Fractal

Προαιώνια μυστικιστική γλώσσα και παραπαίον ύφος στην ‘Ιστορία της Σ.’

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

istoria_sΧρύσα Φάντη: “Η ιστορία της Σ.” Εκδόσεις Γαβριηλίδης. Αθήνα, 2016

 

Το βασικότερο μέσο επικοινωνίας του ανθρώπου με τους συνανθρώπους του, είναι αναμφισβήτητα η γλώσσα, μια πολύπλοκη διαδικασία, η οποία παρουσιάζεται με τις δύο γνωστές της μορφές, δηλαδή του γραπτού και προφορικού λόγου. Ταυτόχρονα, εδώ αναγνωρίζονται δύο χαρακτηριστικές άκρες, ένθεν κακείθεν. Η μια άκρη θα μπορούσε να αποκληθεί πομπός, και αποτελεί την εστία εκπομπής του νοήματος. Προηγουμένως εκεί,  το νόημα του εσωτερικού κόσμου του πομπού κωδικοποιείται και ανέρχεται στην επιφάνεια ως  φωνητικό ή γραπτό σύμβολο, το οποίο και αποστέλλεται με κάποιο τρόπο στον (απο)δέκτη. Ο τελευταίος, ακολουθεί αντίστροφη πορεία,  συλλαμβάνοντας το νόημα, τις πληροφορίες και  τα πολυποίκιλα συναισθήματα.  Αν έρθουμε τώρα στον  ευρύτερο χώρο της εκπαίδευσης, περισσότερο στο προσκήνιο βρίσκεται ο γραπτός λόγος και λιγότερο ο προφορικός, όσο οξύμωρο κι αν φαίνεται το τελευταίο, αφού αυτός, ο προφορικός δηλαδή,  αποτελεί και τη βασικότερη μορφή επικοινωνίας των ανθρώπων. Αλλά και απ’ αυτόν, η πλειοψηφία ασχολείται με τον πομπό, τον ομιλούντα, και λιγότερο με τον δέκτη ή τον ακροατή, έναν ή περισσότερους. Έτσι ο διάλογος τελικά, αυτή η σοβαρή μορφή επικοινωνίας, εξελίσσεται σε άνευ σημασίας φλύαρο μονόλογο, χαρακτηριστικό γνώρισμα αρκετών πολιτικών και πολιτών φυσικά. Η γλωσσική επικοινωνία, στην οποία εμπλεκόμαστε καθημερινά, είναι μια παράμετρος την οποία θεωρούμε αυτονόητη, χωρίς φυσικά να μας απασχολεί η βαθύτερη σημασία της. Ο ακροατής, ο αποδέκτης, όπως ήδη είπαμε, λαμβάνει το μήνυμα, το ερέθισμα  καλύτερα, κωδικοποιημένο και στη συνέχεια, προχωρά στην αποκωδικοποίηση του μηνύματος, ακουστικού ή οπτικού. Εδώ υπεισέρχονται αρκετοί παράγοντες που επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα, την βαθύτερη και αποτελεσματικότερη επικοινωνία. Όλοι οι άνθρωποι, όμως, δεν ταυτίζονται σε θέματα κουλτούρας και μόρφωσης. Ούτε έχουν το ίδιο λεξιλόγιο, ούτε τα ίδια γνωστικά στοιχεία και συναισθηματικά βιώματα. Στην γλώσσα, το περιεχόμενο των λέξεων είναι άυλες ιδέες, ενώ η όλη έκφραση υλικό κατασκεύασμα του πομπού, του ομιλούντα. Ο ομιλητής, ο πομπός, έχει πολλά περιθώρια επιλογών οι οποίες και συνιστούν το καθαρά προσωπικό του ύφος, το οποίο έχει απόλυτη σχέση με την διανόηση, την πνευματική καλλιέργεια, την προσωπική, την κοινωνική και τη συναισθηματική του ζωή. Καλώς ή κακώς, ο ακροατής πρέπει να έχει κι αυτός την κατάλληλη υποδομή για να πετύχει το ικανοποιητικότερο αποτέλεσμα στη διαδικασία της επικοινωνίας. Όσο ο άνθρωπος εμπλουτίζει το λεξιλόγιό του και ασχολείται με τον προφορικό, αλλά  και τον γραπτό λόγο, τόσο καλύτερος ακροατής και δέκτης ή αναγνώστης  τελικά γίνεται. Το λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί ο πομπός, οι φράσεις που απευθύνει ο ομιλητής και ο συγγραφέας, κρύβουν μέσα τους ολόκληρο τον εσωτερικό, τον ψυχικό του κόσμο. Και όπως έγραψε κάποτε ο μεγάλος μας διανοητής, Νίκος Καζαντζάκης,  στην Αναφορά στο Γκρέκο, ‘Η κάθε λέξη είναι ένα σκληρό τσόφλι, που κλείνει μέσα της δύναμη εκρηκτική. Για να βρεις τι θέλει να μας πει, πρέπει να την αφήσεις να σκάσει σαν την οβίδα μέσα σου, για να σου φανερώσει τι εννοεί’! Ο κάθε εμπλεκόμενος στη συγκεκριμένη διαδικασία, είτε του προφορικού είτε του γραπτού λόγου, πρέπει να κατανοήσει την απόλυτη αλήθεια, γεγονός αδύνατο αφού ο κάθε ένας έχει τη δική του άποψη για τα περισσότερα πράγματα! Και βέβαια, αλλοίμονο αν υπήρχε η απόλυτη αλήθεια, αλλοίμονο αν υπήρχε πυθμένας στη γνώση και την κατάκτησή της!

 

istoria_s_2

 

Κι’ αν η φυσική μορφή της γλώσσας είναι η προφορική επικοινωνία, ο γραπτός λόγος είναι τεχνητός, χωρίς να υπεισέρχεται σε διάλογο με τον αναγνώστη. Με τον τρόπο αυτό, η συγκεκριμένη μορφή επικοινωνίας, είναι ανοιχτή σε περισσότερες ερμηνείες. Εδώ είναι φανερό, πλέον, ότι εισερχόμαστε κάπως βαθύτερα, στο λογοτεχνικό ύφος του συγγραφέα του συγκεκριμένου κειμένου. Το ύφος ενός εκάστου συγγραφέα, είναι εκείνος ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο αυτός  αποτυπώνει τις ιδέες του στο γραπτό κυρίως, ή στον προφορικό λόγο, η συνειδητή επιλογή ορισμένων παραμέτρων οι οποίες αποτελούν και  απαρτίζουν ένα ιδιαίτερο γλωσσικό σύστημα. Η ψυχική διάθεση του συγγραφέα αλλά κυρίως των ηρώων του, των μορφών που  εμπλέκει στην όλη δομή. Λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψιν μας, το κείμενο της ‘Ιστορίας της Σ.’, της Χρύσας Φάντη,  δεν αποτελεί και τόσο ξέγνοιαστη απαρίθμηση και περιγραφή των γεγονότων που πραγματεύεται. Τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου, προχωρούν χρονολογικά,  αλλά μετά το πέρας, τα πράγματα αρχίζουν από την αρχή. Ξαναρχίζουν να διαδραματίζονται και να περιγράφονται, για ακόμα μια φορά. Το πέμπτο μέρος του βιβλίου, δραματοποιεί και ανατρέπει κάποια πράγματα. Τότε ο αναγνώστης ανατρέχει έντρομος προς τα πίσω, στο γενεαλογικό δέντρο των ηρώων του μυθιστορήματος, στη σελίδα την οποία ανέτρεξε πολλάκις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του διαβάσματος προσπαθώντας να ξεδιαλύνει σχέσεις, συγγένειες και εξαρτήσεις, για να οδηγηθεί τελικά στο κάτω μέρος της εν λόγω σελίδας, σε μια υποσημείωση με αστερίσκο, η οποία έως τότε δεν είχε και καμιά ιδιαίτερη σημασία, τουλάχιστον φαινομενικά.  Η Φάντη, ανοίγει και κλείνει τη δαιδαλώδη ιστορία της Σ., με την Ερεσό. Μια κοπέλα, η Σ. ή κάπως έτσι,  δημιούργημα και έρμαιο μερικών σκληρών  συνθηκών και όχι και τόσο σπάνιων ψυχοπαθολογικών καθημερινών καταστάσεων, έρχεται στο προσκήνιο και μας συνοδεύει αναγκαστικά, θέλοντας και μη, σε ολόκληρο το κείμενο. Η συγγραφέας στήνει ένα γαϊτανάκι και το περιστρέφει γύρω από τον αναγνώστη, παίζει με τις καλόβολες προσπάθειες και τις έκδηλες υπομονές του, με χαρακτηριστικό και ανελέητο, ταυτόχρονα,  τρόπο. Ποια είναι τελικά αυτή η κοπέλα και ποια η σχέση της με τους άλλους πρωταγωνιστές του βιβλίου, όλους εκείνους τους αναγραφόμενους στην αρχή-αρχή; Η υπόθεση δεν είναι εύκολη. Τουλάχιστον στα πρώτα κεφάλαια, ή ακριβέστερα μέχρι το πέμπτο κεφάλαιο, όπου κάποια πράγματα βρίσκουν τη θέση τους στο παζλ. Και ενώ φαίνεται πως η υπόθεση βρίσκει τη λύση της, κάποιες φράσεις μισοτελειωμένες, μερικοί διάλογοι,  δίνουν το έναυσμα ή την υποψία για δημιουργία καινούργιων υποθέσεων. Ποια είναι εκείνη που αφηγείται την ιστορία, τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου; Ποιος είναι εκείνος που παρεισφρύει ενδιάμεσα χωρίς να προσκληθεί και ανατρέπει προκαταβολικές υποψίες και πρόσκαιρα συμπεράσματα; Και γιατί άραγε δεν μας παρουσιάζεται; Αδήλωτες και μυστικές σχέσεις των πρωταγωνιστών, κλεισμένα τα στόματα του περιβάλλοντος χώρου, κάποιες κουβέντες ατέλειωτες, υπαινιγμοί στην πραγματικότητα, όλα προοιωνίζουν ένα μεγάλο και δραματικό μυστικό, που κάποια στιγμή θα έρθει μπροστά σε όλο του το μεγαλείο. Ένας θείος δυνάστης, μια μάνα ανήμπορη, κι η Σ., διαμελισμένη ψυχικά. Κι ακόμα παραπέρα, η πιθανή ύπαρξη δίδυμης αδελφής. Η συνέχεια θα δώσει τις απαραίτητες εξηγήσεις για πολλά γεγονότα. Ίσως μας προσφέρει το απαραίτητο φόντο πάνω στο οποίο κεντήθηκε τόσο όμορφα, αλλά και τόσο πολύπλοκα το ιδιόρρυθμο κείμενο της Χρύσας Φάντη. Το σπίτι στην Ερεσό, γίνεται η σταθερή παράμετρος όπου συνέβησαν πολλά γεγονότα, και αποτελεί, πάλι, τον τόπο όπου θα τελειώσουν φαινομενικά όλα. Μυστικιστική ατμόσφαιρα, σ’ ένα σπίτι που κυριαρχείται από βούρκο, ανομολόγητα πάθη, φαντάσματα του παρελθόντος, Προσωρινά, τη θέση της Ερεσού καταλαμβάνει η Αθήνα, κι ύστερα από λίγο, το Παρίσι. Η προσφυγή στη σελίδα των πρωταγωνιστών στην αρχή του βιβλίου, στο γενεαλογικό δέντρο των ηρώων του μυθιστορήματος, γίνεται  πολλές φορές σε μια προσπάθεια του αναγνώστη να βρει μια έστω στοιχειώδη σύνδεση όλων αυτών, αλλά μάλλον εις μάτην! Η παραμονή στο Παρίσι, ανανεώνει την ήδη κακοποιημένη σεξουαλικότητα της Σ., κι η δυσπαρευνία παίρνει τη θέση  της προηγηθείσας ενδοοικογενειακής βίας και της αιμομιξίας. Οι αναγνώσεις του βιβλίου, είναι πολλαπλές. Ο αναγνώστης  στο πέμπτο μέρος του βιβλίου, θα έρθει ενώπιος ενωπίω με τη σκληρή αλήθεια. Τότε, δίκην αστυνομικού μυθιστορήματος, ο ταλαίπωρος αναγνώστης αρχίζει ξανά την αναζήτηση κάποιων σημείων ή γεγονότων που θα τον κάνουν καλύτερο γνώστη των πεπραγμένων μέσα στους δαιδάλους της οικογένειας, σε βάθος δεκαετιών.

 

istoria_s_3

 

Η γλώσσα της Φάντη, όμως, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια εφησυχασμού. Αντί να δίνει λύσεις, σε γεμίζει ερωτηματικά και τελικά σε οδηγεί και πάλι σε αναπάντητα ερωτήματα. Αποκρύπτει καταστάσεις, αντί να αποκαλύψει γεγονότα. Αφήνει τη φαντασία του αναγνώστη, αχαλίνωτη! Η συναισθηματική φόρτιση των πρωταγωνιστών, έρχεται απροκάλυπτα μπροστά. Κι ενώ στο τέλος του κειμένου, νομίζεις πως όλα τελείωσαν, έρχεται αναπάντεχα το δραματικό ερώτημα, ‘ακούει πάλι την τσιρίδα του βρέφους ;’ για να σε φέρει στην εκκίνηση της ιστορίας. Και τότε το καινούργιο διάβασμα, αναμιγνύει την ιστορία με αποσπάσματα από την Μαργαρίτα Καραπάνου, την κόλαση του Δάντη, τους Ψαλμούς του Δαυίδ, τον Κάφκα, τον Χούλιο Κορτάσαρ, τον Ελφρίντε Γέλινεκ, την Τζένη Έρμπενμπεκ και  τον Ηλία Βενέζη.

Το βιβλίο έκπληξη της Φάντη, μας παραπέμπει στην αρχή ετούτου του κειμένου, όπου θίχτηκε ακροθιγώς  το προσωπικό λογοτεχνικό ύφος ενός εκάστου συγγραφέα. Οι τελικές υποθέσεις του αναγνώστη, αν και κατά πόσον η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος θα βρει την πολυπόθητη συναισθηματική ισορροπία, επαφίεται στον εσωτερικό κόσμο του δέκτη, του αναγνώστη του βιβλίου, με την προϋπόθεση βέβαια ότι η αφηγηματική περσόνα αυτής της ιστορίας είναι μόνο μία. Κάποια πράγματα θα μείνουν αναπάντητα, και εδώ καλείται ο αναγνώστης να βάλει το δικό του τέλος και να κάνει τις δικές του υποθέσεις, να δώσει τις δικές του απαντήσεις, όσο σκληρές και βρώμικες κι αν είναι αυτές.

‘…Η λογοτεχνία ελκύεται από τους βυθούς και τα απόβλητα, που δεν τα παρουσιάζει σαν σκουπίδια για πέταμα αλλά σαν μια γωνιά όπου έχει καταφύγει μια χαμένη μαγεία…’, έγραφε κάποτε ο Κλάουντιο Μάγκρις στον δικό του ‘Δούναβη’! Το βιβλίο ετούτο, όμως, παρασύρει τον αναγνώστη σε μια αφήγηση δίκην ποταμού χωρίς τέλος, δίνοντας σε κάποια σημεία, ειδικά,  ορισμένες εξηγήσεις στο κάτω μέρος των σελίδων του.  Ούτως ή άλλως, όμως, όπως είπαμε δεν έχει φανερό τέλος. Και σε τούτο  το ποτάμι,   ‘…η εκβολή δεν υπάρχει, τον Δούναβη δεν τον βλέπουμε, τίποτα δεν μας λέει ότι αυτά τα λασπερά ρυάκια ανάμεσα στις καλαμιές και την αμμουδιά έρχονται από το Φυρτβάνγκεν και ότι θώπευσαν το νησί Μαργαρίτα….’ συμπλήρωνε ο προαναφερθείς εκ Τεργέστης ορμώμενος  συγγραφέας!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top