Fractal

Το ιερό του Δηλίου Απόλλωνα στις Πρασιές

Γράφει η Όλγα Κακαβογιάννη // *

 

 

Στους αρχαίους χρόνους, όπως και σήμερα άλλωστε, ο άνθρωπος συνέδεε τους διάφορους τόπους με  μνήμες ή με βιώματά του. Σε κάθε νέα γενιά μεταδίδονταν οι μνήμες των  παλαιότερων συνδεδεμένες συχνά με μυθικά πρόσωπα ή γεγονότα. Έτσι γεννήθηκε η Μυθολογία  που μέσα στις παραδόσεις της, μοιραία αλλοιωμένες από το πέρασμα των αιώνων, ανιχνεύουμε σπέρματα ιστορικής αλήθειας.

Στην ανατολική Αττική, τόπο κατοικημένο τουλάχιστον από την παλαιολοθική εποχή (Βλάχτι), πολυάριθμες είναι οι θέσεις που διατηρούν το πανάρχαιο όνομά τους, ή συνδέονται με μυθικά πρόσωπα ή γεγονότα, τα οποία δεν έχουν σβήσει από την μνήμη των κατοίκων ακόμη και στις μέρες μας. Είναι π.χ. η Μερέντα (ο αρχαίος Μυρρινούς), η Βραώνα, ο Πρασάς (οι Πρασιές), το Αγγελήσι ( η Αγγελή) για να περιοριστούμε στην περιοχή μας.

 

 

Χάρτης

Στην προϊστορική εποχή, αλλά και στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, μέχρι τις αρχές του 5ου αι, τα λιμάνια της Ανατολ. Αττικής έχουν ιδιαίτερη σημασία για την Αθήνα, κυρίως τα μεγάλα του Θορικού και των Πρασιών, διότι οι σχέσεις του αθηναϊκού κράτους, οικονομικές και πολιτιστικές, ήσαν προσανατολισμένες προς τα νησιά του Αιγαίου με τους όμαιμους ιωνικούς πληθυσμούς (Κυκλάδες, Χιο, Σάμο, ιωνική ακτή της Μικράς Ασίας), και τον Εύξεινο Πόντο., που με τις 20 ιωνικές αποικίες (πχ Σινώπη, Τραπεζούς, Παντικάπαιο, Ολβία, Ιστρος, Οδησσός Απολλωνία) ήδη από τον 7ο αι. είχε μεταβληθεί σε ιωνική λίμνη

Την ανάμνηση των σχέσεων αυτών διέσωσε η μυθολογία, τα ομηρικά έπη, οι αρχαίες τραγωδίες και τέλος οι αρχαίοι ιστορικοί. Όλοι θυμόμαστε τον μύθο των Αργοναυτών, που ξεκίνησαν να βρουν το χρυσόμαλλο δέρας, δηλαδή τα πολύτιμα μέταλλα της Κολχίδας, μύθος που φαίνεται ότι αποτελεί ανάμνηση της εξόδου των ελλήνων ήδη από την 3η χιλιετία στις ΝΑ ακτές του Πόντου για να βρουν τα μέταλλα του Καυκάσου. Και ο Όμηρος με την Ιλιάδα του μας μεταφέρει στην Τροία που καταλύθηκε όχι βέβαια για τα ωραία μάτια της Ελένης, αλλά προφανώς για να διασφαλισθεί το πέρασμα από τον Ελλήσποντο και ο έλεγχος και η εκμετάλλευση των περιοχών γύρω από τον Εύξεινο.

Σε αυτόν τον ελληνικό Πόντο, σύμφωνα με τις τραγωδίες του Ευριπίδη, η Άρτεμη μετέφερε την Ιφιγένεια στο ιερό της στην Ταυρική Χερσόνησο, στο σημερινό Αζωφ στην Κριμαία.. Εκεί την βρήκε ο αδελφός της ο Ορέστης και την έφερε πίσω στην Αττική, όπου ίδρυσε τον ναό της Αρτέμιδος στις Αλές Αραφηνίδες, στην Λούτσα, και εκείνη έμεινε εδώ ιέρεια της θεάς στο ιερό της Βραώνας.

Η Άρτεμη, η οποία είναι η πολυυπόστατη γυναικεία θεότητα του αρχαιοελληνικού πανθέου, που συγκέντρωσε όλες τις ιδιότητες της μεγάλης προελληνικής θεάς της Φύσης, θεά της γέννησης και του θανάτου, των ζώων και των φυτών, κάτι σαν την δική μας πολυώνυμη Παναγία, λατρευόταν, με έμφαση στην περιοχή μας, ως Άρτεμις Βραυρωνία στην Βραώνα, Άρτεμις Ταυροπόλος στην Λούτσα, Άρτεμις Κολαϊνίς στην Μερέντα, ίσως από την 3η χιλιετία π.Χ.

 

 

 

  Ανάγλυφο      

Η Άρτεμη του ολυμπιακού δωδεκαθέου αποτελεί μαζί με την μητέρα της Λητώ και τον αδελφό της τον Απόλλωνα την δηλιακή τριάδα, όπως αυτή ωραία εικονίζεται στην γνωστή ανάγλυφη εικόνα της Βραώνας, μαζί με τον πατέρα Δία. Οι δύο αδελφοί, η Άρτεμη και ο Απόλλων συνήθως λατρεύονταν μαζί, στον ίδιο τόπο ή σε γειτονικούς. Και ενώ στην Μερέντα γνωρίζουμε από τις επιγραφές, ότι υπήρχε τέμενος του Απόλλωνα, ίσως το τέμενος που αποκαλύψαμε στην περιοχή του νέου ιπποδρόμου, στα ιερά της ακτής, την Βραώνα και την Λούτσα, δεν αναφέρεται και δεν έχουμε μέχρι τώρα εντοπίσει λατρεία του Απόλλωνα. Στο λιμάνι όμως της Μεσογαίας, το λιμάνι των Πρασιών, υπήρχε το σημαντικό ιερό του Δηλίου Απόλλωνα, στο οποίο αναφέρεται ο Παυσανίας στα αττικά του, τον 2ο αι. μ.Χ.:

«Στον δήμο των Πρασιέων υπάρχει ναός του Απόλλωνα. Εδώ λέγεται ότι φθάνουν οι προσφορές της πρώτης συγκομιδής των υπερβορείων και ότι μεταφέρονται υπό των ελλήνων στις Πρασιές, οι αθηναίοι δε τους μεταφέρουν στην Δήλο. Στις Πρασιές υπάρχει και ο τάφος του Ερυσίχθονος, ο οποίος πέθανε  κατά τον πλούν, καθώς επέστρεφε από την θεωρία που είχαν στείλει οι αθηναίοι στην Δήλο.»

 

Το ιερό είναι αφιερωμένο στον Απόλλωνα τον θεό των Ιώνων, θεό της μουσικής και του φωτός, και από τους Αθηναίους χρησιμοποιήθηκε ως βάση για την έξοδό τους προς το ιερό νησί, τον τόπο γέννησής του, την Δήλο.

Το λιμάνι των Πρασιών, καθώς και το προς Ν του Αυλακιού νότιο λιμάνι είναι τα ασφαλέστερα για την επικοινωνία με τις Βόρειες, κεντρικές και ανατολικές Κυκλάδες. Είναι αξιοσημείωτο, ότι και σήμερα στο Νάτσο, γύρω από το ιερό κατοικούν πάρα πολύ κυκλαδίτες (σαντορινιοί, ναξιώτες και άλλοι).

 

Σύμφωνα με τον αρχέγονο μύθο ο Απόλλωνας παιδί του Δία, γεννήθηκε καταμεσίς του Αιγαίου στο μικρό νησάκι της Δήλου. Ήταν ο μόνος τόπος που βρήκε καταφύγιο αφού περιπλανήθηκε σε όλο το Αιγαίο ετοιμόγεννη η μητέρα του η Λητώ, θεά και αυτή, κόρη της Φοίβης και του Κρόνου, καταδιωκόμενη από την μαινομένη σύζυγο του Δία, την Ήρα, και εκεί μπόρεσε αγκαλιάζοντας τον κορμό μιας φοινικιάς να γεννήσει τον νέο θεό. Την φοινικιά αυτή οι Δήλιοι την έδειχναν μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια. Στην γέννα του Απόλλωνα τη βοήθησε η κόρη της η Άρτεμη, που είχε γεννηθεί μια μέρα νωρίτερα, και από τότε χαρακτηρίστηκε ως βοηθός των επιτόκων γυναικών, όπως την γνωρίζουμε, από το ιερό της Βραώνας.

Την στιγμή της γέννησης του Απόλλωνα στην Δήλο το περίβρεχτο νησί, την περιγράφει ωραία ο ποιητής του ομηρικού ύμνου στον Απόλλωνα:

Αγκάλιασε (η Λητώ) τον φοίνικα και στήριξε τα γόνατα στο τρυφερό λιβάδι και η γη από κάτω της μειδίασε. Και σαν αυτός ήρθε στο φώς, όλες μαζί αλαλάξαν οι θεές (που παραστέκονταν στην γέννα), ενώ κοπάδια κύκνων περιτριγύριζαν τραγουδώντας το νησί.  Οι καλλικέλαδοι κύκνοι ήσαν τα ιερά πουλιά του Απόλλωνα, γι’ αυτό συχνά εικονίζεται  πάνω σε αυτά (κύκνοι), ή πάνω σε άρμα που το σέρνουν κύκνοι.

Ο Απόλλων έγινε ο αγαπημένος γιός του Δία. Κάθε χρόνο τους μήνες του χειμώνα , ή κατά άλλη παράδοση κάθε 19 χρόνια, τον έστελνε στον τόπο γέννησης της Λητώς στην χώρα των Υπερβορείων, απ’ όπου επέστρεφε την Άνοιξη πάνω σε άρμα που το έσερναν άλλοτε κύκνοι, άλλοτε  φτερωτά άλογα, και τον συνόδευαν με μουσική και τραγούδια υπερβόρειες παρθένες.

 

(Άρμα)

Οι έλληνες είχαν φανταστεί την χώρα των Υπερβορείων, πέρα από τον Βορρά, στην περιοχή της σημερινής Άγιας Πετρούπολης, και πίστευαν ότι εκεί βασίλευε αιώνια άνοιξη, όπου οι άνθρωποι ζούσαν ευτυχισμένοι, τραγουδώντας και χορεύοντας, πάρα πολλά χρόνια. Πίστευαν ότι λάτρευαν τον Απόλλωνα, ο οποίος ως θεός και των Δελφών, τους είχε στείλει από εκεί τον δεύτερο ναό του που ήταν φτιαγμένος από κερί και φτερά κύκνων και είχε σχήμα σφαιρικό. Οι υπερβόρειοι που ήσαν κιθαριστές και υμνωδοί του θεού, είχαν τοποθετήσει τον ναό μέσα σε ένα πανέμορφο τέμενος και ιερείς στις τελετουργίες ήσαν οι Βορεάδες, γιοί του Βορέα και της Χιόνης, και οι απόγονοί τους Την ώρα της καθιερωμένης τελετουργίας από τα Ριπαία όρη που περιέβαλαν την χώρα των Υπερβορείων, κατέβαιναν σαν σύννεφα αμέτρητοι κύκνοι, που τριγυρνώντας γύρω από τον ναό έψελναν μαζί με τους ανθρώπους.

Παραδίδεται ότι είχαν καλές σχέσεις με του ς έλληνες, ιδιαίτερα με τους Δηλίους και τους Αθηναίους που τους θεωρούσαν συγγενείς τους. Αναφέρεται ακόμη ότι μερικοί έλληνες είχαν φθάσει στην πόλης την Ελίξαια και ένας ηγέτης τους ο Άβαρις, μάντης και ιατρός, είχε κατέβει στην Δήλο.

Ο μύθος της αποστολής των προσφορών των υπερβορείων δια μέσου των κοιλάδων και των ποταμιών της μεγάλης χώρας που σήμερα καλύπτει η Ρωσία, αναμφισβήτητα αποτελεί ανάμνηση των εμπορικών σχέσεων των ελλήνων με αυτούς τους λαούς των βόρειων τόπων, που επραγματοποιούντο μέσω του ευξείνου και των βόρειων ακτών του.

(χάρτης)

 

Από τον αθηναϊκό μύθο ο Απόλλων συνδέεται  με τους ίωνες αφού θεωρείται ότι ο Ίων είναι γιός του, που τον  απέκτησε από την Κρέουσα, κόρη του πρώτου, μυθικού βασιλιά της Αθήνας, του Κέκροπα και οι αθηναίοι σε αυτόν ανήγαγαν την καταγωγή τους  και τον λάτρευαν ως πατρώο, θεό των πατέρων τους Είναι ιστορικά γνωστό, ότι οι ίωνες στα τέλη της μυκηναϊκής εποχής ξαπλώθηκαν στην Εύβοια, τις Κυκλάδες τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και τοις απέναντι ακτές τις Μικρασίας, την Ιωνία. Ο Απόλλων λοιπόν λατρεύτηκε από τους ίωνες τους μακροχίτωνες, οι οποίοι κατέπλεαν  στην Δήλο μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους για να τον τιμήσουν στην μεγάλη γιορτή, τα Δήλεια. Σύμφωνα με τον Υπερείδη ο Πατρώος Απόλλων ταυτίσθηκε με τον Δήλειο.

Σε όλες τις εποχές η επιλογή των τόπων λατρείας συνδέεται με την  ζωή των θεών ή των ηρώων, στην εποχή μας των αγίων. Το  ιερό των Πρασιών που αναπτύχθηκε στην θέση αυτή από τα μυκηναϊκά χρόνια συνδέθηκε από τους Αθηναίους με τις παραδόσεις για την σχέση τους με τις χώρες βόρεια του Εύξεινου Πόντου αφενός, και με το μεγάλο ιερό της Δήλου, το οποίο βρισκόταν σε ακμή, ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ.;; Η ιδιαίτερη αυτή σύνδεση κατά ορισμένους επιστήμονες έγινε από τους Αθηναίους, όταν μετά από τους Περσικούς πολέμους συστήθηκε η Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία, που περιλάμβανε τις περισσότερες ιωνικές πόλεις-κράτη (κυρίως τις νησιωτικές) και είχε έδρα την Δήλο, για να ενισχύσουν ην ηγεμονία των Αθηναίων και πολλοί πιστεύουν ότι ο μύθος που παραδίδει ο Παυσανίας για την αποστολή των δώρων των Υπερβορείων είναι ακριβώς μια εκδοχή του αρχικού μύθου, τον οποίο οι Αθηναίοι δημιούργησαν για να τονίσουν την σχέση τους με τον Απόλλωνα και να ενισχύσουν το κύρος τους έναντι των άλλων συμμάχων. Κατά άλλους, ο μύθος είχε ήδη δημιουργηθεί σαν μέσο προπαγάνδας από την εποχή του Πεισίστρατου, ο οποίος άλλωστε είναι γνωστό ότι επενέβη ακόμη και στο έπος αλλάζοντας χωρία ή και προσθέτοντας άλλα σύμφωνα με τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα των Αθηναίων.

Ο αρχικός μύθος (που μας παραδίδει ο Ηρόδοτος), αναφέρει ότι οι Υπερβόρειοι, κάθε αρχή του θέρους έστελναν στον αγαπημένο τους θεό στη Δήλο τις απαρχές, τους πρώτους καρπούς της γης τους (χάρτης). Αρχικά, τις προσφορές τυλιγμένες σε άχυρα, τις μετέφεραν νέοι και παρθένες από τη χώρα αυτή με συνοδεία μουσικής αυλού (φλάουτου), λύρας και σύριγγας (φυσαρμόνικα). Ήδη αναφέρονταν τα ονόματα τεσσάρων παρθένων, της Άργης, της Ώπιδος, της Υπερόχης, και της Λαοδίκης, που κατά την μυθολογία έφτασαν στο νησί, όπου έμειναν και πέθαναν και οι Δήλιοι έδειχναν τους τάφους τους και οι Ίωνες γενικά τις λάτρευαν σαν θεότητες. Ένα μικρό ιερό της Λαοδίκης πρέπει να υπήρχε στο Πανί πάνω από τα Καλύβια, πιθανώς στην θέση του ναού της Ζωοδόχου Πηγής, όπου σώζεται επιγραφή σε έναν βράχο ΟΡΟΣ ΛΑΟΔΙΚΗΣ, δηλ. Όριο του ιερού της Λαοδίκης. Αργότερα, οι Υπερβόρειοι έστελναν τις προσφορές τους μέσω άλλων, των Αριμασπών, των Ισσηδόνων και των Σκυθών και ακολούθως άλλοι εναλλασσόμενοι τις έφερναν μέχρι την Αδριατική, μέχρι την Δωδώνη, όπου τις παραλάμβαναν οι Έλληνες. Από εκεί δια του Μαλιακού περνούσαν στην Εύβοια και από πόλη σε πόλη έφθαναν στην Κάρυστο και από εκεί στην Τήνο και οι Τήνιοι τις μετέφεραν στην Δήλο.

Η αρχαιότερη αυτή εκδοχή του μύθου μετετράπη στον Αθηναϊκό μύθο, ότι οι  Σκύθες που κατοικούσαν στη βόρεια περιοχή του Ευξείνου, παρέδιδαν τις προσφορές στους κάτοικους της Σινώπης, στη νότια ακτή του Πόντου και από εκεί οι έλληνες τις μετέφεραν μέχρι τις Πρασιές, όπου οι Αθηναίοι οργάνωναν θεωρία (επίσημη αποστολή) και τις απέστειλαν στο ιερό του θεού στη Δήλο. Την αρχαιότητα αυτής της εορτής που ξεκινούσε από τις Πρασιές υποδηλώνει η παράδοση, ότι σε μια τέτοια θεωρία πέθανε ο γιος του Κέκροπα, ο Ερυσίχθων, ο οποίος ετάφη στις Πρασιές. Η βασιλεία του Κέκροπος θα μπορούσε να τοποθετηθεί περί το 2000 π.Χ. Στην θέση αυτή που οι Αθηναίοι πίστευαν ότι βρισκόταν ο τάφος του Ερυσίχθονα ίδρυσαν ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα.

 

Η περιγραφή των τόπων που επισκέφθηκε ο Παυσανίας και οι πληροφορίες για τους θεούς και τις λατρείες που μας παραδίδει, αποτέλεσαν πάντα πολύτιμα στοιχεία για τους αρχαιολόγους. Έτσι, και όσοι μελετούσαν την αττική αρχαιολογία είχαν στόχο να εντοπίσουν αυτό το ιερό.

Η πρώτη και βασική ένδειξη ήταν η αναφορά του τόπου, των Πρασιών, το όνομα των οποίων έφτασε στις μέρες μας λίγο παραλλαγμένο, ο Πρασάς που όλοι γνωρίζουμε. Κάποιοι  θεώρησαν μάλιστα ότι το άγαλμα στην κορυφή της νησίδας Ράφτης απεικόνιζε τον Απόλλωνα. Στην περιοχή αυτή ήταν τουλάχιστον από την δεκαετία του 60 και τις αρχές του 70 γνωστή η ανεύρεση αρχαιοτήτων στη θέση Νάτσο, μέσα σε μεγάλο αγρόκτημα ιδιοκτησίας των οικογενειών Δρίτσα-Σωτηρίου. Είχαν παραδοθεί στο Μουσείο Βραυρώνος σημαντικά αρχαία, που ήταν φανερό ότι προέρχονταν από ιερό και από αρχαιολόγους της Εφορείας είχαν περισυλλεγεί επιφανειακά χαρακτηριστικά κομμάτια αγγείων που τεκμηρίωναν ότι ο χώρος αυτός εχρησιμοποιείτο από τους μυκηναϊκούς έως και τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. ΑΓΑΛΜΑ;;;;

Ένα τυχαίο λάθος στην διαδρομή που κάναμε με τον φύλακα αρχαιοτήτων κ. Γιάννη Μπέκα το καλοκαίρι του 1983, όταν μόλις είχα μετατεθεί στην Αττική, μας οδήγησε στον Πρασά και την τελευταία στιγμή αποφάσισα να πεταχτούμε μέχρι το Νάτσο για μια αυτοψία. Η περιοχή είχε χωριστεί σε οικόπεδα με άδεια της Εφορείας μας, χωρίς καμία μέριμνα να εξαιρεθεί η μικρή έκταση με τα αρχαία. Σε ένα λοιπόν οικόπεδο, ένας εργάτης άνοιγε έναν βόθρο, Διαπιστώσαμε ότι ήταν μέσα σε ένα αρχαίο κτήριο και τον σταματήσαμε.

Ακολούθησε μια μικρή έρευνα, στην ουσία μόνο επιφανειακός καθαρισμός σε έκταση μόνο, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι το κτήριο, μέσα στο οποίο ανοιγόταν ο βόθρος ήταν ένας μικρός ναός, του οποίου η δυτική πλευρά δημιουργούσε αψίδα (ΣΧΕΔΙΟ). Η στέγη του είχε ωραία ζωγραφιστή διακόσμηση (ακροκέραμα) και τον χρονολογήσαμε στα κλασικά χρόνια. Η σημασία αυτού του πρώτου ευρήματος ήταν μεγάλη.

Λίγο αργότερα, οργανώσαμε μια πιο εκτεταμένη δοκιμαστική έρευνα στο οικόπεδο. Διαπιστώσαμε ότι ο αρχαίος ναός είχε κατασκευαστεί δίπλα σε ένα στρώμα που είχε δημιουργηθεί από την γεωμετρική εποχή, τουλάχιστον 400 χρόνια παλαιότερα, που περιείχε στάχτες μάλλον από θυσίες, θραύσματα αγγείων  ΤΟ ίδιο δε το κτήριο στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, στην εποχή περίπου του μεγάλου Κωνσταντίνου είχε μετατραπεί σε χριστιανικό ναό, στον οποίο οι πιστοί της νέας θρησκείας είχαν προσφέρει δεκάδες πήλινα λυχνάρια (λυχνάρια)

Στην εποχή της μετατροπής του κτηρίου σε χριστιανικό ναό, γύρω από αυτό κτίσθηκαν και άλλοι τοίχοι, στους οποίους ενσωματώθηκαν πολλά αρχαία κομμάτια. Ένας από τους τοίχους που αποτελούσε προέκταση της πρόσοψης του ναού προς τα δυτικά,  μας επεφύλασσε μια απρόσμενη έκπληξη. Μερικά μέτρα  μ. από την ΝΔ γωνία του ναού βρέθηκε το μπρος τμήμα από την ανώτερη βαθμίδα βάθρου αγάλματος, όπου σωζόταν η υπογραφή του γλύπτη ΠΥΘΙΣ ΤΟΔΕ ΕΠΟΙΕ. (à αυτό το άγαλμα το έφτιαξε ο Πύθης) (ΒΑΘΡΟ). 1 μ. από την γωνία του ναού βρέθηκε και το κεφάλι από το μαρμάρινο άγαλμα του θεού (κεφάλι), που χρονολογείται περί το 480 π.Χ. Προφανώς οι χριστιανοί που βρήκαν επιτόπου το άγαλμα το τεμάχισαν και το εντοίχισαν στο νέο κτήριο. Δεν βρήκαμε το σώμα του αγάλματος, αλλά από ένα ενδιάμεσο κενό στον τοίχο, μήκους περίπου 2μ. συμπεραίνουμε ότι αρχικά ήταν και αυτό εντοιχισμένο, αλλά είχε αφαιρεθεί.

Το εύρημα ήταν πολύ σημαντικό για την αττική αρχαιολογία, αλλά και για την ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης γενικότερα για τους εξής λόγους:

  1. Ο εντοπισμός ενός τόσο σημαντικού για τους Αθηναίους ιερού δημιουργεί την προσδοκία όταν στο μέλλον ολοκληρωθεί η ανασκαφή να δημιουργηθεί εκεί ένας σημαντικός αρχαιολογικός χώρος, μικρός μεν, αλλά με ιστορία σχεδόν 2000 χρόνων.
  2. Το κεφάλι του μαρμάρινου αγάλματος και το βάθρο έχουν μεγάλη επιστημονική αξία, διότι ο γλύπτης Πύθης ήταν ένας σημαντικός γλύπτης με ιωνική καταγωγή, που εργαζόταν στην Αττική και δύο τουλάχιστον αγάλματά του ήταν αφιερωμένα στην Ακρόπολη. Μόνο που από αυτά σωζόταν μόνο οι βάσεις και ίσως το κάτω μέρος ενός γυναικείου αγάλματος, ενώ το κεφάλι του Απόλλωνα είναι το πρώτο κεφάλι αγάλματος αυτού του γλύπτη.

Το κεφάλι, παρά την καταστροφή που έχει υποστεί  – οι πρώτοι χριστιανοί θεωρούσαν θεάρεστο έργο να καταστρέφουν τα γλυπτά, είτε σπάζοντάς τα, κυρίως τα πρόσωπά τους,  είτε ρίχνοντας τα στις φλόγες των καμινιών – το κεφάλι λοιπόν αποδίδει την ωραιότητα του θεού και διασώζει στοιχεία που βοηθούν στην ταύτισή του με Απόλλωνα. Π.χ. οι τρύπες γύρω από το κρανίο διασώζουν ίχνη από το χάλκινο στεφάνι δάφνης που το στόλιζε, όπως και οι άλλες πάνω από τα αυτιά (πλαϊνή)στις οποίες στερεώνονταν μπούκλες που έπεφταν στους ώμους του θεού και αποτελούσαν ένα συνηθισμένο χαρακτηριστικό του.

Ως προς την στάση και την μορφή του σώματος, το μόνο βέβαιο που προκύπτει τόσο από το σχήμα της κοιλότητας, όπου αυτό στερεωνόταν πάνω στο βάθρο, όσο και από ένα τμήμα κνήμης αναλόγου μεγέθους (ΠΟΔΙ) που βρέθηκε στην ανασκαφή συμπεραίνουμε ότι ήταν όρθιο και ντυμένο με μακρύ χιτώνα. Θα πρέπει λοιπόν να τον φανταστούμε να κρατεί κιθάρα όπως ήταν η κυρίαρχη απεικόνισή του στους αρχαϊκούς χρόνους, ή λύρα..

Με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά αναζητούμε να αναγνωρίσουμε το σώμα του θεού είτε στο Μουσείο της Βραώνας ή της Αθήνας, ή τα ξένα μουσεία και τις ιδιωτικές συλλογές, ελληνικές και ξένες.

Μετά από τα σημαντικά αυτά ευρήματα, προκειμένου να οριοθετήσουμε και να προστατέψουμε τον χώρο, επεκτείναμε την δοκιμαστική έρευνά μας γύρω από τον ναό και διαπιστώσαμε τα εξής. Κατ’ αρχήν ο χώρος είχε υποστεί εκτεταμένη καταστροφή και σύληση από τους αρχαιοκαπήλους. Τα αρχαιότερα ευρήματα πάνω στον βράχο είναι μυκηναϊκά αγγεία, που δείχνουν ότι η πρώτη χρήση του χώρου ανάγεται γύρω στο 1200 π.Χ., δηλ. Την εποχή του Τρωϊκού πολέμου, στον τόπο αυτό που οι Αθηναίοι πίστευαν ότι είχε ταφεί ο Ερυσίχθων, φαίνεται ότι από τότε είχε ιδρυθεί ένα ιερό που τον τιμούσαν και ακολούθως αυτό μετατράπηκε σε ιερό του Απόλλωνα.

Στην επόμενη εποχή, την γεωμετρική και την αρχαϊκή από το 800 περίπου μέχρι το 500, ο χώρος από βορρά ορίζεται από έναν αναληματικό τοίχο και η μελλοντική έρευνα θα μας αποκαλύψει, τι είδους λατρευτικά και άλλα κτίσματα είχαν δημιουργηθεί σε αυτές τις εποχές. Γύρω στο 480 π.Χ. ανιδρύεται το λατρευτικό άγαλμα, του οποίου σώθηκε το κεφάλι και η επάνω βαθμίδα του βάθρου και σε αυτήν την εποχή, πιθανόν να υπήρχε ήδη ο ναός, ο οποίος διατηρήθηκε μέχρι τα χριστιανικά χρόνια, όταν μετατράπηκε σε χριστιανικό.. Στην κλασική και ελληνιστική εποχή που ακολούθησαν εμπρός από τον ναό, σε μία έκταση 3 στρεμμάτων, αναπτύσσονται διάφορα απλά κτίσματα, και ίσως μια μικρή στοά προς Α του ναού, στο οικόπεδο Μπαρτζώκα, πάνω στην οποία έχει κτισθεί αυθαίρετη οικία. Μέσα στα μικρά σκάμματα βρέθηκαν πολλά τμήματα από την οροφή του ναού κυρίως ακροκέραμα ζωγραφισμένα, θραύσματα από γλυπτά και επιγραφές, αρκετά μάλιστα ήταν μαζεμένα σε σωρούς, προφανώς από τους αρχαιοκάπηλους, οι οποίοι αφού διάλεξαν τα καλύτερα, τα υπόλοιπα τα εγκατέλειψαν.

Μετά από αυτές τις διαπιστώσεις  ο χώρος που καλύπτουν τα αρχαία λείψανα, μόλις 3 στρέμματα, χαρακτηρίστηκε ως αρχαιολογικός,, αλλά στο νότιο τμήμα του πάνω στα αρχαία χτίστηκαν 2 αυθαίρετες οικίες. Που πρέπει να απομακρυνθούν.

 

 

Η μελλοντική έρευνα που θα είναι συστηματική ,πρέπει να γίνει με πολύ αυστηρές προδιαγραφές, ώστε να μην χαθεί τίποτα, ελπίζοντας ότι θα βρούμε τα θραύσματα από το άγαλμα, που έχουν μείνει επί τόπου. Ακόμη, θα πρέπει να αναφερθούμε σε αρχαία που έχουν στο παρελθόν βρεθεί στο σημείο αυτό και έχουν παραδοθεί από κάτοικο Μαρκοπούλου στο Μουσείο, καθώς και σε κάποια που υποθέτουμε ότι προέρχονται από εδώ.

Στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του 70 είχε παραδοθεί ένα μαρμάρινο άγαλμα καθιστού αναπαυόμενου νέου, που μάλλον εικονίζει Απόλλωνα και χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ. Ίσως στο δεξί χέρι κρατεί κιθάρα ή λύρα.

Επίσης, τμήμα μιας μαρμάρινης πλάκας, όπου αναγράφεται το συμφωνητικό ενοικίασης κτημάτων του ιερού σε ιδιώτη). Πρέπει να σημειώσουμε ότι μια παρόμοια επιγραφή είχε δημοσιευτεί παλαιότερα από αμερικανούς αρχαιολόγους και αναφέρεται ότι προερχόταν από τις Πρασιές, ειδικότερα από την Κορώνη. Είναι σαφές ότι προέρχεται από το ιερό του Απόλλωνα και ίσως σε νεώτερα χρόνια είχε μεταφερθεί στην Κορώνη.

Πρόσφατα δωρίθηκε σε Αθηναϊκό Μουσείο μαρμάρινη ανάγλυφη πλάκα (ΑΝΑΓΛΥΦΟ), σπασμένη σε πολλά κομμάτια, όχι ακέραια, που χρονολογείται στα ελληνιστικά χρόνια. Εικονίζει τον θεό Απόλλωνα γυμνό, με την φαρέτρα στον ώμο να στηρίζεται σε κολωνάκι και να κρατεί στο δεξί χέρι του κλαδί με καρπούς φοινικιάς και στο αριστερό υφασμάτινη ταινία. Δίπλα του εικονίζεται βωμός και πιο πίσω ο φοίνικας, που μαζί με την φαρέτρα και το κλαδί φοινικιάς τον χαρακτηρίζει ως Απόλλωνα Δήλιο. Η προέλευση της πλάκας είναι από την Αττική, από άγνωστη θέση. Υποψιαζόμαστε ότι προέρχεται από το ιερό του θεού στις Πρασιές και η μελλοντική ανασκαφή ίσως το επιβεβαιώσει.

Το μεγαλύτερο όμως ζητούμενο είναι ο εντοπισμός του σώματος του αγάλματος του Απόλλωνα. Για το θέμα αυτό θα κάνω μια αναδρομή περίπου 50 χρόνια πίσω:

Στα τέλη της δεκαετίας του 50 μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας με επίκεντρο το Μαρκόπουλο απασχόλησε την δικαιοσύνη και τον Τύπο.

Εντοπίσθηκε από την αστυνομία σπείρα αρχαιοκαπήλων, στην οποία μετείχε και ο τότε φύλακας αρχαιοτήτων, προσπάθησε να φυγαδεύσει στην Γερμανία μεγάλο άγαλμα από την περιοχή. Οι δράστες που συνελήφθησαν αντελήφθησαν την παγίδα που τους είχαν στήσει και δεν παρουσίασαν το άγαλμα. Ασκήθηκε δίωξη και στους κατηγορούμενους προστέθηκε και κάτοικος που είχε κτήματα στην περιοχή Νάτσο, αλλά τις παραμονές της δίκης απεβίωσε. Έτσι η υπόθεση δεν εξιχνιάσθηκε πλήρως, διάφορα όμως στοιχεία μας κάνουν να υποψιαζόμαστε, ότι το άγαλμα ήταν το σώμα του Δηλίου Απόλλωνα των Πρασιών. Ελπίζουμε κάποτε να ξαναβγεί στο φώς της ημέρας, είτε από την γη, είτε από τις αποθήκες κάποιου ξένου Μουσείου, ή ιδιωτικής Συλλογής Αρχαιοτήτων. Τότε εγώ, όπου και να ‘μαι θα νοιώσω ευτυχής γιατί ο ωραίος θεός θα ανασυσταθεί.

Αγαπητοί φίλοι.

Εμείς οι αρχαιολόγοι, τα αγάλματα που γνωρίζουμε το όνομά τους , τα νοιώθουμε σαν ζωντανά Ο Απόλλων από τις Πρασιές, Η Φρασίκλεια από την Μερέντα, ο Κροίσος από τις Θορές, την Φοινικιά.  Νοιώθουμε ότι τους χρωστάμε να τους αποκαταστήσουμε στην ματιά και στις καρδιές των ανθρώπων. Είναι φορείς της ψυχής του καλλιτέχνη που τα έφτιαξε, και της πίστης χιλιάδων πιστών που τους  λάτρεψαν, ή των οικίων τους που τους αγάπησαν, τα δε επιγράμματα ιδιαίτερα των επιτύμβιων αγαλμάτων περιέχουν έναν αξιοπρεπή θρήνο, ή σπαραγμό…

Από την δική μας έρευνα και μελέτη περιμένουν να ξαναζωντανέψουν και να πάρουν την θέση που τους αξίζει στα μουσεία του τόπου μας

Σήμερα πια που η αρχαιολογική Υπηρεσία χορηγεί και μεγάλες  αμοιβές χρέος όλων είναι να ειδοποιούν το Μουσείο, ή να παραδίδουν αρχαία που βρίσκουν τυχαία.

 

Τελειώνοντας την παρουσίαση του Απόλλωνα των Πρασιών, θα σας αναφέρω ένα σημαδιακό γεγονός. Πριν λίγα χρόνια, το 1998 που στις χώρες της ΕΕ οι εορταστικές ημέρες πολιτιστικής κληρονομιάς ήσαν αφιερωμένες στα  λιμάνια , οργανώσαμε μαζί με την συνάδελφο, συμπατριώτισσά σας κ. Εύη Πίνη που εργάζεται στο τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων της Α>Υ. Και τον Δήμο Μαρκοπούλου, μια γιορτή για το λιμάνι της Μεσογαίας, με έκθεση στο Δημαρχείο, εκπαιδευτικό πρόγραμμα και βιβλία για τα παιδιά. Κατά ευτυχή συγκυρία, εκείνο ακριβώς το καλοκαίρι, είχε φθάσει από την Αγία Πετρούπολη, ένα μικρό κωπήλατο καράβι, αντίγραφο μεσαιωνικού σκάφους Βίκιγκς που είχε αποκαλυφθεί σε ανασκαφές σε εκείνη την περιοχή.

Οι κωπηλάτες της Ρωσικής Γεωγραφικής Υπηρεσίας, έκαναν με αυτό ένα πειραματικό ταξίδι για να γνωρίσουν τους αρχαίους δρόμους επικοινωνίας που συνέδεαν την περιοχή τους, τον απώτατο Βορρά με την Μεσόγειο. Πέρασαν κωπηλατώντας ποτάμια, λίμνες και διώρυγες της Ρωσίας  μέχρι τον Εύξεινο και από εκεί, πάλι με τα κουπιά στον Ναυσταθμό της Ελευσίνας.

Το βράδυ λοιπόν της τελικής γιορτής που έγινε στην Πούντα, το μικρό σύγχρονο καράβι από την χώρα των Υπερβορείων, μπήκε περήφανο στο λιμάνι της Μεσογαίας, το λιμάνι του Απόλλωνα Δηλίου, με κωπηλάτες παιδιά της ομάδας απεξάρτησης Νόστος.

Για μένα ήταν μια ευτυχισμένη στιγμή.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top