Fractal

Αφιέρωμα: Σύγχρονες ποιήτριες του Αραβικού Κόσμου

Επιμέλεια – Μετάφραση: Πέρσα Κουμούτση //

 

arab-poets 

 

Αίγυπτος

Ουαφάα Ουάγκντι

 

«Τα δεσμά»

 

Τα πράγματα συγχέονται,

τα μέτρα διασαλεύονται,

όλες οι λέξεις λιώνουν,

χάνονται σε ένα ποτάμι μελωδίας.

Και εγώ αναζητώ τα δεσμά μου

στα μάτια σου.

Αναζητώ την αιχμαλωσία

στη σύγχυση των χρωμάτων

στην στιγμή που άφησα πίσω μου την υποταγή

και γεύτηκα την ελευθερία.

Επαναστάτησα εναντίον του δεσμώτη μου,

μα όταν ελευθερώθηκα με βασάνισε η λευτεριά.

Άφησε με να ζήσω στη λάμψη των ματιών σου

Κάνε τα χέρια σου αλυσίδες,

και ζέστανε με τη θέρμη τους

την παγωμένη νύχτα.

Επιθυμώ να με σκεπάσεις με το δικό σου φως,

Να βλέπω μέσα απ’ τα δικά σου μάτια

το μαγικό κόσμο της καρδιάς.

Επιθυμώ να υψώσεις τα κατάρτια σου

στις θάλασσες της δικής μου αγάπης,

να αλιεύσεις τα μαργαριτάρια της.

Τράβηξέ με στη δική σου τροχιά.

Δεν άδειασε το ποτήρι εντελώς.

Ναι, προτιμώ την αιχμαλωσία σου,

δεν με ελκύει πια η αύρα της ελευθερίας.

 

Σοχέρ αλ Μοσάντφα

 

«Διασυρμός»

 

Θεέ,

εκείνο το κορίτσι

με τα μάτια καρφωμένα στο κενό

περιβάλλεται από τον βορά

με το απόλυτο σκοτάδι

κι από τα δεξιά

από τον ολόφωτο θρόνο του ουρανού.

Αλλά αν ο άνδρας με τη λευκή γενειάδα

δεν είναι ο φονιάς της,

τότε γιατί τη σέρνει τόσο άσπλαχνα

στην άγρια κι όλο αγκάθια πλαγιά

εκείνου του  γκρεμού;

 

***

Το όνειρο των κοριτσιών

 

Τα κορίτσια που ονειρεύονται το Θεό,

στα παρθενικά κρεβάτια τους,

θα εισέλθουν στον παράδεισο.

Κανένας φύλακας δε θα τις εμποδίσει

Ούτε ακόμα εκείνα τα ιερά καταφύγια

που βεβηλώθηκαν από τους αιχμαλώτους

Εκεί, θα γελάσουν πολύ,

Και θα χλευάσουν

όποιον προσπαθήσει

να λύσει τις πλεξίδες τους

ή να φιμώσει τους χαρμόσυνους αλαλαγμούς

επιβάλλοντάς τους τη σιωπή.

 

***

Προειδοποίηση

 

Σε κάθε περίπτωση

θα καβαλήσω το επόμενο κύμα.

Θα με ανυψώσει για λίγο πάνω από το νερό

και έπειτα θα με καταπιεί μαζί με τις πληγές μου.

τους πόνους, την σκόνη της καρδιάς

και ένα ψήγμα από εκείνο το απόβραδο.

Έπειτα θα με βυθίσει πάλι στο νερό,

για να ανυψωθώ μαζί του στο ανώτατο

σημείο ηδονής.

Μάρτυρας μου ο Νείλος

και ο ήλιος του Θεού

και το φεγγάρι του

και αυτό το κακάδι που πέφτει πάνω μου

από τα σύννεφα.

Τότε μόνο θα νιώσω τη χαρά,

γιατί, το πρώτο κύμα που με έπνιξε

δεν με δίδαξε τίποτα,

ούτε με προειδοποίησε ότι κινδυνεύω.

 

***

Χωρίς ίχνος αστεϊσμού

 

Το χρυσοποίκιλτο ξιφίδιο

με τα πράσινα στολίδια

την καρδιά ενός νέου κοριτσιού

μοιάζει να πλησιάζει περιπαιχτικά.

Το κυκλώνουν μύγες,

ενώ ένα φωτοστέφανο

τυλίγει το ταραγμένο στήθος της.

Το ξιφίδιο, φαίνεται, ότι δεν κάνει πλάκα

και πως στο πρόσωπο της δολοφονημένης

δεν υπάρχει ίχνος αστεϊσμού.

 

Φάτεν Αλ Ναουάουι:

 

«Μεταξύ δυο εποχών»

 

Σκύβω στο δωμάτιο,

ζαρώνω σε εκείνη τη γωνιά

ανάμεσα στους δυο τοίχους.

Ο πρώτος έχει κλειστή την πόρτα προς το δρόμο

ο δεύτερος με οδηγεί σ’ ένα ταξίδι χωρισμού.

Ταλαντεύομαι ανάμεσα σε δυο εποχές

Η πρώτη συρρικνώνεται στην ίδια κόγχη

η άλλη σκορπίζεται πάνω στα χαρτιά.

Με καβαλάνε τα νώτα ενός γρύπα

που πετά ανάμεσα στις τροχιές

σαν θραύσματα και σκόνη αστεριού.

Με σπρώχνει πάλι προς τον τοίχο της σιωπής

προς τον χρόνο που συνδέεται με τη γη.

Στα λευκά χαρτιά μου βλέπω το πρόσωπό σου,

με συνοδεύουν σαν άλογα που κολυμπούν

προς την κοίτη του ποταμού.

Η ηχώ από το καλπασμό τους προκαλεί τη θλίψη μου,

μαζί μου θρηνούν τα ερείπια του ναού.

Κλαίνε και οι κίτρινοι οβελίσκοι

που ξεπετάγονται

μέσα

από την άμμο.

Χτίζουν μια χήρα γέφυρα,

που οι θυελλώδεις άνεμοι

και η σκόνη των Χαμσίν,

σβήνουν την επιγραφή

και το μυστήριο.

Χάθηκε, απολιθώθηκε σαν μια νύμφη, που

η κόκκινη βαφή

έσβησε απ τις παλάμες της

πριν από τη γαμήλια τελετή.

Έρχεται πάλι για να με ρίξει σε μια

ακτή,

χωρίς γέφυρα,

σε μια καρέκλα που χάθηκε κι αυτή στο χρόνο.

Ζαρώνω πάνω στην καρέκλα, στο βάθος του δωματίου,

ένας βολβός του ματιού μου πέφτει ανάμεσα στα πόδια

κοιτάζω προς το τζάμι του παραθύρου.

Ο δρόμος αρπάζει τις βλεφαρίδες μου,

κλείνει μπροστά στο πρόσωπό μου

τα δυο παραθυρόφυλλα

κι αποσπά με βία τη μια από τις δυο εποχές.

Η άλλη αναχωρεί ηττημένη,

εξαφανίζεται μέσα στην οπή

ενός οχυρωμένου τείχους

και έπειτα με εγκαταλείπει εκεί,

και φεύγει για το ταξίδι του χωρισμού.

 

Αλγερία

Aχλάμ Μουσταγανέμι  

 

Τα Απομνημονεύματα

 

Μια μέρα μου είπε ένας φίλος:

επιτέλους βεβαιώθηκα,

δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία.

Δεν υπάρχει ποιητής που να μην γεννιέται

την ημέρα μιας μεγάλης τραγωδίας,

μιας αξεπέραστης ερωτικής απογοήτευσης

Στάθηκα στα λόγια του, τα αναλογίστηκα με απορία

Άραγε, στα αλήθεια συμπλήρωσα σήμερα

ένα ολόκληρο έτος ζωής;

 

*********

 

Με σκότωσαν δυο φορές

Εκεί, στο υπόγειο και σκοτεινό δωμάτιο,

γιατί αρνήθηκα να πεθαίνω κάθε μέρα

παγιδευμένη εσαεί στον ιστό της αράχνης.

 

*********

 

“Οι πάντες ορκίστηκαν να κοιμηθούν”

Αλλά εσύ από όλες τις νεκροπόλεις

βαρέθηκες πια τον ύπνο.

Σαν φάντασμα περιπλανιέμαι,

στη γειτονιά των πεθαμένων.

Για σύντροφο έχω ερωτηματικά.

Μέχρι πότε θα συνεχίσω να περιμένω

το πρόσωπο εκείνο;

να ανατείλει, επιτέλους,

από τον βαθύ κι ατέρμονο ύπνο του;

 

Ανίσα ελ Χαγκάγκ

 

Το πρόσωπο που λαχταρά την ηδονή,

δεν είναι μνήμη, ούτε όνειρο,

είναι ο συνδυασμός των δυο,

που, όμως, τα υπερβαίνει.

Στόχος του,

η παράταση της ηδονής,

της απώτατης στιγμής του πόθου,

ως εκεί που δεν υπάρχει τέλος.

 

Ιράκ  

Άμαλ αλ Τζουμπούρι  (1967- )

 

Στους σκληρούς και τους τυράννους αυτού του κόσμου

 

Είναι πια καιρός,

Ω Πύργοι

να εγκαταλείψετε το μαυρισμένο σώμα,

σ’ αυτή τη γη των στεναγμών.

Αρκετούς νεκρούς δεν έχετε ξεθάψει

έτσι όπως συνεχίζετε να σέρνετε πίσω σας τις συνωμοσίες

και τα σάπια πρωινά σας;

Είναι πια καιρός

να γεμίσουν οι κουρασμένες φλέβες μου με τη λύπη

για όλα όσα άγγιξαν την ερειπωμένη μου καρδιά

που εγκαταλείφθηκε στο ναό του Βαυαρών

Σαν ένα φεγγάρι που κρύφτηκε πίσω από την περαστική ομίχλη.

Ω Πύργοι,

Τίποτα δε με θωρακίζει πια

Εκτός από τη σιωπή μου.

Φύγετε

ή κάνετε ό, τι θέλετε.

Βάλτε με στο μάτι του κυκλώνα

Σκορπίστε τη χαρά μου

Στον χάρτη των σύννεφων

και της συκοφαντίας.

Πείτε ό, τι θέλετε:

Πέρασε από εδώ ή έμεινε εδώ.

Στη συνείδηση της ουρλιάζουν τα φαντάσματα.

Εδώ που υγραίνει τα χείλη της

είναι τα όρια της Ουρούκ και το μυστήριο της Ακκάδ.

Στο σώμα της κρύβονται όλοι οι δακρυσμένοι κήποι

της ιστορίας και της τραγωδίας της

Δεν ήταν παρά ένα στολίδι στο στέμμα του Σαργών μια ιέρεια του ολέθρου

Φωνάξτε και μη ξεχνάτε να χαράξετε

Πάνω στα καταραμένα μνημεία σας

Ότι η καρδιά της Eνεντουάνα

Ήταν μεγαλύτερη κι από τα  Ευαγγέλια των τυράννων.

 

Συρία

Γάντα Σαμμάν

 

Γράμμα προς την αιωνιότητα

 

Αιωνιότητα,

επιθυμώ την ανακωχή για να αγαπήσω.
Γεννήθηκα στον πόλεμο και ίσως,

έχω ήδη πυροβοληθεί.
Στην εφηβεία μου με άρπαξε ο πόλεμος,
Η νεότητα μου ξοδεύτηκε στις μάχες

και σε μια μόλις ιστορία αγάπης.

Όλη η ζωή μου είναι γεμάτη από αληθινά πυρά,

πυρομαχικά παρμένα από το αίμα μου.

Στο ακανόνιστο ρυθμό της τρελής μου καρδιάς,

περιφέρομαι άσκοπα ανάμεσα στα καταφύγια

και στην πρώτη γραμμή του πυρός ..

Όταν το μέτωπο της καρδιάς υποχωρεί,

το μέτωπο της πατρίδας αντηχεί εκρήξεις.

Αγαπητή μου αιωνιότητα,

δεν έχω το δικαίωμα να ζητήσω μια σύντομη ανακωχή
Ας πούμε δέκα χρόνια, για να βιώσω την αγάπη ειρηνικά;
Γεννήθηκα με μια σφαίρα στο στόμα
βουτηγμένη στο αίμα ..
Το πρώτο μου μαξιλάρι ήταν μια χειροβομβίδα,

κούκλα μου ένα Καλάσνικοφ.
Σήμερα, θα ήθελα να υψώσω λευκή σημαία

για μια εκεχειρία,

για μένα
κι άλλη μια για την αγαπημένη μου Βηρυτό,
Μια σύντομη εκεχειρία , τόσο δα μικρή

που θα διαρκέσει μια αιώνια στιγμή:

ή έστω χίλια και ένα χρόνια.

 

Μάραμ ελ  Μάσρι

 

Άφθονος χρόνος

 

Διαθέτω τώρα άφθονο χρόνο

Που τον αφιερώνω στη θλίψη

και τις αναμνήσεις μου.

Ναι, ναι σε διαβεβαιώνω διαθέτω χρόνο.

Ήλθα, όμως, κοντά σου,

και σαν το ποτάμι που κυλά

άφησα πίσω μου τα αθώα, παιδικά μου χρόνια

χάνοντας γα πάντα

την ηδύτητα και τη δροσιά τους.

Δεν μου απέμεινε πια παρά μονάχα ένα δρόμος

εκείνος που οδηγεί σ το σώμα σου

και μια μονάχα εκβολή

εκείνη των χειλιών σου.

 

 

Φθινόπωρο

 

To φθινόπωρο έγειρε πλάι μου,

αυτή τη φορά, απέφυγε να σκαρφαλώσει πάνω μου

Κι αφού μοίρασε την αγάπη του σ’ όλους τους εραστές,

κρεμάστηκε από το ψηλότερο σημείο.

Σ εκείνο το κατακόκκινο σαν το αίμα μήλο,

που τα χέρια μου δεν μπορούν να φτάσουν.

 

 

 Η χλόη του Μαρτίου

 

Πάρε μακριά το βλέμμα σου

Απέσυρε του από της καρδιάς μου τη πληγή

Κι από τις βαθιές ρυτίδες

που αυλακώνουν τις άκρες των ματιών μου.

Μην κοιτάς τις ασημένιες τρίχες

που φυτρώνουν στο κεφάλι

Κοίτα μόνο την ψυχή μου,

που είναι φρέσκια, δροσερή

σαν τη χλόη του Μαρτίου.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top