Fractal

«Όταν δεν έχεις πραγματική ζωή, πρέπει να ζήσεις σε έναν φανταστικό κόσμο. Είναι καλύτερο από το τίποτα»

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

Αντόν Τσέχωφ «Ο Θείος Βάνια», Μετάφραση: Μαρία Σκαφτούρα, Εκδ. Βακχικόν 2020

 

Oι εκδόσεις Βακχικόν εκδίδουν πολύ θέατρο τα τελευταία χρόνια και μάλιστα σε πολύ προσεγμένες εκδόσεις. Έργα σταθμοί που έχουν διαχρονική αξία, αλλά και έργα σύγχρονων δημιουργών που παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Με αφορμή την μετάφραση του  Θείου Βάνια του Τσέχωφ από τη Μαρία Σκαφτούρα τώρα γράφω και στοχάζομαι. Eίναι γνωστό πως ο ευρηματικός  σκηνοθέτης Πίτερ Μπρουκ θεωρεί τον Τσέχωφ τον σπουδαιότερο θεατρικό συγγραφέα μαζί με τον Σαίξπηρ. Ο Μαξίμ Γκόρκι έγραψε στον Τσέχωφ για τον Βάνια τα εξής: «είναι «ένα έργο εξαίσιο, ένα σφυρί που το χτυπάτε στο αδειανό κεφάλι του κοινού. Τα χτυπήματα σας πάνε ίσια στην καρδιά..». 

Ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ γεννιέται το 1860 στο Ταϊγάνι, μικρό επαρχιακό λιμάνι της θάλασσας του Αζόφ στη νότια Ρωσία και πεθαίνει τo 1904 στις 15 Ιουλίου. Θάβεται στη Μόσχα, στο νεκροταφείο της Μονής Νοβοντεβίτσι.

Γιος μικρέμπορα, φοιτά αρχικά στο σχολείο της ελληνικής παροικίας και στη συνέχεια στο ρωσικό γυμνάσιο Ταϊγανίου, παραδίνοντας μαθήματα κατ’ οίκον για να συντηρεί τον εαυτό του, μια και η οικογένειά του μετακομίζει στη Μόσχα. Σπουδάζει Ιατρική, δημοσιεύει παράλληλα τα πρώτα του διηγήματα με το ψευδώνυμο Αντόσια Τσεχοντέ, ενώ στο διάστημα 1880-1884 συνεργάζεται με ευθυμογραφικά περιοδικά. Κερδίζει το Βραβείο Πούσκιν για τη συλλογή διηγημάτων Στο λυκόφως. Το 1888 το ιδιωτικό θέατρο Κορς ανεβάζει τον Ιβάνωφ, το πρώτο θεατρικό έργο του Τσέχωφ. Το 1890 ταξιδεύει στο νησί Σαχαλίνη, τόπο εξορίας και φυλάκισης, για να γνωρίσει τις συνθήκες ζωής των κρατουμένων. Το 1891 ταξιδεύει στο εξωτερικό και αγωνίζεται εναντίον της πείνας και της χολέρας, προσφέροντας από το εισόδημά του. Το 1892 αισθάνεται τα πρώτα συμπτώματα της φυματίωσης. Κάνει ταξίδια στο εξωτερικό, γνωρίζει τον Τολστόι και επηρεάζεται από αυτόν. Το  1896 Ο Γλάρος ανεβαίνει χωρίς επιτυχία στο θέατρο Αλεξαντρίσκο της Αγίας Πετρούπολης. Η κατάσταση της υγείας του χειροτερεύει. Γράφει το θεατρικό έργο Θείος Βάνιας. Παντρεύεται την Όλγα Λεονάρντοβνα Κνίππερ, ηθοποιό του Θεάτρου Τέχνης.

Η υπόθεση του έργου του εκτυλίσσεται στην επαρχιακή Ρωσία, με έμφαση σε μικρές ανθρώπινες ιστορίες καθημερινών ανθρώπων, στη συμπεριφορά και στα ψυχικά τους κίνητρα. Ο Τσέχωφ ενδιαφέρεται για το τι νιώθουν οι ήρωές του πιο πολύ από το τι σκέφτονται. Είναι το στοιχείο της ποιητικότητας και το γεγονός ότι δίνει έμφαση στην συναισθηματική νοημοσύνη των ανθρώπων που τον κάνει να είναι διακριτός .Δημιουργεί ατμόσφαιρα που πλαισιώνει τους ήρωες, οι οποίοι συνήθως βρίσκονται στο δικό τους κόσμο και ζουν την δική τους εσωτερική ζωή. Έρχονται σε αντίφαση με το περιβάλλον τους και βιώνουν την μοναξιά, τη ματαίωση, το αδιέξοδο. Ο συγγραφέας βασισμένος στη λεπτή παρατήρηση και την ειλικρίνεια πλάθει ζωντανούς χαρακτήρες με ανολοκλήρωτες ζωές και αισθήματα. Στον Τσέχωφ έχουν  επίγνωση της αποτυχίας τους οι ήρωες σε αντίθεση με αυτούς του Ο Νηλ ή του Ουίλιαμς που συχνά ακροβατούν και χάνονται στις προσδοκίες και τις φρούδες ελπίδες.

Ο πρωταγωνιστής του έργου (βλ. τίτλος έργου) είναι ο Βοϊνίτσκι Ιβάν Πετρόβιτς (Βάνιας). H Kάτια Σωτηρίου (Επίμετρο, 90-91) γράφει πως «ονομάζοντας τον κεντρικό χαρακτήρα του Βάνια, o Tσέχωφ πρότεινε ξεκάθαρα ότι είναι ένα τύπος συνηθισμένος, ο «καθένας»: τo ψευδώνυμο του είναι το υποκοριστικό του Ιβάν, της ρωσικής μορφής του Ιωάννη.»

Ένας λυπημένος άντρας, με «μουδιασμένα αισθήματα και μεγάλη απελπισία, ο οποίος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του να εργάζεται στο κτήμα του γαμπρού του, καθηγητή Σερεμπριάκοφ. Αντικείμενο του πόθου του είναι η όμορφη Ελένα, η γυναίκα του καθηγητή. Μπορεί να ονειρεύεται τα πάντα με κείνην, όμως δεν μπορεί να υπερβεί τα εμπόδια που υπάρχουν. Πρώτα πρώτα εκείνη δεν τον θέλει . Έτσι ο Βανιας είναι αξιολύπητος καθώς μένει μόνος, αδύναμος και χωρίς να μπορεί να βρει τρόπο να βάλει τη ζωή του σε άλλη ρότα. Ωστόσο, όλη αυτή η αξιοθρήνητη κατάσταση μέσα στην οποία βρίσκεται τον οδηγεί σε μια στοχαστική διάθεση: «Όταν δεν έχεις πραγματική ζωή, πρέπει να ζήσεις σε έναν φανταστικό κόσμο. Είναι καλύτερο από το τίποτα.»

Ο Αλεξάντερ Σερεμπριάκοφ, ο συνταξιούχος καθηγητής, ταλαιπωρημένος από αρθρίτιδα και ρευματισμούς, είναι βαθιά ενοχλημένος για τις συνέπειες που επιφέρει το γήρας στον άνθρωπο. Εγωιστικός, σε έναν δικό του κόσμο, έχει μάθει να τον υπηρετούν, δεν καταλαβαίνει τις ανάγκες των άλλων. Καταλαβαίνει πώς μπορεί να νιώθει η νεαρή γυναίκα του, αλλά  δεν είναι και πολλά που να μπορεί να κάνει γι αυτήν.

Η Έλενα, η νεαρή και όμορφη σύζυγος του καθηγητή συναρπάζει όλους τους χαρακτήρες του έργου, αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τα καθήκοντά τους και να πέσουν σε αδράνεια. Μάλιστα η ίδια, καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, ξεχωρίζει για την αδράνειά της και την έλλειψη ενδιαφέροντος για οποιαδήποτε σοβαρή δουλειά. Έχοντας σπουδάσει στο Κονσερβατόριο της Αγίας Πετρούπολης, εγκατέλειψε μια υποσχόμενη καριέρα στη μουσική για να παντρευτεί τον καθηγητή, τον οποίο δεν αγαπά, αλλά παραμένει μαζί του ίσως από συμβιβασμό. Εγκλωβισμένη σε έναν άνευρο γάμο, καταλαβαίνει ότι την δείχνουν με το δάχτυλο επειδή είναι παντρεμένη με έναν γέρο.

 

Άντον Τσέχωφ

 

Ο Αστρόφ, ο γιατρός που εργαζόταν στην πόλη, αισθάνεται πλέον χαμένος από τη ζωή στην επαρχία. Βαθιά φιλοσοφημένος, καταφεύγει συχνά στην ενδοσκόπηση και βυθίζεται στις σκέψεις του, απογοητευμένος που θα ξεχαστεί με την πάροδο του χρόνου. Και ενώ περιγράφεται συνεχώς ως «εκκεντρικός» και «περίεργος», είναι ταυτόχρονα και ένας οραματιστής, ο οποίος αγωνίζεται για τη διατήρηση των δασών στην επαρχία. Δηλώνει πως αγαπά τη ζωή ,αλλά δεν αντέχει την κλειστή ασφυκτική επαρχιώτικη ζωή.

Η Σόνια είναι η κόρη του Σερεμπριάκοφ από τον πρώτο του γάμο, η οποία αφιέρωσε τη ζωή της στη φροντίδα του κτήματος. Είναι σιωπηλά ερωτευμένη με τον Αστρόφ. Μοιράζεται κάποια στιγμή το μυστικό της με την Ελένα, αλλά εκείνη γνωρίζει πως ο Αστρόφ δεν ενδιαφέρεται για τη Σόνια, αφού ξέρει πως είναι ερωτευμένος με την ίδια. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου προσπαθεί να διατηρήσει τις ισορροπίες και στο τέλος του έργου θα αφιερωθεί στις καθημερινές της συνήθειες. Το ξέσπασμά της στο τέλος του έργου αποκαλύπτει τις δυσκολίες, τους προβληματισμούς και τις προσδοκίες τόσο της ίδιας όσο και του θείου Βάνια.

Είναι σαν ο καθηγητής με τη γυναίκα του να εισβάλλουν στο χώρο και στις ζωές κάποιων -και στην ρουτίνα τους την ίδια- και να τους αναστατώνουν, ξεσηκώνουν, προβληματίζουν. Μετά την αναχώρηση του καταστροφικού ζεύγους, όλα επανέρχονται στους συνηθισμένους ρυθμούς τους. Μετά την ξαφνική μπόρα επανερχόμαστε στην γαλήνη.

Γράφει η Νάταλι Μηνιώτη στην εισαγωγή του βιβλίου: «στον Θείο Βάνια το μέγεθος των ηρώων κτίζεται πάνω στη λεπτομέρεια: στο κόμπιασμα μιας φράσης, στην παρατεταμένη φλυαρία, στην ανάσα ενός προσώπου που ξέμεινε μονάχο στη σιωπή.» Ενώ η Κάτια Σωτηρίου στο επίμετρο του βιβλίου υποστηρίζει πως ο Τσέχωφ είχε σαν στόχο να πει στους ανθρώπους να κοιτάξουν τους εαυτούς τους. Να δουν πόσο άσχημοι και κουραστικοί είναι. Ήθελε ο Τσέχωφ οι άνθρωποι να καταλάβουν την κατάστασή τους.Υπάρχει μια έντονη ψυχολογική διάσταση σε διαλόγους και μονολόγους. Αντιθέσεις και συγκρούσεις διαρκώς.

Χαρακτήρες «γκρίζοι», διστακτικοί, αμήχανοι, που διψούν για ζωή και για αλλαγή αλλά μένουν μόνο θεατές της ζωής που κυλάει χωρίς να τους ρωτήσει. Βασικά «αντιήρωες, εγκλωβισμένοι και μπλεγμένοι σε λάθος σχέσεις, αποτιμούν το είναι τους αναζητώντας την επιβεβαίωση μέσα από ένα λάθος βλέμμα.» Οι έρωτες που δεν ολοκληρώνονται, οι επιθυμίες που δεν βρίσκουν αδιέξοδο, το θολό τοπίο, το αποπνικτικό κλίμα που βαραίνει τους ήρωες. Όλα δίνουν μια αίσθηση ευθραυστότητας. Βραδύτητα και τέλμα. Πλήξη, ανία και δυστυχία. Υπαρξιακά θέματα και φιλοσοφικά ερεθίσματα για την αξία της ζωής, την ευτυχία, την ουσία του έρωτα.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top