Fractal

Κοσμοεικόνα και Γνωστικός Ελκυστής

Από τον Δημήτρη Γαβαλά // *

 

 

  1. Η Άποψη της Κοσμοεικόνας

 

Η ανθρώπινη συνείδηση διαμορφώνει έννοιες και κατηγορίες όχι μόνο με το να συνενώνει τα κοινά χαρακτηριστικά των στοιχείων που απαρτίζουν το περιεχόμενό τους, αλλά συσχετίζοντάς τα και με τις προσωπικές εμπειρίες και γενικές γνώσεις και στάσεις που έχουμε για τον Κόσμο. Όλα αυτά μαζί αποτελούν το σύστημα γνωσιοθεωρίας ή αλλιώς την κοσμοθεωρία/ κοσμοείδωλο/ κοσμοεικόνα κάθε ανθρώπου. Ακριβώς αυτά βρίσκονται πίσω από τον τρόπο σχηματισμού των εννοιών και κατηγοριών, αφού σε αυτά στηρίζονται οι υποθέσεις που κάνει ο άνθρωπος για να ερμηνεύσει το πώς συνδέονται μεταξύ τους τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των επιμέρους περιεχομένων μιας έννοιας ή τα μέλη μιας κατηγορίας. Αυτό σημαίνει ότι πολύ πιθανόν να μεταβάλλεται η αναπαράσταση της ίδιας έννοιας στη μνήμη σε σχέση προς τη μεταβολή του κοσμοειδώλου του ανθρώπου, το οποίο αλλάζει όσο οι εμπειρίες και οι γνώσεις του αυξάνουν και οι πεποιθήσεις του για διάφορα θέματα τροποποιούνται. Είναι φανερό ότι και μεταξύ των ανθρώπων πρέπει να υπάρχει διαφορά ως προς την αναπαράσταση των εννοιών, αφού το κοσμοείδωλο του καθενός διαφέρει από εκείνο των άλλων.

 

 

 

Έρευνες, που έγιναν προς αυτή την κατεύθυνση, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αναπαράσταση συγκεκριμένων εννοιών στη μνήμη πράγματι μεταβάλλεται στον χρόνο και εξαρτάται από το πλαίσιο, μέσα στο οποίο γίνεται κάθε φορά η ανάκληση των πληροφοριών που σχετίζονται με την αντίστοιχη έννοια. Η μεταβλητότητα αυτή μπορεί να εξεταστεί με βάση τον βαθμό ομοιότητας σειράς υποκείμενων εννοιών προς την ιδεατή εικόνα της υπερκείμενης έννοιας (πρωτότυπο), που προκύπτει από ορισμούς ή κρίσεις τυπικότητας διαφόρων προσώπων. Επομένως, το περιεχόμενο των εννοιών αναθεωρείται σε κάθε εποχή, ανάλογα με το πνεύμα που επικρατεί, μεταβάλλεται με τη διεύρυνση της συνείδησης και της γνώσης και ποικίλει στα άτομα ανάλογα με το κοσμοείδωλό τους. Αυτή η πολυσημία και, κάποτε, ακόμα και αμφισημία των εννοιών, δείχνει ότι τα όρια τους είναι ελαστικά και ασαφή και αυτό αποτελεί βασικό προσόν για τις φυσικές γλώσσες.

 

  1. Γνωστικός Ελκυστής

 

Η συνείδηση του ανθρώπου επικοινωνεί με διαδικασίες, δηλαδή αντιστοιχώντας ή απεικονίζοντας ερεθίσματα και σύμβολα, με τους άλλους ανθρώπους ως διακριτά άτομα, στο πλαίσιο του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος. Αυτά συνιστούν το εξωτερικό περιβάλλον, ενώ υπάρχει συγχρόνως και το εσωτερικό. Επομένως, ο άνθρωπος βομβαρδίζεται κυριολεκτικά από εξωτερικά και εσωτερικά ερεθίσματα. Η επικοινωνία αυτή είναι προβληματική για δυο κυρίως λόγους:

(i) γίνεται σε συνθήκες ασάφειας, αβεβαιότητας, πολυπλοκότητας και ανταγωνισμού˙

(ii) τα ερεθίσματα και τα σύμβολα, τα οποία φθάνουν στον άνθρωπο κάθε χρονική στιγμή, είναι πάρα πολλά και χρειάζονται φιλτράρισμα.

 

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι το άτομο πρέπει να λάβει απόφαση σε ποια ερεθίσματα και σύμβολα θα εκχωρήσει το γνωστικό του σύστημα και πώς θα αποκριθεί σε αυτά. Ως λήψη απόφασης θεωρείται η διαδικασία εκχώρησης ενός ‘γνωστικού ελκυστή’ σε συγκεκριμένο ερέθισμα. Όργανο για αυτή τη λήψη απόφασης είναι η συμβολική γλώσσα, η οποία γενικά αποτελεί διαμέριση και κατηγοριοποίηση του εξωτερικού και εσωτερικού κόσμου. Όσο περισσότερο πλούσια είναι αυτή η γλώσσα, τόσο λεπτότερος είναι ο διαμερισμός του κόσμου. Η συμβολική γλώσσα επιτρέπει την εξομοίωση του κόσμου και τη δημιουργία εναλλακτικών υποθέσεων, γιατί υπάρχει η ικανότητα πιθανολογικής πρόβλεψης, αφού το βιολογικό υπόβαθρο όλης αυτής της διαδικασίας, δηλαδή ο εγκέφαλος, έχει τη δυνατότητα να ‘τρέξει’ ένα αλγόριθμο/ πρόγραμμα ταχύτερα από την πραγματικότητα. Έτσι, υπάρχει η δυνατότητα για συμπίεση, γενίκευση και αφαίρεση της πραγματικότητας σε ένα αλγόριθμο/ πρόγραμμα πολύ μικρότερου μήκους και το οποίο κρατάει τα γενικά χαρακτηριστικά. Αυτή ακριβώς η κατάσταση οδηγεί στη δημιουργία ενός ‘γνωστικού ελκυστή’.

 

Αυτή η συμβολική γλώσσα ιεραρχείται σε τρία επίπεδα:

(α) το συντακτικό επίπεδο, στο οποίο δημιουργούνται τα γλωσσικά σύμβολα και οι μεταξύ τους δυναμικές σχέσεις. Με αυτά σχηματίζονται κανόνες αλληλοδιαδοχής ατομικών ή ομαδικών συμβόλων, που είναι ανεξάρτητα από νόημα και συσχέτιση ή αντιστοίχηση σε δηλούμενα αντικείμενα˙

(β) το σημαντικό επίπεδο, στο οποίο ερευνώνται οι σχέσεις, αντιστοιχίες και απεικονίσεις των συμβόλων της γλώσσας με δομές και λειτουργίες του κόσμου. Στο επίπεδο αυτό αναδύεται και αποκαθίσταται το νόημα, η σημασία για το υποκείμενο˙

(γ) το πραγματικό επίπεδο, στο οποίο διερευνώνται οι διαπροσωπικές σχέσεις, δηλαδή οι αντιστοιχίσεις των συμβόλων με τις ψυχικές και γνωστικές δομές και πρότυπα των ατόμων που επικοινωνούν.

Το πιο κάτω σχήμα βοηθάει στη μελέτη αυτής της κατάστασης:

 

 

 

 

Γνωστικός Ελκυστής 1  Γνωστικός Ελκυστής 2      Γνωστικός Ελκυστής 3

 

Εδώ έχουμε αναπαράσταση της διαδικασίας διαμέρισης και κατηγοριοποίησης ενός συνόλου ερεθισμάτων, σε λίγους γνωστικούς ελκυστές. Το μήκος των ελκυστών είναι πολύ μικρότερο από αυτό των ερεθισμάτων και με αυτό τον τρόπο, κάθε γνωστικός ελκυστής δρα ως συμπιεστής πληροφορίας, διαμέσου γενικεύσεων, αφαιρέσεων και ταξινομήσεων. Το σύνολο περιλαμβάνει τα ερεθίσματα, κάθε ένα από τα οποία αναπαρίσταται με ένα σημείο σε αφηρημένο χώρο. Η εγκεφαλική λειτουργία, η οποία παραλαμβάνει αυτά τα ερεθίσματα ως εισόδους και τα διαμερίζει σε μικρό αριθμό κατηγοριών (εδώ συγκεκριμένα τριών), εκδηλώνεται ως δυναμική ροή κατά τη διεύθυνση των βελών και συμπιέζει ένα ερέθισμα από μια σειρά συγκεκριμένου μήκους σε μια αφηρημένη σειρά μήκους πολύ μικρότερου και τόσου, όσο ακριβώς είναι το μήκος του ελκυστή. Ένας τέτοιος γνωστικός ελκυστής δρα ως συμβολικό ελκτικό πεδίο, το οποίο επιτρέπει την κατ’ οικονομία διαμέριση του συνόλου των ερεθισμάτων σε λίγες αφηρημένες μορφές/ πρότυπα. Τις μορφές αυτές ο άνθρωπος είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσει ως αλγόριθμους/ προγράμματα από τα οποία αναδομεί ολόκληρη υποκατηγορία ερεθισμάτων (εδώ Α, Β, Γ) και ανακαλύπτει και κατανοεί άλλα, τα οποία δεν έχει ακόμα παρατηρήσει, με το να τα εντάξει σε μια από αυτές. Αυτή η κατηγοριοποίηση του κόσμου σε αφηρημένα πρότυπα, τους γνωστικούς ελκυστές, γίνεται σε συνθήκες ασάφειας, αβεβαιότητας, πολυπλοκότητας και ανταγωνισμού. Όλα αυτά οφείλονται, κυρίως, στο ότι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των κατηγοριών είναι μορφοκλασματική (fractal). Αυτό σημαίνει ότι σε διαδοχικές μεγεθύνσεις οι γραμμές αυτές παρουσιάζουν αυτο-ομοιότητα υπό κλίμακα. Έτσι, ένα ερέθισμα, το οποίο αρχικά μπορεί να φαίνεται ότι ανήκει στην κατηγορία Α, είναι δυνατόν σε τοπικές διαδοχικές μεγεθύνσεις να θεωρηθεί τελικά ότι ανήκει πότε στην κατηγορία Α και πότε στη Β. Συνεπώς, τα υποσύνολα αυτά είναι ασαφή (fuzzy), αφού δεν έχουν ‘κοφτά’ όρια. Επιπλέον, το μήκος των ασαφών αυτών συνόρων/ διαχωριστικών γραμμών είναι συνάρτηση της θέσης τους στον χώρο. Αυτό σημαίνει ότι η αβεβαιότητα για την κατάταξη συγκεκριμένου ερεθίσματος δεν εξαρτάται μόνο από την αρχική του θέση, αλλά μεταβάλλεται και καθ’ οδόν. Έτσι, είναι δυνατό συγκεκριμένο ερέθισμα να φαίνεται ότι ‘διστάζει’ ως προς το σε ποιο ελκυστή τελικά θα καταλήξει. Όλα αυτά δείχνουν την αβεβαιότητα, ασάφεια και πολυπλοκότητα της γνωστικής διαδικασίας. Επίσης, υπάρχει και ανταγωνισμός, δηλαδή είναι δυνατό δυο ή περισσότεροι ελκυστές να έλκουν συγκεκριμένο ερέθισμα, αλλά από τη στιγμή που αυτό καταλήγει σε κάποιο ελκυστή, τότε αυτός να το απωθεί σε άλλο ελκυστή κ.ο.κ. Για παράδειγμα, υπάρχει μια γνωστή εικόνα, στην οποία βλέπουμε ένα βάζο, αλλά αμέσως μετά βλέπουμε δυο αντιτιθέμενα πρόσωπα, μετά πάλι βάζο κ.ο.κ. Αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο ερέθισμα πηγαίνει από τον ένα ελκυστή στον άλλο και υπάρχει ανταγωνισμός για το ποια άποψη τελικά θα επικρατήσει.

 

Αμφίσημη Εικόνα: Πρόσωπα/ Βάζο

 

Όλα τα πιο πάνω δεν αποτελούν μόνο μοντέλα διαδικασιών, αλλά πραγματικότητες, όπως αποδεικνύεται τα τελευταία χρόνια. Πράγματι, ένας γνωστικός ελκυστής πραγματώνεται από ένα δίκτυο συναπτικών κόμβων που αλληλοσυνδέονται και, επομένως, μπορεί να θεωρηθεί ως ομαδική ιδιότητα στοιχειωδών βιολογικών υποδοχέων. Επειδή ο φλοιός του εγκεφάλου είναι fractal, οι κατανομές που χαρακτηρίζουν τέτοιες δομές δεν είναι ‘καλές’, από μαθηματική άποψη. Συνεπώς, αυτή τη στιγμή δεν γνωρίζουμε πώς να δημιουργούμε ένα γνωστικό ελκυστή ξεκινώντας από ένα δίκτυο βιοχημικών υποδοχέων. Προσωρινά αρκούμεθα στη διαπίστωση της ύπαρξής του, με τη βοήθεια της Νευροφυσιολογίας και της Γνωστικής Ψυχολογίας, και στη δημιουργία μοντέλων για την εξομοίωση αυτής της διαδικασίας, τα οποία αποδεικνύονται συμβατά με τα πειραματικά δεδομένα.

 

Σύμφωνα με αυτά, οι διάφορες κατηγορίες και οι αντίστοιχοι γνωστικοί ελκυστές, οι οποίοι εδράζουν στον φλοιό, έχουν ως υλική υποδομή υποσύνολα νευρωνικών δικτύων. Ένας νευροφυσιολογικός βηματοδότης, που είναι βρόχος ανάδρασης ανάμεσα στον θάλαμο και στον φλοιό, ευθύνεται για την εκ περιτροπής αναζωπύρωση των διαφόρων κατηγοριών και των αντίστοιχων ελκυστών τους. Κατά τη διάρκεια ήπιων καταστάσεων, όπως χαλάρωση ή ύπνος, η δυναμική αυτού του βηματοδότη είναι και αυτή ένας χαοτικός ελκυστής μικρού μήκους, δηλαδή περίπου 3-4 μονάδων, και η διαδικασία μετάπτωσης από τη μια κατηγορία στην άλλη είναι σχετικά ομοιογενής. Αυτό σημαίνει ότι περίπου ίσος χρόνος προσοχής εκχωρείται σε κάθε μια από τις κατηγορίες που ήδη συνυπάρχουν. Όμως, κατά τη διάρκεια ενεργητικής συμμετοχής του ατόμου σε επίλυση προβλημάτων, ο βηματοδότης αυτός γίνεται ανομοιογενής. Αυτό σημαίνει ότι ο χρόνος και η προσοχή που διατίθεται για κάθε μια από τις κατηγορίες διαφοροποιείται έτσι, ώστε λίγες κατηγορίες διεκδικούν το μέγιστο ποσοστό χρονικής πρόσβασης και προσοχής, ενώ οι υπόλοιπες πρακτικά παραμερίζονται εντελώς. Αυτή η ανομοιογενής συμπεριφορά συνεπάγεται και την αύξηση του μήκους του βηματοδότη ελκυστή, το οποίο από το 3-4 φτάνει τώρα περίπου στο 10, δείχνοντας έτσι μια σημαντική αύξηση της χωρητικότητάς του ως επεξεργαστή πληροφορίας. Στο άλλο άκρο, σε διάφορες ασθένειες, αυτή η τιμή πέφτει περίπου στο 2.

 

Μιλήσαμε προηγουμένως για την άποψη του κοσμοειδώλου. Πράγματι, η άποψη αυτή είναι η πιο σημαντική, γιατί η ανώτερη ανθρώπινη συνείδηση και γνώση προϋποθέτει κοσμοθεωρία. Κάθε κατανόηση του συστήματος του Κόσμου είναι αναδυόμενη κοσμοθεωρία και κάθε διεύρυνση της γνώσης και της συνείδησης σημαίνει ένα παραπέρα βήμα στην ανάπτυξη της κοσμοθεωρίας. Με την εικόνα, που δημιουργεί ο άνθρωπος για τον Κόσμο, μεταβάλλεται και ο ίδιος ο άνθρωπος. Δεν είναι, λοιπόν, αδιάφορο αν διαθέτουμε και ποια ακριβώς κοσμοθεωρία, γιατί δεν δημιουργούμε μόνο μια εικόνα του Κόσμου, αλλά η επανάδρασή της μεταβάλλει κι εμάς. Ο άνθρωπος, στο γνωστικό πλαίσιο του οποίου η Γη είναι το κέντρο του Κόσμου, είναι πολύ διαφορετικός από τον άνθρωπο του οποίου η Γη είναι απλώς ένα μικρός πλανήτης του Ήλιου. Το αποτέλεσμα είναι η σύγκρουση και ο ανταγωνισμός, που προέρχεται από τον διαφορετικό τρόπο αντίληψης των εννοιών, των ερεθισμάτων γενικά και της κατηγοριοποίησής τους. Γι’ αυτό πολλοί ισχυρίζονται πως το βασικό κίνητρο γνώσης και επικοινωνίας είναι, εκτός των άλλων, η ανταλλαγή, σύγκριση και ανταγωνιστική επικράτηση κοσμοειδώλων. Αν ισχύει πραγματικά κάτι τέτοιο, τότε η διαδικασία κατανόησης, κατηγοριοποίησης, αλληλεπίδρασης των εννοιών και η δημιουργία συγκεκριμένης νοοτροπίας και κοσμοειδώλου, ή η δημιουργία γνωστικών ελκυστών, είναι η πιο σημαντική ανθρώπινη πράξη σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

 

Από την άποψη της Νευροφυσιολογίας, στον σχηματισμό κοσμοειδώλου στο σύστημα του εγκέφαλου συμβάλλουν τρία υποσυστήματα, αυτά του προμήκη, του παλαιοεγκέφαλου και του φλοιού, τα οποία δυστυχώς δεν φαίνεται να συλλειτουργούν αρμονικά και αποτελούν κακόηθες ανάπτυγμα, κατά τον McLean.

(i) Ο προμήκης είναι η έδρα της μίμησης, της ομοιόστασης και των παρορμήσεων. Η μίμηση είναι προσπάθεια ταύτισης, σε αντίθεση με την εξομοίωση, που είναι διαδικασία αφαίρεσης και γενίκευσης˙

(ii) ο παλαιοεγκέφαλος σχετίζεται με συγκινησιακά στοιχεία, συναισθήματα και αξιολογήσεις˙

(iii) ο φλοιός είναι fractal και σχετίζεται με συμβολική γλώσσα, ικανότητα εξομοίωσης, αλγορίθμους/  προγράμματα και πρότυπα.

Η γνωστή, λοιπόν, σύγκρουση ανάμεσα στις παρορμήσεις, τα συναισθήματα και τη λογική, προέρχεται από την ενδογενή δυσαρμονία της δομής του τριπλού ανθρώπινου εγκέφαλου. Παραπέρα, είναι υπεύθυνη για τον ανταγωνισμό των κοσμοειδώλων, που στην πραγματικότητα είναι πρόβλημα πολυτελείας. Αυτή η δυσαρμονία όμως, κρατάει τον άνθρωπο σε κατάσταση διαρκούς αμφιβολίας ως προς το σε ποιο ερέθισμα θα εκχωρήσει το γνωστικό του σύστημα, αποκλείοντας όλα τα άλλα, και πώς θα αποκριθεί σε αυτό. Για να απαλλαγεί από την αμφιβολία που τον κατατρέχει, ο άνθρωπος χρησιμοποιεί το γνωστικό του σύστημα για επικοινωνία με τους άλλους και μπαίνει στον ανταγωνισμό των κοσμοειδώλων. Η επιβολή του δικού του κοσμοειδώλου ή η προσχώρηση στο κοσμοείδωλο κάποιου άλλου, ξεπερνάει το πρόβλημα χωρίς ουσιαστικά να το επιλύει, με αποτέλεσμα τη συνέχιση της ύπαρξης των αντινομιών και αμφιβολιών, οι οποίες οδηγούν σε νέο ανταγωνισμό κ.ο.κ. Είναι πιθανό όμως, αυτή ακριβώς η διαπάλη να εξαναγκάζει το άτομο, και συνεπώς το κοινωνικό σύνολο, στην αναζήτηση κοσμοειδώλων και γνώσης.

 

Δυστυχώς, όλη αυτή η ανάλυση και η δημιουργία αντίστοιχης άποψης δεν γίνονται παρά με το ίδιο το όργανο που ερευνάται, δηλαδή ο ίδιος ο εγκέφαλος ερευνάει τον εγκέφαλο. Προσωρινά τουλάχιστον, δεν φαίνεται ο άνθρωπος να έχει ανακαλύψει αρχιμήδειο σημείο κάπου έξω από το σύστημα, για να ερευνήσει τον εγκέφαλο. Αυτή η κατάσταση αφήνει πολλές αμφιβολίες για τις έρευνες σε αυτό το πεδίο.

 

  1. Ο Σχιζοφρενικός Άνθρωπος, το Κοσμοείδωλο και το Πνεύμα της Εποχής

 

Πολλές σύγχρονες αντιλήψεις βλέπουν ως τελικό σκοπό ενός οργανι­σμού, και μάλιστα του ανθρώπου, την εξέλιξη ενός κώδικα/  γλώσσας επικοινωνίας, η οποία βελτιστοποιεί τις πιθανότητες επι­βίωσης του κατόχου του. Κεντρική έννοια κάθε φιλοσοφικού συστήματος είναι τελικά η έν­νοια του Θεού και πρόγραμμά του η εύρεση κώδικα/ γλώσσας/ μεθόδου πρόσβασης του ανθρώπου προς Αυτόν. Τη γλώσσα της παραδοσιακής Φιλοσοφίας χαρακτηρίζουν στοιχεία ‘μυστικιστικού’ τύπου, τα οποία, μαζί με την πλαστική μεταγλώσσα της εικα­στικής τέχνης, της ποίησης και της μουσικής, αποτελούν λειτουργικές εκδηλώσεις του δεξιού ημισφαιρίου του ανθρώπινου εγκεφάλου.

 

Ο τρόπος, διαμέσου του οποίου επιχει­ρείται η ίδια βασικά πρόσβαση στο ‘περιβάλλον’, είναι η γλώσσα της λογικής, λει­τουργική εκδήλωση του αριστερού ημισφαιρίου του ανθρώπι­νου εγκεφάλου. Οι δύο κατηγορίες γλωσσών δεν μπορούν να συγκριθούν: είναι εν πολλοίς συμπληρωματικές -αν και οι δεύ­τερες εξελίσσονται ταχύτερα από τις πρώτες, επειδή ίσως η δομή τους, δηλαδή ο fractal φλοιός του ανθρώπινου εγκεφάλου, ανα­πτύχθηκε πολύ ταχύτερα. Η σύνθε­ση και των δυο σε ένα νέο υπερ-κώδικα είναι όμως αναγκαία, διαφορετικά η πρόσβαση στη ‘Φύση’ και η πρόσβαση στον ‘Θεό’ κινδυνεύουν να παραμείνουν οι διαζευγμένες λειτουργίες ενός κυριολεκτικά σχιζοφρενικού όντος.

 

Ο άνθρωπος, όπως ξέρουμε, είναι ο μόνος οργανι­σμός που μπορεί να γίνει αυτό που λέμε ‘ψυχασθενής’, όταν αρνηθεί μια από τις δύο ιδιότητες του: τη Βιολογική ή τη Θεολογική, όταν, με άλλα λόγια, η μία από τις δύο εναλλακτικές γλώσσες πρόσβα­σης στον Κόσμο ατροφήσει. Η σύνθεση λοιπόν που αναφέρα­με παραπάνω προσφέρει ένα λυσιτελές εργαλείο στην επίμο­νη και μη τετριμμένη αναζήτηση κριτηρίων λήψης αποφά­σεων ως προς το σε ποιο περιβαλλοντικό ερέθισμα θα εκχωρήσει ο άνθρωπος σε δεδομένο χρόνο το γνωστικό του σύστημα και τη μνήμη του και πώς θα αποκριθεί σε αυτό. Ερώτημα που οι υπόλοιποι οργανισμοί, προστατευμένοι από τα ένστικτά τους, δεν φαίνεται να θέτουν στους εαυτούς τους, ερώτη­μα που δεν θέτει ψευδοπρόβλημα, αλλά επισημαίνει και διε­ρευνά τις συνθήκες αποξένωσης του ανθρώπου. Την παραπά­νω σύνθεση γλωσσών δεν έχουμε πετύχει ακόμα.

 

Υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι δεν θα την πετύχουμε ποτέ και αυτό γιατί η ιστορία δείχνει ότι η ανθρώπινη επικοι­νωνία εξελίσσεται πολύ ταχύτερα από κάθε θεωρία που επι­διώκει την ‘ερμηνεία’ της. Αυτός ο αφορισμός υποδηλώνει απλά ότι η συνειδητο­ποίηση μιας μετάλλαξης, αλματικής ή εξελικτικής, στον εγκέ­φαλο γίνεται πάντοτε κατόπιν εορτής: ο παρατηρητής είναι πάντοτε Επιμηθεύς, διαπιστώνει και περιγράφει μια βιοχημική και νευροφυσιολογική δυναμική διαδικασία που ήδη τον ξεπερνάει. ‘Λαχανιάζουμε’ κυριολεκτικά πίσω από τον εγκέφαλό μας. Στην ουσία, το ‘Δαιμόνιο’ που αποφασίζει μέσα μας είναι αυτόνομο. Η λήψη αποφάσεων λοιπόν εκ μέρους μας -με βάση τον μύθο της ελεύθερης βούλησης του ατόμου- είναι απλώς η εκ των υστέρων εκλογίκευση ενός τετε­λεσμένου γεγονότος: υπεύθυνος γι’ αυτό είναι η δυναμική των νευρωνικών δικτύων του εγκεφάλου μας. Όσο πιο πειστική είναι η εκλογίκευση της εγκεφαλικής μας δυναμικής από τη συμβολική γλώσσα τόσο πιο κοινωνικά ‘υπεύθυνοι’ και ‘αποδεκτοί’ νοιώθουμε.

 

Η ψευδαίσθηση της ελεύθερης βούλησης στηρίζεται στο γεγονός ότι, πάρα το ότι η δυναμική του εγκεφάλου μας, που ουσιαστικά κινεί τα ινία της συμπεριφοράς, είναι καθοριστι­κή, είναι και απρόβλεπτη/ χαοτική, λόγω των μη γραμμικών διασυνδέσεων των νευρωνικών μας δικτύων και της ευαίσθητης εξάρτησης της τελικής τους κατάστασης από τις αρχικές συνθήκες -κατά συνέπεια παρουσιάζει για τον κάτοχό της στοχαστικό χαρακτήρα. Σε τελευταία ανάλυση, δηλαδή, η γλώσσα είναι ένας συνήγορος της συμπεριφοράς μας που έρχεται σε επικουρία όταν η απόφαση για δράση έχει ήδη ληφθεί.

 

Στο ατομικό επίπεδο η συλλογική παρακμή που ζούμε σήμερα εκδηλώνεται πολλές φορές ως κακοήθης χρονί­ζουσα ψυχοσωματική διαταραχή. Πέρα από όλα τα άλλα, -ανταλλαγή πληροφοριών, υπηρεσιών και προϊόντων απα­ραίτητων για τη ζωή μας- το θεμελιώδες κίνητρο επικοινω­νίας μεταξύ ανθρώπων με οποιοδήποτε μέσο, σε οποιαδήποτε εποχή και χώρο και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες είναι η ανταλλαγή, σύγκριση και ανταγωνιστική επικράτηση κοσμοειδώλων, δηλαδή ολιστικών απόψεων ή προτύπων -επι­στημονικών, οικονομικών, πολιτικο-κοινωνικών, θεολογικών- περί του Κόσμου. Στον σχηματισμό ενός κοσμοειδώλου στον ανθρώπινο εγκέφαλο συνεργούν τρεις βασικοί παράγοντες/  δυναμικά υποσυστήματα:

(α) Οι παρορμήσεις, που έχουν καθαρά ομοιοστατικό και τελετουργικό χαρακτήρα και θεωρούνται από πολλούς σύγχρονους φυσιολόγους ως λειτουργικές εκφάνσεις του φυλογενετικά αρχαιοτέρου τμήματος του εγκεφάλου, δηλαδή του συμπλέγματος του προμήκους μυελού (Reptilian brain)˙

(β) Τα συγκινησιακά στοιχεία πάσης φύσεως (συναισθήμα­τα – αξίες), που θεωρούνται λειτουργικά σύνδρομα του παλαιοθηλαστικού μεσεγκεφάλου (Limbic system) και

(γ) Τα γλωσσολογικά προγράμματα και πρότυπα, δηλαδή οι συμβολικές εκφάνσεις του φλοιού (Cortex) που αποτελεί και το νεότατο και, σε σχέση προς τα δύο προηγούμενα, τάχιστα εξελισσόμενο τμήμα του ανθρώπινου εγκεφάλου σε fractal αντικείμενο.

 

Φαίνεται ότι υπάρχει κάποια δυσαρμονία στη δομή του εγκεφάλου και ακόμα ότι οι νευρωνικές διασυνδέσεις είναι μάλλον ελ­λιπείς σε ό,τι αφορά την απρόσκοπτη αμοιβαία διακίνηση ηλεκτροχημικών ερεθισμάτων και ουσιών -ορμονών, νευροδιαβιβαστών, νευροπεπτιδίων κλπ. Αποτέλεσμα είναι τα παραπάνω υποσυστήματα να απολαμβάνουν κάποιας σχετικής αυτονομίας με επακόλουθο την ατελή συνεργασία τους.

 

Η εμπειρικά διαπιστωμένη λειτουργική ή συμβολική ‘διαμάχη’ ανάμεσα στις παρορμήσεις, τα συναισθήματα και τη λογική σκέψη, που τρέφει τη Λογοτεχνία, αποδίδεται λοιπόν στην ενδογενή φυλογενετική δυσαρμονία της δομής του ανθρώπινου εγκεφάλου. Η διαπάλη αυτή χαρακτηρίζει κάθε άνθρωπο κάθε εποχής, εκδηλώνεται με οξείες και ήπιες φάσεις και σε τελευταία ανάλυση αντικατοπτρίζει το ανισότροπο και ασυμβίβαστο ανάμεσα στα διαλαμβανόμενα σε δύο διαφορετικά ιεραρχικά επίπεδα:

(i) Το επίπεδο των συμβολικών διαδικασιών, που αφορούν σε αλληλεπίδραση συλλογικών ιδιοτήτων απλών -ηλεκτροχημι­κών και ορμονικών- μεταβλητών και

(ii) το επίπεδο των φυσι­κών διαδικασιών, που αφορούν στην αλληλεπίδραση ανάμεσα στις παραπάνω απλές μεταβλητές.

 

Μπορούμε να υποθέσουμε ότι, αν αυτή η μοναδική λειτουργική διαμάχη δεν υφίστατο δεν θα υπήρχε και λόγος επείγουσας ανταλλαγής και σύγκρισης κοσμοειδώλων μεταξύ των ανθρώπων: η ανάγκη αυτή μακράν του να θεωρείται κυριολεκτικώς θέμα ‘ζωής ή θανάτου’ θα χαρακτηρίζονταν μάλλον ‘πολυτελής’: καθένας μας θα διαμόρφωνε μέσα από εξελικτικές διαδικασίες μάθησης το κοσμοείδωλό του και θα το χρησιμοποιούσε -όπως τα υπόλοιπα ζώα- ως βέλτιστο αυτο-προσαρμοστικό αλγόριθμο πρόσβασης στο περιβάλλον, με σκοπό τη μεγιστοποίηση της πιθανότητας απλής επιβίωσης, χωρίς να νοιάζεται καθόλου για το πώς αντιλαμβάνεται ο διπλανός του την ίδια νομοτέλεια. Η δυσαρμονία όμως που εμφιλοχωρεί στον τρόπο σχημα­τισμού ιεραρχικών προτύπων στον ανθρώπινο εγκέφαλο κρατά τον κάτοχό του σε ένα οιονεί ‘μετα-ευσταθές’ καθεστώς διαρ­κούς αμφιβολίας ως προς σε ποιο περιβαλλοντικό ερέθισμα θα εκχώρηση το γνωστικό του σύστημα -κατ’ αποκλεισμό όλων των άλλων- τη δεδομένη χρονική στιγμή και πώς θα αποκριθεί σε αυτό.

 

Είναι πιεστικό λοιπόν να προσπαθήσει να άρει κατά το δυνατόν την αμφιβολία αυτή χρησιμοποιώντας την επικοινω­νία με τον άλλον ως αναλώσιμη διαδικασία. Κα­θένας μας πασχίζει να άρει τα ασυμβίβαστα στοιχεία της γνω­στικής του εμπειρίας είτε ‘καταντώντας’ να λατρεύει ξένα κοσμοείδωλα, που του φαίνονται πιο συμβιβαστά από το δικό του, είτε προσπαθώντας να επιβάλ­λει το δικό του κοσμοείδωλο μέσα από συμβολικές διαδικασίες κοινωνικά αποδεκτές, για παράδειγμα εκφωνώντας λόγους ή γράφοντας άρθρα κτλ. Αν το τελευ­ταίο εγχείρημα πετύχει, το αρχικό αυτο-αμφισβητούμενο προσωπικό κοσμοείδωλο καταξιώνεται συλλογικά και γίνεται ‘συμβιβαστό’, δηλαδή ξεπερνά -χωρίς και να επι­λύει- τις εσωτερικές του αντινομίες μέσα στα πλαίσια τουλάχι­στον ενός κρατούντος zeitgeist (πνεύματος της εποχής).

 

Το πνεύμα της εποχής είναι η μακροπαράμετρος που καθορίζει τις ιδιομορφίες των τεσσάρων κυρίων φάσεων κάθε κοινωνικά αποδεκτού κοσμοειδώλου:

(i) Ανάπτυξη – Διαφοροποίηση˙

(ii) Ωρίμανση˙

(iii) Κορεσμός – Παρακμή και

(iv) Επανάσταση – Αναρχία,

είτε στις επιστήμες και τέχνες είτε στον κοινωνικοπολιτικό βίο. Το πνεύμα της εποχής συνιστά παράγοντα είτε ενθάρρυνσης είτε επίσχεσης/ αναστολής στην παραγωγή και διακίνηση πληρο­φορίας μέσα σε ένα δεδομένο πληθυσμό.

 

Σε κάθε ιστορική περίοδο παρατηρείται μια επιλεκτική έμφαση σε ορισμένες συμβολικές παραμέτρους διαμέσου των οποίων ο συγκεκριμένος πληθυσμός διαπιστώνει ότι εκφράζε­ται και αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του κατά τρόπο πλέον προσαρμοστικό. Το σύνολο αυτών των συμβολικών παραμέτρων απαρτίζει το πνεύμα της εποχής, που συνιστά μια ‘τάση’ για διατήρηση ενός μεγάλου αριθ­μού συμμετριών, δηλαδή αναλλοίωτων μεγε­θών, σε ένα πρότυπο, το οποίο είναι δυνατό να μετουσιωθεί σε μνημεία, βιβλία, θεάματα, μουσικές, ενδύματα, νομολογία, θρησκεία, επιστημονική θεωρία κτλ.

 

 

 * O Δημήτρης Γαβαλάς είναι μαθηματικός, ποιητής, συγγραφέας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top