Fractal

Σαν αρχαία τραγωδία

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπούρας // *

 

Κώστας Λάνταβος, «Η Σεβαστή», εκδόσεις Αρμός, σελ. 94

 

Εξαιρετικό δραματικό αφήγημα, στηριγμένο σε αληθινές καταστάσεις και διαμεσολαβημένες εμπειρίες, παρά τις έγγραφες δηλώσεις περί του αντιθέτου, καθότι η αφιέρωση είναι αποκαλυπτική και καθηλωτική.

Μόνον η «εκ του φυσικού» μυθοπλαστική έκθεση γεγονότων, αισθημάτων, συναισθημάτων και του κοινωνικού αντικτύπου τους μπορεί να οδηγήσει σε τόσον συνεκτικό λόγο.

Ο μινιμαλισμός είναι μεν τέχνη, στην περίπτωση όμως της ρεαλιστικής (ακόμα και νατουραλιστικής) γραφής είναι απότοκος της συνεπούς αφηγήσεως των πεπραγμένων.

Μονάχα η ζωή μπορεί να μιλήσει έτσι, όπως στην περίπτωση της αδικημένης, κατασυκοφαντημένης, εκδικήτριας Σεβαστής, που χωρίς να είναι αυτόχρημα εκδικητική πήρε τον αρχαίο άγραφο νόμο στα χέρια της κι απέδωσε δικαιοσύνη εκεί που η συνομοταξία των ανδρών συνωμοτεί και χτίζει μπίζνες, φιλίες και συμμαχίες ισόβιες πάνω στο κλάμα των αδικημένων, με τις οιμωγές των ανυπεράσπιστων να διανθίζουν τις καταραμένες ανόσιες βλέψεις τους.

Σαν την Μήδεια, η Σεβαστή αποδίδει τα ίσα. Την έκαψαν και θα καούν. «Οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και υπόληψιν αντί υπολήψεως.

Τότε βλέπεις υπήρχε ακόμα τσίπα επάνω στους ανθρώπους, ακόμα κι αν υστερούσανε σε φιλότιμο, η αιδώς ήταν κυρίαρχη στις κοινωνικές εκδηλώσεις, Νέμεσις σωστή και η παραποίηση των γεγονότων έτσι ώστε να καταδικαστεί ένας αθώος δεν επαφίετο πάντα στην τυφλή Δικαιοσύνη. Βλέπεις, υπήρχε ακόμη τότε σεβασμός σε μια ανώτερη οντότητα, στη θεά Δίκη που διαφύλαττε τους άγραφους νόμους κι έβλεπε μακρύτερα από την Δικαιοσύνη των ανθρώπων, την ευρύτερη προοπτική, πέρα από το χρόνο και τις υλικές συμβάσεις.

Από αυτή την άποψη, η ιστορία αυτή παίρνει τραγικές και υπέρ-τοπικές διαστάσεις, γίνεται «ντοστογιεφσκική». Χωρίς να θυμίζει την «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη ως προς την πεποιημένην ιδιόλεκτον (εδώ κυριαρχεί η καθομιλουμένη ελληνική, ελαφρώς βελτιωμένη), το υπερτονισμένο δραματικό στοιχείο, η έκδηλη δραματικότητα καθιστούν αυτό το κείμενο αυτόχρημα «θεατρικό», ευεπίφορο για κάθε σκηνική ενδο-από-καθ-ήλωση [αναγκάζομαι ενίοτε να νεολογίζω, όχι για το διεγερτικόν τού αναγνώσματος, αλλά για λόγους κριτικής οικονομίας].

Ας πούμε όμως και λίγα λόγια για τον συγγραφέα: ο ιατρός παθολόγος Κώστας Λάνταβος, Λαρισαίος γέννημα και θρέμμα, είναι δοκιμασμένος πρωτότυπος συγγραφέας κι εμβριθής μεταφραστής, όσο κι αν δεν τον έχουν αποδεχτεί πλήρως «οι τα φαιά φορούντες» ποδηγετικοί αν-ομό-τεχνοί του. Ανωμοτί επιμένων εις το πεδίον καλλιεργησίμου περιφερείας, ην επέλεξεν να υπηρετεί, ο καλός λογοτέχνης και ενσυναίσθητος άνθρωπος, Κώστας Λάνταβος, όστις υπήρξεν ιδρυτής και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Γραφή, από το 1989 μέχρι το 2004, ξέρει να εξιστορεί συνεχίζοντας την άγραφη παράδοση των παλαιών παραμυθάδων, χωρίς να διαφημίζει την υποδόρια σχέση του με κάθε τι παραδοσιακό. Τα πολιτισμικά φαινόμενα, όσο κι αν φαντάζουν αυθύπαρκτα κι αυτοφυή, παλίμψηστα είναι, έχοντας πιο πολλές στρώσεις και από τις γεωλογικές, τόσα πολλά υπό-κείμενα, περισσότερα κι από τους δακτυλίους των απολιθωμένων δέντρων που έζησαν εκατομμύρια χρόνια πριν, τροφή των γιγαντιαίων δεινόσαυρων [κι όχι δεινοσαύρων, για να τονίσουμε το «δεινός»].

Η κοινωνική κριτική είναι και έμμεση και άμεση. Όπως στη σελίδα 27, που κατακεραυνώνει τους κακοθελητές:

[…] Και βέβαια τόσος μόχθος, συν μερικές πολύ καλές χρονιές στη γεωργία, έφεραν τα ποθητά αποτελέσματα. Κλείνοντας την πρώτη δεκαετία του γάμου τους, βρέθηκαν με σύμπαντα τον απαραίτητο γεωργικό μηχανικό εξοπλισμό και μια πενταώροφη πολυκατοικία στα Ταμπάκικα. Απορούσαν και οι γείτονες με την θεαματική κι αξιοθαύμαστη προκοπή τους. «Πώς μπόρεσαν, πότε πρόλαβαν να φτιάξουν τόση περιουσία;», αναρωτιόνταν. Ο Έλληνας όμως έχει πάντα έτοιμες τις απαντήσεις. «Θα είχε ο πατέρας της τίποτα λίρες απ’ το αντάρτικο», έλεγαν κάποιοι, ή «μπορεί να βρήκε αρχαία ο Στέργιος, τότε που δούλευε στις φαγάνες», συμπλήρωναν άλλοι. Το ενδεχόμενο να οφείλεται στον ιδρώτα τους, ούτε που τους πέρναγε απ’ το νου. Η πανταχού παρούσα Σταυρούλα όμως είχε τη δική της εκδοχή, πασπαλισμένη με σαρκασμό: «Καλέ, τι λίρες και κουραφέξαλα. Αυτοί δουλεύουν απ’ τ’ αξημέρωτα μέχρι το βράδυ. Δεν τους βλέπετε, ούτε παιδιά δεν πρόκαναν να κάνουν»… (σελ. 27).

 

Κώστας Λάνταβος

 

Η πλοκή εκτυλίσσεται ραγδαίως. Τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα στη «Δεκαετία του πενήντα. Στις αρχές της. Στη Λάρισα. Μια πόλη επίπεδη, ριγμένη στη μέση ενός κάμπου άλλοτε θλιβερού και μίζερου κι άλλοτε εντυπωσιακού και μεγαλειώδους. Μόλις που τελείωνε ο Εμφύλιος» (σελ. 11).

Λόγος κοφτός, επαυξάνων την δραματικότητα.

Τριτοπρόσωπος «παντογνώστης» αφηγητής, ξερός κι ελάχιστα συμμετέχων.

Πρόσωπα πιασμένα στον ιστό της αράχνης που μόνα τους επιχειρούν να ξεφύγουν. Αν είναι ήρωες ή ηρωίδες. Οι υπόλοιποι απολαμβάνουν το τετελεσμένο ως προκαθορισμένο, νομοτελειακό αποτέλεσμα πασίγνωστων (εκ των υστέρων μόνον) αιτιών: «Η θεία  δίκη, είπαν οι γείτονες στα Ταμπάκικα» (σελ. 79). Ο Χορός στην αρχαία τραγωδία τελεί την έξοδό του με αυτή τη γνωμάτευση, με ετούτο το ρητό.

Λες κι είναι βγαλμένο από του Ευριπίδη την γόνιμη φιλοσοφημένη διάνοια.

Κώστα Λάνταβε, άξιος ο μισθός σου!!! Αυτό το έργο σου θα μείνει και θα σε αντιπροσωπεύει. Εις τον αιώνα τον άπαντα ή λίγο πριν.

 

 

 

* O Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας είναι Επισκέπτης Καθηγητής Θεατρικής Κριτικής στο ΕΚΠΑ (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top