Fractal

Ποίηση: “Τα τρία χελιδόνια”

Γράφει η Ιωάννα Μαρία Νικολακάκη //

 

 

 

 

 

“Τα τρία χελιδόνια”

 

Το χώμα της πατρίδας μου μυρίζει περγαμόντο,

σταφύλι μωβ ψιλόρωγο, δίκταμο κι αγριελιά.

Βρέχει -δακρύζουν Άγιοι, φέγγει- πρίμο σεγόντο,

αλλάζουν φεύγουν οι εποχές σαν βιαστικά πουλιά.

 

Ο αέρας της πατρίδας μου μοσκοβολεί λιβάνι,

και γίνηκε «προνόμιο»: μια ζοφερή κατάσταση.

Κι η λευτεριά της φόραγε πάντα πλεχτό στεφάνι,

να μοιάζει Εκείνου που ‘παθε Σταυρό και πρώτη Ανάσταση.

 

Το χρώμα της πατρίδας μου ήταν λευκό λουλάκι

κι όλα της τα παθήματα είχαν προφητευτεί

είκοσι βάλε χρόνια πριν, από εν’ άγιο γεροντάκι

που όπως τα ‘δε, τα ‘πε μας, κανείς μην μπερδευτεί.

 

Το σώμα της πατρίδας μου δεν ήτανε του Αχέροντος (1):

ο θάνατος ντρεπότανε κι έφευγε σαν σκυλί.

Πώς ασχημύναν οι καρδιές στη δίνη του συμφέροντος;

Πώς μάθαμε μ’ αναίδεια του Ιούδα το φιλί;

 

Το βλέμμα της πατρίδας μου ήτανε καλοσύνη,

όπου στεριά δαντέλα της, κι όπου σμαράγδι ελιά.

Πώς πάντα φταιν’ οι άλλοι μας; Πώς τόση αγνωμοσύνη;

Πώς ψέμα, μίσος κι άδικο μάς δέσαν τη θηλιά;

 

Γιατί, η θηλιά η μεγάλη μας, δεν είναι τίποτ’ άλλο

παρά το εγώ του καθενός κι οι γήινες πεθυμιές,

έτσι που πια οι περσότεροι μες στης ζωής τον σάλο

να βλέπουν τ’ άχυρα χρυσό και τρόπαια τις ζημιές.

 

Μα ό,τι κι αν γίνει, κι όποτε, η Ελλάδα έχει κεφάλι,

που είν’ ο ίδιος ο Θεός και τη γλυκοσκεπάζει,

λίγο στο λίγο αν δει κανείς, πέρα απ’ το εδώ το χάλι,

τού φτάνουν δεκαεφτά γενιές να ζήσει να θαυμάζει.

 

Γιατί, όπως λεν κι οι πιο παλιοί, κι ο Ρίτσος ο ντερβίσης,

«τὰ δέντρα αὐτὰ δὲ στένουνται μὲ πιό λίγο οὐρανό» (2),

οι κάμποι δεν ποτίζονται μ’ εμφιαλωμένες λύσεις,

κι ούτε τα βράχια ισορροπούν με μόστρες και μανό.

 

Ένα το χελιδόνι μας (3), πότε θα ξημερώσει;

Τρεμόπαιξε το λάδι στο καντήλι του πιστού.

Αχ και να ήμουνα παιδί, και να ‘χα -λέει- ασβεστώσει

τα πέτρινα ‘κείνα σκαλιά του Τάφου του Χριστού.

 

Δύο τα χελιδόνια μας, περνούν και παν τα χρόνια:

ώρα να δει καθένας μας μήπως κι έχει χαθεί.

Μη και, μεθώντας στο παρόν, ξεχάσουμε τα αιώνια,

μη και το ρόδο της ψυχής σβήσει και μαραθεί.

 

Τρία τα χελιδόνια μας, τι απομένει κοίτα:

δυό κόκκαλα γυμνά τη γη κι ένας Σταυρός απάνω.

Κι αφού μ’ Αυτόν θα σκεπαστεί κάθε μας νίκη κι ήττα,

μήπως βαστώντας Τον σφιχτά, γεννιόμαστε εις τα Άνω;

 

 


 

 

(1) Δεν ήτανε του Αχέροντος: Η φράση αναφέρεται στην ορθόδοξη Ελλάδα, που δεν ανήκε ποτέ στον θάνατο, αλλά στη ζωή.

(2) Από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου με τίτλο «Ρωμιοσύνη» (που ξεκινάει με τη χαρακτηριστική φράση: «Αὐτὰ τὰ δέντρα δὲ βολεύονται μὲ λιγότερο οὐρανό»), Εκδόσεις Κέδρος, 1954.

(3) Από το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη «Ένα το χελιδόνι», συλλογή «Άξιον Εστί», Εκδόσεις Ίκαρος, 1959.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top