Fractal

✩ «Ο Πελεκάνος» στο θέατρο Μικρό Broadway. Κανένα χρέος στο Σύμπαν δεν μένει απλήρωτο ή αλλιώς: Το αίμα ξεπλένεται με αίμα.

Γράφει η Ελένη Αναγνωστοπούλου //

 

 

 

«Ο Πελεκάνος» στο θέατρο Μικρό Broadway.

Κανένα χρέος στο Σύμπαν δεν μένει απλήρωτο ή αλλιώς: Το αίμα ξεπλένεται με αίμα.

 

 

Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο επίκαιρη η έννοια της ψυχανάλυσης στις μέρες μας. Όσο υπάρχουν άνθρωποι, πάντα θα τους απασχολεί το ζήτημα της ψυχικής υγείας και της πνευματικής αφύπνισης. Όλα είναι κύκλος. Ο αέναος, ατέρμονος κύκλος που “βασανίζει” γενιές και γενιές ανθρώπων, που διαμορφώνει προσωπικότητες και συνειδήσεις μα και που συνάμα, διαθέτει τη δύναμη να σαρώνει κυριολεκτικά τις αδυναμίες. Ο Στρίντμπεργκ είναι γεγονός ότι έγραφε απλά κείμενα, χωρίς να κατέχει τη δραματουργική δεινότητα του Ερρίκου Ίψεν. Καταφέρνει όμως, μετά από τόσους αιώνες, να παραμένει σύγχρονος και να απασχολεί. Μας ενδιαφέρει το θέατρο του Στρίντμπεργκ κύριοι. Μέσα στο θέατρο δωματίου, εκτυλίσσονται σκηνές από τον καθημερινό βίο όπου αν κοιτάξει κανείς προσεκτικότερα, θα αντιληφθεί ότι το θέμα που σιγοκαίει, είναι ο αόρατος ιστός που έχει πλεχτεί με σκοπό να φέρει τον άνθρωπο αντιμέτωπο με αυτό που τον ταλανίζει, με αυτό που τον πληγώνει. Με μια διαφορά: στον Πελεκάνο δεν δίνεται καμία ευκαιρία, κανένα περιθώριο για συγχώρεση.

 

Η εκδίκηση ως μέσο αποφυγής αποδοχής της πραγματικότητας που επιστρέφει πίσω στον αποστολέα. Πρόκειται όντως για μια λύση τιμωρίας επάνω στον ένοχο ή αποτελεί συνειδησιακή φενάκη που οδηγεί σε τύφλωση;

 

 

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν η οικογένεια. Οι δεσμοί αίματος φαινομενικά ισχυροί, ώσπου χαλαρώνουν ξαφνικά και τείνουν να χαθούν. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Αυτή τη σύμβαση χρησιμοποιεί ο Στρίντμπεργκ στον Πελεκάνο για να χτίσει το νοσηρό περιβάλλον που διέπει τα πρόσωπα της ιστορίας. Από τα θεμέλια μέχρι τα ενδότερα, η νοσηρότητα ροκανίζει κάθε ψήγμα αθωότητας που τυχόν απέμεινε στους ήρωες, διαφθείροντάς τους και εντέλει συντρίβοντάς τους ολοκληρωτικά. Ένα σφάλμα που μοιάζει ασυγχώρητο παράπτωμα, που -οφείλει- να τιμωρηθεί.

Κάθε πρόσωπο δεν αποτελεί ξεχωριστή οντότητα αλλά είναι λες και μοιράζεται το ένα με το άλλο, σιωπηρά βέβαια, την ίδια συνειδησιακή αντίληψη, η οποία όμως ουδεμία προοπτική προσφέρει ως προς τη διεξαγωγή διαλόγου και κατανόησης. Παράλληλοι μονόλογοι που τυφλώθηκαν από τον πόνο και αποζητούν την εκδίκηση σαν γιατρειά στα προβλήματά τους. Οι σκέψεις γίνονται λέξεις και οι λέξεις, πράξεις. Το Πρέπει μπολιάζεται σταδιακά και σε διαφορετικό χρόνο για τον καθένα. Η αντικειμενική πραγματικότητα έχει πια διαστρεβλωθεί. Το δίκιο και το άδικο χάνουν την υπόστασή τους και κυριαρχεί το θυμικό. Όταν πια το συναίσθημα έχει τον πρώτο λόγο, η λογική φεύγει και εγκαθίσταται το παράλογο. Τα πρόσωπα κινούνται εμμονικά ανάμεσα στον αέναο αιμάτινο κύκλο όπου διψούν για δικαίωση και αποκατάσταση της δικής τους Αλήθειας. Μιας Αλήθειας που εμπεριέχει πολλές όψεις και διαστάσεις, που ξεφεύγει από τα όρια και είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτή. Αυτό που εξοργίζει τους ήρωες, πέρα από το ότι υπάρχουν πολλά είδη Αλήθειας, είναι σαφώς η διαφορετική θέαση της ίδιας κατάστασης. Όλοι ζουν το ίδιο γεγονός αλλά το προσλαμβάνουν διαφορετικά. Συνεπώς, όλοι είναι εγωιστές κι άλλο τόσο θύματα των περιστάσεων, των βιωμάτων, της νοοτροπίας και του εύθραυστου ψυχισμού τους που κρέμεται από μια λεπτή κλωστή. Η απελπισία γίνεται σύμβουλος και οδηγός σε σκοτεινά μονοπάτια. Η εκδίκηση φαντάζει ως η τέλεια λύση που θα αποδώσει Δικαιοσύνη και θα ελευθερώσει από τα αρρωστημένα δεσμά, τους “πάσχοντες”. Τα πρόσωπα της οικογένειας, αν εξαιρέσουμε το γαμπρό που δεν ανήκει στη σφαίρα της συγγένειας, λαχταρούν την Αγάπη και την Ασφάλεια. Τα παραπάνω στοιχεία τους λείπουν αλλά δεν ξέρουν πώς να τα ζητήσουν. Δεν το έχουν μάθει, τους είναι ξένο. Έναν και μοναδικό τρόπο γνωρίζουν για να συμβιώνουν μεταξύ τους: το μίσος και την αυξημένη τάση για έλεγχο κι επιβολή. Μέχρι να πέσουν οι μάσκες και ο αδύναμος να συνεχίσει να ζει σαν ζωντανός-νεκρός. Στερημένα χωρίς τη δυνατότητα βελτίωσης. Τα πρόσωπα του Πελεκάνου πέφτουν σ’ ένα είδος μοιρολατρίας και βυθίζονται τόσο σ’ αυτό που χάνουν την ικανότητα να αξιολογούν.

 

 

Ο Ζαχαρίας Ρόχας πήρε στα χέρια του το κείμενο του Πελεκάνου και ανέλαβε δύο σπουδαία εγχειρήματα: το πρώτο αφορά τη δραματουργική επεξεργασία και το δεύτερο, το σκηνοθετικό κομμάτι. Αρχικά, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι εστίασε ιδιαίτερα στη φιγούρα του πατέρα, δίνοντάς του τη φωνή της λογικής, τη στιγμή που οι υπόλοιποι ήρωες την έχουν ήδη απωλέσει.

Ο πατέρας ζει μέσα από την απώλεια και μέσα από τις θύμησες των ανθρώπων που τον γνώρισαν και πέρασαν αρκετά χρόνια της ζωής τους πλάι του. Η σκηνοθεσία ακολουθεί τις νόρμες του έργου, έχοντας ωστόσο και το προσωπικό στίγμα του καλλιτέχνη. Ο κύριος Ρόχας έχει την ικανότητα να βλέπει βαθύτερα, πίσω από τις γραμμές και να ανασύρει στοιχεία του κάθε χαρακτήρα που δεν είναι άμεσα ορατά με την πρώτη ματιά. Ο πατέρας (Χρήστος Φωτίδης) είναι ο κεντρικός πυρήνας, η σκιά γύρω από την οποία κινούνται τα μέλη της οικογένειας. Έχει κατανόηση και προσπαθεί σαν πνεύμα να “επηρεάσει” όσο μπορεί, τα άτομα γύρω του. Η Γωγώ Ατζολετάκη αντιμετωπίζει την Ελίζ πρώτα σαν γυναίκα και ύστερα σαν μητέρα. Απέδωσε στο ρόλο της με γλαφυρότητα, εκείνα τα συστατικά στοιχεία που καθιστούν τη μητέρα, ένα μισητό πρόσωπο: εγωιστική φύση, σκληροτράχηλη, άκαμπτη και ανήμπορη να αντισταθεί στο πεπρωμένο. Ο Φρέντερικ βρήκε την ενσάρκωσή του στο πρόσωπο του Νίκου Αμπουσαάρ. Θυμώδης, τρυφερός, με νεύρο και ορμή, είναι ο νέος που θέλει να δράσει αλλά μοιάζει ακινητοποιημένος. Η Αθηνά Λάτση αποτύπωσε πιστά την εύθραυστη Γέρντα που μαραίνεται κάθε λεπτό της ώρας καθώς “ξυπνά” από το λήθαργο. Τέλος, ο Λεωνίδας Αργυρόπουλος προσέδωσε στο ρόλο του Άξελ με αμεσότητα και σαφήνεια, έναν άνδρα τυχοδιώκτη, που έχει δεύτερες σκέψεις και που υποκινείται από την ψυχρή λογική του, άκαρδος κι απαλλαγμένος από κάθε συναίσθημα.

 

 

Οι φωτισμοί του Βασίλη Πλατάκη, υποβλητικοί, δημιουργούν ατμοσφαιρικό πεδίο επί σκηνής που εναλλάσσεται με το όνειρο που είναι ιδωμένο από τη φαντασιακή σκοπιά. Τα κοστούμια του Kreutz είναι αληθινά κομψοτεχνήματα που μεταφέρουν το αίσθημα ότι είναι ιδιαίτερα φροντισμένα, σέβονται το πνεύμα της εποχής του Στρίντμπεργκ και το ακολουθούν πιστά. Ένα ακόμα συν είναι ότι οι ήρωες είναι ντυμένοι με όμορφα χρώματα και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Συμβαίνει για να καλύψει την ψυχική ασχήμια που τους μαστίζει, το Φαίνεσθαι έχει μεγάλη σημασία τουλάχιστον στο ενδυματολογικό μέρος, το οποίο ήταν έξοχα επιτυχημένο και ταιριαστό. Θα ήταν μεγάλη παράλειψη από μέρους μου αν δεν έκανα λόγο για το υπέροχο σκηνικό που δεσπόζει στο κέντρο της σκηνής και αποτελεί αποκάλυψη. Ο Kreutz μελέτησε τη δομή του έργου και επέλεξε με τη σκηνική μακέτα που φιλοτέχνησε, να αποδομήσει την οικογένεια του Πελεκάνου με εικαστική μέθοδο. Ο πνευματικός- ψυχικός θάνατος συντελείται πολλά χρόνια νωρίτερα, προτού έρθει ο νομοτελειακά αναπότρεπτος φυσικός θάνατος. Ένα νεκροταφείο συνειδήσεων που δεν γεννήθηκαν ποτέ υγιείς και που θα συνεχίσουν να ζουν ως μη υγιείς, ωσότου σπάσει το πυώδες απόστημα. Σε ασπρόμαυρο φόντο, η νεκρική σιγή διαδέχεται την παγωμάρα και τη λαχτάρα που ταρακουνά αυτούς τους ανθρώπους. Το ταρακούνημα επιφέρει το χάος, την καταστροφή. Το σκοτάδι προσπαθεί μάταια να μεταμορφωθεί σε φως. Μα μια λάμψη και όλα εξαφανίζονται.

Η μνήμη έγινε πλέον ανάμνηση. Η συγχώρεση δεν ήρθε, η τιμωρία επιβλήθηκε και τα αίτια είναι ορατά όσο και τα αποτελέσματα: τα καταπιεσμένα συναισθήματα εκμηδένισαν κάθε ελπίδα για αλλαγή και συμπόνια απέναντι στο συνάνθρωπο.

 

 

* Η Ελένη Αναγνωστοπούλου είναι απόφοιτος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικων.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top