Fractal

Διήγημα: “Δέκα λεπτά”

Της Σταματίνας Δαμιτζόγλου // *

 

 

 

Δέκα λεπτά

 

Όλη μου η ζωή δέκα λεπτά. Κυριακή μεσημέρι, ήμουν δέκα χρονών και περιμέναμε εγώ η μαμά και η αδελφή μου το μπαμπά για να πάμε στη Σαρωνίδα για ψάρι. Δέκα λεπτά είπε και είχαν περάσει δυο ώρες.

Ήταν κάτω στον Πειραιά στην παράγκα, ένα στέκι που είχαν εκείνος και οι άλλοι Πειραιώτες φίλοι του. Από τον Πειραιά ήταν ο μπαμπάς, γνήσιος μάγκας, γνήσιος άνθρωπος. Αλλά είχε ένα κουσούρι. Όλα τα μέτραγε στα δέκα λεπτά.

Δέκα λεπτά και έρχομαι, δέκα λεπτά ακόμη όταν πηγαίναμε από μικρά στα μπουζουξίδικα της Σκιάθου κι εμείς μικρούλες με την αδελφή μου προσπαθούσαμε να κρατήσουμε τα μάτια μας ανοιχτά σε αυτό το ατέρμονο καλοκαιρινό ξενύχτι.

Δέκα λεπτά ρακέτες στην παραλία, δέκα λεπτά να ζεστάνει η μηχανή προτού βάλει μπρος την παλιά μερσεντές που είχε για τα ταξίδια. Αμάξι σκυλί, έτσι το έλεγε. Δέκα λεπτά χρειάστηκε για να χάσει και η μάνα μου το φως της στο σοκ ενός δυστυχήματος που είχαμε στη Μυτιλήνη.

Μεγάλωνα εγώ, η αδελφή μου παντρεύτηκε κι εγώ ξέμεινα στο σπίτι με τους γονείς. Τα βράδια του Σάββατου πήγαινα μαζί τους στα ρεμπετάδικα. Την λάτρευα αυτή τη διασκέδαση. Κορίτσι του μπαμπά μέχρι το κόκκαλο. Όλη η παρέα ένα τραπέζι δέκα δεκαπέντε άτομα φίλοι, συνεργάτες εναλλάξ συνόδευαν το κέφι του πατέρα. Ουίσκι Καρντού από τα σπέσιαλ, ξηροκάρπια και φρούτα με τυριά γέμιζαν τα τραπέζια σε τέρψη όλων. Μπερικέτης ο πατέρας τα σκόρπαγε τα λεφτά του. Οι παρέες ήταν απαραίτητο συστατικό της νυχτερινής του διασκέδασης. «Η ζωή είναι μια βόλτα» μου είχε πει κάποτε. «Δέκα λεπτά το αλατοπίπερο της ζωής κορίτσι μου». Την κράτησα αυτή τη φράση. Ήταν πρότυπο για μένα o πατέρας. Είχε μια λάμψη μέσα του έτσι που φώτιζε το χώρο με το που έμπαινε κάπου.

Πηγαίναμε λοιπόν στην «Στοά των Αθανάτων». Δώδεκα έλεγε θα περάσει να μας πάρει, δωδεκάμισι ερχόταν παρότι έλεγε σε δέκα λεπτά. Έξι το πρωί φεύγαμε από τα ξενύχτια μας. Πάμε Τάσο να φύγουμε διαμαρτυρόταν η μάνα μου, σε δέκα λεπτά απαντούσε ο πατέρας. Και δεν τέλειωνε εκεί η νύχτα παρότι ξημέρωμα. Ακολουθούσε πατσάς στη Βαρβάκειο για δέκα λεπτά. Καλές οκτώ στο σπίτι ξυπνάγαμε την επόμενη στις έξι το απόγευμα.

Ξεκινάγαμε για διακοπές στη Σκιάθο, δέκα λεπτά θυμάμαι και θα χάναμε το καράβι στον Άγιο Κωνσταντίνο. Είχαμε κάνει στάση στον Κάλαμο εκείνη την ημέρα να χαιρετήσουμε κάτι σόγια. Δέκα λεπτά είπε. Μια ώρα κάτσαμε. Και έτσι χάσαμε το καναρίνι που το αφήσαμε κατακαλόκαιρο ντάλα μεσημέρι μέσα στο αυτοκίνητο.

Μπαμπάς και ευεργέτης, παρότι σπούδασα οικονομικές επιστήμες επέμενε να δουλέψω δίπλα του στο λογιστήριο της εταιρείας σταθμών αυτοκινήτων που είχαμε σε όλη την Αττική. Αυτοδημιούργητος άνθρωπος ξεκίνησε από το μηδέν και έφτιαξε μια περιουσία. Δουλευταράς και μερακλής. Αυτό ήταν ο πατέρας. Επέμεινε λοιπόν να δουλέψω κοντά του. Και δεν είχε άδικο. Δούλεψα λογιστήριο, ταμείο, πάρκαρα και ενίοτε αμάξια ξεφτέρι έγινα στην οδήγηση. Έμαθα τη δουλειά έτσι σε κάθε λεπτομέρεια. Και τώρα πια την κουμαντάρω μόνη μου μια χαρά.

Δυστυχώς ο πατέρας έφυγε πριν δέκα χρόνια. Δέκα και αυτά. Ημέρα Παρασκευή μια και δέκα το μεσημέρι. Ήταν το τελευταίο δεκάλεπτο ζωής που ζήτησε από τον Θεό. Κι Εκείνος του το χάρισε.

Μαζί του σβήσανε και τα δέκα λεπτά αναμονής, τα επιπλέον δέκα λεπτά κεφιού, τα δέκα λεπτά ακόμη.

Δέκα λεπτά μόνο κάθε μέρα περίσσεψαν για να τον θυμάμαι. Όλα αυτά που έζησα μαζί του. Δέκα λεπτά χωράνε άραγε για να θυμάσαι μια ολάκερη ζωή;

 

 

 

*Σταματίνα Δαμιτζόγλου

Σπουδές: Οικονομικό Πανεπιστήμιο Πειραιά (τμήμα Οικονομικών) 1996-2000, Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος σε ανώνυμη εταιρεία 2007-ΤΩΡΑ, Σπουδές τουριστικών στο ΙΕΚ ΞΥΝΗ 2002, 10ετη εμπειρία ως υπάλληλος ρεσεψιόν ξενοδοχείου 2005-2014,

Γλώσσες: Αγγλικά, Γαλλικά, Τουρκικά,

Παρακολούθηση δημιουργικής γραφής με κ. Οικονόμου 2022, Παρακολούθηση ημερίδων του Χρήστου Γιανναρά, Παρακολούθηση Λέσχης Βιβλίου με κ. Δημήτρη Στεφανάκη, Μαθήματα Αγιογραφίας, Μαθήματα χορού, Μαθήματα ζωγραφικής στο Θεοχαράκη

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top