Fractal

Γκρίζες όψεις της αγροτικής ζωής κάποτε…

Του Νίκου Τσούλια //

 

 

Πρέπει να αναφερθεί ότι στην προ της δικτατορίας περίοδο έχουμε μια σημαντική πολιτιστική άνθηση της χώρας μας στην τέχνη και στα γράμματα, που αλληλοσυνδέθηκε με την πολιτική άνοιξη της ανέλιξης της Ένωσης Κέντρου και με την κινητικότητα της αριστεράς (ΕΔΑ). Είναι η εποχή που δυναμώνει και επεκτείνεται αργά η μεσαία τάξη…

Όμως όλη αυτή η «χαμένη άνοιξη» ανεστάλη με την επιβολή της δικτατορίας στη χώρα μας και όλη η κοινωνική πρόοδος στόμωσε με την επτάχρονη χούντα. Στην επαρχία της χώρας βασιλεύει ακόμα το κλίμα και οι τρομακτικές συνέπειες του εμφύλιου πολέμου – παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει αρκετά χρόνια. Δυστυχώς η δεξιά παράταξη κράτησε το μίσος απέναντι στους πολιτικούς της αντιπάλους και σε κάθε πολίτη της χώρας που δεν δήλωνε υποταγή στη δική της ιδεολογία.

 

 

Τα κοινωνικά φρονήματα, όπως τα καθόριζε το τότε αστυνομικό κράτος της ΕΡΕ, ήταν προσδιοριστικό στοιχείο για κάθε σχέση με τη διοίκηση της χώρας είτε της κεντρικής εξουσίας είτε της επαρχιακής και της τοπικής εξουσίας. Από το διορισμό στο δημόσιο μέχρι την εισαγωγή ενός ασθενούς στο νοσοκομείο έπρεπε να έχεις καθαρά πολιτικά φρονήματα και φυσικά έμμεση πρόσβαση σε βουλευτή της δεξιάς!

Στα χωριά – στα οποία κυρίως αναφέρεται το παρόν άρθρο – δέσποζαν οι κομματάρχες της δεξιάς. Ήταν το δεξί χέρι της χωροφυλακής και ο λόγος τους ήταν καθοριστικός για τα μικρά και τα μεγάλα ζητήματα του χωριού. Ήταν η μακριά σκιά του φόβου της εξουσίας και φυσικά λόγω της εύνοιας που είχαν από τη θεσμική εξουσία αποκτούσαν και εύκολα περιουσιακά στοιχεία. Παρενέβαιναν ακόμα και στα πιο απλά θέματα. Θυμάμαι ενδεικτικά αρκετά παραδείγματα του κλίματος φόβου, που επικρατούσε τότε στα χωριά αλλά για την οικονομία της συζήτησης θα αναφέρω ένα.

Μια φορά είχαν έρθει πολιτευτές της ΕΔΑ στο χωριό για να συζητήσουν. Οι κομματάρχες της δεξιάς σε συνεννόηση με την τοπική χωροφυλακή εμπόδισαν τα καφενεία του χωριού να τους δεχτούν και οι άνθρωποι στάθηκαν όρθιοι στην πλατεία του χωριού, και φυσικά ελάχιστοι κάτοικοι τόλμησαν να τους πλησιάσουν. Μάλιστα φοβέρισαν και εμάς τα παιδιά να μην πάμε κοντά τους και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι συνέβαινε. Και αυτά συνέβαιναν όχι σε κάποιο χωριό που επικρατούσε η ΕΡΕ – το αντίθετο είχε μεγάλη επιρροή η Ένωση Κέντρου, αλλά αυτό βέβαια μόνο στις εκλογές.

Το δεύτερο αρνητικό σημαντικό στοιχείο ήταν η φτώχεια. Η αγροτική ζωή ήταν η κρατούσα κοινωνική όψη της Ελλάδας. Οι οικογένειες με αρκετά παιδιά συνήθως προσπαθούσαν να κρατηθούν όρθιες με την ολιγάρκεια, την ξενοδουλειά, την αυτάρκεια σε όσο το δυνατόν περισσότερα προϊόντα. Το προσφάισμα είναι ένα κυρίαρχο στοιχείο της αιματηρής συχνά οικονομίας. Τα ρούχα φοριούνταν από το ένα παιδί στο άλλο, πάντα μπαλωμένα και τα γιορτινά θα έρχονταν από κανέναν συγγενή από την Αθήνα.

Τα σπιτικά φτωχικά, πλινθόκτιστες χαμοκέλες τα περισσότερα, δύο δωμάτια συνήθως ακόμα και για τις πολύτεκνες οικογένειες (πάνω από πέντε παιδιά λογίζονταν τότε), το κρύο έμπαινε από παντού, ακόμα και οι λάσπες έμπαιναν στα σπίτια και κάθε τόσο ο νοικοκύρης με την αξίνα έβγαζε τον απρόσκλητο επισκέπτη έξω. Η καθαριότητα δύσκολη. Πλύσιμο με τη σκάφη κοντά στο τζάκι το χειμώνα – όσο για τουαλέτα ήταν μια προχειροκατασκευή κάπου μακριά ει δυνατόν από το σπίτι και δεν χρειάζεται να αναφερθεί τίποτα περισσότερο επ’ αυτού.

Όλοι δούλευαν, δεν υπήρχε κανένας στο σπίτι. Τα παιδιά μετά το σχολείο πήγαιναν στα ζώα και όταν έπαιρναν λιγάκι πάνω τους, έμπαιναν και στις πιο σκληρές εργασίες των χωραφιών και διάβαζαν πάντα το βράδυ. Φυσικά τότε δεν υπήρχε η έννοια του παιδιού, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα, ούτε και υποψία περί εφηβείας. Η αυστηρότητα από τους γονείς, από τους δασκάλους, από τους παππάδες και από κάθε κάτοικο του χωριού ήταν η κυρίαρχη νοοτροπία απέναντι στα παιδιά.

Σκληρή η ζωή για όλους – εκτός από αυτούς που ήταν με κάποιο τρόπο τα αφεντικά του χωριού με τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν. Οι αγρότες ήταν στο έλεος του καιρού όσον αφορά τις διάφορες παραγωγές τους και στην αδιαφορία της πολιτείας. Η ελπίδα όλων ήταν μία. Να μορφωθούν τα παιδιά, να φύγουν από τις λάσπες, να πάνε στην Αθήνα, να έχουν σταθερό εισόδημα.

 

Maurice Denis (French, 1870-1943), Soleil blanc sur les blés [White sun on the wheat], 1914

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top