Fractal

Διήγημα: «Απολεσθέντα αντικείμενα εντός οικίας»

Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου //

 

 

 

 

Λ.Μ.Μ.

 

Απολεσθέντα αντικείμενα εντός οικίας

 

ΕΚΑΤΟΝΤΆΔΕΣ, για να μη πω χιλιάδες και φανώ υπερβολική, τα βιβλία μου.

Βιβλία όλων των ειδών, τα περισσότερα των οποίων τα έχω διαβάσει και πολλά μάλιστα πάνω από δύο φορές.

Έχει τύχει να χαρίσω ακριβά αντικείμενά μου σε ανθρώπους που αγάπησα, ή αγαπάω, μα μη μού πει κανείς να χαρίσω ένα από τα βιβλία μου. Τα λατρεύω.

Υπάρχει σπίτι μου και μία βιβλιοθήκη με έργα του δικού μου μυαλού, που καθ’ υπερβολή έστω, τα θεωρώ παιδιά μου. Παιδιά που τα γέννησε το πνεύμα μου, όχι το κορμί μου, χωρίς αυτά να θεωρηθούν δημιούργημα δύο ατόμων.

Αν λοιπόν αγαπώ τα εκατοντάδες βιβλία της συλλογής μου πόσο πολύ περισσότερο αγαπώ εγωιστικά τα ‘’παιδιά μου‘’ που μού χάρισαν την παρουσία τους και την συντροφιά τους, πολύ πριν ολοκληρωθούν και γίνουν ΤΑ βιβλία μου. Τα γεννούσα χωρίς επισκληρίδιο, χωρίς οδύνες τοκετού, χωρίς καισαρικές και κλάμα, με μία ανακούφιση και ευδαιμονία και την ίδια στιγμή, γεννιόταν και η Έμπνευσή μου για ένα νέο βιβλίο. Η ίδια λατρεμένη διαδικασία, αυτή που δεν γνωρίζει τι θα πει μοναξιά και ρουτίνα. Η Μούσα μου η Έμπνευση κι’ εγώ. Γέννες που άλλες κράτησαν μήνες και άλλες με πρόωρο τοκετό αλλά χωρίς θερμοκοιτίδες και ιδιαίτερες προσπάθειες. Και έτσι γεννήθηκαν τα αστυνομικά μου, τα ερωτικά μου, τα χιουμοριστικά και τα κοινωνικά βιβλία, τα παιδάκια μου. Όχι βέβαια πως θα έχανε κάτι το σπουδαίο η ανθρωπότητα αν δεν είχα γίνει ‘’μάνα,’’ αλλά έχω την αίσθηση ότι ‘’φεύγοντας,’’ εκτός από τους φυσικούς μου απογόνους θα αφήσω και κάτι που λέγεται πολιτισμός ή απλά πολύ απλά, το στίγμα μου στα γράμματα.

Τα δε ανέκδοτα χειρόγραφά μου ων ουκ έστιν αριθμός, φοβάμαι ότι ανέκδοτα θα παραμείνουν, γιατί με η φόρα που έχω πάρει και γράφω χωρίς σταματημό, άλλη μια ζωή θα χρειαζόμουν για να γίνουν σωστά ‘’παιδιά.!!!’’ Μα θα μου πείτε και γιατί Χριστιανή μου δεν σταματάς και να ασχοληθείς με τα έτοιμα, να τα φορμάρεις, να μην γυρνούν έτσι ρέμπελα μέσα σε τετράδια και σε ό, τι αποτελεί προϊόν για γράψιμο; Α, δεν είναι τόσο απλό. Όταν θέλεις να εκτονωθείς τα ήδη γραμμένα δεν καλύπτουν την ανάγκη σου για εκτόνωση. Μια καλή μου φίλη με χαρακτήρισε ‘’αστείρευτη πηγή έμπνευσης’’ την ευχαριστώ, αλλά η αλήθεια είναι ότι αντλώντας ιδέες και από τα ασήμαντα και πλάθοντας ιστορίες νιώθω γεμάτη. Αυτή η ανάγκη μου λοιπόν γέννησε και την ιστορία τούτη, που ρέει ως ακολούθως:

Κάτι που μ’ εκνευρίζει πολύ, πάρα πολύ, είναι όταν χάνω πράγματά μου όχι οπουδήποτε, αλλά μέσα στο ίδιο μου τα σπίτι και ψάχνω να τα βρω μάταια, ερευνώντας τα πιο απίθανα μέρη.

 

Πριν καιρό λοιπόν έχασα τα γυαλιά μου.

Aν και η όρασή μου καλά κρατεί ακόμη, μια βοήθεια όσο να’ ναι, την χρειάζεται.

Έφαγα τον κόσμο να τα βρω, αλλά στάθηκε αδύνατον.

Γυαλιά χρήσιμα όχι για μένα μόνον, αλλά και για τον όποιον τα οικειοποιούνταν, γιατί ο σκελετός τους ήταν φτιαγμένος από πλατίνα, δώρο ενός πάμπλουτου μπάρμπα μου, όχι από την Κορώνη, αλλά Ελληνο-Αμερικάνου βιομήχανου αρωματοποιίας μιας τεράστιας αλυσίδας ανά τω κόσμω.

Ο άνθρωπος έλεγε πως με αγαπούσε πολύ, ότι με εκτιμούσε ακόμη περισσότερο και ότι με ξεχώριζε από όλα τα ανίψια του που ήταν και πολλά. Το απέδειξε κάνοντάς μου δώρο τούτο το πανάκριβο δώρο, που προσωπικά το θεωρούσα too much, κραυγαλέα εξεζητημένο που με άφηνε η αξία του παντελώς αδιάφορη.

Η εξαφάνισή τους δημιούργησε μικροδράματα στους κόλπους της οικογένειας. Μία δε κακεντρεχής ρατσίστρια θεια μου, από την ΚΟΡΩΝΗ μεν αυτή, αλλά χωρίς τα οικονομικά χαρίσματα του εν παροιμία ΜΠΑΡΜΠΑ, κατηγόρησε ευθέως και απροκάλυπτα την κοπέλα την αλλοδαπή που μας βοηθούσε με τις δουλειές του σπιτιού. Ήταν πέρα για πέρα άδικη η κατηγορία της και έβαζα το χέρι μου στη φωτιά υπεραμυνόμενη της αθωότητάς της. Τη μάνα μου θα μπορούσα να την υποπτευθώ που λέει ο λόγος, το αλλοδαπό κοριτσάκι όμως ΌΧΙ.

ΑΦΟΥ ψάξαμε το σπίτι δύο ολόκληρες ημέρες απ’ άκρου εις άκρον, αφού ‘’δέσαμε’’ κόμπους σε μαντήλια καθ’ υπόδειξιν της θείας για να δεθεί ο εξαποδό και να αφήσει να φανερωθούν τα πολύτιμα γυαλιά μου, (για τη θεία δύο οι πιθανοί ύποπτοι, η αλλοδαπή και ο βελζεβούλ), εις μάτην όμως, το ψάξιμο απέβη άκαρπο.

Όπως ξαναείπα, προσωπικά ολίγον με ένοιαζε η απώλεια των γυαλιών, Εκείνο που με κούραζε σαν σκέψη ήταν ότι θα υποχρεωνόμουν να επισκεφτώ τον οφθαλμίατρό μου και να υποστώ τις ατελείωτες ώρες της αναμονής στο ιατρείο του γιατί ναι μεν δεχόταν με ραντεβού αλλά εκτός από τα ραντεβού, περισσότεροι ήταν οι εμβόλιμοι ασθενείς του. Άλλος, γνωστός γνωστού του γιατρού, άλλος συγγενής συναδέλφου άλλης ειδικότητας και πάει λέγοντας. Θυμάμαι, την τελευταία φορά που είχα πάει, το ραντεβού μου ήταν για τις 6 το απόγευμα και, ορκίζομαι, από το ιατρείο έφυγα στις δώδεκα τα μεσάνυχτα οπότε και κατέβαζε ρολά ο τύπος!!! Έχω που έχω πρόβλημα με την ‘’άσπρη μπλούζα’’, μα να με ταλαιπωρεί και από πάνω;

Έχασα τον ύπνο μου. Η δε θεία μου, είπε ό, τι είπε, έμεσε ό, τι έμεσε εναντίων των αλλοδαπών συλλήβδην, πολύ περισσότερο απ’ ό, τι τον εξαποδό, και έφυγε για το χωριό της κουνώντας το κεφάλι της αποδοκιμαστικά για την ‘’αφέλεια της πρωτευουσιάνας ανιψιάς που έβαζε κακοποιά στοιχεία στο σπιτικό της…’’.

Έμεινα μόνη μου επιτέλους. Η ηχορύπανση από τα μουρμουρητά εξέλειπε και εγώ ανάσανα. Καιρός ήταν γιατί τα νεύρα μου τα είχαν παίξει.

Το κρεβάτι μου είναι ανατομικό θα το έλεγα, ή καλύτερα νοσοκομειακό, από αυτά που με control ανασηκώνεται όποιο τμήμα του επιθυμείς. Σήκωσα λοιπόν το προσκεφάλι να κοιτάξω άνετα από κάτω, αποφεύγοντας το σκύψιμο. Μού είχε καρφωθεί η ιδέα ότι είχαν πέσει εκεί.

«Μα αφού καλέ κυρία ιγκό ντεν το ιβρήκα τόσο φορά ήψαξα, ντεν με πιστεύει;»

Εγώ όμως βλακωδώς, ίσως επηρεασμένη από τη θεια μου (όλο και κάτι μένει από τη λάσπη που εκτοξεύει ο ανεμιστήρας) είχα απολέσει μέρος της εμπιστοσύνης μου για την προθυμία ή μη της αλλοδαπής μου να βρει τα γυαλιά. Έτσι ξανάρχισα τις έρευνες κατά μόνας με ζήλο που θα τον ζήλευε ο Πουαρό ή ο Χολμς.

Με το control ανά χείρας, σηκώνω μετά, το κάτω μέρος του κρεβατιού, κοιτάζω και από κει κάτω. ΤΙΠΟΤΑ. Θέλοντας να επαναφέρω το κρεβάτι στη φυσική του κατάσταση πιέζω το control, μα αυτό πεισματικά αρνείται να λειτουργήσει. ‘’Και τώρα ΠΏΣ θα κοιμηθώ Θεέ μου;’’ λέω, έχοντας χάσει πια εντελώς την ψυχραιμία μου. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΊΧΕ ΞΕΦΥΓΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΛΑ.

Απελπισμένη κάθομαι κάθετα στο εναπομείναν οριζόντιο τμήμα του κρεβατιού μου ΚΑΙ ΑΠΕΝΑΝΤΊ ΜΟΥ, ΑΚΡΙΒΩΣ ΣΤΑ ΤΡΙΑ ΜΕΤΡΑ, ΒΛΕΠΩ ΤΑ ΓΥΑΛΙΑ ΜΟΥ κρεμασμένα από το κορδόνι τους στο μικρό κλειδί της ντουλάπας, να με θωρούν χωρίς να με βλέπουν μεν, αλλά και σαν να με κοροϊδεύουν ένα πράμα…

Δεν μού αρέσουν οι βρισιές, ούτε οι χυδαίες χειρονομίες, όμως δεν απέφυγα να τα διαβολοστείλω δίνοντάς τους και δύο ξεγυρισμένα φάσκελα. ΔΕΝ ΉΤΑΝ ΛΟΓΙΚΟ. Τόσοι άνθρωποι είχαμε κάνει το σπίτι φύλλο και φτερό. Τι μέσα στον καταψύκτη ψάξαμε, τι μέσα στις κατσαρόλες μη και μού έπεσαν εκεί την ώρα του μαγειρέματος, τι μέσα στα σκουπίδια αποφεύγοντας την αποκομιδή τους για πάνω από δύο ημέρες, με την ξινίλα τους να μην λέει να φύγει από τη μύτη μου, μα τα γυαλιά ήταν εκεί μπροστά μας και δεν τα έβλεπε κανείς. Αφού ξανά μανά βλαστήμησα τόσο όσο να το φχαριστηθώ μού ήρθε μια απίστευτη ιδέα:

Έχω έναν φίλο Ιάπωνα διάσημο εφευρέτη. Θα ρίξω στο τραπέζι τούτη την ιδέα που σας παρουσιάζω και δεν φοβάμαι μην πέσει θύμα υποκλοπής, γιατί η βαρύτητα πέφτει στην υλοποίησή της και μόνον. Στα αντικείμενα που κατά τεκμήριο εύκολα χάνονται μέσα στο σπίτι, να κολλήσω πάνω τους μικροτσιπς και όταν αυτά εξαφανίζονται με ένα κλικ στο control γενικής χρήσης να εκπέμπουν μια μουσική που θα με οδηγεί κατ’ ευθείαν στο τσαχπίνικο απολεσθέν αντικείμενο.

ΤΙ κόμπους στα μαντήλια μου λες, τι διπλά μεροκάματα στην αλλοδαπή Μαρούσκα;

Το είπα στον Ιάπωνα.

ΚΑΙ ιδέστε με, κολυμπάω.

Όχι βρε σεις στη θάλασσα, μηδέ στην μεγαλοπρεπή μου πισίνα.

Κολυμπάω πια στο χρυσάφι με την εφεύρεσή μου.

Ευλογημένε θείε με τα γυαλιά σου τα πλατινένια…

Σκέπτομαι ένα ανάλογο δώρο να κάνω κι’ εγώ σ’ εσένα μια από αυτές τις ημέρες.

 

***

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top