Fractal

Τρία ποιήματα

Της Πόπης Ροδίτου //

 

 

 

 

εδώ μη μ αφήνεις

 

Ένας άντρας βαδίζει στην άκρη του δρόμου.

Είναι ολόμαυρος και

πανύψηλος βαδίζει ήρεμα

και σταθερά,

και με τον ίσκιο του πριονίζει την άσπρη

γραμμή στη ράγα της ανηφορικής τροχιάς

του.

Κρατάει από το χέρι ένα παιδί ένα

κορίτσι γύρω

στα πέντε που τρέχει να

προφτάσει

το ήρεμο βήμα του.

Ο

άντρας ο

ίσκιος

η άσπρη γραμμή

ή η αιωρούμενη απαλοιφή της

ακινησίας είναι που με στέλνει σα

σαϊτιά στο παιδί.

 

Ένα παιδί χοροπηδάει στην άκρη του δρόμου.

Είναι φωτεινό και χαρούμενο

κι όσο χοροπηδάει τόσο τα δυο

κοτσιδάκια του τα τυλιγμένα με τη

συρμάτινη τρίχα ζυγιάζονται

σταθμίζοντας τον ορίζοντα,

συναρπαστικά και ξέγνοιαστα

σα γυαλιστερά κολιμπρί .

Η ανάγκη μου να τ αγγίξω τινάζεται μονομιάς

ακατάσχετη Και καθώς οι δρόμοι μας

διασταυρώνονται,

απλώνεις πρώτη το χέρι και μ ακουμπάς.

 

Αρκετά περίεργα και σχεδόν ξαφνικά

ορμή κι αθανασία κυλήσανε απ το χέρι σου, στο δικό μου.

 

Θεά θαλασσομαχούσα

καλλίδρομε, χαίρου οτι

εξόρισες σήμερα

το πιο έκρυθμο «εκ» εκ της

εκτροφής μου. Εδώ, μη μ αφήνεις.

Αριστερά μου το κοιμητήρι των

πάντων αριστερά σου το βουνό τα

τελάρα,

με φρούτα, με νιτσεράδες,

μια τρύπια μπάλα ανάμεσά

τους, εδώ, μη μ αφήνεις.

Θα ‘ρθει ο καιρός που θα

διαλέγεις τη ζέστη, το κρύο,

την καραμέλα, τη

σοκολάτα, το κόκκινο η

το μωβ

την ένταση του φωτός

ή μια κούκλα χάρτινη αντί για το πορτοκάλι με

ρούχα. Εδώ, μη μ αφήνεις.

Πανίσχυρη αδελφή, όμορφη και σπουδαία,

εσύ που μερίμνησες ώστε να προτάξεις στο δέρμα

την ελαχίστη των νύξεων εκτρέποντας τον εντός μου

πλανήτη σου μέλλεται να φορέσεις μετάξι πορφυρό

 

στα μαλλιά

και να σε πούνε γαρίφαλο, κανέλα και

μάνα εδώ, μη μ αφήνεις.

 

Τίποτα δε μένει άλλο να δηλωθεί

εκτός του δε σ άγγιξα, δε σου

μίλησα, δε σε ξέρω.

Μοναχική, αυτόφωτη, και

γυμνή ακόμα θα πορεύεσαι

πάντα.

Γι αυτό, συγχώρεσέ με αν σε

τραγούδησα. Είναι που φοβάμαι πως

με νικάς.

 

 

 

Κανείς δεν μ αγαπάει

 

Τρυφερά κι ανήμπορα

ενωθήκαμε την τέταρτη μέρα του

μήνα, όπως ο θεατής ενώνεται με

τον ήρωα με μιαν ανέξοδη

οιμωγή.

 

Εμένα, στο φτερό μ αγγίζει ο

κίνδυνος, σταυρώνονται τα

ξεγυμνωμένα σπαθιά του, στ

αναποδογυρισμένα τα μάτια σου

ακούω τα σκυλιά που ουρλιάζουν.

 

Εσένα, η ψυχή σου

ξεγλίστρησε από τα βάθη

μιάς πείνας

και με συντρίβει μεσ’ το κόκκινο

φουστάνι μου το απαλό σα μετάξι.

 

..δε θέλω.

 

Κι αν εσείς μεριμνήσατε

γλεντώντας την απελπισία

μου να γίνω ζώο πριν

πεθάνω ανώδυνα κι

ειρηνικά,

η καταισχύνη πάνω σας

κάθισα στο άσπιλο χιόνι

εγώ όσο πιο μακριά από

σας μακριά

τι ηδονή το μακριά σας

τώρα σφίγγω το δέρμα μου πάνω

μου και δε νοιώθω το κρύο

ο Θεός να σας ελεεί

η παγωνιά που με

σκότωσε σας έκανε δυο σκιές

και δεν έχετε

πιά ούτε γη ούτε

γέλιο.

 

όχι.

 

Ότι κι αν προσδοκούσαν τα υγρά σου

μάγουλα απ τη στεγνή μου καρδιά,

-μια αναμμένη

ελεημοσύνη, έστω,

Μιά κίνηση των χειλιών,

Ένα στίχο,

Για να σε φτάνει όσο ζω, και

μετά, μια συγγνώμη,

 

..δε θέλω.

Πολυφωνικό.

 

Ήταν σαν ύπνος που κρατούσε

χρόνια, βαρύς κι αδυσώπητος, σα

μολύβι.

Ανάμεσά του ερχόταν βροχή καμιά

φορά, κι έσερνε μιαν οσμή

στυφή και πνιγηρή,

 

σα μούχλα πενικιλίνης.

 

Αδύνατο το ‘βρισκε να μείνει κι

άλλο εκεί, δίχως ρωγμή μ ελάχιστη

χαραμάδα.

Και παρότι του το ξέκοψαν πως θα

χει μιλιά Αυτός βάφτισε τη γενιά του

άσμα κοφτό πολυφωνικό κι

αποτόλμησε, να αφεθεί στα

 

στοιχειά.

 

Κατάσαρκα τα φόρεσε τα λίγα

μαλάματα, κατάραχα το μέτρησε το

κούφιο σεργιάνι.

Και μ αγκαλιές και με σπαθιά

φύλαξε αξεθύμαστο το πύρινο

βλέμμα στα κόκκινα μάτια του.

 

Τόσες χιλιάδες, και βάλε.

 

Ανυπόδητος, απόβλητος,

περιφρονημένος, ο μη

παραστρατημένος,

στέκει αστόλιστος, άπαρτος κι

άτρομος, κι αδιάλεχτος πάντα.

Ώσπου, το δέος.

 

Βυθέ τ’ ουρανού, τι γροικάς;

 

Γροικώ τους

στεναγμούς, στο φως

να υψώνονται,

κάποιοι μεστώνονται,

κι ο κύκλος κλείνει.

 

Γροικώ της γυμνής

ρομφαίας το κοφτερό

ατσάλι,

στο σούρσιμο των

ποδιών στα ξόδια

παιδιών.

 

Μα μη ταράζεσαι.

 

Θα ‘ρθει και πάλι

ο καιρός, Που φύτρα καλή

κι αρχοντική θα σε γεμίσει

με δάφνες.

Λόγος μέγας.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top