Fractal

Ξεχασμένες ιστορίες της άγριας αμερικανικής Δύσης

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

Λιουκ Σορτ, «Η κοιλάδα της εκδίκησης». Μετάφραση: Μαριάννα Αβούρη. Εκδόσεις Βακχικόν, 2019

 

Ο Λιουκ Σορτ (Luke Short, 1908-1975) υπήρξε ένας δημοφιλής Αμερικανός συγγραφέας ιστοριών δράσης. Το πραγματικό του όνομα ήταν Frederick Dilley Glidden.  Γεννημένος στο Kewanee, μια μικρή κωμόπολη  του Ιλλινόις, σπούδασε δημοσιογραφία σε πανεπιστήμια αυτής της Πολιτείας  και  μετά την αποφοίτησή του, το 1930, δούλεψε σε αρκετές εφημερίδες πριν γίνει κυνηγός ζώων, βορειότερα, στον Καναδά. Ανήσυχη προσωπικότητα, όπως ήταν, αργότερα μετακόμισε στο Νέο Μεξικό για να γίνει βοηθός αρχαιολόγου. Αφού διάβασε αρκετά περιοδικά που αναφέρονταν σε διάφορες ιστορίες με περιεχόμενο την δημοφιλή εποποιία της κατάκτησης της Δύσης, προσπάθησε να ξεφύγει από την ανεργία, και έτσι σκέφτηκε να αρχίσει να γράφει τις δικές του καουμπόικες ιστορίες. Άρχισε να δημοσιεύει τις πρώτες σύντομες ιστορίες και μυθιστορήματα το 1935 με το ψευδώνυμο Luke Short που ήταν επίσης το όνομα ενός διάσημου πιστολά και τζογαδόρου στην Δύση, από την Πολιτεία του Αρκάνσας που έζησε το χρονικό διάστημα 1854-1893, αν και δεν είναι σαφές αν το γνώριζε αυτό ο συγγραφέας Σορτ όταν υιοθέτησε εκείνο το όνομα.

Το 1938 έδωσε, έναντι αμοιβής, μια μικρή ιστορία με το όνομα «The Warning», στο περιοδικό Collier’s (το συγκεκριμένο άρχισε να εκδίδεται το 1888 μέχρι και το 1957), και το 1941 το μυθιστόρημά του «Blood on the Moon», γνωστό και ως Gunman’s Chance, στο The Saturday Evening Post, ένα άλλο γνωστό διμηνιαίο και πολύχρονο αμερικανικό περιοδικό. Αφού δημοσίευσε πάνω από δώδεκα μυθιστορήματα τη δεκαετία του 1930, άρχισε να γράφει σενάρια για κινηματογραφικές ταινίες, τη δεκαετία του 1940. Μόνο το έτος 1948, τέσσερα μυθιστορήματα του Λιουκ Σορτ εμφανίστηκαν στο προσκήνιο ως ταινίες, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται οι γνωστές Ramrod (1947) και το Blood on the Moon (1948). Έκτοτε, συνέχισε να γράφει και να δημοσιεύει μυθιστορήματα, παρά το συνεχώς αυξανόμενο πρόβλημα με την όρασή του,  μέχρι το θάνατό του, το 1975. Ο Λιουκ Σορτ θεωρείται ένας από τους καλύτερους Αμερικανούς συγγραφείς έργων δράσης, τουλάχιστον για τα δεδομένα της εποχής του. Οι νουβέλες και τα μυθιστορήματα του αποτελούν την «επιτομή του κλασσικού γουέστερν, αναγνωρισμένα ευρέως για την ιστορική τους πιστότητα και τη γνήσια απεικόνιση της ωμής βίας που αποτελούσε τυπικό γνώρισμα των κατακτήσεων της Αμερικανικής Δύσης, όπως γράφουν οι μεταφραστές και εκδότες του βιβλίου στην ελληνική γλώσσα. Το μυθιστόρημά του «Η κοιλάδα της εκδίκησης» (Vengeance Valley, 1951), να υπενθυμίσουμε, γνώρισε μεγάλη επιτυχία ως κινηματογραφική ταινία με πρωταγωνιστή τον δημοφιλή ηθοποιό Μπαρτ Λάνκαστερ.

Τα αδέρφια Φάσκεν στην «Κοιλάδα της εκδίκησης», λοιπόν,  είχαν έρθει να σκοτώσουν τον Όουεν Ντέιμπραϊτ. Ο λόγος σχετικά απλός. Είχε σχέση με την αδερφή τους την οποία, όπως τουλάχιστον υποψιάζονταν αρκετοί,  κατάστησε έγκυο χωρίς όμως να την αποκαταστήσει με τα νόμιμα δεσμά του γάμου. Επιπλέον, γι’ αυτούς, ήταν αλαζονικός όπως άλλωστε κάθε γελαδάρης (cowboy) με υποχθόνιες διασυνδέσεις με τους διαπλεκόμενους και βίαιους χαρακτήρες της περιοχής, και επειδή κατάφερε και τους έβαλε φυλακή μετά την πρώτη εκείνη μοχθηρή συνάντηση μαζί τους. Για τους δύο αυτούς οξύθυμους και ανόητους Τεξανούς, ο θάνατός του ήταν τελικά απλώς ζήτημα χρόνου, όμως, όπως φάνηκε στη συνέχεια, δεν τα είχαν υπολογίσει σωστά. Είχαν στρέψει την προσοχή, την μήνιν και τις κάννες τους σε λάθος άντρα. Και ο Όουεν Ντέιμπραϊτ, πιστός στις αρχές του, θα βρισκόταν με τη σειρά του προδομένος από έναν άντρα δειλό που τόσο πολύ είχε προσπαθήσει να βοηθήσει ποικιλοτρόπως και να υπερασπιστεί, οσάκις το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Η ιστορία, φυσικά, πηγαίνει αρκετά πίσω. Πριν από κάποια χρόνια, ο πλούσιος αλλά δυσκίνητος κτηνοτρόφος του Κολοράντο, Αρτς Στόμπι του οποίου ο γιος Λι, διέθετε  μια άγρια αλλά μη ελεγχόμενη συμπεριφορά,  πήρε τον νεαρό Όουεν Ντέιμπραϊτ,  ως θετό του γιο για να βοηθήσει στην ανατροφή και τον έλεγχο του Λι. Τώρα, όμως, ο Όουεν είναι επιστάτης στο ράντσο, αλλά ο Λι παρά το γεγονός ότι είναι δεσμευμένος με την Τζεν, παρουσιάζει περίεργη και εν πολλοίς αντικοινωνική, για την εποχή και τον τόπο, συμπεριφορά. Μια  άγαμη κοπέλα από τα μέρη τους, η Λίλη Φάσκεν, γεννά, αλλά αρνείται να δηλώσει δημοσίως την ταυτότητα του πατέρα του παιδιού, ακόμα και στα αδέλφια της παρά τις επίμονες και εκβιαστικές τους ερωτήσεις γι’ αυτό. «… Ο μόνος νόμος που γνώριζαν τα αδέλφια της και αυτός που ήταν ανεξίτηλα χαραγμένος στο μυαλό τους, ήταν  η τιμή της οικογένειας…Αν κάποιος προσέβαλε έναν από αυτούς, αυτομάτως τους προσέβαλε όλους… ».

 

Λιουκ Σορτ

 

Την ίδια εποχή, ο Λι Στόμπι παρατάει ξαφνικά και χωρίς εμφανή αιτία την Τζεν και παντρεύεται με συνοπτικές διαδικασίες την Ίντιθ, μια άγνωστη κοπέλα από το Κάνσας Σίτυ. Αφού ο Όουεν δώσει στην άνεργη, τώρα, Λίλη  πεντακόσια δολάρια για να τη βοηθήσει στη φροντίδα του μωρού, τα αδίστακτα αδέρφια της, ο Χαμπ και ο Ντικ, πιστεύουν ότι αυτός κρύβεται πίσω από την εγκυμοσύνη της, αλλά δεν γνωρίζουν, βεβαίως,  ότι ο Όουεν το έχει κάνει για λογαριασμό του Λι. Τα αδέρφια Φάσκεν προσπαθούν να χτυπήσουν τον Όουεν με σκοπό να τους αποκαλύψει αν είναι αυτός ο πατέρας του παιδιού της αδελφής τους  και εκείνος τους καταγγέλλει στον εκπρόσωπο του νόμου για τη βίαιη συμπεριφορά τους. Καταδικασμένοι σε μια εβδομάδα φυλάκισης, ορκίζονται να πάρουν εκδίκηση αμέσως  μόλις βγουν. Ο Λι πείθει μια στιγμή τον πατέρα του,  Αρτς,  να τον κάνει συνέταιρο με απώτερο και κρυφό σκοπό να πουλήσει τα ζώα του ράντζου, να πάρει τα λεφτά και να εξαφανισθεί. Παράλληλα έρχεται στο φως ότι ο πατέρας του παιδιού της Λίλης, ήταν τελικά ο Λι. Με το μισό ράντζο στον Λι, και το άλλο στον Όουεν, ο Λι σκέφτεται σοβαρά να βγάλει από τη μέση τον τελευταίο, αρχικά  για ευνόητους κληρονομικούς λόγους. Ένα καλά σκηνοθετημένο ατύχημα θα ήταν ότι καλύτερο για την περίσταση, αναλογίζεται.

Ο Λι πουλάει κρυφά και γρήγορα τρεις χιλιάδες ζώα, αλλά ο Όουεν  μαθαίνει για το εν εξελίξει σχέδιο. Ο λόγος που το έκανε και που πούλαγε τα ζώα σε τέτοια προνομιακή τιμή ήταν, όπως φαίνεται καθαρά πια, γιατί σκόπευε να χρησιμοποιήσει τα χρήματα ώστε να εξαφανιστεί, προτού χρειασθεί να έρθει αντιμέτωπος με τους αδελφούς Φάσκεν ή για να αναγκαστεί να  λογοδοτήσει στον Αρτς για όλες τις ατιμίες, τα ψέματα και τις απάτες που κατά καιρούς διέπραξε. «Οι γονείς πάντα χρειάζονται τα παιδιά και παρ’ όλα αυτά, τα παιδιά φεύγουν», λέει σε ένα σημείο ο Λιουκ Σορτ. Και στην προκειμένη περίπτωση,  ο Λι σκόπευε σοβαρά να εγκαταλείψει οριστικά τον ανήμπορο πατέρα του και το ράντζο τους. Προσποιείται ότι θα αλλάξει γνώμη, αλλά στην πραγματικότητα παρασύρει τον Όουεν σε θανάσιμη παγίδα στην οποία εμπλέκονται αμφότεροι μαζί με τα δύο αδέλφια της Λίλης.

Οι γυναίκες μέσα σε όλα αυτά βρίσκονται πολύ πιο ώριμες αλλά και πιο απαιτητικές από τους άντρες. Μια στιγμή κατά την οποία ο Όουεν και η Τζεν βρίσκονται αρκετά κοντά και μόνοι τους, σε ερώτηση του Όουεν αν θέλει να τον παντρευτεί, εκείνη τραβάει το χέρι της από το δικό του και λέει, «… σε ξέρω πολύ καλά, για να γνωρίζω ότι δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξεις. Θα συνεχίσεις να προστατεύεις τον Λι, θα συνεχίσεις να θες να μην πληγωθεί ο Αρτς, θα συνεχίσεις να προφυλάσσεις την Ίντιθ από το να μάθει την αλήθεια… Ίσως να με αγαπούσες, Όουεν, αλλά αυτό δεν θα ήταν αρκετό…», και κλείνει τη συζήτηση «… δεν είσαι ένας ελεύθερος άντρας, Όουεν»! Ράντζα, σκληροί καουμπόηδες, εύκολοι πιστολάδες, αμέτρητα άλογα και γελάδια, βαθιά Δύση, δολοπλοκίες, ίντριγκες, εκβιασμοί, κληρονομικές υποθέσεις, δολοφονίες για το παραμικρό, αρρενωπότητα, αντιπαλότητες, προδοσίες, και μέσα σε όλα αυτά οι αναγκαστικοί έρωτες με ότι, καλό και κακό, συνεπάγεται αυτό σε εκείνον πάντοτε τον δύστροπο και απειλητικό για όλους κόσμο. Όταν ο Χαμπ Φάσκεν βλέπει, στην αρχή του βιβλίου,  τον σερίφη, τον ρωτάει, «… είσαι ο νόμος;», κι’ όταν εκείνος έγνεψε καταφατικά, συνεχίζει «… Προτού φύγω από εδώ, θα σκοτώσω κάποιον. Έχε το νου σου. Το όνομά μου είναι Φάσκεν». Και φυσικά το εννοούσε!

Για την κατάκτηση της Δύσης γράφτηκαν αμέτρητα βιβλία ιστορικά και κοινωνιολογικά. Η λογοτεχνία από τη μεριά της δεν θα μπορούσε να μείνει πίσω, όπως και οι άλλες τέχνες συμπεριλαμβανομένης της έβδομης από αυτή την εποποιία. Για την ιστορία να αναφέρουμε απλώς ότι οι αυτόχθονες κάτοικοι της Βόρειας Αμερικής, ζούσαν σε εκείνα τα χώματα για πάνω από δέκα χιλιάδες χρόνια, και υπολογίζεται πως στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, κάπου  250.000 ιθαγενείς κυριαρχούσαν στην απεραντοσύνη της Αμερικανικής Δύσης. Αν το εξετάσουμε από πολιτιστική και γεωγραφική σκοπιά  ήταν συνδεδεμένοι με το εμπόριο, τις μετακινήσεις και τον πόλεμο, ενώ είναι καλά τεκμηριωμένο ότι κατά τον 19ο αιώνα διάφορες αυτόχθονες ομάδες, σε διάφορα μέρη η κάθε μία, ήλεγχαν ικανοποιητικά το μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου, κυρίως δυτικά του ποταμού Μισισιπή. Όταν άρχισαν να καταφτάνουν οι Ισπανοί, οι Γάλλοι και οι  Βρεττανοί μετανάστες, πολλά πράγματα άρχισαν να αλλάζουν, σπρώχνοντας τους ντόπιους κατοίκους ολοένα και δυτικότερα, χωρίς όμως κάποια  συγκεκριμένη αποικιοκρατική δύναμη να επιτύχει  τον πολιτικό ή στρατιωτικό έλεγχο του μεγάλου όγκου της αμερικανικής ηπείρου. Κρίσιμο χρονικό όριο, εν προκειμένω, υπήρξε ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος  ο οποίος αποσύνδεσε το πρόβλημα της δουλείας από τον εν λόγω  χώρο, καθώς και η βιομηχανοποίηση των Ηνωμένων Πολιτειών η οποία έσπρωχνε τον ολοένα και αυξανόμενο πληθυσμό της βόρειας Αμερικής πιο δυτικά. Στη συνέχεια άρχισε η επέλαση των ατελείωτων κυμάτων των αποίκων και  του αμερικανικού στρατού με όλα τα γνωστά επακόλουθα, έως ότου μπορέσουν να ελέγξουν τα τεράστιας έκτασης εδάφη μεταξύ των δύο μεγάλων ωκεανών.

Η αμερικανική Δύση βίωσε πολλούς λαούς και περιείχε πολλά και διαφορετικά μέρη, και οι αλληλένδετες ιστορίες τους σηματοδότησαν έναν βασικό μετασχηματισμό στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Όμως, για να είμαστε αφόρητα ειλικρινείς, η  ιστορία της κατάκτησης της Δύσης, ειδικά στα τέλη του 19ου αιώνα, δεν είναι μια απλή ιστορία, δεδομένου ότι εκείνο που μερικοί αποκαλούσαν θρίαμβο, τουτέστιν την επέκταση της αμερικανικής εξουσίας δυτικότερα, για ορισμένους άλλους υπήρξε μια άνευ προηγουμένου τραγωδία για την οποία ήταν υπεύθυνοι πολλοί λαοί και πολλά άτομα, όσο και αν προσπαθήσει κάποιος να απλοποιήσει μια τόσο εκτεταμένη και περίπλοκη ιστορική περίοδο. Οι καουμπόηδες, ή γελαδάρηδες επί το ελληνικότερον, τα ζώα, η επέκταση του σιδηρόδρομου, τα κοπάδια και τα ράντζα, τα βουβάλια, οι κυνηγοί και οι αγρότες, όλα ήταν μέρος της ιστορίας αυτής όπως και του παραπάνω μυθιστορήματος του Λιουκ Σορτ, και φυσικά ανάλογων δημιουργημάτων πολλών άλλων συγγραφέων.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top