Fractal

Πέτρινα Χρόνια

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Γιάννης Σπανδωνής «Τα χρόνια της φωτιάς», εκδ. Ωκεανίδα, σελ. 538

 

Ο Γιάννης Στανής, το alter ego του συγγραφέα, ξετυλίγει μέσα από προσωπικές αναμνήσεις και αφηγήσεις των προγόνων του, ένα μεγάλο μέρος της Ιστορίας του αιώνα των δύο μεγάλων πολέμων, και τη δραματική επίδραση της στα μέλη της οικογένειάς του.

«Γεννήθηκα σ’ ένα μεγάλο παλιό σπίτι, που είχε χτίσει ο προπάππος μου στην αρχή της οδού Αχαρνών, στην Αθήνα. Ήταν Άνοιξη όταν γεννήθηκα… Οπωσδήποτε, ήμουν απ’ αυτό που λένε “πρώτη μεταπολεμική γενιά”: Ο Εμφύλιος μαινόταν στα βουνά της Ελλάδος όταν μ΄έφερε ο πελαργός».

Τα Χρόνια της Φωτιάς ωστόσο, δεν ξεκινούν από τον αιματοβαμμένο Εμφύλιο της δεκαετίας του ’40, αλλά από την αφορμή, το έναυσμα του Μεγάλου Πολέμου.

Σεράγεβο 1914. Ο αρχιδούκας της Αυστρίας πρίγκιπας των Αψβούργων, Φραγκίσκος Φερδινάνδος δολοφονείται από τον Γκαβρίλο Πριτσίπ, και η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία βρίσκει την αφορμή να πνίξει τα όνειρα του σερβικού λαού. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος αρχίζει μόλις ένα μήνα μετά. Κινητοποιείται υπέρ των Σέρβων η τσαρική Ρωσία και ακολουθεί η Γαλλία “μία μία οι ευρωπαϊκές χώρες έμπαιναν στον μακάβριο χορό του πολέμου και του θανάτου, όπου μοιραία σύρθηκε και η Ελλάδα”.. Οι δύο σφαίρες που στόχευσαν το πριγκηπικό ζεύγος προκάλεσαν τον θάνατο περισσοτέρων από οκτώ εκατομμύρια ανθρώπων, αφού προηγουμένως από το 1900 -1914 σαράντα αρχηγοί κρατών, πολιτικοί και διπλωμάτες δολοφονήθηκαν από σφαίρες τρομοκρατών.

Στην Ελλάδα κατά τη διάρκειά του πολέμου δυο νεαρά παιδιά ο Κωνσταντίνος και η Ελένη ζουν με παραφορά τον έρωτά τους. Θα χωρίσουν από τα γεγονότα του Εθνικού Διχασμού που ακολούθησε, από το μίσος μεταξύ Βασιλοφρόνων και Βενιζελικών, που παρέσυρε και τις οικογένειές τους.

«Ο φονεύων βενιζελικόν δεν φονεύει άνθρωπον»

αναφέρει απόφαση δικαστηρίου στο οποίο προσέφυγαν συγγενείς θυμάτων των ταραχών που μετέβαλαν σε πεδίο μάχης την Αθήνα τον Νοέμβρη του 1916

«Όλη τη νύχτα η Αθήνα βρισκόταν επί ποδός πολέμου…. Ομάδες επιστράτων χωρίς στολή αλλά καλά οπλισμένοι με φυσιγγιοθήκες και τουφέκια περιέτρεχαν την πόλη απειλητικοί, επιτηρούσαν τις πρεσβείες της Αντάντ και τα σπίτια γνωστών Φιλελευθέρων. Κάθε τόσο ακουγόταν παράφωνα μέσα στο σκοτάδι “Του αητού ο γιος”

Ο βασιλιάς μας πάλι θα ζώσει το σπαθί,

θα σφάξει Αγγλογάλλους και Βενιζελικούς μαζί”»

Ο συγγραφέας αφηγείται λεπτομερειακά, ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την Ελληνική Ιστορία και συνακόλουθα τους ήρωές και τους προγόνους τους. Ο έρωτας των δύο νέων περνά μέσα από τις φουρτούνες του διχαστικού δαίμονα που χαρακτηρίζει τη φυλή μας. Τα μέλη της οικογένειας της Ελένης βασιλόφρονες, σε αντίθεση με αυτά της οικογένειας του Κωνσταντίνου, Βενιζελικοί.

«Στην οδό Σταδίου και στην πλατεία Ομονοίας, όσα μαγαζιά μπορούσαν να προσφέρουν φωτογραφίες του τέως βασιλέως και της τέως βασιλίσσης Σοφίας έκαναν χρυσές δουλειές, και στη βιτρίνα όλων ουσιαστικά των καταστημάτων η φωτογραφία του Βενιζέλου, που τη στόλιζε ως την περασμένη βδομάδα, είχε αντικατασταθεί από τη φωτογραφία του Κωνσταντίνου»

Ιστορικά πρόσωπα, όπως ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Πλαστήρας, ο Κονδύλης, ο Κράλης, ο Γάλλος κόμης Ντε Ντερακ, επισήμως στρατιωτικός εμπειρογνώμων, επί της ουσίας πληροφοριοδότης των Γάλλων, εμπλέκονται στην αφήγηση που αφορά τον πατέρα του Κωνσταντίνου, Γιάννη Στανή, και χαρίζουν στον αναγνώστη μία θέαση της μεγάλης Ιστορίας εκ των ένδον. Η πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη της περιόδου του μεσοπολέμου, μετά την πυρκαγιά του ’17 – θεατρική σκηνή για τον συγγραφέα να ξεδιπλώσει το αφηγηματικό του σεντόνι- κι ύστερα: Ο δρόμος για τη Σμύρνη περνάει μέσα από την Οδησσό. Η διεθνής διπλωματία, ο ρόλος της σε όσα προκάλεσαν και ακολούθησαν την καταστροφή.

Ντε Ντεράκ: «Οι λόγοι για τους οποίους θ’ ανακατωθείτε είναι δύο: Πρώτο, οι συμμαχικές κυβερνήσεις θέλουν να τους εξοφληθούν τα κολοσσιαία δάνεια που χορήγησαν στο τσαρικό καθεστώς κατά τη διάρκεια του πολέμου και οι μπολσεβίκοι τα διέγραψαν με μια κοντυλιά. Άρα, πρέπει να ανατραπούν και να έρθει στην εξουσία μία άλλη κυβέρνηση, που θα τα αναγνωρίσει και θα τα ξεπληρώσει. Και δεύτερον, οι Δυτικοί Σύμμαχοι επιθυμούν να καταπνίξουν αυτή την επανάσταση που αποτελεί τεράστια απειλή κατά του αστικού καθεστώτος – και εξόντωσε και την τσαρική οικογένεια με την οποία συγγενεύουν όλοι οι βασιλικοί οίκοι της Ευρώπης»

Το 1935 ο Κωνσταντίνος και η Ελένη – στα τριανταπέντε τους χρόνια πλέον, μετά πολλές οικογενειακές και επαγγελματικές δοκιμασίες, απώλειες, ζώσες ακόμη πολιτικές διαφορές του στενού περιβάλλοντός τους, ξανασμίγουν. Τους ενώνει ο έρωτάς τους που δεν είχε αποδομηθεί, και η μουσική. Εκείνη δασκάλα πιάνου, κι εκείνος ερασιτέχνης βιολιστής. Τους χωρίζει και πάλι ο μεγαλύτερος και πιο αιματηρός δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος.

Στο μεταξύ είχαν συμβεί κοσμογονικά γεγονότα στην Ελλάδα. Μετά από ένα δημοψήφισμα από τον στρατηγό Κονδύλη, ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ επέστρεψε στον θρόνο του τον Νοέμβριο του ’35. Ο Βενιζέλος πέθανε την ίδια χρονιά μερικούς μήνες μετά. Ο Γεώργιος Β’ ανέθεσε την κυβέρνηση στον Ιωάννη Μεταξά, που στις 4 Αυγούστου 1936 εγκαθίδρυσε δικτατορία με το δικαιολογητικό της αποφυγής

“διασάλευσης της τάξης”.

«Ο Κωνσταντίνος και ο νονός της γυναίκας του κόντεψαν να έρθουν στα χέρια, όταν ο δεύτερος είπε πως καλά έκανε ο Μεταξάς, αφού “αυτοί οι καπνεργάτες και οι άλλοι κομμουνιστές ετοίμαζαν επανάσταση στη Μακεδονία”».

Ο Κωνσταντίνος είχε υποσχεθεί στη γυναίκα του ότι δεν θα αναμειγνυόταν ποτέ πια με την πολιτική.

Πόλεμος. Ο Κωνσταντίνος στη Βόρειο Ήπειρο και η Ελένη πάντα στο νου του. Ταλαιπωρημένος επιστρέφει στην Αθήνα στα τέλη Απριλίου του ’41 και ενώ απολαμβάνει τις περιποιήσεις των δύο αγαπημένων του γυναικών, μητέρας και συζύγου η πόλη τραντάζεται συθέμελα από τις μηχανοκίνητες φάλαγγες των Γερμανών. Ο Χειμώνας 41-42 από τους τραγικότερους στην ιστορία της πόλης.

Στις 26 Νοεμβρίου αντάρτες και Άγγλοι ανατινάζουν τη γέφυρα του Γοργοπόταμου προκαλώντας πλήγμα στις δυνάμεις του άξονα. Ο Κωνσταντίνος γύρισε σπίτι του με μάτια που έλαμπαν. Τα χτυπήματα στον εχθρό συνεχίστηκαν και σιγά – σιγά εμφανίστηκαν οι παλιές πολιτικές διαμάχες. Ο Κωνσταντίνος από το υστέρημά του βοηθούσε τον αγώνα που ξεκίνησε υπέρ του ΕΑΜ, φοβούμενος ότι μετά την αποχώρηση των Γερμανών μεταξικοί και βασιλόφρονες θα διεκδικούσαν την εξουσία. Η Ελένη δεν είχε ακόμη ξεπεράσει τις πεποιθήσεις των γονιών της όσο κι αν την γοήτευαν οι ιδέες του άντρα της, και η υπόσχεσή του να μην αναμειχθεί στην πολιτική. Ο επόμενος χειμώνας 42-43 παγερός, και οι συνέπειες για τους ταλαίπωρους κατοίκους της πόλης τραγικές, οι θάνατοι είχαν περιορισθεί αλλά η πείνα εξακολουθούσε να τους μαστίζει. Στην κηδεία του Παλαμά, το πλήθος έψαλε τον Εθνικό Ύμνο, πράγμα που προκάλεσε τη φρουρά των Γερμανών που προέβη σε συλλήψεις. Οι άνθρωποι αφουγκράζονταν τις ειδήσεις από διεθνή πρακτορεία και σταθμούς ανάμεσα σε παράσιτα. Το αντάρτικο φούντωνε σε όλη την Ευρώπη με την Ελλάδα πραγματικά στην πρωτοπορία. Ο Κωνσταντίνος και η Ελένη υποδέχτηκαν τις καλές ειδήσεις με ένα πάρτι όπου το βιολί του οικοδεσπότη κατάφερε να χαλαρώσουν τα πνεύματα και να δημιουργηθεί μία ομοψυχία μεταξύ των άλλοτε πολιτικών αντιπάλων. Στο μεταξύ η Ελένη πρόσφερε τις υπηρεσίες της στον Ερυθρό Σταυρό και ο Κωνσταντίνος εξακολουθούσε να εργάζεται στην Αγροτική Τράπεζα.

Ο συγγραφέας αφηγείται γλαφυρά πολλά περιστατικά της ζωής στην Αθήνα, πέρα από τις ιστορικές λεπτομέρειες.

«Αγριεμένοι ”πατριώτες” γεμάτοι πολεμικό μένος, ορμούσαν μέσα στα σπίτια με τα κόκκινα φανάρια, άρπαζαν τις φιλενάδες των Ιταλών, τις έβγαζαν σέρνοντας στο δρόμο, τις σάπιζαν στο ξύλο, τους ξέσκιζαν τα ρούχα και τις κούρευαν γουλί”».

Η βία γεννούσε βία. Στις 12 Οκτωβρίου του ’44 οι Γερμανοί παραδίδουν τα κλειδιά της πόλης στον Δήμαρχο και το πλήθος πολιτών ξεχύθηκε στους δρόμους τραγουδώντας θέλοντας να ισοφαρίσουν 1.625 εφιαλτικές ημέρες θανάτου και ζόφου.

Τα πρώτα σημάδια ενός νέου διχασμού δείχνουν το βίαιο πρόσωπό τους. Ο Κωνσταντίνος, οπαδός του ΕΑΜ, φυλακίζεται για τις κεντροαριστερές πεποιθήσεις του. Μετά την ήττα της Αριστεράς στα Δεκεμβριανά και την αποχώρηση του ΕΛΑΣ από την Αθήνα έφθανε να δείξεις κάποιον και να πεις ”κουκουές” για να βρεθεί στα σίδερα.

Οι συνθήκες διαβίωσης στη φυλακή άθλιες. Η Ελένη τον επισκέπτεται με την κοιλιά στο στόμα, τη μέρα της κοινής τους γιορτής. Το ίδιο βράδυ έφερε στον κόσμο τον γιο τους Γιάννη Στανή. Ο Κωνσταντίνος θα γνωρίσει τον γιο του σ’ ένα διάλειμμα της δίκης του, ενώ ακόμη έξω μαίνονται οι πολιτικές αντιπαραθέσεις. Η κυβέρνηση Πλαστήρα είχε πέσει και ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Πέτρος Βούλγαρης, που εξαπέλυσε νέο κύμα διώξεων εναντίον της αριστεράς. Ο Κωνσταντίνος καταδικάζεται σε φυλάκιση ένδεκα ετών. Το 1950 βρίσκεται στις φυλακές Αβέρωφ, γνώριμος για εκείνον χώρος από τις επισκέψεις του στον φυλακισμένο πατέρα του. Μία ”ατυχής” δήλωσή του τον καθιστά αποδιοπομπαίο τράγο. Δεν θέλει να δει κανέναν δικό του και απαγορεύει την Ελένη να φέρει στη φυλακή τον γιο του. «Ούτε μια στιγμή δεν θέλω ν’ ανασαίνει τον αέρα εδώ μέσα το παιδί. Είναι γεμάτος μολυσματικές ασθένειες. Από φυματίωση μέχρι κομμουνισμό, ελευθερία, δημοκρατία, ευτυχία. Ανούσιες λέξεις!».

 

Γιάννης Σπανδωνής

 

Με έναν νόμο του Πλαστήρα ο Κωνσταντίνος αποφυλακίζεται, ως μη μέλος του ΚΚΕ βαθιά πληγωμένος. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται ουτοπίες, συλλογίζεται. Η Ελλάδα είναι η ίδια η ουτοπία. Έχει χάσει τη δουλειά του στην ΑΤΕ και έχει πέντε ολόκληρα χρόνια να δει τον γιο του. Μετά μια περίοδο ανεργίας και τον θάνατο της μητέρας του, μέσα σ’ ένα ταραγμένο πολιτικό σκηνικό, ο Κωνσταντίνος βρίσκει δουλειά ως μεταφραστής. Η ζωή αρχίζει να του χαμογελά για λίγο χρόνο. Η εκτέλεση του Μπελογιάννη μετά τις κατηγορίες για κατασκοπεία υπέρ της ΕΣΣΔ και άλλων χωρών του Ανατολικού Μπλοκ και η ανακάλυψη δικτύου που έστελνε σήματα στις Ανατολικές χώρες έφερε στο προσκήνιο όσους είχαν κατηγορηθεί και φυλακισθεί για τα αριστερά φρονήματά τους. Η γαλήνη στο σπιτικό των Στανήδων διαταράσσεται για άλλη μία φορά. Μάρτιος του ’52, πρωθυπουργός και πάλι ο Πλαστήρας που η αιφνίδια ασθένεια του, έσβησε όλα τα οράματα συμφιλίωσης. Ο Κωνσταντίνος μαζί με πολλούς άλλους εκτοπίζεται στα νησιά. Μόνος και πάλι με τις δικές του φιλειρηνικές και συμφιλιωτικές ιδέες. Η “καθοδήγηση” έδωσε εντολή να μην τον πλησιάζει κανείς, να μην ακούει κανείς τις “αναρχικές και μπουρζουαζίδικες ανοησίες” του.

Επιστρέφοντας στην “ελεύθερη” ζωή, αντιμετώπισε τα ίδια προβλήματα. Ανεργία, αποσπασματικές απασχολήσεις σε μεταφραστικά γραφεία, δακτυλογραφήσεις. Στο μεταξύ πεθαίνει ο Πλαστήρας, έρχονται νέα πολιτικά προβλήματα, ανακύπτει το Κυπριακό, οι συμπλοκές στο δρόμο, αλλά και στο σπίτι των Στανήδων.

Η αφήγηση που αφορά την δεκαετία του ’60 γίνεται πρωτοπρόσωπη. Αφηγητής πλέον ο Γιάννης Στανής – γιος του Κωνσταντίνου και της Ελένης.

«ο πατέρας μου έζησε άλλα τέσσερα χρόνια. Πέθανε στις αρχές της δαιμονικής δεκαετίας του ’60 ανήμερα στα γενέθλιά του- και στην εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου. Δεν πρόλαβε να δει αυτή τη δεκαετία που έβαλε φουρνέλο στα θεμέλια Αριστεράς και Δεξιάς, που ξεκίνησε την αντίστροφη μέτρηση για τον υπαρκτό σοσιαλισμό” και τίναξε στον αέρα την αστική δημοκρατία του μεσιανικού πατερναλισμού. Ο Μάης του ’68, η Άνοιξη της Πράγα, η χούντα στην Αθήνα, ο Ευρωκομουνισμός, οι ”Φράουλες και αίμα” προκάλεσαν ομαδική σχιζοφρένεια σε αριστερούς και δεξιούς. Ο πατέρας μου είχε προλάβει και την είχε πάθει μόνος του».

Η Αθήνα της περιόδου του ’60, τα Εξάρχεια, οι έρωτες, οι ταινίες, οι μουσικές, μια άλλη ζωή! “Όμορφη πόλη, φωνές, μουσικές, απέραντοι δρόμοι, κλεμμένες ματιές” – νέες πολιτικές οργανώσεις – αστυνομία – οργισμένα νιάτα – πανεπιστήμιο- φοιτητικές συμπλοκές – η δολοφονία του Λαμπράκη – ο ΑΣΠΙΔΑ .

Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία.

 

«Χάραζε. Τα φώτα στους δρόμους και τα μαγαζιά έσβηναν το ένα μετά το άλλο κι ένας αόρατος ζωγράφος άπλωνε ρόδινες πινελιές στα μάρμαρα της Ακρόπολης στο βάθος και στον πύργο των Αέρηδων μπροστά μας. Καθισμένοι στριμωχτά στα σκαλιά του μισογκρεμισμένου μουσουλμανικού τεκέ, μια ντουζίνα νέοι άνθρωποι κοιτάζαμε την πρώτη ανατολή του καινούριου χρόνου.»

Τα χρόνια της Φωτιάς είναι ένα αξιοδιάβαστο ιστορικό βιβλίο, με τη μεγάλη Ιστορία εκ των ένδον. Μια οικογενειακή σάγκα που τη μοίρα της την διαμόρφωσε η ίδια η Ιστορία των χρόνων, από τον Μεγάλο Πόλεμο, τη φωτιά του ακόμη μεγαλύτερου και πιο αιματοβαμμένου δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, το αιματοκύλισμα του εμφύλιου μέχρι τα μαύρα χρόνια της χούντας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top