Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Η Λήδα και ο Κύκνος

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

“Η Λήδα και ο Κύκνος” (Ιρλανδοί ποιητές του 19ου αι. και W. B. Yeats) ελληνική απόδοση: Μαριάννα Παπουτσοπούλου ΑΩ εκδόσεις

 

Η ιρλανδική ποίηση, με τις πηγές της να ανάγονται στους μύθους, τους θρύλους και την πλούσια λαϊκή παράδοση, με την αγάπη για τη φύση και τη ζωή έκδηλη στους στίχους της, ακολουθεί από τις απαρχές της ως σήμερα τις περιπέτειες ενός λαού που αγωνίστηκε για την εθνική του συνείδηση και ταυτότητα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η λόγια λογοτεχνική παράδοση του 19ου αιώνα, που αριθμεί σημαντικούς δημιουργούς και ομαλά οδηγεί στον 20ό αιώνα, εποχή άνθισης της ιρλανδικής λογοτεχνίας. Όσο κι αν σήμερα η προσοχή στρέφεται στη σύγχρονη ιρλανδική λογοτεχνία, και περισσότερο στην ποίηση, έχει ξεχωριστή σημασία να μη λησμονηθεί ό,τι προηγήθηκε και εν πολλοίς καθόρισε το σημερινό πρόσωπο της Ιρλανδίας στα γράμματα. Έτσι, αποτέλεσε ευχάριστη έκπληξη η πρόσφατη συλλογή των ΑΩ εκδόσεων που περιλαμβάνει Ιρλανδούς ποιητές του 19ου αιώνα και κατόπιν μεταπηδά στον κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο της ιρλανδικής ποίησης, τον W. B. Yeats.

Η Λήδα και ο Κύκνος, ξεκινάει με ένα ποίημα από το τέλος του 18ου αιώνα, που ανήκει στην ανώνυμη  δημοτική παράδοση («Η αγρυπνία του Φίνεγκαν»), στο οποίο προβάλλεται η οξύθυμη αλλά και γλεντζέδικη και όλο ζωντάνια ιρλανδική ψυχή που δεν ξεχωρίζει τη ζωή από τον θάνατο. Συνεχίζει με τέσσερα ποιήματα του Thomas Moore, εθνικού ποιητή και ιστορικού του 19ου αιώνα για να προχωρήσει σε ένα μακροσκελές ποίημα του εκπροσώπου του ρομαντισμού George Darley.

Καθόλου τυχαία, φυσικά, η επιλογή της ποιήτριας/μεταφράστριας Μαριάννας Παπουτσοπούλου να αφιερώσει στον W. B. Yeats το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου (είκοσι τρία ποιήματα), καθώς, όπως μας πληροφορεί στο κατατοπιστικό εισαγωγικό της κείμενο, σχεδόν τριάντα χρόνια ασχολείται με την πλούσια λυρική του anima. Συνεχιστής της παράδοσης ο Yeats, ωστόσο ταυτόχρονα ανανεωτής της ποίησης, χειρίζεται τον ρυθμό χωρίς να έχει ανάγκη τη ρίμα, επιλέγει την ανθρωποκεντρική θεματική του καταγράφοντας σκηνές ζωής με γνώση της φθοράς που φέρνει ο χρόνος, με κυρίαρχο τον έρωτα, χωρίς να ορρωδεί μπροστά στην αποτύπωση τολμηρών σκηνών προσφέροντας και τον εμβόλιμο σχολιασμό του για τα ήθη της εποχής του. Μια ποίηση πληρότητας τόσο σε ύφος και μορφή, όσο και σε αποτύπωση θέσεων, που δικαίως ξεχώρισε τον εικοστό αιώνα ως μία από τις σημαντικότερες (αν όχι η πιο σημαντική) παρουσία στην αγγλόφωνη ποίηση – Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1923. Διαβάζουμε ποιήματά του από τα πιο πρώιμα (1899) ως τα τελευταία του (1936-1939), γεγονός που επιτρέπει μια θεώρηση του συνολικού του έργου.

Το βιβλίο δανείζεται τον τίτλο του από το ομώνυμο ποίημα του Yeats, και κυκλοφορεί με τη γνωστή αισθητική των ΑΩ εκδόσεων προσεγμένη ως τη λεπτομέρεια με τον τίτλο στο εξώφυλλο σε πράσινο ιρλανδέζικο χρώμα. Η εξαιρετική ελληνική απόδοση οφείλεται  στη Μαριάννα Παπουτσοπούλου, η οποία εκτός από τις μεταφράσεις της από τα γαλλικά (M. Proust,  Ch. Baudelaire) έχει ως τώρα δώσει πολλά δείγματα της αξίας της και στη μετάφραση από την αγγλική γλώσσα. Οι μεταφράσεις της Παπουτσοπούλου φανερώνουν, εκτός από άριστη γνώση της ξένης γλώσσας, και την αίσθηση του ποιητικού ρυθμού του αρχικού ποιήματος (ποιήτρια άλλωστε η ίδια), τον οποίο φροντίζει πάντα να υπηρετεί πιστά στην ελληνική γλώσσα. Να επισημανθεί ότι πρόκειται για δίγλωσση έκδοση με τα ποιήματα να διαβάζονται στο πρωτότυπο και στη μετάφραση σε αντικριστές σελίδες, γεγονός που επιτρέπει την ταυτόχρονη απόλαυση του αρχικού ποιήματος αλλά και της εύστοχης ποιητικής απόδοσης.

 

William Butler Yeats

 

 

Αποπάσματα

 

[…]

Ένα πρωί ο Τιμ σηκώθη πρόσβαρος

Ωσάν το φύλλο έτρεμε κι η κούτρα του βαριά

Πέφτει από τη σκαλωσιά, τσακίζει το κεφάλι του

Ευθύς τον πήραν και τον παν στο σπίτι να τον κλάψουν.

Τον τύλιξαν σε όμορφο και καθαρό σεντόνι

Και τον ξάπλωσαν στο κρεβάτι τακτικά

Μ’ ένα γαλόνι ουίσκι στα ποδάρια του

Κι ένα βαρέλι πόρτο στην κορφή του

[…]

(από την «Αγρυπνία του Φίνεγκαν», Ανώνυμος (1780 κ.ε.)

*

Ποιο ζωηρό αγόρι μού ’δωσε τα πιο πολλά

Απ’ όσα πλάγιασαν μαζί μου;

Στο λέω λοιπόν πως την ψυχή μου έδωσα,

κι αγάπησα και ρήμαξα,

Αλλά πολύ το χάρηκα τ’ αγόρι

Που η σάρκα μου ερωτεύτηκε.

 

Από την αγκαλιά του ξεγλιστρώντας πως γελούσα

Νόμιζα πως το πάθος του ήταν τόσο

Που πίστευε πως του παραχωρούσα την ψυχή.

Κάθε που έσμιγαν τα σώματά μας,

Στο στήθος του γερμένη, γελούσα με τη σκέψη

Πως και θεριό σ’ άλλο θεριό το ίδιο δίνει.

[…]

(W. B. Yeats, από την «Τελευταία εξομολόγηση», Η ανεμόσκαλα…(1933), Γυναίκα νέα και γραία

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top