Fractal

Διήγημα: “Ο Δημαράτος και η στλεγγίδα του”

Της Καλλιόπης Πολενάκη //

 

 

Ο Δημαράτος και η στλεγγίδα του

 

Άρχοντες και αρχόντισσες ταπεινά σας χαιρετώ και με την κεφαλή σκυμμένη στέκω εδώ να σας πω μια ιστορία από τα δικά μου όμορφα νιάτα, τώρα (;) που το κεφάλι μου άσπρισε…

Τώρα που ήρθε και για μένα η ώρα των αθιβολών και των αναμνήσεων από τις ζωές που ευλογήθηκα να ζήσω.

Θεά Αθηνά βόηθα και εσύ λίγο την μνήμη μου γιατί όσα θέλω να πω στους αρχοντάδες, έρχονται από παλιά, τότε που ακόμη έλαμπε το χρυσό σου άγαλμα και ακόμη φώτιζε το νου και τις ψυχές των πιστών σου όπου Γης και όχι «όπου Ελλάδος». Ω! για την αγένεια ζητώ συγγνώμη αρχοντάδες μου, ονομάζομαι Δημάρατος, μα ουδεμία σχέση με τον ένδοξο συνονόματο βασιλιά της Σπάρτης έχω, και θερμά παρακαλώ σας μην πιάνετε ευθείες μεζούρες για τον Χρόνο, μην μετρήσετε πότε έζησα εγώ και πότε εκείνος, πότε έγιναν όσα σας διηγηθώ, μα αναλογιστείτε μόνο το πώς με ακούτε… Δημάρατος, αλείπτης στο επάγγελμα με το μοναδικό προνόμιο να κρατώ το ακριβό θείο έλαιο σε τούτα τα χέρια που τα βλέπετε (;) τώρα ροζιασμένα σαν την βακτηρία μου, μα τότε ήσαν απαλά και ικανά, πάλλευκα και επιδέξια. Ω Θεοί κλείνω τα μάτια μου, και να! σαν τώρα θυμούμαι με πόση προσοχή και αίσθηση τιμής κρατούσα τα μικρά φιαλίδια με το ακριβό και θείο χυμό της ελιάς, του ευλογημένου δέντρου που τόσο σοφά επέλεξαν ως δώρο οι Αθηναίοι.

Δέντρο –σύμβολο της ειρήνης και όσων καλών από αυτήν εκπορεύονται: της ευημερίας νοών και ψυχών και ,με την άδειά σας, διόλου δεν ομίλησα για χρήματα! Η ευημερία καθώς και η παιδεία δεν διαλέγουν κεφαλές στολισμένες με χρυσές πόρπες, ούτε σώματα μαθημένα στην καλοπέραση και τον πλούσιο (και από τα δικά μου χρόνια…) ξεκούραστο βίο.

Έτσι συνέβαινε στα δικά μου χρόνια, έτσι ακριβώς και στις δικές σας ημέρες που εύχομαι να είναι πολλές.

Μα οι Αθηναίοι δεν νομίζω να δίστασαν πολύ, ακόμη όμως δεν μπορώ να σας πω με σιγουριά –αιώνες με παιδεύει η σκέψη και αποτέλεσμα σίγουρο δεν έχω – αν το δίλημμα ετίθετο στους Σπαρτιάτες, «τι» θα είχαν επιλέξει…

Παρακαλώ σας, μην βιαστείτε να τους χαρακτηρίσετε μόνο πολεμοχαρείς και ασκητικούς, λιτούς και άκαρδους! Πόσο άδικο να κυκλοφορούν στους αιώνες των αιώνων οι σκιές των με τέτοια κοσμητικά επίθετα που – πιστέψτε με!- ούτε κατ’ ελάχιστον δεν είναι ακριβή.

Απλώς αναρωτηθείτε γιατί ο «Περικαλλής Ναός» της θεάς Αθηνάς που κοσμούσε την Ακρόπολη των Αθηνών ήταν…Δωρικού Ρυθμού! Μήπως – αναρωτιέται ο αλείπτης – το θείο πρέπει να λατρεύεται σε τόπους ιερούς, λιτούς μα και απέριττους;… Μήπως οι θεοί εισακούουν τις προσευχές όταν γίνονται εντός απέριττων Ναών; ή μήπως οι Ναοί είναι απέριττοι επειδή σκοπός είναι να μεσολαβήσουν – ως τόποι ιεροί – για την επαφή μεταξύ θείου και γήινου…

Πράγματι δυσκολεύομαι στην απάντηση, μα ούτως ή άλλως είναι φιλοσοφικό και ρητορικό το ερώτημα… Μα το μόνο που ήθελα ήταν να σας δώσω ένα μικρό δείγμα του πόσο είχε επηρεάσει την τέχνη όπου Ελλάδος η (ανύπαρκτη!;) τέχνη των Δωριέων, που αν μη τι άλλο οι επιστήμονές σας δεν κατάφεραν να αποκρύψουν το κάλλος της λιτότητάς της και αναγκάστηκαν να την περιλάβουν στους τρεις κυριαρχούντες «ρυθμούς» μαζί με τον Ιωνικό και τον Κορινθιακό.

Ω, άρχοντες και αρχόντισσες, αν σας θύμισα τον Ευθύφρονα με το δίλημμα του, ζητώ ταπεινά συγγνώμη, μα σας βεβαιώ ακόμη δεν έχει καταλήξει! Τόσοι αιώνες…

Το δαιμόνιό μου με επαναφέρει στην τάξη, ναι, ζητώ συγγνώμη για την παρένθεση στην (οπωσδήποτε γλαφυρή) αφήγηση!

Ω, με πόση φροντίδα και δεξιότητα άλειφα τα κορμιά των αθλητών πριν να βγουν στην παλαίστρα, μετά μάθαινα στα μικρότερα πώς να βάζουν την άμμο όσο να μένουν ζεστά τα άμαθα κορμιά το χειμώνα και δροσερά το θέρος, α, χέρια μου ευλογημένα και μόνο που άγγιζαν το θείο έλαιο… Τα καμάρωνα όλα τους σαν παιδιά δικά μου να ήσαν, πώς άκουγαν τις διδαχές του παιδοτρίβη και του γυμναστή τους – ναι, ναι, μερικές ραβδιές ήσαν πάντα όχι μόνο απαραίτητες μα και επιβεβλημένες, εκτός από αθλητές καλοί όφειλαν να γίνουν και σωστοί άνδρες. Και αργότερα, μέχρι να το μάθουν και αυτό σωστά να το κάμουν μόνα τους, ω, πόσο όμορφα γλιστρούσε η στλεγγίδα μου στα νεανικά κορμιά και τα καθάριζε, άλλα άγουρα ακόμη και άλλα όλο ρώμη και σημάδια επουλωμένα… «Δημάρατος ο αλείπτης», πέρασαν από τα χέρια μου αμέτρητοι αθλητές και ολίγοι ολυμπιονίκες, μετά τιμής μεγίστης σας το λέγω, και παρών ήμουν όταν η Αρχόντισσα Καλλιπάτειρα μεταμφιέστηκε σε γυμναστή του γιου της Πεισιδώρου, για να καμαρώσει από κοντά ακόμη έναν ολυμπιονίκη από τη γενιά της…μα, χοροπήδησε τόσο από την χαρά της που ο χιτών του… γυμναστού γλίστρησε αποκαλύπτοντας το (ω Θεοί! ακόμη θελκτικό) γυναικείο στήθος της! Και αν για την ταπεινή μου γνώμη ενδιαφέρεστε μια στάλα σας την παραθέτω απνευστί: θυγατέρα του Διαγόρα του «ευθυμάχου», Ολυμπιονίκη και τρανού πυγμάχου στα χρόνια μου και με αίμα βασιλικό στις φλέβες της, ε, πώς αλλιώς θα μπορούσε να φερθεί! Νομίζω, μεταξύ μας ομιλώντας, πως εδικαιούτο όχι μόνο να συν-χαρεί και να καμαρώσει τον γιο της μα και η ίδια να συμμετέχει στα αθλήματα!

Όλοι εσείς οι συγγραφείς τα παρουσιάζετε από εμένα με λόγια πιο όμορφα, μα εγώ ήμουν εκεί, ήμουν εκεί! ακόμη αν κλείσω τα μάτια, μου έρχεται η θεία μυρωδιά του πολύτιμου ελαίου και με κυκλώνει και εύκολα πολύ γίνεται υπερκόσμιο κλειδί για ένα ακόμη ταξίδι στη θάλασσα του Αειθαλούς και ποτέ ευθυγράμμου Χρόνου!

Ω, ταξίδια ακριβά, και ακριβή η μύηση σε δαύτα, μα της παρούσης δεν είναι η δική μου μύηση μα η δική σας τέρψη…

Για ένα μόνο με παίρνει το παράπονο, όσο και να προσευχήθηκα στην θεά την όμορφη, την σοφή, την γλαυκώπη Αθηνά (και τώρα σας βεβαιώνω μας ακούει), όσο και να με τίμησε που άγγιζα το θείο λάδι της, ε, αν ήμουν αλείπτης και στα Ηραία, πανευτυχής θα σας μιλούσα και πληρέστερος, αλλιώς να περιποιείσαι, δα, γυναικείους μύες και αλλιώς ανδρικούς, να με συμπαθάτε αν ξέφυγα, αλλά τέτοια παράπονα είναι αιώνων…

Σοφή, όμορφη, δίκαια θεά μου, πόσο ακόμη θα με παιδεύεις τον αλείπτη; Μεσολάβησε να το ζήσω ακόμη μια φορά, ακόμη μια φορά και εκεί, στα Ηραία να βρεθώ, ναι, ως αλείπτης και πάλι… Άρχοντες και αρχόντισσες που με υπομονή ακούσατε τα ταπεινά μου λόγια, εύχομαι να σας έχουν οι θεοί πάντα καλά και να χαρήκατε όσο εγώ (;) το ταξίδι μου πίσω στο χρόνο (σας είπα και πριν, δεν μετριέται με μεζούρες ανθρώπινες…), δώρο ανεπανάληπτο το ταξίδι τούτο και ευλογημένοι και πλήρεις όσοι το καταφέρνουν όπως εγώ ο Δημάρατος αλείπτης στο επάγγελμα με το κρυφό παράπονο… (ακούει η θεά μου…)

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top