Fractal

Η «Σκέτη κοροϊδία», ή αλλιώς το ψέμα που μας σερβίρισαν για ζωή. Που παρουσιάζεται: στον Πολυχώρο Τέχνης Αλεξάνδρεια.

Γράφει η Ελένη Αναγνωστοπούλου //

 

Πριν από λίγες μέρες, βρέθηκα στον πολυχώρο τέχνης Αλεξάνδρεια για να παρακολουθήσω τη θεατρική παράσταση: «Σκέτη Κοροϊδία». Τα φώτα έσβησαν και η δράση ξεκίνησε. Μεταφερόμαστε σε ένα κατάστημα κινητής τηλεφωνίας όπου ο τελευταίος υπάλληλος της βάρδιας, περιμένει να λήξει το ωράριο του για να επιστρέψει στην καθημερινότητα του. Η μονοτονία σπάει με τη μυστήρια είσοδο ενός ατόμου που έχει σαν κύριο σκοπό του να κάνει παράπονα.

 

Από εδώ και πέρα, αρχίζει να διαφαίνεται το νόημα του κειμένου. Ο Νίκος Μ. Δημητρόπουλος, αφουγκραζόμενος την βαθύτατη οικονομική ύφεση, γράφει ένα έργο- «γροθιά»- στην εγκεφαλικά νεκρή συνείδηση, προσπαθώντας να την ταρακουνήσει. Η πρώτη σκέψη που έκανα και την καταθέτω εδώ, είναι ότι ίσως ο συγγραφέας επηρεάστηκε από την κινηματογραφική ταινία: «Mad city» και την προσάρμοσε στα καθ’ημάς, ως μέσο απεικόνισης του μεγέθους της πλήρους ισοπέδωσης, όπου ο άνθρωπος αισθάνεται εγκλωβισμένος μέσα σε ένα κράμα απελπισίας και ματαιότητας. «Δεν υπάρχει διέξοδος», μονολογεί ο Κόκκινος Πήτερ στο έργο του Φρανς Κάφκα, ο Πίθηκος. Ο φόβος είναι τόσο βαθιά ριζωμένος που αποστραγγίζει και την τελευταία ρανίδα ρεαλιστικής αντιμετώπισης των πραγμάτων. Ο εγκλεισμός του πιθήκου στο κλουβί, τον μετέτρεψε από άβουλο και φοβισμένο πλάσμα, σε μια οντότητα υβριδική που κατάφερε να επιβιώσει σε αντίξοες συνθήκες. Επιβίωσα! Επιβίωσα!, αναφωνεί με έκπληξη. Και αυτό το κάνει γιατί οδηγείται στο σημείο να θεωρεί κατόρθωμα πως μετά από τόσες δυσκολίες, βρισκόταν ακόμα εδώ, ακόμα και αν είχε πια απολέσει την πραγματική του ταυτότητα. Επί της ουσίας, ήταν έρμαιο άλλων, σε κατάσταση ομηρίας. Ο πίθηκος στην τελική, δεν επικοινωνεί, μόνο μας μεταφέρει τις εντυπώσεις που του δημιουργήθηκαν και πως αυτή η κατάσταση τον μεταμόρφωσε σε πειθήνιο όργανο προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωση του.

Η ομηρία λειτουργεί σαν σύμβαση όπου πάνω σε αυτήν θα δημιουργηθεί μια γέφυρα, μια διέξοδος για επικοινωνία. . Οι ήρωες στη Σκέτη Κοροϊδία, ξεκινούν με παράλληλους μονολόγους και δημιουργούν θόρυβο. Λειτουργούν δηλαδή, όπως τα τυπικά παραδείγματα απλών καθημερινών ανθρώπων που θέλουν να κάνουν λόγο για να ικανοποιήσουν το Εγώ τους, αγνοώντας την έννοια του ακούειν. Στην πορεία, η επικοινωνία γίνεται περισσότερο ουσιαστική και στοχεύει στην έκφραση συναισθημάτων όπου ο κάθε ήρωας σαν άλλος αυτόπτης μάρτυρας, λέει τις δικές του αλήθειες, αδυναμίες και παραλείψεις. Η Σκέτη Κοροϊδία περιγράφει με γλαφυρότητα, την περιστροφή των ατόμων γύρω από τον εαυτό τους. Με φόντο την Ελλάδα της κρίσης, η μιζέρια δείχνει το πιο σκληρό της πρόσωπο, διαβρώνοντας ψυχισμούς και συνειδήσεις. Το τέλμα σε πρώτο πλάνο, φαντάζει απροσπέλαστο. Οι άνθρωποι έχουν μετατραπεί σε ανδρείκελα σε μια αέναη προσπάθεια να σπάσουν τον κύκλο και να ελευθερωθούν. Δύο ήρωες, εκπρόσωποι της κοινωνίας, ερμηνεύονται από δύο ηθοποιούς σε κλιμακούμενη αναμέτρηση. Ο Βασίλης Βλάχος είναι έμπειρος ηθοποιός. Απέδωσε το ρόλο του μεσήλικα Αντώνη, διατηρώντας τα χιουμοριστικά στοιχεία. Έχει την ικανότητα να διαχειρίζεται την εναλλαγή του κωμικού με το δραματικό ύφος και να τα φέρνει σε αρμονική συνύπαρξη επάνω στη σκηνή. Δίπλα του, ο Πανάγος Ιωακείμ, ήταν άκρως συμπληρωματική παρουσία επί σκηνής. Με καθαρή εκφορά του λόγου και άνεση κινήσεων, απέδωσε με παραστατικότητα το ρόλο του Προκόπη, ενός ανθρώπου που παλεύει για το αναγκαίο, βιώνοντας μια γκάμα συναισθημάτων, που κυμαίνεται μεταξύ αγανάκτησης και συμπαράστασης προς το συνάνθρωπο. Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι το παλιό με το καινούριο συγκρούονται για να φωτίσουν πειστικά αληθοφανώς, την ψυχική ένταση καθώς και να υπογραμμίσουν ότι οι φαινομενικές διαφορές που τους διαχωρίζουν, παραμένουν στη σφαίρα της φαντασίας.

 

 

Ο Βασίλης Κατσικονούρης σκηνοθετεί την παράσταση. Η σκέψη του στηρίζεται γύρω από το τρίπτυχο: τηλεοπτική σύμβαση, θεατρική ψευδαίσθηση, αθέατη πραγματικότητα. Σαφώς, η Σκέτη Κοροιδία ως θεατρικό κείμενο διέπεται από πολύμορφες όψεις της σύγχρονης ζωής. Η επιλογή τοποθέτησης των σκηνικών και των ερμηνευτών στη σκηνή, υποδεικνύει ότι οι ίδιοι οι ερμηνευτές καλούνται να αναπαραστήσουν ανθρώπους που παίζουν κάποιο ρόλο, που δεν είναι ο εαυτός τους. Το ελπιδοφόρο είναι ότι δεν χάνουν το συναισθηματισμό, όπου αυτός απαιτείται. Τα σκηνικά επιμελήθηκαν οι: Ματίνα Γεωργά μαζί με τον Δημήτρη Παπαστάμο. Δεν θα σταθώ στα αντικείμενα διότι είναι προφανή, θα επικεντρωθώ όμως στα τριγωνικά σήματα που εμφανίζονται επάνω στο γραφείο της Intertelecom. Αυτά τα σήματα λοιπόν, θυμίζουν τα σύμβολα καταλληλότητας που φιγουράρουν στα τηλεοπτικά προγράμματα. Οι φωτισμοί του Γιάννη Ζέρβα συμβάλλουν θετικά στη δημιουργία της περιρρέουσας θεατρικής ατμόσφαιρας. Απαραίτητη η γονική συναίνεση, συστήνω τη Σκέτη Κοροιδία προς θέαση, όπου όλος ο κόσμος οφείλει να δει και να σκεφτεί. Έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου να αντικρύσουμε τη σκληρή πραγματικότητα που συνθλίβει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και να πάρουμε θέση απέναντι στο προκαθορισμένο που χωνεύει ζωές και ζωές, αφήνοντας τες κενές ελπίδας.

 

 

 

* Η Ελένη Αναγνωστοπούλου είναι απόφοιτος του τμήματος Θεατρικών σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top