Fractal

☆ Λόγος Ύπαρξης. Τι σημαίνει να είσαι γυναίκα; | Η αγωνία του αιχμάλωτου

Επιμέλεια: Χρύσα Φάντη //

 

 

Η αγωνία του αιχμάλωτου

 

Σημείο Αναγνωρίσεως 

«Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα/εγώ σε προσφωνώ γυναίκα κατευθείαν.// Στολίζεις κάποιο πάρκο. /Από μακριά εξαπατάς./Θαρρεί κανείς πως έχεις ελαφρά ανακαθήσει/ να θυμηθείς ένα ωραίο όνειρο που είδες,/ πως παίρνεις φόρα να το ζήσεις. /Από κοντά ξεκαθαρίζει το όνειρο: /δεμένα είναι πισθάγκωνα τα χέρια σου/ μ’ ένα σκοινί μαρμάρινο /κι η στάση σου είναι η θέλησή σου/ κάτι να σε βοηθήσει να ξεφύγεις/ την αγωνία του αιχμαλώτου.// »

(Κική Δημουλά, απόσπασμα από το ποίημα «Σημείο Αναγνωρίσεως», από τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου», 1971, συγκεντρωτική έκδοση, Ποιήματα, [1998] 2000, 3η έκδοση Αθήνα, Ίκαρος).

 

 

Το γλυπτό με τη μορφή της αλυσοδεμένης γυναίκας, «Βόρειος Ήπειρος» (1951), είναι του Κώστα Σεφερλή. Στην πίσω όψη αναγράφεται: ΕΠΟΙΗΣΕ ΚΑΙ ΕΧΑΡΙΣΕ ΣΤΟ ΔΗΜΟ ΑΘΗΝΑΙΩΝ/ ΚΩΣΤΑΣ ΣΕΦΕΡΛΗΣ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΣ/ 1951. Τα αποκαλυπτήριά του έγιναν δύο χρόνια αργότερα, το 1953, στο σημείο που βρίσκεται σήμερα, επί της οδού Τοσίτσα. Το έργο του γλύπτη  αναπαριστά με τη μορφή της  αλυσοδεμένης γυναίκας μια αλύτρωτη περιοχή της ελληνικής γης, ωστόσο, μέσα από τους στίχους της Κικής Δημουλά, ο συμβολισμός διευρύνεται και αφορά κάθε καταπιεσμένη γυναίκα που δεν μπορεί να κατακτήσει την ελευθερία της.

Τα τελευταία χρόνια, τόσο η ιστορία των αλλεπάλληλων στοχοποιήσεων και βανδαλισμών του αγάλματος όσο και οι προσπάθειες για την αποκατάστασή του συγκλονίζουν.

Τα ξημερώματα της Κυριακής 24 Απριλίου, του 2016,  το γλυπτό βρέθηκε χωρίς κεφάλι και πόδια. Πολλά ηλεκτρονικά περιοδικά και εφημερίδες αναφέρθηκαν εκτενώς στην ιστορία του, με τίτλους όπως «Η πολύπαθη Ήπειρος της οδού Τοσίτσα» -Η ιστορία πριν και μετά τους βανδαλισμούς» (I EFIMERIDA, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, 15-5-2016), «Στο στόχαστρο βανδάλων το άγαλμα «Βόρειος Ήπειρος» (ΤΟ ΒΗΜΑ, ΚΟΙΝΩΝΙΑ, 25-5-2016) κ.α.

 

 

Η Κική Δημουλά εμπνεύστηκε το ποίημα «Σημείο Αναγνωρίσεως», από το εν λόγω έργο του Κώστα Σεφερλή, και το συμπεριέλαβε στη συλλογή της «Το λίγο του κόσμου», το 1971.

Πόσα άλλαξαν και προς ποια κατεύθυνση από την εποχή εκείνη;

 

Στην παρούσα Στήλη του «Λόγος Ύπαρξης», δίνουν τη δική τους απάντηση η συγγραφέας Κατερίνα Ι. Παπαδημητρίου, με το διήγημα «Σαν άλφα σαν όμικρον», ο ποιητής Γιώργος Ρούσκας, με το ποίημα «Δίας ο, Βίας η» και η ποιήτρια Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, με το ποίημα «Με λένε Εύα».

                                                                                                           

Χ. Φ.

 

 

Κατερίνα Ι. Παπαδημητρίου

 

 Σαν άλφα σαν όμικρον*

 

Λέγεται ότι ο σύνδεσμος «σαν» σε πρώιμες μορφές του ελληνικού αλφάβητου, ήταν γράμμα. Επίσης λένε πως χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα στη γραφή συγκεκριμένων δωρικών διαλέκτων για να αποδώσει, πιθανώς, μια μορφή συριστικού συμφώνου που φωνητικά προσέγγιζε το /ts/ ή το /s/. Από την άλλη, κάποιοι ισχυρίζονται πως το γράμμα άλφα προήλθε από ένα aleph που στα φοινικικά σήμαινε ταύρος. Ένα κέρατο, λοιπόν, στημένο στα πλευρά του όμικρον, έτσι για να θυμίζει την αρσενική καταγωγή του, συμπλήρωσε το αφήγημα του βίου της και κάπως έτσι ο ήχος της ζωής της κατέληξε συριστικός. Για το /ν/ δεν την ενδιέφερε. Είχε μάθει από νωρίς πως έμοιαζε με δοχείο. Κάτι σαν (παρ)ομοίωση. Κάτι σαν την Εύα. Ένα δοχείο σαν την πρωτόπλαστη προπατόρισσά της. Ο συριγμός, συχνά εκκωφαντικός, συγγένευε ετυμολογικά με δύο συνθετικά τα οποία, κατά συνθήκη, εναλλάσσονταν εμπρός από τη λέξη ομοίωση. Έτσι ένα «σαν», τόσο Δωρικό όσο και η γλωσσική καταγωγή του, κατάντησε τον βίο της μια παρομοίωση, ενίοτε και προσομοίωση.

Δύο σύμφωνα, ένα φωνήεν κι ένα θαύμα που δεν έγινε. Άλφα για εκείνον όμικρον για εκείνην και οι ήχοι να εναλλάσσονται από την έκπληξη στον πόνο και τανάπαλιν. Όπως και να ’χει, το άλφα αν και δίχρονο, στη δική της ζωή είχε μακρά συνήχηση με τη λέξη άνδρας, τουτέστιν αρσενικό κι εκείνη πότε κόρη, πότε ερωμένη, πότε αμήχανη, πότε σύζυγος, κατέληγε πάντα έρμαιο στις ορέξεις ενός συριγμού που πήγαζε πάντα από την ίδιον σύνδεσμο: σαν.

«Σαν τη γιαγιά σου, σαν τη θεία σου, σαν τη γειτόνισσα, σαν την κόρη του τάδε», της φώναζε το θηλυκό εμφύτευμα που κατοικούσε στα εγκεφαλικά της κύτταρα. Μα τι; Μήπως δεν ήταν κόρη της Εύας; Ψέμα κι αυτό; Έτσι έγιναν τα πράγματα, θα έλεγε αν αποφάσιζε να διηγηθεί την ιστορία της. Μα τρία γράμματα δεν είναι ποτέ αρκετά, αφού εν αρχή ην ο λόγος και η έκσταση που επέσυρε στο διάβα του το άλφα, το αρσενικό, ήταν λόγος σοβαρός για να λογίζεται εκείνη ως θηλυκό. Το ζήτημα, σαφώς, προέκυψε όταν οι παρομοιώσεις πλήθυναν, καθώς την εκπαίδευαν στην προσομοίωση. Σαν καλό κορίτσι, σαν την κόρη του τάδε, σαν σωστή σύζυγος, σαν καλή ερωμένη, σαν μουγκή, «βλέπε, άκου, σώπαινε, κάνε υπομονή, μην μιλάς σαν άντρας, να μιλάς σαν μάνα, σαν τη μάνα σου». Σαν-μάνα.

Λένε πως οι γονείς που έχουν βιώσει μετατραυματικό στρες είναι πολύ πιθανότερο να χτυπήσουν τα παιδιά τους. Τη βόλεψε σαν θεωρία, φοβήθηκε πως κάθε χτύπημα που δέχτηκε θα είχε απόηχο στον σπόρο της. Θες να το πεις διαίσθηση, θες από φόβο, τους απογόνους της τους έπνιξε αναίμακτα. Σαν ήρθε η ώρα νεκρός ο σπόρος φιλοξενήθηκε στη μήτρα της, από καιρό φευγάτος, αγνόησε τα εγκόσμια, ματαίωσε τη σύνδεση, αιωρήθηκε για λίγο μαζί με την ουσία της, τον ένιωσε να ξεκολλά, το αντίκρισε να στέκει ακίνητο από πάνω της, σαν σύννεφο να ίπταται, το όμικρον απ’ την οδύνη της έγνεφε, καθώς ορφανή ξόδευε την ανάσα της, εν μέσω μιας ιατρικής πράξης, άψυχη με την κοιλιά γυμνή κι έτσι αδειανή και καθ’ ομοίωση της κάθε παρ’ ολίγο μάνας, μέρα μεσημέρι, έκλαψε πικρά. Πώς να ξεχάσει.

«Τι κλαις; Μήπως η πρώτη είσαι ή η τελευταία;», είπε η Σαν-Γυναίκα, η Σαν-μάνα της, την ώρα που το Όμικρον στα χείλη της μεγάλωνε, κι έτσι καθώς τα κέρατα φύτρωναν στους κροτάφους της, έφτυσε τον τάφο του αγέννητου παιδιού της και η Σαν Γυναίκα έφυγε και εκείνη έκλαψε πικρά. «Δώσε τόπο στην οργή, όλα περνούν», της είπε η δική της μάνα κι εκείνη σώπασε, πήρε τα τρία γράμματα τα φόρεσε και όλα σαν πριν, συνέχισαν να γράφουν ιστορία. Χιλιοειπωμένη θα μου πεις, μα τι τα θες, ο συριγμός του σαν σε θέλει ολόκληρη παραδομένη. Έτσι είπε και συνέχισε. Τρία γράμματα κι ένα φωνήεν κατέληξαν να καθορίζουν ετυμολογικά την ύπαρξή της.

«Θα φύγω», ανακοίνωσε μία μέρα, έσκισε και το δεύτερο λευκό της πέπλο, είπε ένα ψέμα κι έφυγε. Στην άλλη πόλη πάσχισε ν’ αποδείξει πως άλλαξαν τα πράγματα, πως το όμικρον απ’ την ομοίωση ήταν δικαίωμα στην ευτυχία, πως όλα τα άλφα της ζωής της, όσα ήταν και θα ’ρθουν, της στάθηκαν, θα της σταθούν, πως θα την αγαπήσουν. Μπορεί και να την αναζήτησαν, μα χαμένη από τότε λογίζεται και όλα τα, σαν κι αυτήν, αερικά την πήραν στο κατόπι. Αργότερα έμαθαν πως λέει, λέξεις μοιράζει, «μονάχα αυτές απόμειναν της καψερής», καμία στέρφα, μόνο εκείνη-μάνες, -θείες, -ξαδέρφες που άδικα ξοδεύτηκαν τις κατέγραψε, μόνη της απ’ όλη τη γενιά των σαν αυτήν ανθρώπων, δεν έσπειρε, δεν θέρισε, μονάχα πέρασε σαν αερικό, κι ένα χαμόγελο που είχε το μοίρασε κι αυτό. Τον σπόρο που δεν φύτρωσε τον κουβάλησε δρόμο πολύ ίσαμε τη στιγμή, τώρα, που αφήνει τη μιμητική πραμάτεια της στην άσφαλτο.

Στο έμπα της πόλης, δείγμα ερμαφρόδιτο, το σώμα της σαν άγαλμα, άδεια Αφροδίτη, ξερνά στην άσφαλτο, όλα τα όμικρον που ζάρωσαν στα χείλη της, χιλιάδες συνάψεις, οικτίροντας το χτες, την εγκαταλείπουν. Άραγε τα αγάπησε τα άλφα τής ζωής της; Εκείνα; Την αγάπησαν; Ό,τι είχε πάντως το ’δωσε και στη μεγάλη πόλη ξόδεψε όσα της είχαν απομείνει, την παίδεψαν τα ξένα σαν, τη στέγνωσαν, «θα γράψω είπε, όσα έμαθα κι όσα έχω ξεχάσει θα τα θυμηθώ.»

Λένε πως το απόγευμα της προηγούμενης ημέρας την είδαν να πηγαινοέρχεται σε κάποιο πεζοδρόμιο της μεγάλης πόλης. Τα χέρια της μπαινόβγαιναν στις τσέπες, αδειάζοντας εμμονικά ένα άυλο φορτίο, διανύοντας χιλιόμετρα μπρος πίσω σ’ έναν μαραθώνιο, έτρεχε παράλληλα με το μήκος του τετραγώνου της περιοχής όπου εθεάθη, κανείς δεν γνωρίζει αν διέμενε, ακόμα είδαν πως σε κάθε επιστροφή της εμμονικής της διαδρομής χαστούκιζε τον εαυτό της. Λέξη δεν έβγαλε, έτσι είπαν.

Στην άσφαλτο τρία γράμματα, το ένα φωνήεν, γάμοι κηδείες και το αγέννητο σώμα ενός παιδιού. Τρία γράμματα και δυο περαστικοί, πατέρας και γιος είπαν, γυμνή τη βρήκανε, όπως τη γέννησε η μάνα της, ούτ’ ένα φύλλο συκής, να κάθεται ανακούρκουδα στην άσφαλτο, χειμώνας ήταν, μονάχα οι φλέβες της διαγράφονταν, σκυμμένη, έγραφε στο υγρό τσιμέντο μία λέξη. Τρία γράμματα: Σαν

 

*Πρώτη δημοσίευση

 

 

Η Κατερίνα Ι. Παπαδημητρίου γεννήθηκε στην Έδεσσα. Σπούδασε Παιδαγωγικά στα Τμήματα της Φλώρινας, των Ιωαννίνων και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης όπου μετεκπαιδεύτηκε στην Ειδική Αγωγή στο Διδασκαλείο «Δ. Γληνός». Στη συνέχεια, ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στη «Δημιουργική Γραφή» στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Είναι μόνιμη συνεργάτις στο ηλεκτρονικό περιοδικό – portal Culture Book. Κείμενα, διηγήματα, βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις της δημοσιεύονται σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά, στο διαδίκτυο και στα περιοδικά «Πόρφυρας» και «Εντευκτήριο». Έργα της: «Το ελληνικό διήγημα του   20ο αιώνα, Προσεγγίσεις», εκδ. Κομνηνός, 2022, και «Οδός δημιουργικής γραφής», εκδ. Γραφομηχανή, 2015, όπου ανθολογείται με οκτώ διηγήματά της.

 

 

 

 

Γιώργος Ρούσκας 

 

Δίας ο, Βίας η

 

Δωμάτιο σε σπίτι συνηθισμένο. Γυναίκα μόνη, ακούει ραδιόφωνο. Κάτι λάμπει αλλιώς απόψε στο βλέμμα της. Οι στίχοι από το ποίημα του Γεράσιμου Ευαγγελάτου «Δεμένη», με τα φτερά της μουσικής του Θέμη Καραμουρατίδη, πετάνε παραπονιάρικα από τοίχο σε τοίχο, σαν τα πουλιά στα πρωτοβρόχια. Η φωνή της χαρισματικής Νατάσσας Μποφίλιου σκεπάζει τρυφερά τις ρωγμές για να μην περνά αέρας και κρυώνουν το βράδυ. Όταν ανοίγουν οι πληγές πονάνε. Την ώρα που ακούγονται οι στίχοι:

 

Δεν έχω μάθει δυστυχώς να μην ανήκω / μια στο βοσκό, / μια στο μαντρί / και μια στο λύκο

 

ανοίγει απότομα η εξώπορτα και εισβάλλει αναψοκοκκινισμένος αγρίων διαθέσεων «άντρας».

Εκείνη σηκώνεται και πριν εκείνος προλάβει να τη χτυπήσει παίρνει τον λόγο.

 

 

χτύπα όσο και όπου θες, αν έτσι νιώθεις άντρας

αν επιβεβαιώνεσαι, αν έτσι προοδεύεις

έτσι μας μεγαλώσανε

αίμα στο παραμύθι

αίμα στον ιερό βωμό, στον πόλεμο, στην τέχνη

στο δίκαιο του δυνατού

στ’ αδύναμου τη θλίψη

ο άντρας πρέπει δυνατός, κλάματα δεν γνωρίζει

αφέντης, εξουσιαστής

αδίστακτα ηγείται

 

–να το θυμάσαι από με:

το πρόσωπό μου σαν χτυπάς την ομορφιά λαβώνεις

 

με μελανιές στο στήθος μου το μένος σου γραμμένο

λίθος στη λήθη σαν τρυγάς, το μέλι του σαν πίνεις

κλώτσα λοιπόν τη μήτρα μου,

εμπρός,

δεν σε φοβάμαι

σκέψου όμως πώς έμβρυο της μάνας σου κλωτσούσες

 

αν ημπορούσε να σε δει

θα βγαιν’ από το χώμα

να σε μαζέψει σαν παιδί που σαν τρελό χτυπιέται

γιατί μόνο στου κόρφου της τη μυρωδιά ’συχάζει

 

έλα, χτύπα την πόρνη σου

τη φαντασίωσή σου

τη μάνα σου, την αδερφή

το γιο που δεν σου ήρθε

τη σκλάβα σου, το δουλικό

το σκεύος της κουζίνας

του κρεβατιού το εξάρτημα

της γειτονιάς το δήθεν

 

άντε μετά στην εκκλησιά σεμνά να προσκυνήσεις

στην καφετέρια σοβαρός μ’ απόψεις μετρημένες

να κατακρίνεις κάθε τι που στα κρυφά το κάνεις

αύριο πάλι στη δουλειά φέρσιμο καθώς πρέπει

 

πάταξον μεν, άκουσον δε

Θεμιστοκλής, θυμάσαι;

δέξου τώρα βοήθεια

ακόμα προλαβαίνεις

σε ψυχολόγο, σε δικό, σε γέροντα, σε φίλο

άνοιξε το κατώι σου φως να το ξεμουχλιάσει

 

θες τις ανικανότητες, τις ανεπάρκειές σου

τα μύρια ανεκπλήρωτα και όσα σου φορτώσαν

τις πεποιθήσεις, τ’ άδικο

προσάναμμα να κάνεις

 

τολμάς όμως ν’ απαλλαγείς;

ρίζες βγάλαν οι μάσκες

 

μ’ αφού δεν φτάνεις στα βαθιά

ενώ εγώ κοντά σου

σ’ εμένα με οργή ξεσπάς

βία, θυμό και μίσος

 

–να το θυμάσαι από με:

το σώμα μου όταν χτυπάς εσένανε σκοτώνεις–

 

δεν σε φοβάμαι!

ως εδώ!

λύνω δεσμά!

ορίστε!

η βέρα σου στο πάτωμα

τι κούφιο ήχο κάνει!

 

αν με αγγίξεις θα βρεθείς στ’ αυτόφωρο αμέσως

αν με σκοτώσεις σε κελί για πάντα θα σαπίζεις

έχω λάβει τα μέτρα μου

 

φεύγω

 

αλλάξαν όλα

 

Μποφίλιου πάλι τραγουδώ

αλλά μ’ άλλο φινάλε:

«ο πόνος σπάει την ανοχή˙

καιρός να ΜΗΝ ανήκω

δεν είμαι ούτε για βοσκό

μήδε μαντρί ή λύκο».

 

(Φθινόπωρο 2020)

 

 

 

Ο Γιώργος Ρούσκας είναι απόφοιτος   της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Ε. Μ. Π.   Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές-συνθέσεις, δύο βιβλία κριτικής λογοτεχνίας, ένα θεατρικό, συμμετοχές σε συλλογικά έργα ποίησης και λογοτεχνίας και ένα ποιητικό απάνθισμα. Στο εικαστικό, δύο ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής και μία ατομική έκθεση κεραμικής. Είναι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, γερμανικά. Έχει δημοσιεύσει ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια, άρθρα και κριτικές αναγνώσεις λογοτεχνίας σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά.

 

 

Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη

Με λένε Εύα*

 

Με λένε Εύα και είμαι μισή
– κομμάτι απ’ το πλευρό του άλλωστε –
Με αποκάλεσαν άτακτο στοιχείο
Έφαγα το κεφάλι του ουροβόρου όφεως
Αυτός την ουρά του
Ο Αδάμ το μήλο
Μετά ο κόσμος ήρθε στα ίσα του
Επινοήθηκαν σπουδαίες έννοιες
Μίασμα ύβρις δολιότητα εκδίωξη
Χρίσαμε εφέτη τον εθίσαμε να κλέβει στο ζύγι
Ένοχο ορίσαμε την ενδόμυχη επιθυμία
Μου ανατέθηκε να την προσωποποιούμαι
Την θύμιζαν ο αριστερός μαστός μου το τρέμουλο των γλουτών
Εκείνο το λακκάκι στο λαιμό μου
Χάσαμε τα άδολα εκμαγεία βέβαια
Όμως κερδίσαμε στην αναζήτηση
Πώς θα αντέχονταν αλλιώς τέτοια ανία τέτοια τελείωση
Το πιο σπουδαίο ωστόσο συμβαίνει τις νύχτες
Όταν μετουσιώνεται η στιγμή σε αιωνόβιο δέντρο
Τότε αφοσιωμένη της υποκλίνομαι
Βγαίνω απ’ τον εαυτό
Γίνομαι φτερό  Ίκαρου λιώνω στο στέρνο του άνδρα

 

Και να σκεφτείς όλοι τους έχουν εξέλθει από τη μήτρα μου
Και ο πρωτόπλαστος και ο Άβελ και ο Κάιν και οι θεοί και τα δαιμόνια

 

 

*Από ανέκδοτη ποιητική συλλογή, δημοσιεύτηκε στο “Περί ου” με τον αρχικό τίτλο“Εύα”.  

 

 

Η Δέσποινα Καϊτατζή Χουλιούμη είναι ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, (Msc), Πανεπιστημίου  Ουψάλας. Εργάστηκε στη Σουηδία και στην Ελλάδα. Διετέλεσε Προϊστάμενος ΚΕΔΔΥ (ΥΠΕΠΘ), Λέκτορας, ΤΕΦΑΑ Σερρών (ΑΠΘ). Επιμορφώτρια Εκπαίδευσης Εκπαιδευτών Ενηλίκων, Συμβουλευτικής γονέων. Εξέδωσε πέντε ποιητικές συλλογές, μετέφρασε δυο βιβλία σουηδικής ποίησης, τη συλλογή διηγημάτων “Ο τόπος μέσα μας”, 2020. Συμμετέχει σε ανθολογίες και συλλογικές δίγλωσσες εκδόσεις. Ποιήματα, διηγήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά, σουηδικά, γερμανικά, βουλγαρικά. Δημοσιεύει σε λογοτεχνικά περιοδικά ποιήματα, διηγήματα μεταφράσεις, κριτικογραφίες.

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top