Fractal

Δύο ποιήματα

Γράφει η Δήμητρα Δημητρίου // *

 

 

 

 

 

Δανεικό

 

Τα αδέλφια μου κι εγώ γεννηθήκαμε στην οδό Γελασίου, νούμερο 10. Απέναντι, ήταν η κατοικία της οικογένειας Μοντάνιου. Ναι, απέναντι από το σπίτι μου, στη Γελασίου. Αυτό, με τα 46 χρόνια βλάστησης. Και το εργαστήρι της κυρίας Άννας. Πολύ καλή κυρία και γειτόνισσα. Το ψαλίδι χόρευε στα χέρια της. Μαστόρισσα. Όταν η μαμά μου πήγαινε να προβάρει φορέματα, καθόμουν κάτω από το τραπέζι του ραψίματος και οι «κορούδες», όπως αποκαλούσε τις μαθήτριές της, μου έδιναν έναν μαγνήτη, να μαζεύω τις καρφίτσες από το πάτωμα. Πάντα μου άρεσε να βλέπω σαν μαγνητίζονται τα μέταλλα, σκαρώνοντας μνήμες ερώτων ή βλεμμάτων, να ηλεκτρίζονται απ’ τ’ αγκάλιασμα -γιατί και το βλέμμα ηλεκτρίζει-. Και τι δεν έραψε η κυρία Άννα! Ερχόντουσαν σ’ αυτήν για να ραφτούν κάτι κοντέσες από το Παρίσι, τι μουσελίνες, εμπριμέ ζορζέτες και κασμίρια! Στην προσφυγιά, ήρθε ένα πακέτο από τον Ερυθρό Σταυρό, γράμμα, για την κυρία Άννα. Μια Σουηδή δημοσιογράφος ήθελε, λέει, να την ευχαριστήσει, γιατί ο βασιλιάς της Σουηδίας την ερώτησε από ποια μπράντα έραψε το φόρεμά της! Από το ανοιχτό παραθύρι του δρόμου άκουγες τη ραπτομηχανή να δουλεύει νυχθημερόν, σαν κάποια μοίρα να ύφαινε για μας ένα μέλλον με κρυφοβελονιά, γαζώνοντάς το μ’ αόρατες ραφές. Σαν θα μεγάλωνα, έλεγε, θα μου έραβε το νυφικό μου. Λευκά καράβια κινούσαν τότε γοργά, για να με πάρουνε, κολλώντας πούπουλα χλωρά επάνω στην καρδιά μου. Τα μάζευα γρήγορα, για να μην με δουν. Η δεύτερη κυρία από τα δεξιά, που βλέπετε, είναι η μητέρα μου.

 

Αλήθεια, το σνακ-μπαρ «Αθηναϊκές Τυρόπιτες» το φωτογραφίσατε; Ήταν η οικογενειακή μας επιχείρηση.

 

 

 

Δανεικό, ΙΙ

 

Η κυρία Άννα Ταπεινού ήταν δασκάλα μας στη Χρυσή Ακτή. Στην Αισχύλου 11. Εκεί έμενε μαζί με τον άντρα της και τα παιδιά της, στο ισόγειο. Στο ίδιο κτίριο έμενε αρχικά και η αξέχαστη καθηγήτριά μας των Γαλλικών, η πασίγνωστη κυρία Ρεβέκκα Κουκκίδου. Μετά μετακόμισε σε μια πολυκατοικία στην Ευαγόρου, πάνω από την Τράπεζα Κύπρου. Στο διαμέρισμα της Ευαγόρου είναι που κάναμε ιδιαίτερα γαλλικά. Aux sombres héros de l’amer… Σύμφωνα με την αγαπητή κυρία Στυλιανού, εκεί έμεναν και δύο οικογένειες στρατιωτικών. Και ποιος δεν θυμάται την κυρία Ρεβέκκα, με τη φαρδιά τη φούστα της ν’ ανεμίζει στο ποδήλατό της, στον δρόμο για το Ελληνικό Γυμνάσιο Θηλέων! Τ’ ανυποψίαστα αγόρια της γειτονιάς μας την πειράζανε -άγουρα, γι’ αυτό και ανυποψίαστα-. Ήταν και πολύ αυστηρή. Δεν σήκωνε πολλά-πολλά. Θυμάμαι μια φορά που μας μιλούσε για τη γέννηση του Χριστού -ίσως πλησίαζαν Χριστούγεννα, ίσως και να ήταν, πράγματι, Χριστούγεννα χωρίς περιοριστικά μέτρα- που με ρώτησε τι έγινε όταν πήγαν οι τρεις μάγοι στη φάτνη. «Η Παναγία τους καλωσόρισε και τους πρόσφερε τσάι!», της είπα, για να κάνω το κομμάτι μου, και μ’ έβαλε τιμωρία στη γωνία. Μια άλλη φορά, τιμωρία έφαγε όλη η τάξη, γιατί γράψαμε στον πίνακα, προτού μπει, «σαν θα πεθάνω, βάλτε με σ’ ένα νεκροταφείο και δίπλα το ποδήλατο να σηκωθώ να φύγω!».

 

Η Φικού, έτσι τη φωνάζαμε. Απ’ το Βαρώσι έφυγε σε ρόδα ποδηλάτου.

 

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

ΔΑΝΕΙΚΟ

· Τίτλος: Το ποίημα αφορμάται από αναρτήσεις σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης του Αμμοχωστιανού ιστορικού τέχνης Γιάννη Τουμαζή με φωτογραφίες από τη σημερινή κατάσταση στη πόλη των Βαρωσίων ή και παλιές φωτογραφίες αρχείου, προ της Εισβολής. Τα σχόλια των Αμμοχωστιανών, από κάτω, οι οποίοι αναγνώριζουν ένα-ένα -από τις φωτογραφίες- τα σπίτια τους και τους δικούς τους, συγκλονίζουν.

· «Άννα Μοντάνιου»: Πραγματικό πρόσωπο· γνωστή Βαρωσιώτισσα ράπτρια.

· «Στην προσφυγιά…το φόρεμά της!»: Πραγματικό γεγονός, που αναφέρεται αυτή τη φορά, στην εξίσου ονομαστή Αμμοχωστιανή ράπτρια Τασούλα Φλουρέντζου, σύζυγο του γνωστού υφασματέμπορα Νίκου Φλουρέντζου, ο οποίος έφερε πρώτος στην Κύπρο υφάσματα οίκων υψηλής ραπτικής. Πελάτισσες των δύο όλες οι γνωστές κυρίες της αριστοκρατίας της εποχής, αλλά και Ελληνίδες ηθοποιοί που έρχονταν στην Αμμόχωστο, όπως η Νίτσα Τσαγανέα, η Μάρω Κοντού και η Άννα Φόνσου. Σύμφωνα με σχόλιο του Βάσου Στυλιανού στην προαναφερθείσα ανάρτηση του Τουμαζή (βλ. αν.), στις αρχές του 1974 η κυρία Φλουρέντζου έραψε ένα μαύρο βραδινό φόρεμα για μια Σουηδή δημοσιογράφο. Λίγους μήνες μετά, στην προσφυγιά πλέον, έλαβε μέσω του Ερυθρού Σταυρού ένα γράμμα από την εν λόγω δημοσιογράφο, η οποία την ευχαριστούσε για το κομπλιμέντο που έλαβε από τον βασιλιά της Σουηδίας.

 

ΔΑΝΕΙΚΟ, ΙΙ

· Τίτλος: Το ποίημα εμπνέεται από ανάρτηση στο Facebook του Γιάννη Τουμαζή και τα σχετικά μ’ αυτήν σχόλια και μαρτυρίες Βαρωσιωτών.

· «Άννα Ταπεινού», «Ρεβέκκα Κουκκίδου»: Υπαρκτά πρόσωπα.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top