωρίς απολαύσεις, άγευστη. Όπως είχε πει κι ο αρχαίος ποιητής Μένανδρος «Η ζωή που φοβάται τη ζωή δεν είναι ζωή». Μέσα από συγκλονιστικούς μονολόγους απεικονίζει τη σύγχυση και τη μοναξιά ενός νέου ανθρώπου.

Κι ακριβώς καθώς πήγαινε να χαρεί με τα περασμένα χωρίς να το καταλάβει οι εχθροί προχωρήσανε κρυφά κι’ ένιωσε πως δεν είχε τη δύναμη να τους πολεμήσει. Να οι τοίχοι που χαθήκανε καθώς η κάμαρα, είναι μπροστά ξανά στο σύμβουλο, αισθάνεται να του φεύγει η δύναμη απ’ τα χέρια και τα πόδια του, μένει εκεί σαν καρφωμένος κοιτάζοντας το φαλακρό και γυαλιστερό κρανίο του ανωτέρου του. Έτσι περνάνε σιγά σιγά  ένα δυο δευτερόλεπτα. Τα τακούνια των παπουτσιών του είναι κολλημένα στη γη, μια ντουζίνα άλογα δεν θα μπορούσαν να κινήσουν τον Αντρέα Νικολάγιεβιτς ούτε μια γραμμή. (σελ.14) 

Φοβάται να ακολουθήσει τα όνειρα του, φοβάται την αποτυχία, δεν μπορεί να εμπιστευτεί, να αγαπήσει, να ρισκάρει. Ακόμη κι όταν ερωτεύεται δεν θα καταφέρει να κρατήσει την αγαπημένη του. Ο φόβος τη κριτικής, του πόνου και τη απόρριψης τον οδηγεί, ελέγχει τη ζωή του. Δεν κατανοεί ότι είναι απλώς μια αίσθηση. Δεν ζει το παρόν, κοιτάζει επίμονα το παρελθόν και το μέλλον έχοντας αφήσει τη ζωή του στον φόβο. Συγκινεί η απόλυτη ειλικρίνεια του πρωταγωνιστή. Δεν αφήνει καμία του σκέψη κρυφή από τον αναγνώστη.

Ο Αντρέας Νικολάγιεβιτς γύριζε και ξαναγύριζε στο κρεβάτι του και σκεφτόταν: 

-Πόσο άσχημα είναι καμωμένα όλα: ο άνθρωπος δεν είναι λεύτερος να σκέφτεται ό,τι θέλει, του έρχονται στο μυαλό άχρηστες ιδέες βλακώδικες κι αληθινά πληχτικές. Τέσσερα χρόνια περάσανε από κείνο το βράδυ που καθόμουν στην απόκρημνη όχθη του ποταμιού μαζί με τη Νατάσα, σκέφτομαι εκείνο το βράδυ, κι αυτό δεν μου είναι ευχάριστο διόλου δεν μ’ ευχαριστεί προ πάντων διόλου γιατί βλέπω πολύ καλά το κόκκινο φεγγάρι. (σελ.38) 

Ο συγγραφέας που είναι κι ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του ρωσικού εξπρεσιονισμού στη λογοτεχνία μέσα από τη ζωή του Αντρέα Νικολάγιεβιτς ειρωνεύεται μ’ έναν πρωτότυπο τρόπο. Περιγράφει μοναδικά τις σκέψεις του ήρωα και παρουσιάζει με ιδιαίτερο πάθος την άθλια ζωή που βιώνει θυμίζοντας μας πώς η σκέψη μας και μόνο μπορεί να απογειώσει τη ζωή μας ή να μας βυθίσει στη θλίψη.

-Πηγαίνετε από δω, λέει η Νατάσα στον Αντρέα Νικολάγιεβιτς κι όταν περνούσε γρήγορα από μπροστά της, σηκώνοντας την άκρη της ρόμπας της είπε: 

-Γιατί ανακατεύεται αυτό το φάντασμα! Τι τον ενδιαφέρει αυτόν: 

-Γιατί να με λέει φάντασμα; σκεφτόταν ο Αντρέας Νικολάγιεβιτς κι ετοιμαζόταν να κοιμηθεί χαμηλώνοντας τη λάμπα του (σελ46-47) 

Τα λάθη του Νικολάγιεβιτς είναι ότι δεν:

  • Τόλμησε να ονειρευτεί
  • Δεν τόλμησε να αγαπήσει και να αγαπηθεί
  • Δεν τόλμησε να είναι ο εαυτός του

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι ο συγγραφέας παρουσίασε σε μια εφημερίδα ένα διήγημα του με θέμα έναν πεινασμένο φοιτητή. Ο διευθυντής μ’ ένα πλατύ χαμόγελο απάντησε πως η πρόζα του δεν άξιζε τίποτα… Μετά από καιρό ο Αντρέγιεβ αηδιασμένος απ’ τη ζωή αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Ευτυχώς το σχέδιο του ναυάγησε και χάρισε στο αναγνωστικό κοινό έργα που ξεχειλίζουν από δύναμη, απαράμιλλη πρωτοτυπία και εξακολουθούν να είναι ακόμη και σήμερα διαχρονικά.

 

 

 

Ο Αντρέγιεφ γεννήθηκε στην περιφέρεια του Οριόλ το 1871. Με το θάνατο του πατέρα του το 1889 η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του επιδεινώθηκε και ο Αντρέγιεφ άρχισε να κάνει κατάχρηση αλκοόλ. Αποβλήθηκε από το πανεπιστήμιο για μη καταβολή διδάκτρων και συνέχισε στην Νομική Σχολή της Μόσχας. Το 1894, μετά έναν αποτυχημένο έρωτα, προσπάθησε να αυτοκτονήσει. Αυτοπυροβολήθηκε και η σφαίρα τον τραυμάτισε και του προξένησε ένα μόνιμο καρδιακό πρόβλημα το οποίο τελικά, χρόνια αργότερα, θα προκαλούσε το θάνατό του. Η οικογένειά του πλέον ζούσε μέσα στην εξαθλίωση και ο νεαρός Αντρέγιεφ έπρεπε να εξασφαλίζει τα προς το ζην για τη μητέρα του και τα 5 αδέλφια του. Έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού, δίδασκε και φιλοτεχνούσε πορτρέτα ζωγραφικής κατά παραγγελία.

Τα άρθρα του τράβηξαν την προσοχή και το 1898, στην ίδια εφημερίδα, δημοσίευσε την πρώτη του νουβέλα. Σύμφωνα με τον ίδιο, επρόκειτο για μια απομίμηση του Ντίκενς, ωστόσο ήταν η αφορμή για να προκαλέσει το ενδιαφέρον του Μαξίμ Γκόρκι, ο οποίος τον σύστησε στους λογοτεχνικούς κύκλους της Μόσχας.  Η γλώσσα του είναι δυναμική και εκφραστική. Τα έργα του τα διακρίνει μια όξυνση αντιθέσεων, απροσδόκητες στροφές των γεγονότων σε συνδυασμό με μια σχηματική απλότητα του ύφους. Στα πρώτα του βήματα επηρεάστηκε από τον ύστερο ρομαντισμό και μέσα από τον ρεαλισμό έφτασε αργότερα στον εξπρεσιονισμό. Ήταν λάτρης των έργων του Σοπενχάουερ.

 

 

 

 

Γεωργία Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top