Fractal

«Από τον αντιγεγονοτικό κόσμο στην αναδυτική θεώρηση της ζωής»

Γράφει η Σοφία Σκλείδα //

 

 

 

Ααρών Άππελφελντ «Τσίλι: Ζωή στη σκιά του θανάτου», Εκ. Καπόν, Αθήνα 2018

 

Επιζήσας του Ολοκαυτώματος, ο Άππελφελντ, τραγικό γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του, το θίγει εμμέσως στα έργα του, χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα και εμβαθύνοντας πολύ στους πρωταγωνιστές του, των οποίων η ζωή αλλάζει άρδην από δυσοίωνες καταστάσεις και χρόνια σκοταδερά.

Ανάμεσα στα πολλά μυθιστορήματα και τις ιστορίες για το Ολοκαύτωμα του συγγραφέα μας, το «ΤΣΙΛΙ: ΖΩΗ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ», αποτελεί μια συγκλονιστική και συγκινητική ιστορία, στην οποία υπάρχει η κατάθεση ψυχής, των προσωπικών εμπειριών, αλλά και κατ΄επέκταση  του συλλογικού δράματος πολλών αθώων ανθρώπων. Γι΄αυτό, το προσωπικό κύρος του δημιουργού δίνει ιδιαίτερη αξία τόσο στο εν λόγω έργο, όσο και στα υπόλοιπα που έχει εμπνευστεί ο ίδιος.

Τον Απρίλιο του 2009 είχε πει :«Αντλώ από τη δεξαμενή των βιωμάτων μου αλλά ό,τι κάνω είναι μυθοπλασία. Θέλω να αναπλάσω τους χαμένους μου γονείς και τον πόλεμο».

Καταφεύγει στη μυθοπλασία για να εκφράσει τα όσα τραγικά έζησε. Η μυθοπλασία τον  αποδεσμεύει από τα δεσμά της μνήμης και τον βοηθάει και του επιτρέπει να πάρει τις αναγκαίες αποστάσεις από ένα προσωπικό βίωμα εξαιρετικά οδυνηρό για να το προσεγγίσει σε πρώτο πρόσωπο. Επιπλέον, του επιτρέπει  να μιλήσει για το αποτρόπαιο με τις σωστές λέξεις, με το σωστό ύφος (Μάγκυ Κόεν, Επίμετρο, Μπάντενχαϊμ 1939 , Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2008, σ. 174).

 

Η ζωή της Τσίλι για παράδειγμα, περίτεχνα και παραστατικά δοσμένη με την έξοχη πένα του συγγραφέα μας, ήταν μόχθος, λησμονιά, και ανερμήνευτες ευχάριστες στιγμές. Μεγάλωσε παραμελημένη, ανάμεσα στα εγκαταλελειμμένα αντικείμενα της αυλής, γι΄ αυτό και στην περιπλάνηση της ζωής της ένιωθε πολλές φορές οικειότητα με τα εγκαταλελειμμένα αντικείμενα που συναντούσε στο διάβα της. Στο σπίτι, καμιά φορά την ξεχνούσαν, γι΄ αυτό και αυτή σταδιακά έμαθε να καταλαμβάνει όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο.

Άλλωστε στην οικογένειά της , κανείς δεν έδειχνε οίκτο για τα αισθήματα του άλλου και  ό, τι δεν πρόλαβε να κάνει ο πατέρας στη ζωή του, θα το έκαναν οι επιμελείς γιοι του και οι κόρες του. Αυτοί θα σπούδαζαν, αυτοί θα έφερναν διπλώματα στο σπίτι.

«…Ήταν ένα ήσυχο πλάσμα, χωρίς καμία χάρη, σχεδόν βουβό. Ήταν κοντή και αδύνατη και στην όψη έμοιαζε με υπηρέτρια. Επειδή ήταν μικρή και αδύνατη και δεν ενοχλούσε κανέναν, αγνοούσαν την ύπαρξή της./ Τελικά, η άσχημη ύπαρξή της έγινε ανέκδοτο και παράδειγμα προς αποφυγήν στα στόματα των αγροτών…»

Σ΄αυτό το ταλαιπωρημένο και αδικημένο από τη φύση και τους ανθρώπους πλάσμα έλαχε ο κλήρος να γίνει ο φύλακας της σπίθας, του θρησκευτικού βιώματος και της πίστης που θα αποβεί καθοριστική στη μετέπειτα πορεία του βίου της.

Πολλές φορές στις δύσκολες και απεγνωσμένες στιγμές της ζωής της, που της προκαλούσαν απελπισία, όταν η θλίψη την περιέσφιγγε σαν μέγγενη, χρειάστηκε να επικαλεστεί λέξεις και λόγια που της είχε μάθει ο γέροντας θρησκευτικός μέντοράς της και αφύπνιζαν στην ψυχή της Τσίλι δυνατούς απόηχους που την γέμιζαν θάρρος και ελπίδα για το αύριο. H αναβίωση την οδηγούσε στην βαθμιαία εσωτερική της αναγέννηση.

Λόγια παραμυθίας μέσα στο χάος που απάλυναν τις χαίνουσες πληγές της, που έμοιαζαν σαν ένα γοτθικό ανάγλυφο ενός ερειπωμένου μνημείου. Ευχές και θετικοί οιωνοί μέσα στις κραυγές αγωνίας, απώλειας και πένθους,  ενώ θρασομανούσαν  η κακία και το μίσος, που εξαπολύονταν από σαρδόνια μάτια γύρω της .

Λίγο ακόμα έλεγε στον εαυτό της. Ο θάνατος δεν είναι τόσο τρομερός όσο φαίνεται.

Εσωτερικευμένες παραινετικές συμβουλές που ως όραμα ή ως προσωπικό βίωμα λειτουργούν ως ενισχυτικοί μηχανισμοί αυτοσυντήρησης, άμυνας και επιβίωσης.

Και μια φορά άκουσε πολύ καθαρά: Μην φοβάσαι. Η μετάβαση είναι εύκολη στο τέλος.

Παράλληλα, δεχόταν την κάθε μορφή βίας και επιθετικότητας υπομονετικά, ενοχικά, συγχωρητικά  και με μακροθυμία, σαν να έπρεπε να εκτίσει την ποινή του προπατορικού αμαρτήματος για τα ανομήματα του κόσμου και της ράτσας της.

Την έδερνε με ευλάβεια, σαν τιμωρία εξ ουρανού. Μέχρι που η Τσίλι ένιωσε ότι το άξιζε αυτό το ξύλο, αφού  μια γυναίκα που γεννήθηκε στην αμαρτία πρέπει να εξαγνιστεί.

Οι αντίξοες συνθήκες της ζωής της την απομακρύνουν από την ενθύμηση του σπιτιού και της οικογένειάς της και την οδηγούν σε μια επιλεκτική αμνησία ως εναλλακτικό και σωτήριο μηχανισμό επιβίωσης.

Η ζωή της στο σπίτι τής φαινόταν τώρα μακρινή και αφηρημένη, που ήταν σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Τελικά έμαθε να «δέχεται την ευτυχία της χωρίς ενθουσιασμούς», ακόμα κι όταν γεννιέται το σπέρμα της αγάπης μέσα της, πρωτανθίζει  ο καρπός  του έρωτα στη μήτρα της και αισθάνεται βαθιά την ευθραυστότητα του κορμιού της. Αγκαλιάζει και προστατεύει τη φοβισμένη ευτυχία της με λιτότητα, ελπίζοντας στην μακροημέρευσή της και περιορίζοντας τις ανάγκες της. Γιατί, ως γνωστόν, η αγάπη ου φυσιούται. Αγάπη είναι το ιερό αντιμνήσιο, το αγιοθύριδο της ψυχής μας.

Οι εμπειρίες της ζωής της, ο συνεγελασμός με τη φύση, η χλεύη που υφίσταται διαρκώς από τα προσβλητικά λόγια των άλλων, καθώς και η προσωπική της αυτοβύθιση και απομόνωση την οδηγούν να σπαθίσει τη σιωπή, να αποκτήσει αυτοσυνειδησία, ενσυναίσθηση, αναγνώριση του καλού και του κακού, της αλήθειας και ψέματος, της φιλανθρωπίας και της υποκριτικής διάθεσης. Έτσι αποκαθαίρονται οι λέξεις και  οι σκέψεις αποκτούν ουσιαστικό νόημα.

Έμαθε να αναγνωρίζει και να βλέπει το καλό, να αναζητάει στο έρεβος ψήγματα ευτυχίας, ακόμα και μέσα στην απόλυτη δυστυχία της ζωής της. Διάπυρη προσευχή της η προσμονή, η ελπίδα. Επίνειο η πίστη…Χαροποιόν το πένθος της.

Ευχαριστώ Μαρία. Χάρη σε σένα είμαι ακόμα ζωντανή. Αν δεν υπήρχες, θα ήμουν ήδη σε έναν άλλο κόσμο. Σε ευγνωμονώ Μαρία.

Τελικά τι είναι ευτυχία; Είναι συναίσθημα ή βίωμα; Είναι στόχος ζωής ή ουτοπία; Μπορεί να είναι  αδιάλειπτη ή εξαντλείται σε περιορισμένες στιγμές;

Το πρόγραμμα της ‘αρχής της ηδονής’ που σύμφωνα με τον Φρόυντ ορίζει και επιβάλλει τόσο την αποφυγή του πόνου όσο και την αποκόμιση ευχαρίστησης δεν αφορά τη δύστυχη Τσίλι που δέχεται αδιαμαρτύρητα τη μεροληπτική μοίρα της και το άδικο πεπρωμένο της φυλής της.

Ωστόσο, «δεν υπάρχει καμιά συμβουλή που να κάνει για όλους· ο καθένας πρέπει να δοκιμάσει μόνος του με ποιον ιδιαίτερο τρόπο μπορεί να γίνει ευτυχισμένος» (Φρόυντ), καθώς εκτός από την ιδιοσυγκρασία και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα διαφέρουν και οι συνθήκες μέσα στις οποίες οι άνθρωποι εξελίσσονται και αυτονομούνται.

 

Ααρών Άππελφελντ

 

H Tσίλι έφτασε ηρωικά και  με φρυγμένα χείλη, να αντιμετωπίζει με ψηλά το κεφάλι την κάθε κακουχία και να αναδύεται τροπαιοφόρα και νικήτρια, δίχως γέρας, στεφάνια και δόξες, αλλά με μια αίσθηση εσωτερικής αγαλλίασης, ιλαρότητας και ευφορίας που πηγάζει από την μεγαλοσύνη της ψυχής της.  Αδικημένη και ταπεινωμένη από τον κόσμο και το οικείο περιβάλλον της, έμαθε να αγκαλιάζει θωπευτικά  τους ανθρώπους, δίχως ίχνος μνησικακίας ή εχθρότητας. Χαριτώνεται από τον άγνωστο Θεό της και από τις σκιές των πολυόμματων Χερουβίμ  που αθόρυβα και σταθερά κατευθύνουν και ενισχύουν τα βήματά της. Είναι μια συνάντηση εν αγάπη με τον Θεό, συγκαταβατική και σπλαχνική.

Της φαινόταν ότι από όλη τη διεσπαρμένη ζωή της δεν είχε μείνει τίποτα. Ένας κυκεώνας από ήχους και σχήματα έρεε μέσα της, χωρίς να την αγγίζει.

Σύμφωνα με την αριστοτελική θεωρία, όποιος στοχεύει στην ύψιστη ευδαιμονία, τη μακαριότητα, θα πρέπει να προσαρμόσει τη συμπεριφορά του σύμφωνα με τη θεϊκή θέληση και να γνωρίζει ότι θα οδηγηθεί σε αυτήν μόνο μέσω της ανθρώπινης ενέργειας της συναφέστερης προς την ενέργεια του θεού.

Αν δεχτούμε τον αποφατικό ορισμό του Επίκουρου περί ευτυχίας σύμφωνα με τον οποίο  ευτυχία είναι το να μην πονάμε στο σώμα και το να μην ταρασσόμαστε στην ψυχή, η Τσίλι δεν θα πρέπει να είναι ευτυχισμένη αφού όλο της το σώμα ήταν πληγιασμένο και πρησμένο. Εξάλλου,  η γριά της είχε πει πως την περίμεναν ακόμα πολλές τιμωρίες.

Τα αδύνατα πόδια της δεν την κρατούσαν. «Θεέ μου, Θεέ μου». Οι λέξεις ξέφυγαν από το στόμα της.

Mε αυτόν τον τρόπο όμως ασυνείδητα  το σώμα της ανοσοποιείται, αποκτά ισχυρή μνήμη  και ενδοξοποιείται , μέσα από τη βυθομέτρηση της ίδιας  της ψυχής.

Αντίθετα, η συμπύκνωση της άποψης του Επίκτητου υπό τη μορφή συμβουλής,

«Μη ζητάς να γίνονται τα πράγματα όπως τα θέλεις εσύ, αλλά να τα δέχεσαι όπως έρχονται και τότε θα είσαι ευτυχισμένος» και η αποφθεγματική του ρήση «ανέχου και απέχου», να έχεις υπομονή και εγκράτεια, θα ταίριαζε καλύτερα στην υποχωρητική και αλτρουιστική φύση της Τσίλι.

Αξιοσημείωτο είναι ότι στο επίσης γνωστό έργο του Ιστορία μιας ζωής, ο  Ααρών Άππελφελντ  αναφέρει :

«Εγώ δεν αμφέβαλλα διόλου ότι υπήρχε Θεός στους ουρανούς και ότι όριζε όχι μονάχα τα αστέρια στο στερέωμα μα και τα πλάσματά του (σελ. 48).

Ήμουν βέβαιος πως ο Θεός θα με έσωζε και θα με γύριζε πίσω στους γονείς μου. Για να πω την αλήθεια, καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου οι γονείς μου αποτελούσαν ένα με το Θεό μες στο μυαλό μου, σαν ένα είδος ουράνιας χορωδίας με τη συνοδεία αγγέλων, που θα ερχόταν να με σώσει από την άθλια ζωή μου»(σελ. 152-153).

Ωθούμενος λοιπόν, από μια βαθιά θρησκευτικότητα ο συγγραφέας μας (γεγονός που έχει ενισχυθεί τόσο από τη μελέτη της Βίβλου, όσο και από την επαφή του με το έργο σπουδαίων μελετητών ,όπως του Μάρτιν Μπούμπερ, του Γκερσόμ Σόλεμ ή του Αγκνόν), ψάχνει να βρει, μέσα από τους πρωταγωνιστές των έργων του, τη χαμένη παιδικότητά του, και τελικά καταφέρνει να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του και να βρει την ταυτότητά του, επιτυγχάνοντας μια σύζευξη παρελθόντος και παρόντος.

Το ευρηματικό τέχνασμα του συγγραφέα, στο βιβλίο που έχει ως πρωταγωνίστρια την Τσίλι, να στηρίξει το μεγαλύτερο μέρος της  ιστορίας του σε ένα  ψευδοερώτημα  ενός τυφλού  προς  την Τσίλι , που προκαταβάλει την απάντηση, είναι καθοριστικό για την εξέλιξη της όλης πλοκής, την  επιτυχία της διήγησης και αποδεικνύει περίτρανα το έξοχο ταλέντο του συγγραφέα μας.

«Είσαι η κόρη της Μαρίας, έτσι δεν είναι;”, είπε ο γέρος και χαχάνισε. /«Ναι», είπε σιγά η Τσίλι…»

Είναι η στιγμή που η μικρή πρωταγωνίστρια μεταμορφώνεται και προσαρμόζεται στο νέο περιβάλλον που καλείται να ζήσει για να μπορέσει να αντέξει τα επερχόμενα δεινά.

Με αυτόν τον τρόπο, διαπλάθεται σε μια αυτόνομη εξ ανάγκης προσωπικότητα, που προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον, διαδικασία λυτρωτική και εξαγνιστική της ζωής της, η οποία θα την ικανώσει συναισθηματικά, θα την ωριμάσει βιολογικά, θα την αναστήσει και θα την μεταμορφώσει σε μια νεαρή έφηβη με πλούσια ψυχικά χαρίσματα.

Γιατί όπως πολύ χαρακτηριστικά υποστηρίζει ο συγγραφέας μας «Αν το άτομο συνεισφέρει στο συλλογικό, ανυψώνει το συλλογικό και συνάμα ανυψώνεται το ίδιο. Ο δημιουργός που δεν έχει τη δύναμη να το κάνει αυτό δεν θα συμπεριληφθεί στη μνήμη του έθνους» (Ιστορία μιας ζωής, σ. 199)

 

Αναφορές σε έργα του ίδιου συγγραφέα

  1. Ιστορία μιας ζωής, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2007
  2. Μπαντενχάιμ 1939 (Βραβείο Prix Médicis, Γαλλία), Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2008

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top