Fractal

Διήγημα: “Ένα φλιτζάνι καυτή σοκολάτα”

Γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου //

 

Α.Μ.

 

 

 

 

 

“Ένα φλιτζάνι καυτή σοκολάτα”

 

 

– Αδύνατον, δεν μπορεί να είναι αυτός. Θεέ μου και Χριστέ μου, απλά δεν μπορεί…

– Τι ‘’δεν μπορεί’’ Άννα αγάπη μου; Και γιατί επικαλείσαι το όνομα του Θεού επί ματαίω που λένε και οι ΔΕΚΑ ΕΝΤΟΛΕΣ ΠΡΟΣ ΜΩΗΣΗΝ;

– Κώστα σκάσε. Έχω πάθει την πλάκα μου. Δεν με βλέπεις που τρέμω;

-Μα τι έγινε βρε κορίτσι μου; Εσύ κάνεις σαν να είδες φάντασμα.

– Αυτό ακριβώς είδα, ένα φάντασμα από το παρελθόν μόνο που δεν είναι άυλο, μα γεροδεμένο και πανέμορφο όπως τότε. Εντούτοις ,όμως Φάντασμα.

-Για λέγε για λέγε.

-Κοίταξε σε παρακαλώ και με τρόπο, το γκαρσόνι με τον τεράστιο δίσκο. Μού έρχεται να ξεφωνήσω.

-Το είδα. Και λοιπόν; Για λέγε για λέγε ρε Άννα μ’ έσκασες.

-Κώστα θα θυμάσαι φαντάζομαι που σού έλεγα για την πανέμορφη πρώτη μου αγάπη στα χρόνια τα φοιτητικά μου στο Παν/ήμιο της Αθήνας.

– Ε, μη μού πεις τώρα ότι το γκαρσόνι αυτό είναι ο συμφοιτητής σου εκείνος; Και έπρεπε να τελειώσει τη Νομική για να κρατάει τούτον τον δίσκο; Βρε μπας και κάνεις λάθος;

– Τι μού λες τώρα, τι μού λες; Ξεχνιέται ποτέ και συγγνώμη, η Πρώτη Αγάπη; Εσύ π.χ. τη Μπέτη την ξέχασες αν και τώρα βγήκες ραντεβού με την εικοστή ή τριακοστή αγαπημένη μετά Μπέτης εποχή;

– Έλα τώρα υπερβολές. Μέσες άκρες κάτι θυμάμαι που μού είχες πει. Θα ήθελες να μού πεις δυο λόγια ξανά μιας και ο περί ού ο λόγος είναι μπροστά μας και μας φρεσκάρει τις αναμνήσεις;

– Αν και έχω αναστατωθεί, θα το κάνω με μεγάλη μου χαρά και τρυφερότητα.

Παιδιά σχεδόν και οι δυο μας. Συναντηθήκαμε στο αμφιθέατρο στο πρώτο μας μάθημα με το που μπήκαμε στη Νομική. Κολλήσαμε αμέσως και αγαπηθήκαμε βαθιά, ωραία και πιστεύω για πάντα, όπως θέλουν να νομίζουν όλοι οι ερωτευμένοι της Γης. Ήταν και είναι ακόμη καθώς βλέπεις πανέμορφος, και επίτρεψέ μου να το πω, το ίδιο ήμουν κι’ εγώ…

Είχε πάθος από μικρός με την Εγκληματολογία και μεγάλο του όνειρο ήταν, όπως έλεγε χαριτολογώντας, να γίνει μιαν ημέρα ο απηνής διώκτης των μεγαλοεγκληματιών, αυτών που σπανίως καταδικάζονται και ποτέ δεν ξέρουν τι θα πει τιμωρία και φυλακή, σε αντίθεση με το φουκαρά μικρο λωποδύτη που αλλοίμονο έτσι κι το πορτοφόλι του δεν είναι παχυλό για να αγωνιστεί για πάρτι του ο Συνήγορος και μπαινοβγαίνει πίσω από τα σίδερα. Το μόνο που απολαμβάνει είναι να γράψει κανένας Απόστολος Καρδάρας κανένα ωραίο τραγούδι, για ‘κείνον και τους ομοίους του.

Έλεγε λοιπόν σε όλους τους τόνους και τα ημιτόνια, ότι εκείνος σιχαινόταν το χρήμα και έλεγε ακόμη κάτι, που εγώ σαν ερωτευμένη που ήμουν δεν μού άρεσε καθόλου… ότι δηλαδή δεν επρόκειτο να κάνει ο ίδιος δική του οικογένεια για να μην τη βάλει στο στόχαστρο των κακοποιών που θα έκαναν το παν για να τον εκδικηθούν. Όχι βέβαια ότι εγώ απέβλεπα στο να με παντρευτεί, αλλά να, όσο να’ ναι το να μην παίζεις και κάποιο ρόλο στα μελλοντικά όνειρα αυτού που αγαπάς δεν είναι και ό, τι το καλύτερο νομίζω.

Έχοντας αυτό κατά νου όταν χωρίσαμε, που για να σού πω την αλήθεια δεν θυμάμαι και το λόγο του χωρισμού μας, ναι μεν πόνεσα, ναι μεν έκλαψα, αλλά το αντιμετώπισα σαν κάτι το αναπόφευκτο και αναμενόμενο.

Τα χρόνια πέρασαν, τελειώσαμε τη Σχολή, εγώ δικηγόρος και αυτός με μεταπτυχιακά phd και περγαμηνές στην Εγκληματολογία. Ήταν και είναι ο διάσημος Ερευνητής Στέφανος Μακρής με το όνομα. Δεν συνάδει λοιπόν το να τον βλέπω γκαρσόνι να σερβίρει φραπέδες με τούτον τον δίσκο, με όλα αυτά που σού εξιστόρησα. Όχι πώς έχω κάτι με την όποια δουλειά, αλλά να, δεν είναι κάτι που στέκεται κάτι δεν μού πάει καλά.

Και κάτι άλλο.

Όσοι με ξέρουν έχουν να το λένε για το πώς δεν έχω αλλάξει καθόλου τώρα στα 28 μου απ’ ό, τι όταν πρώτο μπήκα στη Νομική. Οπότε, θα με πήρε το αετίσιο του μάτι και προσποιήθηκε ότι δεν με είδε. Γιατί;

Κώστα θα έχει πλάκα .Να δεις που κάτι παίζεται εδώ μπροστά μας και κάποιο ρόλο καλούμαστε να παίξουμε εκόντες άκοντες.

Πόσο γουστάαααρω.

Και το ίδιο σε καλώ να κάνεις κι’ εσύ».

Η Άννα μετά το λογύδριο που έβγαλε σχετικά με την πρώτη της αγάπη και την υποψία ότι κάτι παίζεται εκεί μπροστά τους, πολύ ψυλλιασμένη και υποψιασμένη, έριξε μια ερευνητική ματιά σε ένα ένα όλα τα τραπεζάκια του café bar.Ερωτευμένα ζευγαράκια σε όλα σχεδόν, εκτός από ένα όπου κάθονταν τρεις φουσκωτοί θα τους έλεγες και ένα άλλο όπου κάθονταν ένας κύριος σκυθρωπός και αμίλητος που δεν ταίριαζε καθόλου με το περιβάλλον. Σαν τη μύγα μες το γάλα ένα πράμα να πούμε. Τι ζητούσε αυτός ο ηλικιωμένος άντρας μέσα στα νιάτα;

«Μα τι λες τώρα ρε συ Άννα, δεν έχει δικαίωμα ένας μεγάλος να απολαύσει μια καυτή σοκολάτα σε ένα από κείνα τα χοντρά πορσελάνινα φλιτζάνια; Σιγά μη και πρέπει να καταθέτει κανείς και ληξιαρχική πράξη γέννησης όταν μπαίνει σε ένα cafέ bar».

«Άκου, εγώ detective δεν είμαι. Αλλά όσο ήμουνα με το Στέφανο λίγο από το αστυνομικό του δαιμόνιο μού το είχε κολλήσει. Π.χ. πρόσεξε αυτόν τον τύπο που κάθεται μονάχος. Πάω στοίχημα ότι εκείνοι οι τρεις είναι δικοί του φουσκωτοί. Η φαντασία μου αρχίζει και πιάνει κόκκινο και δεν το κουνάμε από δω αν δεν δούμε πού θα βγάλει τούτη δω η ιστορία. Μπορώ παρακαλώ να έχω μία καυτή καυτή σοκολάτα;

-Παρακαλώ…

– Μάλιστα;

– Ένα φλιτζάνι καυτή σοκολάτα για την κυρία και έναν espresso για ‘μένα.

Τα μάτια του σερβιτόρου έπεσαν μεν πάνω στην Άννα αλλά δεν πετάρισαν καθόλου σε ένδειξη αναγνώρισης. Αδιάφορα, ευγενικά και απολύτως επαγγελματικά έγραψε την παραγγελία και έκανε να φύγει.

-Μισό λεπτό παρακαλώ, σας ξέρω μήπως;

– Πολύ πιθανόν. Όσον αφορά εμένα, λυπάμαι αλλά όχι. ΑΝ συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατον να μην σας θυμηθώ. Επιτρέψτε μου…» είπε και κρατώντας πάντα τον τεράστιο δίσκο του πήγε να εκτελέσει την παραγγελία.

Φεύγοντας όμως, η Άννα είχε την εντύπωση ότι της έκανε κάτι σαν νόημα να τον ακολουθήσει.

Σηκώθηκε από τη θέση της, έβγαλε το βαρύ μπουφάν που φορούσε και παίρνοντας μαζί της τη τσάντα της είπε αρκετά δυνατά: «Επιστρέφω αμέσως αγάπη μου, μόνο για ένα λεπτό και σού ζητώ συγγνώμη».

Πλησίασε το μπαρ και πλεύρισε το Στέφανο δήθεν αδιάφορα. Τον ακούει να της λέει κοιτάζοντας κατ’ ευθείαν μπροστά του: «Δεν με ξέρεις»…

Εκείνη, ζήτησε ένα πακέτο τσιγάρα και σπίρτα και επέστρεψε στη θέση της κόκκινη μεν σαν παντζάρι αλλά ψύχραιμη.

«Είναι αυτός, βεβαιώθηκα. Από αυτή τη στιγμή καλούμαστε να παίξουμε κάποιον ρόλο, ποιον ακριβώς δεν ξέρω. Πιθανόν κάποιον σαν αυτούς που έπαιξα πάρα πολλές φορές μαζί του όταν ήμουν το κορίτσι του. Μένει να το δούμε…

Κάνει να πάρει ένα τσιγάρο από το πακέτο που αγόρασε, μα σαν το ανοίγει βλέπει έναν μικροπομπό μέσα, σαν αυτούς που χρησιμοποιούν οι λογής λογής κατάσκοποι και ντετέκτιβς. Κάνει δήθεν πως μετανιώνει να καπνίσει και κλείνει το πακέτο της. Χάρηκε πάρα πολύ που τελικά όχι μόνον την είχε αναγνωρίσει, αλλά που της είχε την ίδια εμπιστοσύνη όπως τότε.

Με το πρόσχημα δε ότι θέλει να έχει καλύτερη θέα προς τη θάλασσα, επ’ ευκαιρία του αδειάσματος ενός τραπεζιού, ζητάει από τον Κώστα να μεταφερθούν εκεί.

Εκείνος καταλαβαίνει ότι παίζει θέατρο και βουβά συμμετέχει και ο ίδιος στην παράσταση .Το τραπεζάκι είναι σχεδόν κολλητό μ’ αυτό του σκυθρωπού κυρίου.

Οι τρεις φουσκωτοί της ρίχνουν μιαν αδιάφορη ματιά και συνεχίζουν να καπνίζουν βγάζοντας από τα τσιμπούκια τους σύννεφα καπνού, τα οποία νέφη έτσι όπως ο ήλιος έπεφτε κατά πάνω τους μεγεθύνονταν και διέκρινες τα πρόσωπά τους σαν μέσα από ομίχλη, δύο μέτρα μακριά από το τραπέζι της.

Ήταν σχεδόν σίγουρη ότι τόσο αυτός ο σκυθρωπός όσο και οι φουσκωτοί ανήκαν στην ίδια ομάδα.

‘’Και λοιπόν Στέφανε; Και λοιπόν; Σαν τι περιμένεις καλέ μου;’’

Και ιδού τι περίμενε ο πρώην της:

Ένα ζευγάρι έρχεται και κάθεται στο τραπέζι του ‘’σκυθρωπού’’ Σε ένα λεπτό έρχεται ο Στέφανος κοντά τους να πάρει παραγγελία. Φεύγοντας, κάνει να πάρει τα άδεια φλιτζάνια της Άννας και του Κώστα, λέει ένα χαμογελαστό ‘’ευχαριστώ’’ για το pour boire που του έχουν αφήσει και μουρμουρίζει: «ΠΡΟΣΕΧΕ».

Η Άννα θα ήθελε να τού πει να μείνει ήσυχος γιατί το έχει παίξει ξανά το παιχνίδι τότε που την αγαπούσε και θα έκανε ό, τι μπορούσε για να το παίξει καλύτερα… Αντ’ αυτού, κούνησε το κεφάλι της λέγοντας: «Ευχαριστούμε για το άψογο σέρβις, μας εντυπωσιάσατε ειλικρινά…» Ήλπιζε να καταλάβαινε ο πρώην καλός της το μήνυμα που τού έστελνε και που δεν ήταν καθόλου δύσκολο να ερμηνευτεί… Βάζει τ’ ακουστικά της και προσποιείται ότι ακούει μουσική από το tablet της. Στην ουσία όμως ακούει ευκρινέστατα τον διάλογο του ‘’σκυθρωπού’’ με τους νεοφερμένους:

«Το έφερες το δείγμα;»

«Μάλιστα κύριε».

«Είναι αυτό που ζήτησα;»

«Μάλιστα κύριε».

«Σου είπαν να μού πεις κάτι το ιδιαίτερο;»

«Μάλιστα κύριε…»

Η Άννα δεν μπόρεσε να μη σκάσει ένα χαμόγελο και να πει από μέσα της ‘’Κόσα νόστρα’’!!!

«Έλα λοιπόν ρίξτο. Τι περιμένεις για να μού το πεις;»

«Δεν είναι και τόσο εύκολο ξέρετε. Μα μού είπαν να σας πω ότι μόλις πεθάνατε αλλά δεν το ξέρετε ακόμη».

Σε κλάσματα δευτερολέπτου μετά ο ‘’σκυθρωπός’’ γέρνει το κεφάλι του και το κτυπάει ελαφρά στο τραπεζάκι εμπρός του.

«Έναν γιατρό, έναν γιατρό, γρήγορα», φωνάζει η νεοφερμένη και σκύβει δήθεν να του κάνει αέρα παίρνοντας αστραπιαία από μπροστά του το φλιτζάνι του βάζοντας το ανέγγιχτο δικό της.

Ειδοποιήθηκε το 166 μα όταν ήρθε απλά βεβαίωσε ότι ο άνθρωπος ήταν νεκρός.

Και την ώρα που κατέφθανε και η αστυνομία το ίδιο γρήγορα, σε σημείο να σκεφτεί η Άννα ότι ήταν ήδη εκεί πριν ακόμη το θάνατό του γείτονα – πώς αλλιώς πια να τον αποκαλέσει;- οι τρεις φουσκωτοί σηκώθηκαν και έφυγαν πριν η αστυνομία το απαγορεύσει όπως κι έγινε.

Μόλις είχαν χάσει τη δουλειά τους οι άνθρωποι το αφεντικό νεκρό,… αφού!!! Έπρεπε να ψάξουν για δουλειά καινούρια και δεν χώραγαν καθυστερήσεις και μπλεξίματα μα μπάτσους και δε συμμαζεύεται.

Η Άννα ενημέρωσε το Στέφανο για την αποκαλυπτική στιχομυθία του ‘’σκυθρωπού’’ με το ζευγάρι και αμέσως δύο άλλου είδους ζευγάρια(!) απαστραπτουσών χειροπεδών, κόσμησαν τα χέρια του ζεύγους των δολοφόνων. Εκτελεστών κατά παραγγελία ασφαλώς.

Το 166 πήρε τον νεκρό. Η αστυνομία πήρε τους διαμαρτυρόμενους εκτελεστές, και ο Στέφανος πήρε να σκουπίζει το τραπεζάκι με μία πάλλευκη πετσέτα έτοιμο να υποδεχθεί τον επόμενο πελάτη… Αν μη τι άλλο δεν του έλειπε το χιούμορ. Και μετά παρέδωσε τη θέση του στον νέο σερβιτόρο που ασφαλώς και θα γνώριζε τη δουλειά πολύ καλύτερα. Σε κάθε περίπτωση, είτε σαν σερβιτόροι, είτε σαν επιθεωρητές, είτε σαν ευκαιριακοί βοηθοί, όλοι εκτέλεσαν τη δουλειά που τους είχε ανατεθεί με τρόπο άψογο.

Μήπως να το σκέπτονταν για μια μελλοντική βοήθεια και γιατί όχι, για μια συνεργασία;;;

 

***

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top