Fractal

✔ Θεόδωρος Γρηγοριάδης: «Η δική μου πατρίδα είναι πρωτίστως η γλώσσα μας, ο πολιτισμός, η λογοτεχνία, η τέχνη»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

Βραβευμένος, αγαπημένος, από τους καλύτερους αναγνώστες που γνωρίζουμε και γενναιόδωρος με τα βιβλία και το ταλέντο των άλλων, ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης «βορειοελλαδίτης» και «παγγαιορείτης» ακόμα, κι ας είναι δημότης Νέας Σμύρνης, επανέρχεται με μια συλλογή διηγημάτων που γράφτηκε την τελευταία εικοσιπενταετία και αποτελεί την ανθρωπογεωγραφία μας. Στον Φιλελεύθερο, με αφορμή το βιβλίο του «Γιατί πρόδωσα την πατρίδα μου» (εκδ. Πατάκη), μίλησε για σύνορα, όρια, τόπο, την εσωτερική μας γεωγραφία, λογοτεχνία, κρίση, για την «γραφή» που « πρέπει είναι το απόσταγμα, όχι το σύνθημα μιας διαδήλωσης.»

 

-Κύριε Γρηγοριάδη ποια η σημασία του Τόπου στις ιστορίες σας;

Ο Τόπος διαμορφώνει την εσωτερική μας γεωγραφία. Είχα την τύχη να ζήσω σε διαφορετικούς τόπους μετά τα δεκαοκτώ μου και κάθε φορά προσαρμοζόμουν ή προσπαθούσα να επιβιώσω κάτω από νέες συνθήκες. Αυτό φυσικά, εκτός από τον συναισθηματισμό μου, επηρέασε και τη γραφή μου παραμένοντας ίσως και ο πιο καθοριστικός παράγοντας.

 

-Μια ιστορία διαδραματίζεται αλλιώς στην Αθήνα απ’ ότι στην Καβάλα ή στη Θεσσαλονίκη;

Κάθε περιβάλλον διαμορφώνει τους χαρακτήρες, τις συνθήκες επιβίωσης και τις σχέσεις της κοινωνίας. Χρειάζεται όμως καιρός να αντιληφθείς τις διαφοροποιήσεις. Υπάρχει πολύς κόσμος που πηγαινοέρχεται σαν ξένος από τόπο σε τόπο. Κάθε τόπος έχει μια γοητευτική ιδιομορφία, έχει το δικό του ιδίωμα. Πρέπει κι εσύ όμως να μην είσαι αμέτοχος.

 

-Ένας άνθρωπος, ένας ήρωας αντιδρά αλλιώς στην πόλη, αλλιώς στο χωριό;

Εξαρτάται. Θα βρεις στα χωριά ανθρώπους με έμφυτη ευγένεια ή υστεροβουλία το ίδιο με τις πόλεις. Κανείς δεν είναι καλύτερος ή χειρότερος λόγω της καταγωγής του ωστόσο κάποιες εξωτερικές συνθήκες δυσχεραίνουν η διευκολύνουν την επικοινωνία. Πχ. Για τους ηλικιωμένους ανθρώπους η επαρχία είναι πιο ανθρώπινη, για καριέρα η πόλη, η καθημερινότητα στο ύπαιθρο είναι πιο ήρεμη.

 

– Κύριε Γρηγοριάδη γιατί… προδώσατε την πατρίδα σας; [«Γιατί πρόδωσα την πατρίδα μου»] Αλήθεια, τον φοβηθήκατε καθόλου τον τίτλο;

Το ομώνυμο διήγημα γράφτηκε και δημοσιεύτηκε το 2007. Ο ήρωάς μου, είναι ένας Καβαλιώτης που πιστεύει ότι προδίδει την πατρίδα του στους Τούρκους για τα μάτια μιας γυναίκας. Ο τίτλος είναι ειρωνικός και είχε επιλεγεί από καιρό για το βιβλίο. Συνέπεσε να εκδοθεί το βιβλίο πάνω σε μια εποχή όπου οι Έλληνες  αλληλλοκατηγορούνται  για το ποιος είναι περισσότερο προδότης. Και όποιος  έχει τη μύγα, μυγιάζεται…

Γιατί να φοβηθώ τον τίτλο; Ο καθένας μπορεί να υποστηρίζει αυτό που πιστεύει ότι τον εκπροσωπεί ως πατρίδα του αλλά να το υπερασπίζεται με αξιοπρέπεια, με επιχειρήματα. Η δική μου πατρίδα είναι πρωτίστως η γλώσσα μας, ο πολιτισμός, η λογοτεχνία, η τέχνη. Σε δέκα πέντε μυθιστορήματά μου,  που διαδραματίζονται απ’ άκρη σ΄ άκρη στην Ελλάδα -μα κυρίως στη βόρεια Ελλάδα-, έχω “κατοχυρώσει” λογοτεχνικά τα όρια και τα σύνορα.

 

-25 διηγήματα γραμμένα την τελευταία 25ετία [1993 το πρώτο, 2018 το τελευταίο], κύριε Γρηγοριάδη, τι άλλαξε μέσα σε αυτή την 25ετία; Στις ιστορίες σας, στη γραφή σας, στη ζωή σας, στη ζωή μας…

 

Άλλαξαν πολλά. Να σκεφτείτε ότι το 1982 καθηγητής στα Δίκαια του Έβρου περίμενα να έρθει το βραδινό τρένο μπας και φέρει καμιά εφημερίδα. Δεν υπήρχε εύκολη επικοινωνία αλλά αυτό μου έδινε μια γοητευτική αυτάρκεια και αυτοσυγκέντρωση. Ήταν η απόλυτη ελευθερία μου να ζεις στα μεθόρια. Ύστερα ήρθαν οι πόλεις, η πρωτεύουσα, πλήθαιναν οι άνθρωποι, οι σχέσεις, οι ιστορίες. Ανέκαθεν έγραφα παρατηρώντας τους ανθρώπους γύρω μου, πόσο άλλαξαν, οι τάξεις, οι συμπεριφορές. Οι ιστορίες μου αντικατοπτρίζουν αυτές τις αλλαγές.

Η Αθήνα με κράτησε οριστικά, τρόπος του λέγειν αφού με την παραμικρή ευκαιρία δραπετεύω. Όμως εδώ αφουγκράζεσαι αυτό που θα έρθει. Όταν πρωτοήρθα το 1988  ήταν μια γκρίζα μεσανατολική πόλη, τώρα είναι μια πολυπολιτισμική μεσογειακή πρωτεύουσα. Έχει μεταλλαχθεί η χώρα και ο κόσμος μέσα από την τεχνολογία αλλά και έχει διαβρωθεί από τις κατά δεκαετίες αλλοπρόσαλλες πολιτικές. Ο κόσμος δεν περνάει καλά. Τόσα χρόνια πού είναι ένα επαρκές σύστημα υγείας, να δίνει μια ασφάλεια στον λαό; Γιατί η κρίση χτύπησε κυρίως τα μεσαία και κατώτερα οικονομικά στρώματα; Όλα αυτά  αγριεύουν τον κόσμο.

 

-Τα τελευταία σας βιβλία είχαν και πολιτικές διαστάσεις, η οικονομική κρίση άλλαξε κάπως τα δεδομένα;

Φυσικά και κουβαλάνε το στίγμα κάθε  εποχής. “Το Παρτάλι” είναι η μεταπολίτευση, η “Ζωή μεθόρια” είναι η καινούργια χώρα με το ευρωπαϊκό προφίλ και τις παλιές της ιδεοληψίες, η “Καινούργια Πόλη” περιγράφει την Αθήνα των Ολυμπιακών και του εύκολου χρήματος, “Το μυστικό της Έλλης” είναι η απαρχή της οικονομικής κρίσης, “Ο παλαιστής και ο δερβίσης” επικεντρώνεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις κλπ .

Αυτά βέβαια πάντα ως υπόβαθρο γιατί -αλίμονο- αν ο συγγραφέας γράφοντας υπηρετεί μια συγκεκριμένη πολιτική. Δεν θα αποδώσει αν είναι “στρατευμένος”. Η γραφή πρέπει είναι το απόσταγμα, όχι το σύνθημα μιας διαδήλωσης.

 

Κατά πόσο άγγιξε η οικονομική κρίση το τοπίο και την θεματολογία μας όσον αφορά τη γραφή;

Βεβαίως άλλαξε πολύ την θεματολογία. Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι πρέπει να περάσει καιρός για να καταγραφεί στην λογοτεχνία. Διαφωνώ: όλη η κλασική λογοτεχνία και η μοντέρνα του εικοστού αιώνα στηρίχτηκε στην καταγραφή της εποχής των συγγραφέων. Όποιος έχει τα κότσια, βλέπει και γράφει και μιλάω πάντα για το μυθιστόρημα.

Τα τελευταία διηγήματα αυτής της συλλογής έχουν θέματα μετανάστευσης και προσφυγιάς. Είναι γύρω μας αυτά, μ’ αγγίζουν και μάλιστα καθόλου φολκλορικά. Δεν θα έγραφα για μετανάστες αν δεν τους γνώριζα από κοντά, αν δεν εμπλεκόμουν στις ζωές τους. Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή με τάραξε, έχασα τον μεσογειακό μου προσανατολισμό, χάθηκε ένας ολόκληρος κόσμος μεσανατολικός.

 

Κύριε Γρηγοριάδη, είναι γεγονός ότι η κρίση κάνει γενικότερα καλό στην τέχνη;

Το μυθιστόρημα όπως και ο κινηματογράφος έχουν τη δυνατότητα να περιγράψουν πιο άμεσα την κοινωνία και γιατί οι δημιουργοί είναι “στο δρόμο” και τα έργα τους φτάνουν ευκολότερα στον πολύ κόσμο. Ας φαίνεται παραγκωνισμένη η πεζογραφία, έχει ακόμη πολλή δύναμη.

 

 

-Τα όρια, η ταυτότητα, ένα ανεπαίσθητο σχεδόν υπερβατικό στοιχείο, εξακολουθούν στα βιβλία σας οι ίδιες εμμονές; Άλλαξε κάτι με τον χρόνο;

Οι τόποι και οι καιροί μας αλλάζουν. Η τεχνολογία και η παγκοσμιοποίηση μας μεταλλάσσουν. Αυτά εγγράφονται βαθιά μέσα στα κείμενά μας. Το υπερβατικό στοιχείο των πρώτων μου βιβλίων κάπως υποχώρησε μετά την μετακίνησή μου στην πόλη. Προσγειώθηκα απότομα στην ασφυκτική Αθήνα και δυσκολεύτηκα πολύ στην αρχή. Όμως έτσι έγραψα, μέσα από την πίεση και την απόσταση. Ωστόσο πάντα στις αφηγήσεις μου παραμένει το αίνιγμα της ζωής, των σχέσεων, το απροσδόκητο, το απρόβλεπτο. Είμαι λίγο Τειρεσίας και Κασσάνδρα μαζί.

 

-Και η επιστροφή στα πάτρια εδάφη πάλι, γιατί επιστρέφουμε, κύριε Γρηγοριάδη, και τι είναι εκείνο που βρίσκουμε μόνο επιστρέφοντας;

Είναι σαν την γείωση στον ηλεκτρισμό. Κάθε φορά που πάω στο Παγγαίο, την τρίτη μέρα, ξαναγίνομαι ένα παιδί που βλέπει με θαυμασμό γύρω του την ομορφιά του βουνού, του κάμπου, που θέλει να παίξει αλλά και θέλει να ξαναφύγει. Είναι ο τόπος όπου φυλάσσονται τα οστά των συγγενών μου, όπου είναι θαμμένος ο πατέρας μου, όπου ζει η μητέρα μου. Είμαι ο τόπος μου και ας μην είμαι εκεί. Καθόλου τυχαία  οι κριτικοί και δημοσιογράφοι με αποκαλούν ακόμη “βορειοελλαδίτη” και “παγγαιορείτη” κι ας είμαι δημότης Νέας Σμύρνης.

 

Σας παρακολουθώ από το πρώτο βιβλίο σας, ο τόπος, η ανθρωπογεωγραφία, το παρελθόν και ένα στοιχείο που υποψιάζεστε, αγγίζετε σχεδόν, αλλά μας διαφεύγει, στον «Χορευτή στον ελαιώνα, στα «Νερά της Χερσονήσου», στην «Αλούζα» που εξακολουθώ να λατρεύω, στους «Κρυμμένους ανθρώπους», η λογοτεχνία μπορεί να αγγίζει αυτό που μας διαφεύγει;

 

Η λογοτεχνία μιλάει για όσα βλέπει αλλά και κρύβει άλλα τόσα. Γράφω αποκρύπτοντας όχι από  δειλία αλλά γιατί έτσι είναι όλα γύρω μας. Διφορούμενα και ρευστά. Δεν είμαστε σίγουροι για τίποτε και για όσα μας ορίζουν. Η τεχνολογία και ο ορθολογισμός απλώς απάλυναν τις επιφανειακές μας απορίες. Είμαστε το αίνιγμα του εαυτού μας και εδώ υφίσταται η γοητεία της ανθρώπινης ύπαρξης.

-Η ανθρωπογεωγραφία σας είναι σε όλα σας τα βιβλία καθοριστική. Ανθρωποκεντρικός ακόμα και εκεί όπου δεσπόζει η αρχαιότητα, το παρελθόν ή το τοπίο, στις μεγάλες αλήθειες μόνο μέσα από τις ζωές των ηρώων, τελικά, φτάνουμε;

Γράφω μυθοπλασίες, με χαρακτήρες σε συγκεκριμένους τόπους και χρόνους. Καταγράφω την εποχή μου και λιγότερο το παρελθόν αν και αυτό είναι εγγεγραμμένο στο παρόν μας. Αγαπώ τους ανθρώπους και τους τόπους, τα τοπία των ανθρώπων, τα σημάδια τους. Ως χαρακτήρας δεν φαντάζω τολμηρός όμως στη γραφή μου δεν  χαρίστηκα. Μέσα από τους ήρωές μου μίλησα για όλα. Γι αυτό και γράφω χωρίς εξωτερικές επιταγές για το τι θέλει η αγορά και η εποχή. Πιστεύω στον άνθρωπο και στη διαχρονικότητά του. Στα πάθη και στους πόθους του.

 

-Σας εκπλήττουν ενίοτε οι ήρωές σας, κύριε Γρηγοριάδη;

Φυσικά αφού είναι πιο τολμηροί από μένα. Και είναι τόσοι πολλοί που μου έχουν ξεφύγει αρκετοί, μ’ εγκαταλείπουν…

 

-Δανείζουμε κάτι από μας στους ήρωες και στις ιστορίες μας;

Δεν θα έγραφα ούτε μια αράδα για κάτι που δεν είδα, δεν άκουσα ή δεν είχα άμεση ή έμμεση επαφή. Λειτουργώ σαν φίλτρο και επεξεργαστής των ανθρώπινων καταστάσεων γύρω μου.

 

 

 

-Σε ποιο βιβλίο ή σε ποιον ήρωα ή ηρωίδα έχετε δανείσει τα περισσότερα δικά σας;

Ο Ναύτης, η εφηβεία μου. Το Παρτάλι, ο φοιτητής εαυτός μου. Η Ζωή μεθόρια ο πρώτος μου διορισμός. Παντού υπάρχει ένα μικρό, ένα ελάχιστο του εαυτού μου, αλλιώς δεν θα είχα λόγο να το εκφράσω. Όμως τα διηγήματα της συλλογής “Γιατί πρόδωσα της πατρίδα μου” θα έλεγα ότι είναι από τα πιο εξομολογητικά μου.

-Είστε από τους καλύτερους αναγνώστες που γνωρίζω, από όλους τους συγγραφείς που διαβάζετε, οι αγαπημένοι των αγαπημένων;

Διαβάζω πολύ και κατά καιρούς αλλάζουν οι αγάπες. Μέλβιλ, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Μπόρχες, Γιουρσενάρ, διαβάζονται συνεχώς. Παπαδιαμάντης, Καβάφης, Γιώργος Ιωάννου, Στρατής Τσίρκας, Κουμανταρέας, Ταχτσής, Πεντζίκης, επανέρχονται. Σιμενόν και Χάισμιθ με πάθος, Μιούριελ Σπαρκ λατρεμένη (στα αγγλικά όμως), Άλαν Χόλινγκχερστ, Καζούο Ισιγκούρο, Ρομπέρτο Μπολάνιο άπαντα.

 

-Η Δημόσια Βιβλιοθήκη Σερρών σας χρωστά πολλά, τόσο σημαντικές είναι οι δημόσιες βιβλιοθήκες σε έναν τόπο ειδικά στην περιφέρεια;

Η ΔΒΣ πριν λίγα χρόνια μου έδωσε την δυνατότητα να κάνουμε ένα πρόγραμμα λογοτεχνικών σεμιναρίων που ακόμη και σήμερα με τρομάζει ο όγκος και η δουλειά του! Πιστεύω πολύ στις βιβλιοθήκες και χαίρομαι που ανασυγκροτούνται σε αρκετές πόλεις και κωμοπόλεις. Ελπίζω στις δημοτικές εκλογές να μπούνε…  στο πρόγραμμα κανενός υποψήφιου δημάρχου!

 

-Μπορεί ένας συγγραφέας, ένα βιβλίο, να μας κάνει συγγραφέα, ή να μας αλλάξει τα δεδομένα ζωής; Να μας κάνει να δούμε τη ζωή με άλλα μάτια; Υπήρξε για σας ένα τέτοιο βιβλίο;

Οι αναγνώσεις της εφηβείας είναι αποφασιστικές για αν θα γράψεις ποτέ. Μια φράση, μια παράγραφος, ένα βιβλίο μπορεί να σου αλλάξει την οπτική του κόσμου. Το “Κοριτσάκι με τα σπίρα” με τάραξε παιδί. Μία φράση του Βάλτερ Μπένγιαμιν με ανακούφισε σε μια δύσκολη ώρα, μια παράγραφος ενός μυθιστορήματος της Λόρι Μουρ μου άλλαξε την στάση απέναντι σε ένα προσωπικό πρόβλημα.

 

-Τι σημαίνει σύνορο, όριο και κατά πόσο η τέχνη μας βοηθά να αλλάξουμε ή να επεκτείνουμε μια ζωή που από πολλούς θεωρείται δεδομένη;

Η τέχνη, η γραφή πρέπει να ξεπερνά τα όριά της και τα στενά γεωγραφικά όρια. Ο συγγραφέας πρέπει κατά καιρούς να ζει σε “ουδέτερες” ζώνες, να σκέφτεται μακριά από τα οριοθετημένα, να ξεφεύγει από τα δεδομένα για να μπορεί να αναστοχάζεται. Δύσκολο, όμως. Κάποτε με ένα καραβάνι έφευγες για πάντα αλλού, τώρα χάνεις μια πτήση για να βρεις την επόμενη. Εκλείπει το άγνωστο και το απρόοπτο από την ζωή μας αφού κάθε μήνα η Google μας ενημερώνει για τις κινήσεις μας.

 

-Κύριε Γρηγοριάδη, υπάρχουν υποθηκευμένες ζωές;

Στο χέρι μας είναι να είμαστε ό,τι θέλουμε, να το παλεύουμε.

 

-Και τελικά το ταλέντο, είναι κάτι προκαθορισμένο; Μπορεί ένα ταλέντο να πάει χαμένο;

Ναι, υπάρχει το ταλέντο χωρίς να σημαίνει ότι είναι πάντα προς την καλή κατεύθυνση. Καλό είναι να το βρεις μόνος σου, να το καλλιεργήσεις και να κριθείς στην συνέχεια. Ευτυχώς η λογοτεχνία δεν κρίνεται σε τηλεοπτικά πάνελ, πρέπει να κριθεί μέσα από το  “δικό μας δωμάτιο” που θα ‘λεγε η αγαπημένη μου Βιρτζίνια Γουλφ.

 

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top