Fractal

✩ «Γράμμα στον πατέρα» του Franz Kafka στο «GOETHE-INSTITUT»

Γράφει ο Παύλος Λεμοντζής //

 

 

 

Πρόλογος

Η ομάδα «Θέατρο Πρόταση» επαναφέρει στο κοινό της Θεσσαλονίκης, για τρίτη χρονιά, την επιτυχημένη παράσταση «Γράμμα στον πατέρα» του Franz Kafka σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή. Στο «Goethe-Institut Thessaloniki» σε μια νέα εκδοχή με αφορμή τα 100 χρόνια από το θάνατο του Franz Kafka.

 

 

Ο εμβληματικός συγγραφέας που σημάδεψε την παγκόσμια λογοτεχνία και κληροδότησε στους σημερινούς ανθρώπους τη χαμηλή του φωνή, αυτή που σύντομα μετατράπηκε σε κραυγή απελπισίας για τον αδύναμο, φωτίζεται θεατρικά εκατό χρόνια μετά το θάνατό του, αποδεικνύοντας ότι η γραφή του εξακολουθεί να αφορά στον σημερινό άνθρωπο.

Η ομάδα ιδρύθηκε το 2017 από τον σκηνοθέτη Στέλιο Βραχνή. Πειραματίζεται και αναζητά το ρόλο του θεάτρου ως τελετουργία. Τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της ασχολήθηκε με τη μελέτη του αρχαίου ελληνικού δράματος, μέσα από αρχαιόμυθα κείμενα: «Υπέρ Κλυταιμνήστρας» της Δήμητρας Μήττα, «Η Ελένη» του Γιάννη Ρίτσου και «Βάκχες» του Ευριπίδη.

Το «Γράμμα στον πατέρα» του Franz Kafka, σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή, αποτελεί την πιο επιτυχημένη θεατρική παραγωγή της Ομάδας «Θέατρο Πρόταση». Παρουσιάστηκε το 2019 σε παγκόσμια πρώτη στο Μπενσουσάν Xαν, έπειτα στο χώρο της Βίλας Καπαντζή και το 2022 στο «Θέατρο Τ». Η παράσταση που παρακολούθησαν σχεδόν 4000 θεατές επιστρέφει, στο πλαίσιο των εκατό χρόνων από το θάνατο του Κάφκα, σε μία νέα θεατρική εκδοχή.

 

 

Υπόθεση

 

«Κάθε άνθρωπος μέσα του κουβαλάει ένα δωμάτιο.»

 

 

Λίγα χρόνια πριν πεθάνει από φυματίωση ο σπουδαίος γερμανόφωνος συγγραφέας του 20ου αιώνα Franz Kafka, γράφει μια επιστολή στον πατέρα του, ένα γράμμα που δεν επιδόθηκε ποτέ, ρίχνοντας φως σε όλες τις σκοτεινές αναμνήσεις των παιδικών του χρόνων και παραδέχεται μπροστά στο θεατή ότι εξακολουθεί να νιώθει φόβο απέναντι στο πρόσωπο του πατέρα του.

 

«Αγαπημένε μου πατέρα με ρώτησες γιατί λέω ότι σε φοβάμαι»

 

Ο 36άχρονος συγγραφέας με αφοπλιστική ειλικρίνεια και παιδική ευαισθησία περιγράφει στο γράμμα του την περίπλοκη σχέση με τον πατέρα του, η οποία σκιαγραφείται σε όλα τα λογοτεχνικά του έργα.

Η αποδοχή και η επιβράβευση που δεν έλαβε ποτέ, η ενοχή του απέναντι στον κόσμο, η ανάγκη του για τρυφερότητα, ο θάνατος των αδερφών του, οι περίπλοκες ερωτικές του σχέσεις, η αδυναμία του να ξεφύγει από την επιρροή του πατέρα του φωτίζονται στην παράσταση μέσα από τα προσωπικά του ημερολόγια και κάποια πεζά του κείμενα, που συνδιαλέγονται με το «Γράμμα στον πατέρα», παρουσιάζοντας ένα μεγάλο μέρος του ψυχισμού του Kafka.

Πρόκειται για την πρώτη θεατρική μεταφορά του προσωπικού κειμένου του Kafka, το οποίο απευθύνεται στον πατέρα του, μιλώντας για όλα όσα δεν τόλμησε ποτέ να του πει.

 

“Στα γραπτά μιλάω για ό,τι δεν κατάφερα να πω μπροστά σου, ξαπλωμένος ίσως, στο στήθος σου.”

Μέσα από τον παραληρηματικό λόγο ενός ανθρώπου που θέλει να προλάβει να εκφράσει όσα έχει μέσα του πριν φύγει από τη ζωή, αποκαλύπτεται ένας πατέρας-τύραννος, που μισεί ό,τι δεν καταλαβαίνει και ό,τι δεν του μοιάζει, που χρησιμοποιεί την απειλή και την τιμωρία ως μέθοδο συμμόρφωσης και ασκεί λεκτική βία στα παιδιά του, για να τα επαναφέρει στον μοναδικό «σωστό» δρόμο που αποδέχεται: τον δικό του.

“Με χτυπούσες ασταμάτητα με τα λόγια σου.”

 

Ανάγνωση

 

 

Τον Νοέμβριο του 1919 ο Φραντς Κάφκα νοίκιασε ένα δωμάτιο σε μια πανσιόν, πενήντα χιλιόμετρα βόρεια της Πράγας. Τις επόμενες εννέα ημέρες έγραψε μια επιστολή 103 σελίδων, η οποία αρχίζει με την προσφώνηση “Πολυαγαπημένε πατέρα” και τελειώνει με την υπογραφή “Φραντς”. Ο Κάφκα είναι τριάντα έξι χρόνων όταν γράφει αυτήν την επιστολή και ο πατέρας του εξήντα επτά, όμως τα λόγια του Φραντς παραπέμπουν σε ένα ανασφαλές, φοβισμένο παιδί, το οποίο στέκει αμήχανο μπροστά στην τρομερή πατρική φιγούρα.

Μπορεί τα ημερολόγια και οι πολυάριθμες επιστολές να ρίχνουν ένα φως στην ψυχοσύνθεση του συντάκτη τους, όμως ποτέ δεν θα μπορούσαμε να υπολογίσουμε το μέγεθος της επίδρασης του πατέρα στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του -και όχι μόνο- αν δεν υπήρχε αυτό το μοναδικό ντοκουμέντο, ο συντάκτης του οποίου καταδύεται άσπλαχνα και με οδυνηρή ακρίβεια στα βάθη του εαυτού του για να ανασύρει τεκμήρια μίσους και εχθρότητας.

Ο λόγος που το γράμμα αυτό δεν έφτασε ποτέ στον παραλήπτη του δεν έχει γίνει γνωστός. Μεταπείστηκε από κάποιους ή τελικά θεώρησε, μέσα από την ίδια την πράξη της γραφής, ότι το γράμμα είχε μεγαλύτερη χρησιμότητα ως κείμενο αυτοκατανόησης, ενώ από την άλλη δεν θα συνέβαλε καθόλου στην εξομάλυνση των σχέσεων με τον πατέρα του. Ό,τι κι αν συνέβη, το ευτύχημα είναι ότι το «Γράμμα στον πατέρα», το οποίο θεωρείται ένα από τα θεμελιώδη κείμενα του λογοτεχνικού μοντερνισμού, βρήκε τον δρόμο του προς το αναγνωστικό κοινό και τη θέση που του αρμόζει, σε ό,τι αφορά την κατανόηση και ερμηνεία του καφκικού λογοτεχνικού σύμπαντος.

Φαινομενικά, η επιστολή αποτελεί ένα δυνατό κατηγορητήριο έναντι της διαπαιδαγώγησης που έλαβε από τον Χέρμαν, των μέσων επίτευξής της και της ευρύτερης στάσης του στο οικογενειακό περιβάλλον. Διακρίνονται, ωστόσο, και στοιχεία που αποκαλύπτουν τον ιδιαίτερο ψυχισμό του Κάφκα, ενώ η οργάνωση του λόγου, ο τρόπος έκθεσης της επιχειρηματολογίας, η παρουσίαση συγκεκριμένων περιστατικών ως πειστηρίων, η ευφυής παράθεση της πιθανής λεκτικής αντίδρασης του δέκτη – πατέρα και η δική του ανταπάντηση σ’ αυτήν, συνθέτουν ένα άκρως ενδιαφέρον, με στοιχεία ρητορικής, κείμενο. Μάλιστα, η κατοπινή παραδοχή του ίδιου για χρήση «δικολαβικών τεχνασμάτων» στην σύνταξή της, απόρροια των σπουδών του στη νομική και του άριστου χειρισμού του λόγου, χωρίς να μειώνει την αποκαλυπτικότητα του κειμένου για τη σχέση του με τον πατέρα και το βάθος της σύγκρουσής τους, καθιστά την πορεία της γραφής και το κείμενο, ευρύτερα, ιδιαιτέρως ελκυστικά. Ο Κάφκα πρέπει να είχε από πολύ νωρίς επίγνωση της ιδιαίτερης φύσης του: των διαφορετικών επιθυμιών του, της ξέφρενης φαντασίας του και των εκφραστικών του ικανοτήτων. Δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στο γενικότερο περιβάλλον, και ιδιαίτερα στο περιβάλλον της οικογένειάς του, την οποία, παρ’ όλα αυτά, εγκατέλειψε οριστικά μόνο έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του, το 1924, σε ηλικία μόλις σαράντα ενός ετών. Η τεταμένη συμβίωση με την οικογένεια οδηγούσε σε εκρήξεις, τις οποίες ο Κάφκα διαχειριζόταν τις νύχτες στη μοναξιά του δωματίου του, επινοώντας μυθιστορηματικούς ήρωες: πατέρες και γιους.

 

 

Η παράσταση

 

 

Τρεις ηθοποιοί επί σκηνής, μας μεταφέρουν στον κόσμο που έζησε και μεγάλωσε ο Franz Kafka, αλλά και σε κείνον που θα ήθελε να έχει ζήσει, αν ο πατέρας του μπορούσε να κατανοήσει και να αποδεχτεί τη διαφορετικότητά του.

 

“Δεν φτάνουν οι θυσίες, πατέρα, όλη η αγάπη του κόσμου δεν είναι αρκετή, αν δεν υπάρχει κατανόηση.”

 

Τρεις ηθοποιοί ενσαρκώνουν τον Κάφκα σε μια παράσταση-«performance». Η σκηνοθεσία λειτουργεί με κινησιολογία και οι ηθοποιοί ταλαντεύονται ερμηνευτικά στον χώρο με συνέχεια και συνέπεια, ενώ ο ρόλοι εναλλάσσονται συνεχώς. Βλέπουμε τον Κάφκα σαν ένα πληγωμένο παιδί και την προσπάθειά του να καθοριστεί σαν άνθρωπος και σαν άντρας, χωρίς την επιρροή του πατέρα του. Αυτό το γράμμα, που δεν έφτασε ποτέ στον παραλήπτη του, είναι η προσπάθεια λύτρωσης ενός ενήλικα να ξεπεράσει τους παιδικούς και όχι μόνο “εφιάλτες” της ψυχής του, που, προφανώς, τον βασάνιζαν μέχρι το τέλος του.

Στην παράσταση ακούγονται συνθέσεις του Franz Shubert.

Η λέξη περιπέτεια προέρχεται από το ρήμα περιπίπτω, που σημαίνει βρίσκομαι σε μια ανεπιθύμητη ή ακραία κατάσταση. Ίσως το πιο ακραίο χαρακτηριστικό του θεάτρου είναι ότι καταρρίπτει εντελώς την εγωκεντρική κλίμακα που χτίζουμε στη ζωή μας. Το μόνο που ψιθυρίζει το θέατρο είναι ότι όλα είναι τόσο σχετικά και ελεύθερα στην ουσία τους, που μας είναι ανυπόφορο να το αντέξουμε. Αυτό θέλει πολλή ενασχόληση με τη λάσπη, δηλαδή με τα υλικά που είμαστε φτιαγμένοι οι άνθρωποι. Αυτή η βρωμιά, μέσα στην οποία πέφτεις και παλεύεις να σηκωθείς μετά, ίσως είναι μια κάποια απάντηση για το πώς στήθηκε αυτή η παράσταση.

Η «performance» λειτουργεί με βάση την αναπνοή και την κίνηση. Κάθε συναίσθημα ή ψυχική κατάσταση περνάει μέσα από αυτά τα δύο βασικά στοιχεία της. Οι τρεις ηθοποιοί κινούνται συνεχώς στη μικρή σκηνή της αίθουσας και διατηρούν άμεση οπτική επαφή με το κοινό. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: «αυτό θα μπορούσε να συμβεί σε όλους και υπάρχουν πολλοί που το έχουν κάνει».

 

Οι τρεις ηθοποιοί: Παύλος Τάνης, Απόστολος Λινάρδος, Πάνος Αναγνωστόπουλος, είναι σχετικά νέοι στο θέατρο, με εμφανή τη χημεία τους, ώστε παίζουν σαν ένα σώμα στη δράση. Εντυπωσιάζουν και οι τρεις, συγκεντρώνουν πάνω τους τα βλέμματα και τις ανάσες του κοινού, τον θαυμασμό, ενώ θα ήθελα και τη σκέψη του να την έβλεπα να ζωγραφίζεται στα γυμνόστηθα κορμιά των ηθοποιών. Τότε, θα μιλούσα για μια άκρως πετυχημένη συνεδρία ομαδικής ψυχανάλυσης.

 

 

Χωρίς ιδιαίτερη δομή, με έμφαση στον σωματικό λόγο και στην αναπνοή, ο ηθοποιός καλείται να είναι απόλυτα συγκεντρωμένος με συνέπεια αθλητή. Η παράσταση ξεφεύγει από τον ρεαλισμό και πολλές φορές πλησιάζει το θέατρο του παραλόγου, δίνοντας μια άλλη διάσταση στο κείμενο και στην λειτουργία των υποκριτών.

Κρατώ, ως θεατής, λυσάρι στην ανάγνωση της πολυεπίπεδης δουλειάς του Στέλιου Βραχνή, μια πρόταση από το έργο: «Θα ήμουν πιο ευτυχής να σε είχα φίλο, αφεντικό, θείο, παππού, ακόμη (αν και το λέω με κάποιο δισταγμό), πεθερό μου. Αλλά σαν πατέρας ήσουν πολύ δυνατός για μένα και η δύναμή σου γινόταν εντονότερη επειδή οι αδελφοί μου πέθαναν σε μικρή ηλικία και οι αδερφές μου γεννήθηκαν πολύ αργότερα.

Πάντως, εμείς οι δύο είμαστε τόσο διαφορετικοί και, εξαιτίας αυτής της διαφοράς, τόσο επικίνδυνοι ο ένας για τον άλλον, ώστε κανείς δε θα κατάφερνε να προβλέψει με ποιον τρόπο, εγώ, ένα παιδί που εξελισσόταν αργά, κι εσύ, ένας ώριμος άντρας, θα μπορούσαμε να συμπεριφερόμαστε ή θα κατάφερνε, αυτός ο κάποιος, να συμπεράνει ότι θα με συνέθλιβες, αφανίζοντας ολοκληρωτικά την προσωπικότητά μου. Αυτό βέβαια δε συνέβη, διότι η ζωντανή πραγματικότητα είναι αδύνατον να υπολογισθεί εκ των προτέρων, αλλά έχει συμβεί κάτι χειρότερο».

Δείτε την παράσταση και κρατήστε ή μοιραστείτε το συμπέρασμά σας.

 

 

 

Επίλογος

Στις σελίδες αυτού του γράμματος ο Κάφκα δεν βρίσκει ούτε μια δικαιολογία για τον πατέρα του, ενώ αντίθετα, βρίσκει ένα σωρό για τη μητέρα του. Χρεώνει στον πατέρα τα πάντα, ακόμα και την επάρκεια υλικών αγαθών, που νιώθει να του κόβει τα πόδια, γιατί πρέπει να χρωστά ευγνωμοσύνη σε αυτήν. Κι είναι κάπως παράδοξο, ο σπουδαιότερος συγγραφέας που περπάτησε ποτέ σε αυτόν τον πλανήτη να νιώθει έτσι απέναντι στον πατέρα του, που άνοιξε ένα μαγαζί με υφάσματα με την προίκα της γυναίκας του. Δεν έκανε δα και τίποτα φοβερό. Βέβαια, αν δεν ένιωθε έτσι, τότε ίσως να μη μας είχε δώσει κάποια από τα σημαντικότερα βιβλία της οικουμένης.

 

 

Συντελεστές

 

  • Σκηνοθεσία – Δραματουργία – Σκηνική εγκατάσταση: Στέλιος Βραχνής
  • Ενδυματολογική επιμέλεια: Θέατρο Πρόταση
  • Μουσική: Στην παράσταση ακούγονται συνθέσεις του Franz Shubert
  • Φωτισμοί: Μαρία Πρασίνη
  • Φωτογραφίες: Όλγα Σιδηράτου, Απόστολος Λινάρδος
  • Γραφιστική επιμέλεια: Δέσποινα Κανελάκη
  • Οργάνωση παραγωγής: Χαρά Σβάνου
  • Επικοινωνία: Λία Κεσοπούλου
  • Παραγωγή: Θέατρο Πρόταση

 

Επί σκηνής:

  • Παύλος Τάνης
  • Απόστολος Λινάρδος
  • Πάνος Αναγνωστόπουλος

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top